Τί είναι το κομποσκοίνι; πού εμφανίστηκε για πρώτη φορά; ποιοί το χρησιμοποιούσαν; σε τι χρησίμευε και σε τι χρησιμεύει; πόσα είδη κομποσκοινίων έχουμε;
Το κομποσκοίνι ή κομποσχοίνιον (= κόμπος + σκοινί) είναι γνωστό, ότι είναι ένα αντικείμενο πού χρησιμοποιούν οι Μοναχοί, όταν επαναλαμβάνουν την μονολόγιστη ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», όταν δηλαδή επικαλούνται τον Κύριο. Σήμερα το φορούν πολλοί άνθρωποι, νέοι, ηλικιωμένοι, επιστήμονες, επαγγελματίες, καλλιτέχνες, πολιτικοί κ.λ.π. Το κομποσκοίνι πωλείται σε διάφορα μέρη, αν και οι περισσότεροι πού ενδιαφέρονται να το αγοράσουν προτιμούν να το παραγγείλουν σε Μοναχούς.
Τί είναι όμως το κομποσκοίνι; πού εμφανίστηκε για πρώτη φορά; ποιοί το χρησιμοποιούσαν; σε τι χρησίμευε και σε τι χρησιμεύει; πόσα είδη κομποσκοινίων έχουμε;
Θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε με το σύντομο αυτό άρθρο στα ερωτήματα αυτά για να δούμε τί είναι το κομποσκοίνι. Είναι ιερό αντικείμενο ή μέσο επίκλησης τού Θεού;
Στις διάφορες θρησκείες συναντούμε αντικείμενα (κομβολόγια / κομβολόγιον = κόμβος + λόγιον1), κατασκευασμένα από μικρά σφαιρίδια περασμένα σε χοντρό νήμα. Συνήθως χρησιμοποιούν σαν υλικό κατασκευής των σφαιριδίων το ελεφαντόδοντο, όμως μπορεί αυτά να είναι χρυσά ή αργυρά ή ξύλινα. Ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν σαν υλικό ακόμη και άνθη, αν τα κομβολόγια ήταν μιας χρήσης.
Τα αντικείμενα αυτά τα χρησιμοποιούσαν οι πιστοί και πιο πολύ οι Χριστιανοί για να μετρούν τις προσευχές προς τον Θεό τους. Πίστευαν πολλοί ότι είχαν θαυματουργικές ιδιότητες, όπως π.χ. το πολωνικό κομβολόγιο, το οποίο οι άνθρωποι, όταν είχε σφοδρές κακοκαιρίες, το περιέφεραν τρείς φορές γύρω από το σπίτι τους3.
Γενικά μπορούμε να πούμε, ότι τα αντικείμενα αυτά βοηθούσαν τούς πιστούς των θρησκειών να επικαλούνται τον θεό τους με τρόπο συστηματικό και πιο οργανωμένο4. Αποτελούσαν δηλαδή ένα εργαλείο, με την βοήθεια τού οποίου θα έφθαναν στον σκοπό τους, πού ήταν η επίκληση τού θείου. Έτσι μπορούμε να κατατάξουμε τα κομβολόγια στην ομάδα των ιερών αντικειμένων, μέσω των οποίων ο πιστός οδηγείται από τα αισθητά στα αόρατα (per sensibilia ad invisibilia)5.
Για πρώτη φορά εμφανίστηκαν τά αντικείμενα αυτά στα ινδικά θρησκεύματα, όπου και χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα. Στον Ινδουισμό χρησιμοποιήθηκαν για την επίκληση των θεών Βίσνου και Σίβα. Επίσης είναι γνωστά στον Βουδισμό, τον Ζαϊνισμό κ.ά. Στον Βουδισμό μάλιστα, τον ονομαζόμενο Βουδισμό του «Μεγάλου Οχήματος», έχουμε απεικονίσεις όπου οι Boddhisattvas τα κρατούν σαν σύμβολα στα χέρια τους. Σε άλλες εικόνες απεικονίζονται γυναικείες θεότητες πού φέρουν το κομβολόγιο6.
Το κομβολόγιο χρησιμοποιείται επίσης στο Ισλάμ. Οι πρώτοι πού έκαναν χρήση τού αντικειμένου αυτού ήσαν οι «Σούφι» τον 9ο αι. μ.Χ. Στην συνέχεια η χρήση των αντικειμένων αυτών επεκτάθηκε στο υπόλοιπο Ισλάμ. Η χρήση τους διευκόλυνε τον πιστό όταν επεκαλείτο τον Αλλάχ να μην λησμονεί κανένα από τα 99 ονόματά του7.
Βέβαια οι Σούφι, ενώ υιοθετούν την χρήση τού κομβολογίου, δεν υπερεκτιμούν την χρησιμότητά του. Το θεωρούν ότι βοηθά στην προσευχή, δεν χρειάζεται όμως όταν ο Σούφι ανεβεί σε υψηλότερα επίπεδα σοφίας. Τότε, όπως λέει και ένας επιφανής εκπρόσωπός τους8, το κομβολόγιο και οι χάντρες της προσευχής μοιάζουν σαν «το ζωγραφισμένο στο λουτρό λιοντάρι», είναι δηλαδή χωρίς ζωή, νόημα και αξία9.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εδώ και τα φυλακτήρια των Ιουδαίων, δηλαδή τα μικρά εκείνα δερμάτινα κουτάκια πού περιείχαν αποσπάσματα από το Νόμο. Αυτά οι πιστοί Ιουδαίοι τα έδεναν με δερμάτινους ιμάντες στο μέτωπό τους και γύρω από το αριστερό τους χέρι όταν απήγγελναν κάθε πρωί το «Άκουε, Ισραήλ…» (Δευτ. 6,4-9)10. Το μόνο κοινό πού έχουν όμως με τα κομβολόγια είναι οι δερμάτινοι ιμάντες, πού είναι παρεπόμενο τού ιερού αντικειμένου και όχι το ίδιο το ιερό αντικείμενο.
ΕΠΙΣΗΣ, στον Χριστιανισμό είναι γνωστή η χρήση τού κομβολογίου. Μπορούμε μάλιστα να τα διακρίνουμε στο κομβολόγιο πού χρησιμοποιούν οι ρωμαιοκαθολικοί Μοναχοί (κομβολόγιο) και σε αυτό πού χρησιμοποιούν οι ορθόδοξοι Μοναχοί (κομποσκοίνι).
Το κομβολόγιο, όπως βεβαιώνεται μέσα από ταφικά ευρήματα στην Ιταλία, υπάρχει εν χρήσει από τον 13ο αιώνα. Αυτός πού συστηματοποίησε την προσευχή με το κομβολόγιο ήταν ο [παπικός] άγιος Δομίνικος και το αντικείμενο αυτό αποτέλεσε ένα από τα κύρια γνωρίσματα τού Τάγματός του.
Αρχικά το κομβολόγιο κατέληγε σε σταυρό και απετελείτο από πέντε δεκάδες κόκκους (5×10=50). Κάθε δεκάδα χωριζόταν από την άλλη με μεγαλύτερους κόκκους. Σε κάθε μεγάλο κόκκο απήγγελαν το «Πάτερ ημών» και σε κάθε μικρό το «Χαίρε Μαρία». Αργότερα, το 1470, έγινε μεγαλύτερο και περιελάμβανε δεκαπέντε δεκάδες κόκκους (15×10=150)11.
Παράλληλα, ιδρύθηκε και η Αδελφότητα τού Κομβολογίου και το 1583 καθιερώθηκε από τον πάπα Γρηγόριο τον 13ο και η γιορτή τού κομβολογίου (κάθε πρώτη Κυριακή τού Οκτωβρίου) σε ανάμνηση της ναυμαχίας της Ναυπάκτου (7 Οκτωβρίου 1571)12. Το κομποσκοίνι τού Ορθόδοξου Μοναχισμού13, σε αντίθεση μέ το κομβολόγιο των ρωμαιοκαθολικών, είναι απλό· αποτελείται από ένα μάλλινο14 σχοινί πού έχει συνήθως 33 ή 100 κόμβους. Ο κάθε κόμβος είναι πλεγμένος με τέτοιο τρόπο πού να σχηματίζεται το σημείο τού σταυρού15. Ανάμεσα στους κόμβους τοποθετείται μια χάντρα, πού δηλώνει το τέλος τού κομποσκοινίου. Ο Μοναχός σε όλη τη διάρκεια της πλέξης τού κομποσκοινίου προσεύχεται.
Χρησιμοποιείται από τούς Μοναχούς με πολλούς τρόπους και ένας από αυτούς είναι να κρατά ο Μοναχός το κομποσκοίνι με το αριστερό χέρι και με το δεξιό να κάνει το σημείο τού σταυρού. Το κομποσκοίνι συνδυάζεται με την καθημερινή προσευχή των Μοναχών και μάλιστα με την μονολόγιστη ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με»16. Σε κάθε κόμβο ο Μοναχός κάνει το σημείο του σταυρού και επαναλαμβάνει την ευχή. Η μέτρηση αυτή των κόμβων αποσκοπεί να βοηθήσει τον Μοναχό να συγκεντρωθεί και να αποκτήσει ένα ορισμένο ρυθμό και όχι να μετράει απλώς τις φορές πού την επαναλαμβανει17.
Οι Αθωνίτες Μοναχοί επαναλαμβάνουν την προσευχή με την μέτρηση των κόμβων συνήθως 12 φορές18 την ημέρα, συνδυάζοντας την προσευχή και το κομποσκοίνι με τις γονοκλυσίες.
ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ των Ορθοδόξων όπως και το κομβολόγιο των Ρωμαιοκαθολικών κατάγονται από την Ανατολή. Οι περισσότεροι ερευνητές δέχονται ότι είναι δάνειο των θρησκειών της ινδικής Χερσονήσου19.
Ο Heiler20 μάλιστα πιθανολογεί ότι το κομβολόγιο διαδόθηκε στην δυτική χριστιανοσύνη μέσω των Μουσουλμάνων, χωρίς να αναφέρεται καν στην ορθόδοξη χριστιανοσύνη. Η θέση αυτή είναι μάλλον λανθασμένη, γιατί στους Μουσουλμανους εμφανίζεται το κομβολόγιο σχετικά αργά (9ος αι. μ.Χ.). Πιο πιθανό είναι να αποτελεί μια κοινή κληρονομιά των λαών της Ανατολής, πού είναι δύσκολο να βρούμε την αρχή.
Εξ’ ίσου πιθανό είναι το κομποσκοίνι των Ορθοδόξων όπως και το κομβολόγιο των Ρωμαιοκαθολικών να έλκει την καταγωγή του από τούς Μοναχούς της Αιγύπτου.
Ο Σωζόμενος, στην Εκκλησιαστική του Ιστορία21, αναφέρει ότι ο αβάς Παύλος εν Φέρμῃ της Θηβαΐδος «…ηύχετο δε μόνον, ώσπερ φόρον τινά τριακοσίας ευχάς εκάστης ημέρας αποδιδούς τώ Θεώ. Ίνα δε μη λαθών διαμάρτῃ τού αριθμού, τριακοσίας ψηφίδας τω κόλπω εμβάλλων, καθ εκάστην ευχήν ψηφίδα εκρίπτει. Αναλωθέντων δε των λίθων, δήλον εγένετο τάς ισαρίθμους τοίς λίθοις ευχάς πεπληρώσθαι».
Το ίδιο περιστατικό αναφέρει και ο Παλλάδιος στο «Λαυσαϊκόν»22 και τονίζει ότι για τον αβά Παύλο «…έργον δε αυτώ της ασκήσεως γέγονεν, το αδιαλείπτως προσεύχεσθαι. Ούτος τετυπωμένας είχεν τάς ευχάς τριακοσίας, τοσαύτας ψήφους συνάγων, και εν τώ κόλπω κατέχων, και ρίπτων καθ εκάστην ευχήν εκ τού κόλπου ψήφον μίαν…».
Στις δύο αυτές αφηγήσεις έχουμε μια σειρά από σημαντικές πληροφορίες χρήσιμες για το θέμα της προέλευσης τού κομποσκοινίου.
Στη προσευχή των Αναχωρητών εφαρμόζεται η προτροπή του Απ. Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι» (Αʹ Θεσ. 5,17). Ο Αναχωρητής επαναλαμβάνει την προσευχή σε τακτά χρονικά διαστήματα πολλές φορές την ημέρα, γεγονός πού τον αναγκάζει να βρει τρόπους, πού θα τον βοηθήσουν να πετύχει τον σκοπό του.
Οι ψηφίδες δίνουν την αρχική λύση στο πρόβλημά του. Μπορεί να βρει πολλές από αυτές στην έρημο, όπου ζει. Είναι σκορπισμένες γύρω του και το μόνο πού χρειάζεται είναι να τις συγκεντρώσει. Η μέτρηση των ψηφίδων βέβαια μπορεί να καταστεί πρόβλημα, γιατί χρειάζεται να επαναλαμβάνεται συχνά. Ένα επιπλέον πρόβλημα ίσως θα αποτελούσε και η φύλαξη των ψηφίδων.
Η λύση πού σκέφτηκε ο αβάς Παύλος τον βοηθά στην απομνημόνευση της προσευχής και ανοίγει παράλληλα και τον δρόμο για την επόμενη λύση, πού θα ξεπερνά τα μειονεκτήματα της πρώτης, διατηρώντας όμως τα θετικά στοιχεία. Σε ένα απλό νήμα θα μπορούσε ο Μοναχός να δέσει όσους κόμβους ήθελε και να αποκτήσει έτσι ένα απλό, εύχρηστο εργαλείο, πού θα τον βοηθούσε στην επανάληψη της μονολόγιστης προσευχής.
Συγκρίνοντας το απλό κομποσκοίνι των Ορθοδόξων Μοναχών με το ιδιαίτερα πολύπλοκο και πολυτελές κομβολόγιο των ρωμαιοκαθολικών, διακρίνουμε την έμφαση πού δίνουν οι Ορθόδοξοι Μοναχοί στην λειτουργικότητα τού κομποσκοινιού και όχι στο κομποσκοίνι αυτό καθεαυτό. Το υλικό δεν αυτονομείται ούτε λατρεύεται, απλώς αποτελεί ένα εργαλείο πού βοηθά στην προσευχή. Η απλότητα όμως κυριαρχεί και στην προσευχή. Η επίκληση «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» περιέχει απλώς το όνομα του Ιησού Χριστού23. Ανεξάρτητα αν αργότερα εμπλουτίστηκε και παρουσιάζεται και σαν «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με», διαφαίνονται τα δύο χαρακτηριστικά στοιχεία της προσευχής:
α) από την μιά μεριά η επίκληση πού γίνεται στον Χριστό και
β) από την άλλη ο χριστολογικός χαρακτήρας της προσευχής24.
Στα δύο αυτά στοιχεία φαίνεται και η βιβλική σφραγίδα της προσευχής. Για την πρώτη Χριστιανική Κοινότητα πηγή σωτηρίας αποτελεί η επίκληση τού ονόματος τού Κυρίου, δηλαδή του Χριστού, η αναγνώριση δηλαδή της σωτηριώδους παρουσίας του: «πας γάρ ος αν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου σωθήσεται…» (Ρωμ. 10,13)25.
Γι αυτό και στην λατρευτική Σύναξή της, η πρώτη Κοινότητα ομολογεί «…ότι εαν ομολογήσῃς εν τώ στόματί σου Κύριον Ιησούν και πιστεύσῃς εν τη καρδία σου ότι ο Θεός αυτόν ήγειρεν εκ νεκρών, σωθήσῃ…» (Ρωμ. 10,9). Η επίκληση τού ονόματος τού Κυρίου είναι τόσο σημαντική, ώστε καθίσταται πλέον συνώνυμη τού Χριστιανός ή ακριβέστερα είναι η πρώτη περιγραφή-ονομασία τού Χριστιανού. Ο Απ. Παύλος, στον χαιρετισμό του στην Αʹ πρός Κορινθίους επιστολή, αφού χαιρετίζει τούς Κορινθίους, απευθύνεται «πάσι τοίς επικαλουμένοις το όνομα τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εν παντί τόπω αυτών τε και ημών…» (Αʹ Κορ. 1,2) δηλαδή στους κατοπινά ονομασθέντες Χριστιανούς.
ΑΥΤΗ η Παράδοση των πρώτων Χριστιανών συνεχίζεται κατά κάποιο τρόπο μέχρι σήμερα. Στην Αθωνική Πολιτεία, η Παράδοση αυτή συνδέθηκε ιδιαίτερα με το κομποσκοίνι και την μονολόγιστη ευχή. Αυτό το βλέπουμε και μέσα από ένα περιστατικό από την ζωή τού αγίου Νικόδημου τού Αγιορείτη το οποίο και παραθέτουμε: «…Επιστρέφων εκ της εργασίας του εις τινα Βιβλιοθήκην Μονής, διενυκτέρευσεν ο Άγιος εις ένα Κελλίον Ιβηριτικόν, εν ημέρᾳ εορτής μετ’ Αγρυπνίας. Καλώς ωρίσατε διδάσκαλε να συνεωρτάσωμεν, τον υπεδεχθησαν οι Μοναχοί. Όταν έφθασεν η ώρα της Αγρυπνίας και ητοιμάσθησαν τα βιβλία της ψαλμωδίας, ο διδάσκαλος λέγει:
Πατέρες, είναι πολύ καλλίτερον το κομβοσχοίνι από τας ψαλμωδίας, διότι κατά τον ουρανοφάντορα Μ. Βασίλειον, αι ψαλμωδίαι επενοήθησαν διά τους νενεκρωμένους τα ήθη . Τότε καλά, διδάσκαλε, ας αρχίσωμε το κομβοσχοίνι· και εκ περιτροπής τούς εύρεν η πρωΐα. Περατωθείσης της Αγρυπνίας, ο διδάσκαλος δηλοί εις τους αδελφούς τού Κελλίου, ότι ποτέ δεν ησθανθη τόσην ευχαρίστησιν εκ της προσευχής, όσην εκείνην την νύκτα μαζύ τους με το κομβοσχοινάκι και το Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ τού Θεού ελέησόν ημας . Και είχεν ασφαλώς δίκαιον, ο θείος Πατήρ, επειδή και οι Άγγελοι λατρεύουν τον Θεόν με ένα μονολεκτικόν αλληλούϊα»26.
ΑΠΟ την Αθωνική Πολιτεία η χρήση τού κομποσχοινίου επεκτάθηκε και στους λαϊκούς.
Χαρακτηριστικές είναι οι συμβουλές τού γνωστού Ισαπόστολου και Εθνομάρτυρα Κοσμά τού Αιτωλού, ο οποίος στις Διδαχές του προτρέπει τούς Χριστιανούς, κυρίως τους λαϊκούς να χρησιμοποιούν το κομποσχοίνι όταν προσεύχονται. Λέγει χαρακτηριστικά: «Τώρα εις το τέλος σας συμβουλεύω να κάμετε όλοι σας από ένα κομπολόγι, μικροί και μεγάλοι, ανδρες και γυναίκες, παιδιά και κορίτσια και να έχει εκατόν τρία σπυριά και να το κρατήτε με το αριστερόν χέρι και με το δεξιόν να σμίγης τα τρία σου δάκτυλα, να κάνης τον σταυρόν σου και να λέγης: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε τού Θεού τού ζώντος, διά της Θεοτόκου και πάντων των Αγίων, ελέησόν με τον αμαρτωλόν και ανάξιον δούλόν σου. Μέσα εις το Κύριε Ιησού Χριστέ θεωρείται η Αγία Τριάς, ο Θεός, η ένσαρκος Οικονομία τού Χριστού μας, η Δέσποινά μας η Θεοτόκος και πάντες οι Άγιοι»27.
Ο Άγιος Κοσμάς τούς προτρέπει μάλιστα: «Και αν ημπορήτε, το ημερόνυκτο να κάμετε και πενήντα και εκατό κομποσχοίνια28, καλόν και άγιον είναι έργον. Και να προσεύχεσθε πάντοτε την αυγήν και το βράδυ και μάλιστα το μεσόνυκτον όλον οπού είναι ησυχία»29.
Στις προτροπές του προς τούς λαϊκούς να χρησιμοποιούν το κομποσχοίνι, φαίνεται ο Κοσμάς ο Αιτωλός να προτιμά τον όρο «κομπολόγι – κομβολόγι» από τον όρο «κομποσχοίνι».
Αυτό φαίνεται, εκτός από τις προηγούμενες παραθέσεις των Διδαχών του, και στους ακόλουθους λόγους, μέ τούς οποίους ο Άγιος καλεί τούς Χριστιανούς να προσευχηθούν:
«Τώρα τί έχομε να κάμωμε, Χριστιανοί μου; Έχετε σταυρούς, κομβολόγια; Σηκωθήτε επάνου και κρατείτε τα υψηλά εις τα χέρια σας να παρακαλέσωμεν τον Χριστόν να τα ευλογήση…».
Σε άλλο σημείο: «Φυλάττετε τούς σταυρούς, Χριστιανοί μου, και βάλετε τα κομπολόγια εις τον λαιμό σας, εις βοήθειαν ψυχικά και σωματικά…».
Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, λοιπόν, δίνει την εντύπωση, ότι συνδέει τον όρο «κομπολόγι» με τούς λαϊκούς, και επιφυλάσσει τον όρο «κομποσχοίνι» για τούς Μοναχούς. Δίδεται έτσι η εντύπωση ότι θεωρεί αυτά τα αντικείμενα διαφορετικά. Αντίθετα, όταν αναφέρεται στην χρήση των δύο αυτών αντικειμένων, τα θεωρεί ότι είναι ίδια. Γι αυτό, όταν θέλει να προτρέψει τούς λαϊκούς να επαναλαμβάνουν πολλές φορές την προσευχή με το «κομβολόγι – κομπολόγι», χρησιμοποιεί την έκφραση «κάνω τόσα κομποσχοίνια», μια έκφραση πού είναι περισσότερο γνωστή και οικεία στους Μοναχούς.
ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ λοιπόν, αυτό το απλό εργαλείο, βοηθά τούς Μοναχούς στην αυτοσυγκέντρωση και στην καθημερινή προσευχή τους. Η επέκταση της χρήσης του κομβοσχοινίου και στους λαϊκούς, όπως επισημάναμε στην αρχή, αν συνδυαστεί και με την επίκληση τού Κυρίου για άμεση βοήθεια στα ποικίλα προβλήματά τους, θα βοηθήσει ασφαλώς τον άνθρωπο της εποχής μας να έλθει ακόμη πιο κοντά στον Θεό, στον συνάνθρωπο και στον κόσμο ολόκληρο.