Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Θ´ 49 – 56 – 49 Αποκριθείς δε ο Ιωάννης είπεν· Επιστάτα, είδομέν τινα επί τω ονόματί σου εκβάλλοντα δαιμόνια, και εκωλύσαμεν αυτόν, ότι ουκ ακολουθεί μεθ’ ημών.
50 και είπεν προς αυτόν ο Ιησούς· Μη κωλύετε· ου γαρ έστι καθ’ υμών· ος γαρ ουκ έστι καθ’ υμών, υπέρ υμών εστιν. 51 Εγένετο δε εν τω συμπληρούσθαι τας ημέρας της αναλήψεως αυτού και αυτός εστήριξε το πρόσωπον αυτού του πορεύεσθαι εις Ιερουσαλήμ,
52 και απέστειλεν αγγέλους προ προσώπου αυτού. και πορευθέντες εισήλθον εις κώμην Σαμαρειτών, ωστε ετοιμάσαι αυτώ· 53 και ουκ εδέξαντο αυτόν, ότι το πρόσωπον αυτού ην πορευόμενον εις Ιερουσαλήμ.
54 ιδόντες δε οι μαθηταί αυτού Ιάκωβος και Ιωάννης είπον· Κύριε, θέλεις είπωμεν πυρ καταβήναι από ουρανού και αναλώσαι αυτούς, ως και Ηλίας εποίησε;
55 στραφείς δε επετίμησεν αυτοίς και είπεν· Ουκ οίδατε ποίου πνεύματός εστε υμείς· 56 ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε ψυχάς ανθρώπων απολέσαι, αλλά σώσαι. και επορεύθησαν εις ετέραν κώμην.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Θ´ 49 – 56
49 Έλαβε δε τότε τον λόγον ο Ιωάννης και είπε· Διδάσκαλε, τόσον πολύ εκτιμάς εκείνον, που θα δεχθή το παιδίον εις το όνομά σου. Ημείς όμως είδομεν κάποιον, που διά της επικλήσεως του ονόματός σου έβγαζε δαιμόνια και αντί να τον εκτιμήσωμεν, διότι επεκαλείτο το όνομά σου, τον εμποδίσαμεν, επειδή δεν σε ακολούθει μαζί με ημάς, και δεν έλαβε την εξουσίαν αυτήν από σε, όπως την ελάβομεν ημείς.
50 Και είπε προς αυτόν ο Ιησούς· Μη τον εμποδίζετε. Διότι δεν είναι ενάντιόν σας. Και όποιος δεν είναι ενάντιόν σας και δεν είναι προκατειλημμένος κατά της διδασκαλίας σας, ουδέ πολεμεί αυτήν, είναι με το μέρος σας και επόμενον είναι αυτός να γίνη κάποτε εξ ολοκλήρου ιδικός σας.
51 Και συνέβη, όταν συνεπληρούτο ο ωρισμένος αριθμός των ημερών, μετά τας οποίας θα εγίνετο η ανάληψίς του εις τους ουρανούς, και αυτός εστήριξε το πρόσωπόν του και εκάρφωσε τα μάτια του με απόφασιν στερεάν και ακλόνητον να υπάγη εις τα Ιεροσόλυμα, όπου θα τον εσταύρωναν.
52 Και απέστειλεν αγγελιαφόρους εις τα διάφορα χωριά και τας πόλεις, προτού να υπάγη αυτοπροσώπως εκεί. Και αυτοί αφού επήγαν, εμβήκαν εις κάποιο χωρίον των Σαμαρειτών διά να ετοιμάσουν εις αυτόν και εις τους μαθητάς τόπον, εις τον οποίον θα κατέλυον.
53 Αλλ’ οι κάτοικοι του χωρίου εκείνου δεν τον εδέχθησαν, διότι αυτός επήγαινεν εις τα Ιεροσόλυμα, την πρωτεύουσαν των εχθρών των, διά να εορτάση εκεί το Πάσχα και όχι εις το Γαρειζίν, όπου οι Σαμαρείται επέμενον ότι έπρεπε να λατρεύεται ο Θεός.
54 Όταν δε οι μαθηταί του Ιάκωβος και Ιωάννης είδαν τους απεσταλμένους να γυρίζουν περιφρονημένοι, είπαν· Κύριε, είναι με την άδειαν και θέλησίν σου να είπωμεν, ίνα καταβή πυρ από τον ουρανόν και τους κατακαύση, όπως και ο Ηλίας έκαμεν άλλοτε τούτο εις τους ανθρώπους του Οχοζίου;
55 Ο Ιησούς όμως εστράφη οπίσω προς αυτούς και τους επέπληξε και είπε· Δεν ηξεύρετε ακόμη ποίων διαθέσεων και φρονημάτων ανθρώπους σας κάνει η νέα πνευματική δύναμις και ζωή, την οποίαν μεταδίδει η διδασκαλία μου και η χάρις του Πνεύματός μου. Δεν είσθε άνθρωποι και διδάσκαλοι του πνεύματος της οργής και τιμωρίας, που επεκράτει εις την Π. Δ., αλλά του πνεύματος της πραότητος και μακροθυμίας και αγάπης, που δεν καταστρέφει, αλλά σώζει.
56 Διότι και ο υιός του ανθρώπου δεν ήλθε να ρίψη εις απώλειαν τας ψυχάς των ανθρώπων, αλλ’ ήλθε να τας σώση. Και επήγαν εις άλλο χωρίον της Σαμαρείας.