Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Κ/ 17 – 28 – 17 Καί αναβαίνων ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα παρέλαβε τούς δώδεκα μαθητάς κατ’ ιδίαν εν τή οδώ καί είπεν αυτοίς …
18 Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, καί ο υιός τού ανθρώπου παραδοθήσεται τοίς αρχιερεύσι καί γραμματεύσι, καί κατακρινούσιν αυτόν θανάτω, 19 καί παραδώσουσιν αυτόν τοίς έθνεσιν εις τό εμπαίξαι καί μαστιγώσαι καί σταυρώσαι, καί τή τρίτη ημέρα αναστήσεται. 20 Τότε προσήλθεν αυτώ η μήτηρ τών υιών Ζεβεδαίου μετά τών υιών αυτής προσκυνούσα καί αιτούσά τι παρ αυτού.
21 ο δέ είπεν αυτή Τί θέλεις; λέγει αυτώ Ειπέ ίνα καθίσωσιν ούτοι οι δύο υιοί μου είς εκ δεξιών σου καί είς εξ ευωνύμων σου εν τή βασιλεία σου. 22 αποκριθείς δέ ο Ιησούς είπεν Ουκ οίδατε τί αιτείσθε. δύνασθε πιείν τό ποτήριον ό εγώ μέλλω πίνειν ή τό βάπτισμα ό εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι; λέγουσιν αυτώ Δυνάμεθα. 23 καί λέγει αυτοίς Τό μέν ποτήριόν μου πίεσθε, καί τό βάπτισμα ό εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε τό δέ καθίσαι εκ δεξιών μου καί εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι, αλλ οίς ητοίμασται υπό τού πατρός μου. 24 Καί ακούσαντες οι δέκα ηγανάκτησαν περί τών δύο αδελφών.
25 ο δέ Ιησούς προσκαλεσάμενος αυτούς είπεν Οίδατε ότι οι άρχοντες τών εθνών κατακυριεύουσιν αυτών καί οι μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αυτών. 26 ουχ ούτως έσται εν υμίν, αλλ ός εάν θέλη εν υμίν μέγας γενέσθαι, έσται υμών διάκονος, 27 καί ός άν θέλη εν υμίν είναι πρώτος, έσται υμών δούλος 28 ώσπερ ο υιός τού ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι καί δούναι τήν ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Κ/ 17 – 28
17 Καί όταν ανέβαινεν ο Ιησούς εις τά Ιεροσόλυμα, επήρε μαζί του ιδιαιτέρως τούς δώδεκα μαθητάς εις τόν δρόμον καί τούς είπεν 18 Ιδού αναβαίνομεν εις τά Ιεροσόλυμα καί ο υιός τού ανθρώπου θά παραδοθή εις τούς αρχιερείς καί εις τούς γραμματείς καί θά τόν καταδικάσουν εις θάνατον, 19 καί θά τόν παραδώσουν εις τούς εθνικούς στρατιώτας τής Ρώμης, διά νά τόν περιπαίξουν καί νά τόν μαστιγώσουν καί νά τόν σταυρώσουν, καί έπειτα κατά τήν τρίτην από τού θανάτου του ημέραν θά αναστηθή.
20 Τότε τόν επλησίασεν η μητέρα τών υιών Ζεβεδαίου μέ τά παιδιά της, η οποία τόν επροσκύνησε καί έδειξεν, ότι εσκόπευε νά τού ζητήση κάτι. 21 Αυτός δέ τής είπε Τί θέλεις; Λέγει εις αυτόν· Δώσε διαταγήν, όταν θά αναλάβης τήν βασιλείαν σου, νά καθήσουν τά δύο αυτά παιδιά μου τό ένα εις τά δεξιά σου καί τό άλλο εις τά αριστερά σου. 22 Αλλ ο Ιησούς απεκρίθη καί είπε Δέν ξεύρετε, τί ζητάτε.Μπορείτε νά πίετε τό ποτήριον τού θανάτου, πού πρόκειται εγώ μετ ολίγον νά πίω, ή νά βαπτισθήτε τό βάπτισμα τού μαρτυρίου, πού μετ ολίγον θά υποστώ; Λέγουν εις αυτόν· Δυνάμεθα.
23 Καί λέγει εις αυτούς ο Ιησούς Τό μέν ποτήριον, πού θά πίω εγώ, θά τό πίετε καί σείς, καί τό βάπτισμα, πού πρόκειται μετ ολίγον μέσα εις τήν θάλασσαν τών παθημάτων μου νά βαπτισθώ, θά τό βαπτισθήτε.Διότι καί σείς θά υποστήτε διωγμούς καί μαρτύριον διά τό ευαγγέλιον.Τό νά καθήσετε όμως εις τά δεξιά μου καί εις τά αριστερά μου, δέν είναι ιδικόν μου δικαίωμα νά τό δώσω εις όποιον μού τό ζητήση, αλλά θά δοθή τούτο εις εκείνους διά τούς οποίους έχει ετοιμασθή από τόν δικαιοκρίτην Πατέρα μου, πού θά δώση τάς αμοιβάς καί τάς διακρίσεις εις τόν καθένα σύμφωνα μέ τά έργα του καί τήν αρετήν του. 24 Καί όταν ήκουσαν αυτά οι δέκα, ηγανάκτησαν διά τήν συμπεριφοράν αυτήν τών δύο αδελφών, οι οποίοι εζήτουν νά τούς παραγκωνίσουν καί νά τιμηθούν περισσότερον από αυτούς.
25 Ο δέ Ιησούς, αφού τούς προσεκάλεσε νά πλησιάσουν, είπε Γνωρίζετε ότι οι άρχοντες, πού ηγεμονεύουν εις τά έθνη, συμπεριφέρονται πρός τούς λαούς των ως κύριοί των, σάν νά τούς ορίζουν καί σάν νά είναι οι λαοί κτήματά τους καί εκείνοι πού έχουν μεγάλο αξίωμα, όπως είναι οι ανθύπατοι, τούς μεταχειρίζονται μέ μεγάλην εξουσίαν, σάν νά είναι δούλοι τους. 26 Μεταξύ σας όμως δέν πρέπει νά γίνεται έτσι.Αλλ οποιοσδήποτε θέλει νά γίνη μέγας μεταξύ σας, άς είναι υπηρέτης σας καί άς σπουδάζη νά γίνεται ευεργετικός καί εξυπηρετικός εις τούς άλλους.
27 Καί οποιοσδήποτε θέλει νά είναι πρώτος μεταξύ σας, οφείλει νά ασκή μέ πάσαν ταπεινοφροσύνην τήν αγάπην καί νά γίνη δούλος όλων σας. 28 Νά γίνη δέ διάκονος καί δούλος, καθώς καί ο υιός τού ανθρώπου δέν ήλθε διά νά υπηρετηθή, αλλά διά νά υπηρετήση καί δώση τήν ζωήν του λύτρον διά νά εξαγορασθούν καί ελευθερωθούν από τήν αμαρτίαν καί τόν θάνατον πολλοί.