Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Η´ 21 – 30 – 21 Είπεν ούν πάλιν αυτοίς ο Ιησούς· Εγώ υπάγω και ζητήσετέ με, και εν τη αμαρτία υμών αποθανείσθε· όπου εγώ υπάγω, υμείς ου δύνασθε ελθείν.
22 έλεγον ούν οι Ιουδαίοι· Μήτι αποκτενεί εαυτόν, ότι λέγει, όπου εγώ υπάγω, υμείς ου δύνασθε ελθείν; 23 και είπεν αυτοίς· Υμείς εκ των κάτω εστέ, εγώ εκ των άνω ειμί· υμείς εκ του κόσμου τούτου εστέ, εγώ ουκ ειμί εκ του κόσμου τούτου.
24 είπον ούν υμίν ότι αποθανείσθε εν ταις αμαρτίαις υμών· εάν γάρ μη πιστεύσητε ότι εγώ ειμι, αποθανείσθε εν ταις αμαρτίαις υμών. 25 έλεγον ούν αυτώ· Σύ τίς εί; και είπεν αυτοίς ο Ιησούς· Την αρχήν ό,τι και λαλώ υμίν. 26 πολλά έχω περί υμών λαλείν και κρίνειν· αλλ’ ο πέμψας με αληθής εστι, καγώ ά ήκουσα παρ’ αυτού, ταύτα λέγω εις τον κόσμον.
27 ουκ έγνωσαν ότι τον πατέρα αυτοίς έλεγεν. 28 είπεν ούν αυτοίς ο Ιησούς· Όταν υψώσητε τον υιόν του ανθρώπου, τότε γνώσεσθε ότι εγώ ειμι, και απ’ εμαυτού ποιώ ουδέν, αλλά καθώς εδίδαξέ με ο πατήρ μου, ταύτα λαλώ.
29 και ο πέμψας με μετ’ εμού εστιν· ουκ αφήκέ με μόνον ο πατήρ, ότι εγώ τα αρεστά αυτώ ποιώ πάντοτε. 30 Ταύτα αυτού λαλούντος πολλοί επίστευσαν εις αυτόν.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Η´ 21 – 30
21 Εφ’ όσον λοιπόν κανείς δεν ετόλμα να τον εμποδίση από του να διδάσκη, είπε πάλιν εις αυτούς ο Ιησούς· Εγώ φεύγω από την παρούσαν ζωήν και πηγαίνω προς τον εν ουρανοίς Πατέρα μου. Εις στιγμάς δε απελπισίας θα με ζητήσετε ως Μεσσίαν και λυτρωτήν σας. Λόγω της απιστίας σας όμως θα αποθάνετε μέσα εις την αμαρτίαν σας, χωρισμένοι εντελώς από τον Θεόν. Εκεί που πηγαίνω εγώ, σείς δεν ημπορείτε να έλθετε, διά να εύρετε πλησίον μου την σωτηρίαν σας.
22 Έλεγον λοιπόν οι Ιουδαίοι· Μήπως αυτοκτονήση και θανατώση μόνος του τον εαυτόν του; Διότι λέγει, όπου εγώ πηγαίνω, σείς δεν ημπορείτε να έλθετε. Ωρισμένως δέ, εάν σκέπτεται να αυτοκτονήση, ημείς δεν θα τον ακολουθήσωμεν ποτέ εις τον Άδην.
23 Και είπεν εις αυτούς· Σείς είσθε από τα κάτω, από την γήν, και είσθε κυριευμένοι από γηΐνας σκέψεις και ελατήρια. Εγώ είμαι από τα επάνω, από τον ουρανόν, με φρονήματα και σκέψεις εντελώς αντίθετα από τα ιδικά σας. Σείς είσθε από τον μάταιον και αμαρτωλόν αυτόν κόσμον, διότι κατέχεσθε από τα σαρκικά φρονήματα των μακράν του Θεού ανθρώπων. Εγώ δεν είμαι από τον κόσμον αυτόν. Πως λοιπόν είναι δυνατόν να μη χωρισθώμεν διά παντός;
24 Αφού λοιπόν είσθε από τον κόσμον αυτόν, σας είπα, ότι θα αποθάνετε βυθισμένοι εις τας αμαρτίας σας. Διότι, εάν δεν πιστεύσετε, ότι εγώ είμαι ο μόνος και πραγματικός Σωτήρ, θα αποθάνετε θαμμένοι εις τας αμαρτίας σας.
25 Κατόπιν λοιπόν της βεβαιώσεως αυτής του Ιησού, του έλεγαν εκείνοι: Και ποίος είσαι σύ, ώστε χωρίς σε να είναι αδύνατον να σωθώμεν; Και εις απάντησιν ο Ιησούς είπεν εις αυτούς· Ακριβώς και εξ ολοκλήρου είμαι εκείνο, που σας λέγω τώρα.
26 Και διά να επανέλθω εις την σειράν των λόγων μου, σας προσθέτω, ότι έχω ακόμη πολλά να ειπώ διά σας και να σας κατακρίνω δι’ αυτά. Και δεν θα δεχθήτε μέν σείς ως αληθή και δικαίαν την κρίσιν μου. Αλλ’ εκείνος που με έστειλεν, είναι αληθής, και δεν πλανάται, ούτε ψεύδεται ποτέ. Και εγώ εκείνα, που ήκουσα από αυτόν, αυτά λέγω εις τον κόσμον, και συνεπώς όσα λέγω, είναι δίκαια και αληθή.
27 Οι Ιουδαίοι όμως δεν εκατάλαβαν, ότι τους έλεγε διά τον Πατέρα του και διά την ιδιαιτέραν σχέσιν και κοινωνίαν, εις την οποίαν και ως άνθρωπος διετέλει προς αυτόν.
28 Είπε λοιπόν εις αυτούς ο Ιησούς· Όταν υψώσετε επί του σταυρού τον υιόν του ανθρώπου, τότε θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο μόνος Σωτήρ, και ότι τίποτε απολύτως δεν κάμνω από τον εαυτόν μου, αλλά συμφωνώ απολύτως προς τον Πατέρα μου. Και διά να σας ομιλήσω σύμφωνα με εκείνα, που συμβαίνουν μεταξύ των ανθρώπων, ώστε να με καταλάβετε καλύτερα, σας προσθέτω: Καθώς με εδίδαξεν ο Πατήρ μου, έτσι ομιλώ και αυτά ακριβώς λέγω.
29 Και εκείνος, που με έστειλεν, είναι μαζί μου. Δεν με αφήκε ποτέ μοναχόν ο Πατήρ, διότι εγώ πράττω πάντοτε εκείνα, που του αρέσουν, και δι’ αυτό διατηρώ αδιάσπαστον πάντοτε και πολύ στενήν την επικοινωνίαν και σχέσιν προς τον Πατέρα μου. 30 Όταν δε έλεγε αυτά ο Ιησούς, πολλοί επίστευσαν εις αυτόν, ότι είναι ο Μεσσίας.