Την αντίθεσή τους στο θέμα της τροπολογία για τους ιεροδιδάσκαλούς εκφράζουν με κοινή τους ανακοίνωση οι νομαρχικές της ΔΗΜΑΡ σε Ξάνθη και Ροδόπη. Όπως αναμενόταν και μετά από συνεδριάσεις των δύο οργάνων εκφράζουν την αντίθεσή τους στην τροπολογία, χαρακτηρίζοντας το νομοθετικό πλαίσιο που προωθείται αποσπασματικό, ενώ έχει γίνει γνωστό από την εκπρόσωπο του κόμματός τους Μ. Ρεπούση, στην αρμόδια Επιτροπή, ότι το κόμμα τους δεν πρόκειται να ψηφίσει τη σχετική τροπολογία. Επιπρόσθετα, η οργάνωση της Ξάνθης, εκτός των άλλων δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στο θέμα της διδασκαλίας στα σχολεία από απόφοιτους πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κάτι που κρίνει αρνητικό.
Η σχετική πρόταση των δύο Νομαρχιακών αναφέρει;
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
1.1. Με τα άρθρα 36-39 του Ν.3536/2007 συστήθηκαν 240 θέσεις ιεροδιδασκάλων ισλαμικής θρησκείας με αποστολή να κηρύττουν το Κοράνιο στα τζαμιά της Θράκης. (Να σημειωθεί ότι μέχρι τότε αλλά μέχρι και σήμερα οι θρησκευτικοί λειτουργοί στα τζαμιά της Θράκης (ιμάμηδες) επιλέγονται από τους πιστούς κάθε τζαμιού και πληρώνονται από αυτούς). Στις παραπάνω διατάξεις προβλέπονται τα προσόντα και η διαδικασία πρόσληψης των ιεροδιδασκάλων. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τρεις ρυθμίσεις: 1) οι ιεροδιδάσκαλοι θα προσλαμβάνονται με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, διάρκειας 9 μηνών (από 1-9 έως 31-5) (άρθρο 37 παρ.1), 2) η επιλογή των ιεροδιδασκάλων θα γίνεται από πενταμελή επιτροπή, που θα αποτελείται από εκπροσώπους των Υπουργείων Εσωτερικών, Εξωτερικών και Παιδείας και 2 μέλη ΔΕΠ Ελληνικών Πανεπιστημίων, ειδικών σε θέματα ισλαμικής θρησκείας (που διορίζονται από τον Υπουργό Παιδείας), μετά από γνώμη του οικείου Μουφτή (άρθρο 38) και 3) τα ειδικότερα προσόντα των ιεροδιδασκάλων και τα κριτήρια επιλογής τους δεν αναφέρονταν στο νόμο, αλλά θα καθοριζόταν αργότερα με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Παιδείας κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων προσλήψεων προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο (άρθρο 37 παρ. 4).
1.2. Οι ρυθμίσεις αυτές βρήκαν αντίθετη τόσο τη μειονότητα στη συντριπτική της πλειοψηφία, όσο και τα κόμματα της τότε αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ) τόσο κεντρικά όσο και τοπικά. Η κυριότερη ένσταση που διατυπώθηκε ήταν ότι δεν είναι δυνατό να επιλέγονται θρησκευτικοί λειτουργοί της μουσουλμανικής θρησκείας από επιτροπή που συγκροτείται αποκλειστικά από μέλη μη μουσουλμάνους στο θρήσκευμα και ορίζεται από την Πολιτεία. Επιπρόσθετα θεωρήθηκε ότι με τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις επιδιωκόταν η δημιουργία ενός σώματος ιεροδιδασκάλων, πλήρως ελεγχόμενου από την Ελληνική Πολιτεία. Σ’ αυτό συνηγορούσε τόσο ο τρόπος επιλογής των ιεροδιδασκάλων, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά και το εργασιακό καθεστώς της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου, διάρκειας 9 μηνών, που ουσιαστικά έθετε τους ιεροδιδασκάλους σε καθεστώς ομηρίας.
1.3. Στη συνέχεια εκδόθηκε η με αριθμό 790/19-7-2007 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Παιδείας για τον καθορισμό των προσόντων και των κριτηρίων επιλογής των ιεροδιδασκάλων. Όπως προκύπτει από την παραπάνω απόφαση πέρα από τα τυπικά προσόντα (τίτλοι σπουδών κλπ) τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής είναι κάθε άλλο παρά αντικειμενικά (π.χ. επαρκής γνώση του Κορανίου που θα προκύπτει από βεβαίωση του οικείου Μουφτή), ενώ δίνεται μεγάλη βαρύτητα στη συνέντευξη των υποψηφίων ιεροδιδασκάλων ενώπιον της Επιτροπής.
1.4. Ακολούθως προκηρύχτηκαν οι 240 θέσεις ιεροδιδασκάλων, διορίστηκαν περίπου 70 (ο αριθμός γράφεται με επιφύλαξη, θα επιβεβαιωθεί τη Δευτέρα). Κανείς από τους διορισθέντες δεν μπόρεσε να ασκήσει τα καθήκοντά του, επειδή δεν έγινε αποδεκτός – όπως ήταν φυσικό – από την μικρή τοπική κοινωνία των πιστών του τζαμιού, στο οποίο διορίστηκε.
2. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Με τις προτεινόμενες με τη σχετική τροπολογία τροποποιήσεις των άρθρων 36-39 του Ν.3536/2007: α) ουσιαστικά παραμένει αναλλοίωτη η φιλοσοφία των αρχικών ρυθμίσεων, που περιγράφηκε παραπάνω, β) επέρχονται κάποιες αλλαγές δευτερεύουσας σημασίας και τεχνικού χαρακτήρα (π.χ. αλλαγή στην κατανομή των θέσεων των ιεροδιδασκάλων ανά Μουφτεία, κάποιες αλλαγές στα τυπικά προσόντα των προσλαμβανόμενων ιεροδιδασκάλων κλπ και γ) επέρχονται δύο σημαντικές κατά τη γνώμη μας αλλαγές στις αρχικές ρυθμίσεις και ειδικότερα: γ1) αλλάζει η σύνθεση της Επιτροπής επιλογής του άρθρου 38 και συγκεκριμένα η Επιτροπή πλέον αποτελείται από τον οικείο Μουφτή, ως Πρόεδρο, ένα υπάλληλο του Υπουργείου Παιδείας, ένα μέλος ΔΕΠ ειδικευμένο στις Ισλαμικές σπουδές, χωρίς να αναφέρεται ο τρόπος επιλογής του, εικάζεται όμως ότι θα ορίζεται από τον Υπουργό Παιδείας, έναν έγκριτο μουσουλμάνο θεολόγο, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό Παιδείας και έναν έγκριτο μουσουλμάνο θεολόγο, ο οποίος προτείνεται από το Μουφτή και γ2) προβλέπεται ότι οι ιεροδιδάσκαλοι – παράλληλα με τη διδασκαλία του Κορανίου στα τεμένη της Θράκης – μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, μετά από σχετική απόφαση του διευθυντή πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να διδάξουν το Κοράνιο σε δημόσια σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Θράκης, σε μαθητές της μουσουλμανικής μειονότητας που το επιθυμούν μέσα στο ωράριο διδασκαλίας και χωρίς η διδασκαλία αυτή να εντάσσεται στο ωρολόγιο πρόγραμμα σπουδών.
3. ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΜΑΣ
3.1. Ως προς τις προτεινόμενες τροποποιήσεις: α) η αλλαγή της σύνθεσης της Επιτροπής υποτίθεται ότι έρχεται να απαντήσει στις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν κατά την ψήφιση του Ν.3536/2007 ότι δεν είναι δυνατό δηλαδή να επιλέγονται θρησκευτικοί λειτουργοί της μουσουλμανικής θρησκείας από επιτροπή που συγκροτείται αποκλειστικά από μέλη μη μουσουλμάνους στο θρήσκευμα. Για το λόγο αυτό στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι η πλειοψηφία της Επιτροπής αποτελείται από μουσουλμάνους. Όμως η αλλαγή αυτή δεν είναι ουσιαστική, αλλά επιφανειακή και επικοινωνιακή, δεδομένου ότι από τους τρεις μουσουλμάνους μέλη της Επιτροπής ο Μουφτής είναι διορισμένος από την Πολιτεία, ο ένας έγκριτος μουσουλμάνος θεολόγος ορίζεται από τον Υπουργό Παιδείας και ο άλλος έγκριτος μουσουλμάνος θεολόγος προτείνεται από το Μουφτή, ο οποίος είναι διορισμένος από την Πολιτεία και β) η προαιρετική για τους μαθητές διδασκαλία του Κορανίου στα δημόσια σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Θράκης ή και όπου αλλού υπάρχει ανάγκη είναι πάγιο αίτημα της Αριστεράς και της Δημοκρατικής Αριστεράς με γνώμονα αποκλειστικά εκπαιδευτικά κριτήρια. Όμως η επιλογή όσων θα διδάξουν το Κοράνιο στα σχολεία αυτά θα πρέπει να γίνει αποκλειστικά με τις θεσμοθετημένες διαδικασίες πρόσληψης εκπαιδευτικών κάθε είδους (μόνιμοι, αναπληρωτές, ωρομίσθιοι κλπ) από το Υπουργείο Παιδείας. Το νομικό πλαίσιο υπάρχει και δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να αντικαταστήσουμε μία αντικειμενική και διαφανή διαδικασία προσλήψεων εκπαιδευτικών μέσω ΑΣΕΠ με μία εντελώς αδιαφανή και διάτρητη διαδικασία μέσω μιας παντοδύναμης και ανεξέλεγκτης Επιτροπής.
3.2. Συνεπώς εξακολουθούμε να είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι και στη συνολική φιλοσοφία των προτεινόμενων ρυθμίσεων αλλά και στις επιμέρους τροποποιήσεις των αρχικών διατάξεων.
3.3. Τέλος και με αφορμή τις συγκεκριμένες διατάξεις γίνεται και πάλι επίκαιρη η θέση μας για διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας (και προφανώς και κάθε άλλου θρησκευτικού δόγματος) και για μη ανάμιξη της Πολιτείας σε θέματα θρησκευτικής πίστης οποιουδήποτε θρησκευτικού δόγματος. Με λίγα λόγια η Πολιτεία δεν έχει κανένα λόγο να ανακατεύεται στο ποιος θα διδάξει το Ευαγγέλιο στο κατηχητικό ή το Κοράνιο στο τζαμί. Αυτό ας το επιλέξουν οι πιστοί κάθε θρησκείας και ας επιβαρυνθούν και το αντίστοιχο οικονομικό κόστος.