Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης:Η πνευματική αγάπη είναι ανώτερη από την αγάπη που έχουν τα κατά σάρκα αδέλφια, γιατί συγγενεύει κανείς από Χριστό και όχι από μάνα. Όσοι έχουν αυτή την αγνή (Αρχοντική) αγάπη, είναι γεμάτοι από καλοσύνη, γιατί μέσα τους έχουν τον Χριστό και στο πρόσωπο τους ζωγραφισμένη την Θεότητα.
Αδύνατο είναι φυσικά να έλθη η αγάπη του Χριστού μέσα μας, εάν δεν βγάλουμε έξω τον εαυτό μας από την αγάπη μας, και να την δώσουμε στον Θεό και στις εικόνες Του και να δινώμαστε πάντα στους άλλους, χωρίς να θέλουμε να μας δίνωνται ο άλλοι.
Όσοι πονάνε πολύ και για την σωτηρία όλου του κόσμου και βοηθάνε με τον τρόπο τους (αγωνιζόμενοι) και εμπιστεύονται τον εαυτό τους ταπεινά στα χέρια του Θεού, αυτοί νιώθουν και την μεγαλύτερη χαρά του κόσμου, και η ζωή τους τότε είναι μια συνεχής δοξολογία, γιατί φτερουγίζουν εσωτερικά σαν Άγγελοι, δοξολογώντας μέρα‐νύχτα τον Θεό.
Ενώ εκείνοι που αδιαφορούν για την σωτηρία της ψυχής τους και προσπαθούν να βρουν χαρά και ανάπαυση στην μάταιη τούτη ζωή, συνέχεια βασανίζονται και μπλέκονται στα ατέλειωτα κοσμικά γρανάζια και ζουν από εδώ την κόλαση.
Οι φιλότιμοι, επειδή κινούνται στον Ουράνιο χώρο της δοξολογίας, δέχονται με χαρά και τις δοκιμασίες και δοξάζουν τον Θεό και γι’ αυτές, όπως και για τις ευλογίες, και δέχονται συνέχεια την ευλογία του Θεού από όλα και λιώνουν εσωτερικά τότε από ευγνωμοσύνη στον Θεό, την οποία εκδηλώνουν με κάθε πνευματικό τρόπο, σαν παιδιά του Θεού.
Ενώ ο Καλός Θεός μας δίνει άφθονες ευλογίες και ενεργεί πάντα για το καλό μας και όλα τα έκανε, για να εξυπηρετούν το πλάσμα Του και να θυσιάζωνται για τον άνθρωπο, από φυτά μέχρι ζώα και πτηνά, μικρά και μεγάλα – ακόμη και ο ίδιος ο Θεός θυσιάστηκε, για να λυτρώση τον άνθρωπο –, δυστυχώς όμως, πολλοί από εμάς αδιαφορούμε για όλα αυτά και Τον πληγώνουμε με την μεγάλη μας αχαριστία και αναισθησία, ενώ μας έδωσε κληρονομική την συνείδηση μαζί με όλα τα άλλα Του καλά.
Η συνείδηση είναι ο πρώτο νόμος του Θεού, τον οποίο χάραξε βαθιά στις καρδιές των Πρωτοπλάστων, και στην συνέχεια τον παίρνει ο καθένας μας φωτοτυπία από τους γονείς του, όταν γεννιέται. Εκείνοι που κατόρθωσαν να λεπτύνουν την συνείδηση τους με την καθημερινή μελέτη του εαυτού τους, αισθάνονται πια τον εαυτό τους ξένο από τούτον τον κόσμο, και παραξενεύονται οι κοσμικοί από την λεπτή τους συμπεριφορά.
Όσοι όμως δεν μελετάνε την συνείδηση τους, δεν ωφελούνται ούτε από τις πνευματικές μελέτες ούτε και από συμβουλές γεροντοτέρων, ούτε και τις εντολές του Θεού θα μπορέσουν τότε να τηρήσουν, διότι γίνονται πια αναίσθητοι.
Οι ευαίσθητοι και φιλότιμοι, που τα τηρούν όλα με ακρίβεια, συνήθως αδικούνται από τους αναίσθητους, με τις συνεχείς παραχωρήσεις που κάνουν από αγάπη· αλλά και η αγάπη του Θεού πάντα κοντά τους βρίσκεται. Πολλές φορές αδικούνται και μόνοι τους από την υπερευαισθησία τους, μεγαλοποιώντας τις μικρές τους αμαρτίες, ή φορτώνονται τα ξένα σφάλματα, αλλά πάλι ο Θεός τους γλυκαίνει με την Παραδεισένια Του καλοσύνη και τους δυναμώνει παράλληλα και πνευματικά.
Αυτοί που πληγώνουν ή αδικούν ευαίσθητους ανθρώπους, δεν είναι άνθρωποι εσωτερικά.
Όσοι λένε ότι είναι ευαίσθητοι και έχουν αγάπη και λεπτότητα και ανέχονται μεν τις αδικίες που τους κάνουν οι άνθρωποι, αλλά λένε: «Ας το βρουν από τον Θεό», κοροϊδεύονται από τον πονηρό και δεν το καταλαβαίνουν, διότι με αυτόν τον τρόπο καταριένται με ευγένεια.
Σ’ αυτήν την ζωή όλοι οι άνθρωποι δίνουμε εξετάσεις, για να περάσουμε στην άλλη την αιώνια, στον Παράδεισο. Μου λέει ο λογισμός ότι η ευγενική κατάρα αυτή είναι κάτω από την πνευματική βάση.
Όσοι λοιπόν αδικούν, τον ίδιο εαυτό τους αδικούν αιώνια, και όσοι δέχονται με χαρά τις αδικίες που τους κάνουν, δικαιούνται αιώνιο μισθό τοκισμένο.
Πολλές φορές ο Καλός Θεός αφήνει τους καλούς ανθρώπους στα χέρια των κακών, για να αφήσουν την καλοσύνη τους και να μάσουν [μαζέψουν] μισθό Ουράνιο.
Ο κάθε άνθρωπος, φυσικά, θα πληρωθή από το αφεντικό, που εργάσθηκε. Όσοι
εργάζονται στον Χριστό, θα λάβουν εδώ εκατονταπλάσια, και ζωήν αιώνιον, και όσοι
εργάζονται στο μαύρο αφεντικό, τους κάνει την ζωή μαύρη και από εδώ.
Εκείνοι που εργάζονται μεν στον Χριστό αλλά με υπερηφάνεια, μουρνταρεύουν [λερώνουν, βρωμίζουν] τις αρετές τους, όπως μουρνταρεύονται τα τηγανητά αυγά, όταν πέση λίγη κουτσουλιά, που είναι πια για πέταγμα μαζί με το τηγάνι.
Όσοι όμως εργάζονται ταπεινά και αποκτούν αρετές και σκορπούν ταπεινά, από αγάπη, τα μυστικά τους βιώματα, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες, διότι δίνουν πνευματική ελεημοσύνη και βοηθούν πολύ θετικά τις αδύνατες ή τις κλονισμένες ψυχές στην πίστη.
Εκείνοι πάλι που πετάνε ακόμη και τον εαυτό τους στον κόσμο, από αγάπη, αφού πέταξαν πια τον κόσμο από μέσα τους, αυτοί πετάνε πια στον Ουρανό και δεν πιάνονται από τον κόσμο.
Η αγάπη με την εξωτερική ακτημοσύνη πολύ βοηθάει για να αποκτήση κανείς και την εσωτερική ακτημοσύνη από πάθη.
Οι δυο αυτές ακτημοσύνες κάνουν
τον άνθρωπο πλούσιο από καλοσύνη Θεού.
Οι καλοί άνθρωποι φυσικά δεν κρατάνε κακία στην καρδιά τους, αλλά ούτε και την καλοσύνη τους την κρατάνε για τον εαυτό τους.
Γι’ αυτό δεν κρατάνε ούτε όμορφα πράγματα ούτε και συγκινούνται από τις ομορφιές του κόσμου, και φανερώνουν με αυτό και την θερμή τους πίστη στον Θεό, με την πολλή τους αγάπη.
Δεν υπάρχει εξυπνότερος άνθρωπος από τον ελεήμονα, που δίδει γήινα, φθαρτά πράγματα, και αγοράζει άφθαρτα, ουράνια. Όπως δεν υπάρχει πιο ανόητος στον κόσμο από τον πλεονέκτη, που μαζεύει συνέχεια και στερείται συνέχεια και, στο τέλος, αγοράζει την κόλαση με τις συγκεντρωμένες του οικονομίες.
Αυτοί φυσικά που χάνονται με υλικά πράγματα, το ‘χουν τελείως χαμένο, γιατί χάνουν και τον Χριστό.
Από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, «Επιστολές», έκδοσης Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. (Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)