Άγιος Παΐσιος: Όταν ο Άγιος ζούσε και ασκήτευε στο Μοναστήρι του Στομίου της Κόνιτσας (Αύγουστος 1958–Σεπτέμβριος 1962), όποτε δεν είχε Θεία Λειτουργία τις Κυριακές στο Μοναστήρι, κατέβαινε να λειτουργηθεί και να κοινωνήσει στην κωμόπολη της Κόνιτσας.
Το Σάββατο στις 12 τα μεσάνυχτα, έκλεινε το Μοναστήρι και, μέσα σε μία ώρα, έφθανε στην Κόνιτσα. Πήγαινε και περίμενε στο οστεοφυλάκιο και, επί 6 με 7 ώρες, έκανε προσευχή για ζώντες και, κυρίως, για τους κεκοιμημένους, μέχρι ν’ ανοίξει ο νεωκόρος την Εκκλησία. Κάποτε, σε μια τέτοια νύχτα, είδε τα οστά των κεκοιμημένων να εκπέμπουν φως. Ήταν ασφαλώς “σημείο” εκ Θεού, για να του δείξει ότι οι κεκοιμημένοι αισθάνονται τις προσευχές του.
Απορώ πώς δεν μπορούν να καταλάβουν την μεγάλη αποστολή του Μοναχού!!!.. Όλη αυτήν την παραδεισένια χαρά, που νιώθουν οι Μοναχοί, εύχονται και ζητάνε από τον Χριστό να την δώση και σ’ όλους τους φυλακισμένους αδελφούς μας, που βρίσκονται στις φυλακές του κόσμου. Έτσι ο Καλός Θεός συγκινείται από την αγάπη των καλών παιδιών Του και σκορπάει την παρηγοριά στις ψυχές των φυλακισμένων και πολλές φορές ακόμη και τους ελευθερώνει.
Εκτός από τους φυλακισμένους, οι Μοναχοί βοηθούν και άλλους πιο βαριά και αιώνια φυλακισμένους, και όχι για δέκα ή είκοσι χρόνια, οι οποίοι έχουν και μεγαλύτερη ανάγκη βοηθείας. Είναι οι κεκοιμημένοι υπόδικοι αδελφοί μας, τους οποίους επισκέπτονται οι Μοναχοί με τον τρόπο τους και τους προσφέρουν πολλά αναψυκτικά πνευματικά. Ο Καλός Θεός βοηθάει τους κεκοιμημένους και πληροφορεί παράλληλα και τους Μοναχούς με μια ανέκφραστη αγαλλίαση, που τους σκορπάει μετά από την πονεμένη τους προσευχή για τους κεκοιμημένους αδελφούς μας, σα να λέη: «Μη στενοχωρήστε, παιδιά μου, τους βοήθησα και τους κεκοιμημένους».
– Στο οστεοφυλάκιο, Γέροντα, καίνε καντήλι;
– Ναι, είναι μια προσφορά για τους νεκρούς. Και μόνον ένα κερί να ανάψουμε για την ψυχή κάποιου κεκοιμημένου, βοηθιέται πολύ.
Τους κεκοιμημένους να τους θυμώμαστε και να ευχώμαστε πάντοτε γι’ αυτούς. Να μην παραλείπουμε να προσευχώμαστε για τις ψυχές τους, για να βρουν ανάπαυση. Εγώ, κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία στο Καλύβι, κάνω μνημόσυνο και για όλους τους κεκοιμημένους των οποίων «τα ονόματα ουκ εμνημονεύθησαν».
»Όταν ανάβουμε κερί για την ψυχή κάποιου κεκοιμημένου, ωφελείται πολύ. Αν έχεις έναν νεκρό, ο οποίος έχει παρρησία στον Θεό, και του ανάψεις ένα κερί, αυτός έχει υποχρέωση να προσευχηθεί για σένα στον Θεό. Αν, πάλι, έχεις έναν νεκρό, ο οποίος νομίζεις ότι δεν έχει παρρησία στον Θεό, τότε, όταν του ανάβεις ένα αγνό κερί, είναι σαν να δίνεις ένα αναψυκτικό σε κάποιον που καίγεται. Οι άγιοι δέχονται ευχαρίστως την προσφορά του κεριού και είναι υποχρεωμένοι να προσευχηθούν γι’ αυτόν που το ανάβει. Κι ο Θεός, ευχαρίστως, το δέχεται.
»Ν’ αφήνετε μέρος της προσευχής σας για τους κεκοιμημένους. Οι ίδιοι οι πεθαμένοι, δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Οι ζωντανοί, όμως, μπορούν. Με την προσευχή (που κάνετε για τους κεκοιμημένους), είναι σαν να τους κερνάτε μία πορτοκαλάδα, ένα αναψυκτικό. Όταν ελεείτε κάποιον, να λέτε για ποιον (συγκεκριμένα κεκοιμημένον) το κάνετε. Ώστε, να την πάρει ο άλλος την ελεημοσύνη και να πει: “Θεός, σχωρέσ’ τον!”. Κι αν ο άλλος το πει αυτό με την καρδιά του, το μετράει μετά αυτό ο Θεός.
– Γέροντα, πώς να προσεύχωμαι για τους κεκοιμημένους;
– Να λές γενικά: «Ο Θεός, ανάπαυσον τας ψυχάς των κεκοιμημένων δούλων σου» και, εάν έρθη στον νού σου κανένα όνομα κεκοιμημένου ή τύχη να πεθάνη κανένας γνωστός ή άγνωστος και το μάθης, μνημόνευσέ τον και αυτόν με την ίδια ευχή.
Οι κεκοιμημένοι έχουν πιο πολλή ανάγκη προσευχής από τους ζώντες, γιατί στους ζώντες υπάρχει και ελπίδα μετανοίας. Και θέλει ο Θεός να υπάρχουν άνθρωποι να Τον παρακαλούν να βοηθήση τους κεκοιμημένους, αφού δεν έγινε ακόμη η τελική Κρίση. Στον πόλεμο ένας βαριά τραυματισμένος ζήτησε από έναν ιερέα νερό και εκείνος δεν του έδωσε. Αδιαφόρησε, ενώ είχε στο παγούρι του λίγο νερό. Ο τραυματίας σε λίγο πέθανε και ο ιερέας, μόλις συνειδητοποίησε το σφάλμα του, ήταν απαρηγόρητος. Τον μνημόνευε συνεχώς. Ήρθε στο Καλύβι και μου είπε τον πόνο του. Ο καημένος είχε πολλή θυσία, αλλά δεν κατάλαβε πώς το έκανε αυτό. Το επέτρεψε ο Θεός, πήρε δηλαδή για λίγο την Χάρη Του, επειδή ο τραυματίας είχε πολλή ανάγκη από προσευχή. Αν ο ιερέας του έδινε νερό, θα τον ξεχνούσε, ενώ τώρα τον πείραζε η συνείδηση και προσευχόταν συνέχεια γι’ αυτόν.
– Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί μπορούν να προσεύχωνται;
– Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνον ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά, για να μετανοήσουν.
Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από μας βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνη η Δευτέρα Παρουσία.
Και όπως σ’ αυτήν την ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήση και να βοηθήση έναν υπόδικο, έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήση στον Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρη τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο» σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμη μπορεί να τους μεταφέρη και σε «δωμάτιο» ή σε «διαμέρισμα».
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.λπ. που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνη η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχη πλέον δυνατότητα να βοηθηθούν.
Όταν όμως εμείς προσευχώμαστε για τους κεκοιμημένους Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνη. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός, όταν κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα.
Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους.
Έχει νόημα το σιτάρι. «Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία» λέει η Γραφή.
Στον κόσμο μερικοί βαριούνται να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια, για να τα διαβάσουν οι ιερείς…
Έχω υπ’ όψιν μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων.
Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: «Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιον γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάστηκε στον ύπνο μου. ‘’Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσης• με ξέχασες και υποφέρω’’. Πράγματι, μου λέει, εδώ και είκοσι μέρες είχα ξεχασθή με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν»..
Εγώ, όταν προσεύχωμαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω.
Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω και γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους και εύχομαι για τους βασιλείς, για τους αρχιερείς κ.λπ. και στο τέλος λέω «και υπέρ ων τα ονόματα ουκ εμνημονεύθησαν».
Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, εκτός από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας.
Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό.
Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο παππούς μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές. «Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήση. Αυτό δηλαδή που θα δώση χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε τον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.
Από το βιβλίο: «Λόγοι Δ, ‘Οικογενειακή Ζωή, και Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι, τόµος 6ος, Περί Προσευχής, Ι. Η. «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», 2002 Σουρωτή Θεσσαλονίκης«
simeiakairwn.wordpress.com