Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Β/ 12 – 22 – 12 Μετά τούτο κατέβη εις Καπερναούμ αυτός καί η μήτηρ αυτού καί οι αδελφοί αυτού καί οι μαθηταί αυτού, καί εκεί έμεινεν ου πολλάς ημέρας. 13 Καί εγγύς ήν τό πάσχα τών Ιουδαίων, καί ανέβη εις Ιεροσόλυμα ο Ιησούς.
14 καί εύρεν εν τώ ιερώ τούς πωλούντας βόας καί πρόβατα καί περιστεράς καί τούς κερματιστάς καθημένους, 15 καί ποιήσας φραγέλλιον εκ σχοινίων πάντας εξέβαλεν εκ τού ιερού, τά τε πρόβατα καί τούς βόας, καί τών κολλυβιστών εξέχεεν τό κέρμα καί τάς τραπέζας ανέτρεψε, 16 καί τοίς τάς περιστεράς πωλούσιν είπεν Άρατε ταύτα εντεύθεν μή ποιείτε τόν οίκον τού πατρός μου οίκον εμπορίου. 17 Εμνήσθησαν δέ οι μαθηταί αυτού ότι γεγραμμένον εστίν, Ο ζήλος τού οίκου σου καταφάγεταί με.
18 απεκρίθησαν ούν οι Ιουδαίοι καί είπον αυτώ Τί σημείον δεικνύεις ημίν, ότι ταύτα ποιείς; 19 απεκρίθη Ιησούς καί είπεν αυτοίς Λύσατε τόν ναόν τούτον, καί εν τρισίν ημέραις εγερώ αυτόν.
20 είπον ούν οι Ιουδαίοι Τεσσαράκοντα καί έξ έτεσιν ωκοδομήθη ο ναός ούτος, καί σύ εν τρισίν ημέραις εγερείς αυτόν; 21 εκείνος δέ έλεγε περί τού ναού τού σώματος αυτού. 22 ότε ούν ηγέρθη εκ νεκρών, εμνήσθησαν οι μαθηταί αυτού ότι τούτο έλεγε, καί επίστευσαν τή γραφή καί τώ λόγω όν είπεν ο Ιησούς.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Β/ 12 – 22
12 Ύστερα από τό θαύμα τούτο κατέβη εις τήν Καπερναούμ αυτός καί η μητέρα του καί αυτοί, πού ενομίζοντο από τόν πολύν κόσμον αδελφοί του, καί οι μαθηταί του καί έμειναν εκεί όχι πολλάς ημέρας. 13 Καί επλησίαζε τό Πάσχα τών Ιουδαίων, καί ανέβη ο Ιησούς εις τά Ιεροσόλυμα. 14 Καί εύρε μέσα εις τόν ιερόν περίβολον τού ναού ανθρώπους, πού επωλούσαν βώδια καί πρόβατα καί περιστέρια δι εκείνους, πού θά προσέφεραν μέ αυτά θυσίας. Εύρεν ακόμη καί τούς αργυραμοιβούς, πού αντήλλασσαν τά ξένα νομίσματα τών προσκυνητών μέ Ιουδαϊκά, νά κάθηνται κοντά εις τά τραπέζια τους.
15 Καί αφού ετοίμασε μαστίγιον από σχοινία, έβγαλεν έξω όλους από τόν περίβολον, μαζί δέ μέ αυτούς καί τά πρόβατα καί τά βώδια, καί τών αργυραμοιβών εσκόρπισε κάτω τά νομίσματα καί αναποδογύρισε τά τραπέζια. 16 Καί εις εκείνους πού επωλούσαν τά περιστέρια είπε Σηκώσατε τά απ εδώ. Μή μεταβάλλετε τό σπίτι τού πατέρα μου εις εμπορικόν κατάστημα. 17 Ενεθυμήθησαν δέ οι μαθηταί του, ότι είχε γραφή εις τούς Ψαλμούς Ο ζήλος, Πάτερ μου, τόν οποίον έχω διά τήν δόξαν τού οίκου σου, σάν άλλη φωτιά θά καταφλέξη καί θά καταφάγη ολόκληρον τό εσωτερικόν μου.
18 Ύστερον λοιπόν από αυτά, πού έκαμεν εις τό ιερόν, έλαβαν τόν λόγον οι Ιουδαίοι καί τού είπαν Ποίον σημείον έχεις νά δείξης, πού νά μαρτυρή καί νά επιβεβαιώνη, ότι έχεις πράγματι εξουσίαν νά πράττης αυτά; 19 Απεκρίθη δέ ο Ιησούς καί τούς είπε Κρημνίσατε τόν ναόν αυτόν καί εις τρείς ημέρας θά τόν ανεγείρω μέ μόνην τήν δύναμίν μου, διότι θά αναστηθώ εκ τού τάφου ζωντανός ναός τού Θεού καί αθάνατος κεφαλή τής Εκκλησίας μου, η οποία θά αντικαταστήση διά παντός τόν ναόν σας, πού θά καταστροφή 20 Είπον λοιπόν οι Ιουδαίοι Εχρειάσθησαν σαρανταέξ χρόνια διά νά κτισθή ο ναός αυτός, καί σύ θά τόν κτίσης μέσα εις τρείς ημέρας;
21 Εκείνος όμως έλεγε διά τόν ασυγκρίτως λαμπρότερον καί αγιώτερον ναόν τού σώματός του, βεβαιώνων προφητικώς, ότι μετά τόν σταυρικόν θάνατόν του θά ανέσταινε τόν ναόν τούτον ζωντανόν εκ τού τάφου. 22 Όταν λοιπόν ανεστήθη εκ νεκρών, ενεθυμήθησαν οι μαθηταί του, ότι εις τήν περίστασιν αυτήν έλεγε περί τής εκ νεκρών αναστάσεως του, καί ενισχύθη η πίστις των τόσον εις τήν Αγίαν Γραφήν, όπου είχε προφητευθή η ανάστασις αυτή, όσον καί εις τόν λόγον τόν οποίον είπεν ο Ιησούς.