Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΒ/ 18 – 27 – 18 Καί έρχονται Σαδδουκαίοι πρός αυτόν, οίτινες λέγουσιν ανάστασιν μή είναι, καί επηρώτων αυτόν λέγοντες
19 Διδάσκαλε, Μωϋσής έγραψεν ημίν ότι εάν τινος αδελφός αποθάνη καί καταλίπη γυναίκα, καί τέκνα μή αφή, ίνα λάβη ο αδελφός αυτού τήν γυναίκα αυτού καί εξαναστήση σπέρμα τώ αδελφώ αυτού. 20 επτά ούν αδελφοί ήσαν. καί ο πρώτος έλαβε γυναίκα, καί αποθνήσκων ουκ αφήκε σπέρμα.
21 καί ο δεύτερος έλαβεν αυτήν, καί απέθανε καί ουδέ αυτός ουκ αφήκε σπέρμα. καί ο τρίτος ωσαύτως. 22 καί έλαβον αυτήν οι επτά, καί ουκ αφήκαν σπέρμα. εσχάτη πάντων απέθανε καί η γυνή.
23 εν τή ούν αναστάσει, όταν αναστώσι, τίνος αυτών έσται γυνή; οι γάρ επτά έσχον αυτήν γυναίκα. 24 καί αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς Ου διά τούτο πλανάσθε, μή ειδότες τάς γραφάς μηδέ τήν δύναμιν τού Θεού;
25 όταν γάρ εκ νεκρών αναστώσιν, ούτε γαμούσιν ούτε γαμίζονται, αλλ εισίν ως άγγελοι οι εν τοίς ουρανοίς. 26 περί δέ τών νεκρών ότι εγείρονται, ουκ ανέγνωτε εν τή βίβλω Μωϋσέως, επί τού βάτου πώς είπεν αυτώ ο Θεός λέγων, εγώ ο Θεός Αβραάμ καί ο Θεός Ισαάκ καί ο Θεός Ιακώβ; 27 ουκ έστιν ο Θεός νεκρών, αλλά ζώντων υμείς ούν πολύ πλανάσθε.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΒ/ 18 – 27
18 Καί ήλθαν πρός αυτόν οι Σαδδουκαίοι, οι οποίοι έλεγαν, ότι δέν υπάρχει ανάστασις νεκρών. Καί τόν ηρώτησαν καί είπαν 19 Διδάσκαλε, ο Μωϋσής μάς έγραψεν εις τόν νόμον τά εξής: εάν ο αδελφός κάποιου αποθάνη καί αφήση γυναίκα χήραν καί δέν αφήση παιδιά, πρέπει νά πάρη ο αδελφός του τήν γυναίκα του καί νά γεννήση απόγονον εις τόν αποθανόντα άτεκνον αδελφόν του.
20 Ήσαν λοιπόν επτά αδελφοί. Καί ο πρώτος επήρε γυναίκα καί όταν απέθανε, δέν αφήκεν απόγονον. 21 Καί ο δεύτερος αδελφός επήρεν αυτήν σύζυγον καί απέθανε. Καί ούτε αυτός αφήκεν απόγονον. Καί ο τρίτος τό ίδιο. 22 Καί τήν επήραν σύζυγον καί οι επτά αδελφοί καί δέν αφήκαν απόγονον. Τελευταία δέ από όλους απέθανε καί η γυναίκα. 23 Κατά τήν ανάστασιν λοιπόν, όταν θά αναστηθούν αυτοί όλοι, ποίου εξ αυτών θά είναι σύζυγος; Διότι καί οι επτά τήν έλαβον σύζυγον.
24 Καί ο Ιησούς απεκρίθη καί τούς είπε Δέν πλανάσθε ακριβώς δι αυτό; Δέν ηξεύρετε δηλαδή τάς Γραφάς, αι οποίαι δέν διδάσκουν υλιστικήν καί παχυλήν αντίληψιν περί αναστάσεως, όπως τήν φαντάζεσθε σείς, αλλ ούτε καί τήν δύναμιν τού Θεού καταλαβαίνετε, διά τήν οποίαν τίποτε δέν είναι αδύνατον ή δύσκολον, καί δι αυτό ακριβώς πλανάσθε.
25 Αγνοείτε δέ τάς Γραφάς καί τήν δύναμιν τού Θεού, διότι δέν ηξεύρετε ότι, όταν αναστηθούν εκ νεκρών οι άνθρωποι, ούτε οι άνδρες έρχονται εις γάμον, ούτε αι γυναίκες δίδονται εις γάμον, αλλ είναι σάν τούς αγγέλους, πού ζούν εις τούς ουρανούς, οι οποίοι ούτε διά φυσικής γεννήσεως πολλαπλασιάζονται, ούτε επιθυμίας γάμου έχουν.
26 Διά δέ τούς νεκρούς, ότι πράγματι πρόκειται νά αναστηθούν, δέν εδιαβάσατε εις τό βιβλίον τού Μωϋσέως εκεί, πού γίνεται λόγος περί τού Σαββάτου, πώς τού είπεν ο Θεός αυτούς τούς λόγους Εγώ είμαι ο Θεός τού Αβραάμ καί ο Θεός τού Ισαάκ καί ο Θεός τού Ιακώβ;
27 Ο Θεός δέν είναι Θεός νεκρών, αλλ είναι Θεός ζωντανών. Διά νά λέγη λοιπόν τούς λόγους αυτούς ο Θεός διά τούς τρείς πατριάρχας, σημαίνει ότι, μολονότι πρό πολλού ούτοι είχον αποθάνει, ήσαν καί είναι ζωντανοί. Σείς λοιπόν πλανάσθε πλάνην μεγάλην.