Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ / 14 – 27 – 14 Οι ούν άνθρωποι, ιδόντες ό εποίησε σημείον ο Ιησούς, έλεγον ότι ούτός εστιν αληθώς ο προφήτης ο ερχόμενος εις τόν κόσμον.
15 Ιησούς ούν γνούς ότι μέλλουσιν έρχεσθαι καί αρπάζειν αυτόν ίνα ποιήσωσιν αυτόν βασιλέα, ανεχώρησε πάλιν εις τό όρος αυτός μόνος. 16 Ως δέ οψία εγένετο, κατέβησαν οι μαθηταί αυτού επί τήν θάλασσαν, 17 καί εμβάντες εις τό πλοίον ήρχοντο πέραν τής θαλάσσης εις Καπερναούμ. καί σκοτία ήδη εγεγόνει καί ουκ εληλύθει πρός αυτούς ο Ιησούς,
18 ή τε θάλασσα ανέμου μεγάλου πνέοντος διεγείρετο. 19 εληλακότες ούν ως σταδίους είκοσι πέντε ή τριάκοντα θεωρούσι τόν Ιησούν περιπατούντα επί τής θαλάσσης καί εγγύς τού πλοίου γινόμενον, καί εφοβήθησαν. 20 ο δέ λέγει αυτοίς Εγώ ειμι μή φοβείσθε. 21 ήθελον ούν λαβείν αυτόν εις τό πλοίον, καί ευθέως τό πλοίον εγένετο επί τής γής εις ήν υπήγον.
22 Τή επαύριον ο όχλος ο εστηκώς πέραν τής θαλάσσης είδον ότι πλοιάριον άλλο ουκ ήν εκεί ει μή έν εκείνο εις ός ενέβησαν οι μαθηταί αυτού, καί ότι ου συνεισήλθε τοίς μαθηταίς αυτού ο Ιησούς εις τό πλοιάριον, αλλά μόνοι οι μαθηταί αυτού απήλθον 23 άλλα δέ ήλθε πλοιάρια εκ Τιβεριάδος εγγύς τού τόπου, όπου έφαγον τόν άρτον ευχαριστήσαντος τού Κυρίου
24 ότε ούν είδεν ο όχλος ότι Ιησούς ουκ έστιν εκεί ουδέ οι μαθηταί αυτού, ενέβησαν αυτοί εις τά πλοία καί ήλθον εις Καπερναούμ ζητούντες τόν Ιησούν. 25 καί ευρόντες αυτόν πέραν τής θαλάσσης είπον αυτώ Ραββί, πότε ώδε γέγονας;
26 απεκρίθη αυτοίς ο Ιησούς καί είπεν Αμήν αμήν λέγω υμίν, ζητείτέ με, ουχ ότι είδετε σημεία, αλλ ότι εφάγετε εκ τών άρτων καί εχορτάσθητε. 27 εργάζεσθε μή τήν βρώσιν τήν απολλυμένην, αλλά τήν βρώσιν τήν μένουσαν εις ζωήν αιώνιον, ήν ο υιός τού ανθρώπου υμίν δώσει τούτον γάρ ο πατήρ εσφράγισεν ο Θεός.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα:
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ / 14 – 27
14 Οι άνθρωποι λοιπόν, όταν είδαν τό θαύμα αύτό, πού έκαμεν ο Ιησούς, έλεγαν ότι Αυτός είναι πραγματικώς ο προφήτης, ο οποίος σύμφωνα μέ τήν εις τό Δευτερονόμιον προφητείαν τού Μωϋσέως πρόκειται νά έλθη εις τόν κόσμον.
15 Κατόπιν λοιπόν από τήν εντύπωσιν καί τόν ενθουσιασμόν αυτόν τού πλήθους, ο Ιησούς, επειδή αντελήφθη, ότι σκοπεύουν νά έλθουν καί νά τόν αρπάσουν διά νά τόν κάμουν διά τής βίας βασιλέα, ανεχώρησε πάλιν εις τό όρος ολομόναχος, αφού προηγουμένως ηνάγκασε τούς μαθητάς του νά αναχωρήσουν μέ πλοίον. 16 Πράγματι δέ όταν έγινε βράδυ, κατέβησαν οι μαθηταί του από τό μέρος, πού έγινε τό θαύμα τής διατροφής, εις τήν θάλασσαν.
17 Καί αφού εμβήκαν εις τό πλοίον, επήγαιναν εις τό απέναντι μέρος τής λίμνης, εις τήν Καπερναούμ. Καί είχε γίνει πλέον σκοτάδι καί ο Ιησούς δέν είχεν έλθει εις αυτούς. 18 Καί η θάλασσα εν τώ μεταξύ εφούσκωνε καί εσηκώνετο ολονέν αγριωτέρα λόγω τών κυμάτων, επειδή έπνεεν άνεμος σφοδρός καί βίαιος. 19 Αφού λοιπόν είχαν προχωρήσει περίπου είκοσι πέντε ή τριάκοντα στάδια, δηλαδή περίπου έξ χιλιόμετρα, έξαφνα καί χωρίς νά τό περιμένουν βλέπουν τόν Ιησούν νά περιπατή επάνω εις τήν θάλασσαν καί νά έρχεται πλησίον τού πλοίου, καί εκυριεύθησαν από φόβον.
20 Αλλ ο Ιησούς είπε τότε πρός αυτούς· Εγώ είμαι δέν σάς παρουσιάσθη κανένα φάντασμα, μή φοβείσθε. 21 Κατόπιν λοιπόν τής βεβαιώσεως αυτής, οι μαθηταί εξεδήλωσαν πολλήν σπουδήν καί προθυμίαν νά τόν πάρουν εις τό πλοίον. Καί άμα τόν επήραν, αμέσως τό πλοίον έφθασεν εις τήν ξηράν, εις τήν οποίαν επήγαιναν.
22 Τήν άλλην ημέραν πολλοί από τά πλήθη επέμεναν νά στέκουν εις τήν απέναντι παραλίαν τής θαλάσσης, όπου είχε γίνει τό θαύμα τού πολλαπλασιασμού τών πέντε άρτων. Καί επέμεναν νά στέκουν εκεί, επειδή είχαν ίδει τήν προηγουμένην ημέραν, ότι άλλο πλοιάριον δέν ήτο εκεί παρά μόνον ένα, εκείνο πού είχαν έμβει οι μαθηταί του καί ότι δέν εμβήκεν ο Ιησούς μαζί μέ τούς μαθητάς του εις τό πλοιάριον, αλλά μόνοι οι μαθηταί του ανεχώρησαν. Ενόμιζαν, λοιπόν, ότι ο Ιησούς ήτο ακόμη εκεί·
23 εν τώ μεταξύ όμως κατά τό πρωί ήλθαν άλλα πλοιάρια από διάφορα σημεία τής λίμνης τής Τιβεριάδος πλησίον εις τόν τόπον, όπου τά πλήθη τού λαού έφαγαν τόν άρτον, ο οποίος είχε πληθυνθή μέ τήν ευχαριστίαν, πού έκαμεν ο Κύριος. 24 Όταν λοιπόν είδεν ο λαός, ότι ο Ιησούς δέν είναι εκεί, ούτε οι μαθηταί του, εμβήκαν καί αυτοί εις τά πλοία εκείνα καί ήλθον εις τήν Καπερναούμ ζητούντες νά εύρουν τόν Ιησούν. 25 Καί όταν τόν ηύραν εις τό απέναντι μέρος τής θαλάσσης, τό δυτικόν, τού είπαν Διδάσκαλε, πότε επρόφθασες τόσον σύντομα νά έλθης εδώ από τό απέναντι μέρος;
26 Τούς απεκρίθη τότε ο Ιησούς καί τούς είπεν Εν πάση αλήθεία σάς λέγω, ότι ζητείτε νά μέ εύρετε όχι διότι είδατε θαύματα, πού σάς έπεισαν διά τήν θείαν αποστολήν μου καί τήν σωτηριώδη αλήθειαν τής διδασκαλίας μου, ώστε νά ωφεληθήτε πνευματικώς, αλλά διότι εφάγατε από τούς άρτους καί εχορτάσθητε καί ζητείτε πάλιν νά σάς δώσω υλικά αγαθά.
27 Δέν πρέπει όμως τό ενδιαφέρον σας ολόκληρον νά στρέφεται εις τά υλικά ψωμιά, αλλά νά εργάζεσθε μέ ζήλον, όπως αποκτήσετε όχι τήν υλικήν τροφήν, πού είναι προσωρινή καί φθείρεται, αλλά τήν πνευματικήν τροφήν, πού μένει άφθαρτος καί παράγει ως αποτέλεσμα τήν αιώνιον ζωήν. Τήν τροφήν αυτήν θά σάς δώση ο υιός τού ανθρώπου καί μόνος αυτός. Διότι αυτόν ο Πατήρ, δηλαδή αυτός ο Θεός, απέδειξε καί εφανέρωσε διά τής σφραγίδος καί μαρτυρίας τών θαυμάτων του ως τόν μόνον χορηγόν τής τροφής καί τής ζωής ταύτης.