Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι/ 27 – 38 – 27 τά πρόβατα τά εμά τής φωνής μου ακούει, καγώ γινώσκω αυτά, καί ακολουθούσί μοι, 28 καγώ ζωήν αιώνιον δίδωμι αυτοίς, καί ου μή απόλωνται εις τόν αιώνα, καί ουχ αρπάσει τις αυτά εκ τής χειρός μου.
29 ο πατήρ μου, ός δέδωκέ μοι, μείζων πάντων εστί, καί ουδείς δύναται αρπάζειν εκ τής χειρός τού πατρός μου. 30 εγώ καί ο πατήρ έν εσμεν. 31 Εβάστασαν ούν πάλιν λίθους οι Ιουδαίοι ίνα λιθάσωσιν αυτόν. 32 απεκρίθη αυτοίς ο Ιησούς Πολλά έργα καλά έδειξα υμίν εκ τού πατρός μου, διά ποίον αυτών έργον λιθάζετέ με; 33 απεκρίθησαν αυτώ οι Ιουδαίοι λέγοντες Περί καλού έργου ου λιθάζομέν σε, αλλά περί βλασφημίας, καί ότι σύ άνθρωπος ών ποιείς σεαυτόν Θεόν. 34 απεκρίθη αυτοίς ο Ιησούς Ουκ έστι γεγραμμένον εν τώ νόμω υμών, εγώ είπα, θεοί εστε; 35 ει εκείνους είπε θεούς, πρός ούς ο λόγος τού Θεού εγένετο, καί ου δύναται λυθήναι η γραφή, 36 όν ο πατήρ ηγίασε καί απέστειλεν εις τόν κόσμον, υμείς λέγετε ότι βλασφημείς, ότι είπον, υιός τού Θεού ειμι; 37 ει ου ποιώ τά έργα τού πατρός μου, μή πιστεύετέ μοι 38 ει δέ ποιώ, κάν εμοί μή πιστεύητε, τοίς έργοις πιστεύσατε, ίνα γνώτε καί πιστεύσητε, ότι εν εμοί ο πατήρ καγώ εν αυτώ.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι/ 27 – 38
27 Τά πρόβατα τά ιδικά μου ακούουν μέ προθυμίαν καί ευπείθειαν τήν φωνήν μου καί τήν διδασκαλίαν μου. Καί εγώ τά γνωρίζω ως ιδικά μου καί ενδιαφέρομαι καί πονώ καί φροντίζω δι αυτά, καθώς καί εκείνα μέ γνωρίζουν καί μέ ακολουθούν υπακούοντα εις πάσας τάς εντολάς μου. 28 Καί εγώ εις ανταμοιβήν τής υπακοής των πρός εμέ δίδω εις αυτά ζωήν αιώνιον, καί δέν θά απολεσθούν ποτέ εις τόν αιώνα. Καί ούτε λύκος, ούτε κλέπτης, ούτε κανένας άλλος κακοποιός δέν θά μπορέση ποτέ νά τά αποσπάση μέ τήν βίαν καί νά τά αρπάση από τήν δυνατήν καί προστατευτικήν χείρα μου.
29 Ο Πατήρ μου, πού μού έχει δώσει τά πρόβατα αυτά, είναι μεγαλύτερος καί δυνατώτερος από όλους, καί κανείς δέν ημπορεί νά αρπάξη διά τής βίας αυτά από τήν παντοδύναμον χείρα τού Πατρός μου. 30 Ναί τά πρόβατα αυτά ανήκουν καί εις τόν Πατέρα μου καί εις εμέ. Καί κρατούνται συγχρόνως καί από τήν ιδικήν μου προστατευτικήν χείρα καί από τήν χείρα τού Πατρός μου. Διότι εγώ καί ο Πατήρ μου είμεθα ένα καί έχομεν τήν αυτήν φύσιν καί ουσίαν καί τήν αυτήν δύναμιν καί θέλησιν καί εξουσίαν καί όλα εν γένει τά έχομεν κοινά. 31 Όταν λοιπόν ήκουσαν οι Ιουδαίοι, ότι έκαμε τόν εαυτόν του ένα μέ τόν Θεόν, επήραν καί πάλιν εις τάς χείρας των λίθους διά νά τόν λιθοβολήσουν.
32 Απεκρίθη τότε εις αυτούς ο Ιησούς Πολλά ευεργετικά καί κατά πάντα θαυμαστά καί αξιέπαινα έργα σάς έδειξα, τά οποία προέρχονται από τόν Πατέρα μου καί μόνον μέ τήν δύναμιν τού Πατρός μου είναι δυνατόν νά συντελεσθούν. Διά ποίον έργον από αυτά θέλετε νά μέ λιθοβολήσετε; 33 Απεκρίθησαν πρός αυτόν οι Ιουδαίοι καί είπαν Δέν σέ λιθοβολούμεν διά κανέν καλόν έργον από εκείνα, πού λέγεις, ότι έκαμες. Αλλά σέ λιθοβολούμεν διά τήν βλασφημίαν, πού εξεστόμισες, καί διότι σύ, ενώ είσαι άνθρωπος, κάνεις τόν εαυτόν σου Θεόν καί λέγεις, ότι είσαι ένα μέ τόν Θεόν.
34 Απεκρίθη εις αυτούς ο Ιησούς Δέν είναι γραμμένον εις τόν νόμον σας διά τούς ανθρώπους, πού ασκούν τήν δικαστικήν εξουσίαν Εγώ είπα είσθε θεοί; 35 Εάν εκείνους ωνόμασεν η Γραφή θεούς, πρός τούς οποίους έγινε κλήσις από Θεού καί διά θείας αναδείξεως ανετέθη εις αυτούς νά διαχειρίζωνται επί τής γής τήν δικαστικήν εξουσίαν, (καί δέν είναι δυνατόν νά χάση τό κύρος της η Γραφή, ώστε ό,τι λέγει νά μή έχη πλέον καμμίαν αξίαν), 36 εις εκείνον, τόν οποίον, όταν ήλθε τό πλήρωμα τού χρόνου διά νά γίνη άνθρωπος, ο Πατήρ εξεχώρισε καί εξέλεξε καί καθιέρωσεν αυτόν διά τό υψηλόν έργον τού Μεσσίου καί τόν απέστειλεν εις τόν κόσμον διά νά φέρη τούτο εις πέρας, σείς λέγετε, ότι βλασφημείς, επειδή είπον, ότι είμαι Υιός τού Θεού;
37 Εάν δέν ενεργώ τά υπερφυσικά έργα, τά οποία ο Πατήρ μου παραγγέλλει καί μέ βοηθεί νά εκτελώ, καί τά οποία είναι αυτά ταύτα τά έργα τού Πατρός μου, μή πιστεύετε εις τήν μαρτυρίαν τού στόματός μου καί εις τάς ιδικάς μου διαβεβαιώσεις. 38 Εφ όσον όμως ενεργώ τά έργα τού Πατρός μου, καί εάν δέν πιστεύετε εις ό,τι λέγω εγώ, πιστεύσατε όμως εις τά έργα αυτά, διά νά μάθετε καί οδηγηθήτε από αυτά εις τήν τελείαν πίστιν. Καί τότε θά βεβαιωθήτε ότι μέσα μου είναι καί μένει ο Πατήρ καί εγώ είμαι καί μένω μέσα εις τόν Πατέρα. Έχω δηλαδή ως Υιός καί Λόγος τού Θεού τήν αυτήν φύσιν καί ουσίαν πρός τόν Πατέρα, καί είμαι άπειρος καί εγώ, ώστε νά χωρή μέσα μου ο Πατήρ, είμεθα δέ καί αχώριστοι ο εις από τόν άλλον, διότι καί εγώ είμαι καί μένω μέσα εις τόν Πατέρα μου.