Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Γ´ 1 – 15 – 1 Ην δε άνθρωπος εκ των Φαρισαίων, Νικόδημος όνομα αυτώ, άρχων των Ιουδαίων· 2 ούτος ήλθε προς αυτόν νυκτός και είπεν αυτώ· Ραββί, οίδαμεν ότι από Θεού ελήλυθας διδάσκαλος· ουδείς γάρ ταύτα τα σημεία δύναται ποιείν ά σύ ποιείς, εάν μη η ο Θεός μετ’ αυτού.
3 απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ· Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μή τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν του Θεού. 4 λέγει προς αυτόν ο Νικόδημος· Πως δύναται άνθρωπος γεννηθήναι γέρων ών; μη δύναται εις την κοιλίαν της μητρός αυτού δεύτερον εισελθείν και γεννηθήναι; 5 απεκρίθη Ιησούς· Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μή τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού. 6 το γεγεννημένον εκ της σαρκός σάρξ εστιν, και το γεγεννημένον εκ του Πνεύματος πνεύμά εστι. 7 μη θαυμάσης ότι είπόν σοι, δεί υμάς γεννηθήναι άνωθεν.
8 το πνεύμα όπου θέλει πνεί, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ’ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει· ούτως εστί πάς ο γεγεννημένος εκ του Πνεύματος. 9 απεκρίθη Νικόδημος και είπεν αυτώ· Πως δύναται ταύτα γενέσθαι; 10 απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ· Σύ εί ο διδάσκαλος του Ισραήλ και ταύτα ου γινώσκεις; 11 αμήν αμήν λέγω σοι ότι ο οίδαμεν λαλούμεν και ο εωράκαμεν μαρτυρούμεν, και την μαρτυρίαν ημών ου λαμβάνετε. 12 ει τα επίγεια είπον υμίν και ου πιστεύετε, πως εάν είπω υμίν τα επουράνια πιστεύσετε;
13 και ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο υιός του ανθρώπου ο ών εν τώ ουρανώ. 14 και καθώς Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δεί τον υιόν του ανθρώπου, 15 ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Γ´ 1 – 15
1 Ήτο δε κάποιος άνθρωπος, από την τάξιν των Φαρισαίων, που ελέγετο Νικόδημος, μέλος του συνεδρίου και ως εκ τούτου άρχων των Ιουδαίων. 2 Ούτος διά να αποφύγη τα σχόλια και την δυσμένειαν των συναδέλφων του, ήλθε νύκτα προς τον Ιησούν και του είπε· Διδάσκαλε, και εγώ και μερικοί άλλοι συνάδελφοί μου ηξεύρομεν, ότι ήλθες από τον Θεόν απεσταλμένος και φωτισμένος διδάσκαλος. Το καταλαβαίνομεν δε αυτό, διότι κανείς δεν ημπορεί να κάμη τα θαύματα, που κάνεις σύ, εάν δεν είναι ο Θεός μαζί του. Δίδαξέ μας λοιπόν περί του πως θα απολαύσωμεν και ημείς τα αγαθά της βασιλείας. 3 Απεκρίθη ο Ιησούς και του είπε· Εν πάση αληθεία σε διαβεβαιώ, ότι εάν κανείς δέν γεννηθή από επάνω, δηλαδή από τον ουρανόν, δεν δύναται να ίδη την βασιλείαν του Θεού και να απολαύση τα αγαθά της.
4 Λέγει προς αυτόν ο Νικόδημος· Πως ημπορεί να γεννηθή πάλιν ο άνθρωπος, όταν έχη πλέον γηράσει; Μήπως ημπορεί να έμβη διά δευτέραν φοράν εις την κοιλίαν της μητέρας του και να ξαναγεννηθή; 5 Απεκρίθη ο Ιησούς· αληθώς, αληθώς, σου λέγω ότι, εάν δεν γεννηθή κανείς πνευματικώς από το νερόν του αγίου Βαπτίσματος, και από το Άγιον Πνεύμα, το οποίον αοράτως διά του νερού τούτου ενεργεί την αναγέννησιν του ανθρώπου, δεν ημπορεί να έμβη εις την βασιλείαν του Θεού. 6 Κάθε τι που έχει γεννηθή με φυσικήν γέννησιν από την σάρκα, είναι και αυτό σαρκικόν, και δεν ημπορεί να εισέλθη εις την πνευματικήν ταύτην βασιλείαν. Και εκείνο, που έχει γεννηθή από το Άγιον Πνεύμα, είναι ύπαρξις και προσωπικότης πνευματική, και αυτή θα απολαύση την πνευματικήν βασιλείαν του Θεού. 7 Μην απορήσης, διότι σου είπα· Πρέπει σείς όλοι να γεννηθήτε από την χάριν του Αγίου Πνεύματος, η οποία καταβαίνει από τον ουρανόν.
8 Ο άνεμος πνέει όπου θέλει, και ακούεις την βοήν του, αλλά δεν ηξεύρεις, από που ακριβώς εξεκίνησε και που θα σταματήση. Έτσι γίνεται και εις κάθε άνθρωπον, που αναγεννάται από το Άγιον Πνεύμα. Ο τρόπος της αναγεννήσεώς του μένει μυστηριώδης, η επενέργεια όμως του Πνεύματος είναι δραστική και το αποτέλεσμα αυτής γίνεται φανερόν. 9 Απεκρίθη ο Νικόδημος και είπε εις αυτόν· Πως είναι δυνατόν να γίνουν αυτά και να πραγματοποιηθή η πνευματική αυτή και ουράνια αναγέννησις; 10 Απεκρίθη ο Ιησούς και του είπε· Σύ είσαι ανεγνωρισμένος διδάσκαλος του Ισραηλιτικού λαού, και δεν γνωρίζεις αυτά, διά τα οποία έκαμαν λόγον οι προφήται; 11 Εν πάση αληθεία σου λέγω, ότι εκείνο, που γνωρίζομεν καλά, αυτό λέγομεν, και περί εκείνου, το οποίον εξ αμέσου αντιλήψεως και θεωρίας έχομεν ίδει, περί αυτού μαρτυρούμεν. Και όμως δεν δέχεσθε την μαρτυρίαν μας.
12 Εάν σας είπα θείας μέν αληθείας, αλλ’ αι οποίαι αναφέρονται εις εκείνα, που συμβαίνουν επί της γής, και των οποίων λαμβάνουν οι πιστοί πείραν εν τη επιγείω ζωή των, και όμως δεν πιστεύετε εις αυτάς, πως θα πιστεύσετε, εάν σας είπω αληθείας υψηλάς, που αναφέρονται εις ουράνια μυστήρια; 13 Και όμως μόνον από εμέ θα μάθετε τα επουράνια ταύτα. Διότι κανείς από τους ανθρώπους δεν έχει αναβή εις τον ουρανόν διά να μάθη τα επουράνια και να σας διδάξη περί αυτών, παρά μόνον εκείνος, που κατέβη από τον ουρανόν και έγινε διά της ενανθρωπήσεως υιός του ανθρώπου, ο οποίος, ενώ τώρα είναι εις την γήν, εξακολουθεί ως πανταχού παρών Θεός, να είναι και εις τον ουρανόν.
14 Και διά να σου αποκαλύψω και άλλην άγνωστον και ψυχοσωτήριον αλήθειαν, σου λέγω· Όπως άλλοτε ο Μωϋσής εκρέμασεν υψηλά το χάλκινο φίδι, διά να σώζωνται δι’ αυτού οι Ισραηλίται από τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών της ερήμου, έτσι σύμφωνα με το μυστηριώδες σχέδιον του Θεού πρέπει να κρεμασθή υψηλά επί του σταυρού ο υιός του ανθρώπου προσλαμβάνων το ομοίωμα της αμαρτίας, αλλά μη έχων καμμίαν πραγματικήν σχέσιν με αυτήν. 15 Και θα υψωθή επί του σταυρού, διά να μη χαθή εις τον αιώνιον θάνατον κανένας από εκείνους, που πιστεύουν εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.