Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ι´ 24 – 32 – 24 οι δε μαθηταί εθαμβούντο επί τοις λόγοις αυτού. ο δε Ιησούς πάλιν αποκριθείς λέγει αυτοίς· Τέκνα, πως δύσκολόν εστι τους πεποιθότας επί χρήμασιν εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν·
25 ευκοπώτερόν εστι κάμηλον διά τρυμαλιάς ῥαφίδος εισελθείν η πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν.
26 οι δε περισσώς εξεπλήσσοντο λέγοντες προς εαυτούς· Και τίς δύναται σωθήναι; 27 εμβλέψας αυτοίς ο Ιησούς λέγει· Παρά ανθρώποις αδύνατον, αλλ’ ου παρά Θεώ· πάντα γάρ δυνατά εστι παρά τώ Θεώ.
28 Ήρξατο ο Πέτρος λέγειν αυτώ· Ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήκαμέν σοι. 29 αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν· Αμήν λέγω υμίν, ουδείς εστιν ός αφήκεν οικίαν η αδελφούς η αδελφάς η πατέρα η μητέρα η γυναίκα η τέκνα η αγρούς ένεκεν εμού και ένεκεν του ευαγγελίου,
30 εάν μη λάβη εκατονταπλασίονα νύν εν τώ καιρώ τούτω οικίας και αδελφούς και αδελφάς και πατέρα και μητέρα και τέκνα και αγρούς μετά διωγμών, και εν τώ αιώνι τώ ερχομένω ζωήν αιώνιον. 31 πολλοί δε έσονται πρώτοι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι.
32 Ήσαν δε εν τη οδώ αναβαίνοντες εις Ιεροσόλυμα· και ην προάγων αυτούς ο Ιησούς, και εθαμβούντο, και ακολουθούντες εφοβούντο. και παραλαβών πάλιν τους δώδεκα ήρξατο αυτοίς λέγειν τα μέλλοντα αυτώ συμβαίνειν,
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ι´ 24 – 32
24 Οι δε μαθηταί έμεναν κατάπληκτοι διά τους λόγους αυτούς. Αλλ’ ο Ιησούς έλαβε πάλιν τον λόγον και τους είπε· Παιδιά μου, πόσον δύσκολον είναι να έμβη εις την βασιλείαν του Θεού εκείνος, που έχει στηρίξει την πεποίθησίν του εις τα χρήματα και από αυτά μόνα εξαρτά την συντήρησίν του και την ευδαιμονίαν του.
25 Είναι ευκολώτερον μία γκαμήλα να περάση από την μικράν τρύπαν, που ανοίγει η βελόνα, παρά ένας πλούσιος να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού.
26 Αυτοί δε υπερβολικά ηπόρουν και εθαύμαζαν και έλεγαν μεταξύ τους· Και ποίος ημπορεί να σωθή, αφού είναι μέχρι του αδυνάτου δύσκολον να σωθούν οι πλούσιοι;
27 Αφού δε τους εκύτταξεν εκφραστικά ο Ιησούς είπεν· Εις τους ανθρώπους τούτο είναι αδύνατον, αλλ’ όχι και εις τον Θεόν· διότι εις τον Θεόν είναι όλα δυνατά και αφού διά της χάριτός του ενισχύει τους καλοδιαθέτους πλουσίους, καθιστά λοιπόν και εις αυτούς δυνατήν την σωτηρίαν.
28 Και ο Πέτρος εξ αφορμής της προτροπής του Ιησού προς τον πλούσιον ήρχισε να του λέγη· Ιδού, ημείς έχομεν αφήσει όλα και σε ηκολουθήσαμεν. 29 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπεν· Αληθώς σας λέγω, ότι δεν υπάρχει κανείς, που αφήκε σπίτι η αδελφούς η αδελφάς η πατέρα η μητέρα η γυναίκα η τέκνα η αγρούς, επειδή του εγίνοντο εμπόδιον και πολέμιοι εις την πίστιν προς εμέ και εις την υπακοήν εις το ευαγγέλιόν μου,
30 που να μη λάβη εκατονταπλάσια, τώρα εις τον καιρόν τούτον της παρούσης ζωής. Θα λάβη αυτός και οικίας και αδελφούς πνευματικούς και αδελφάς εν Χριστώ και πατέρα και μητέρα και τέκνα πνευματικά και αγρούς, όλα δε αυτά εν μέσω διωγμών, τους οποίους θα υφίσταται δι’ εμέ και διά τους οποίους οι ευσεβείς θα τον συμπαθούν και θα τον τιμούν περισσότερον. Εις τον αιώνα δε που μέλλει να έλθη, θα λάβη ασφαλώς ούτος και ζωήν αιώνιον.
31 Πολλοί δέ, που είναι εις τον κόσμον αυτόν πρώτοι, θα είναι εκεί τελευταίοι, και οι τελευταίοι και άσημοι, που καταδιώκονται και ατιμάζονται δι’ εμέ θα είναι πρώτοι.
32 Επροχώρουν δε και ανέβαιναν εις τον δρόμον προς Ιεροσόλυμα. Και επροπορεύετο από αυτούς ο Ιησούς κα θάμβωναν από θαυμασμόν οι μαθηταί, που τον έβλεπαν τόσον άφοβα και με τόσον θαρραλέαν απόφασιν να προχωρή προς την πόλιν, όπου επρόκειτο να πάθη τόσα. Και ενώ από σεβασμόν τον ηκολούθουν, εφοβούντο διά τα όσα θα τους εύρισκον εις Ιεροσόλυμα. Και αφού επήρεν ιδιαιτέρως τους δώδεκα, ήρχισε να τους λέγη εκείνα, που έμελλον να του συμβαίνουν.