Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ε/ 30 – 47 – 30 ου δύναμαι εγώ ποιείν απ εμαυτού ουδέν. καθώς ακούω κρίνω, καί η κρίσις η εμή δικαία εστίν ότι ου ζητώ τό θέλημα τό εμόν, αλλά τό θέλημα τού πέμψαντός με πατρός.
31 Εάν εγώ μαρτυρώ περί εμαυτού, η μαρτυρία μου ουκ έστιν αληθής. 32 άλλος εστίν ο μαρτυρών περί εμού, καί οίδα ότι αληθής εστιν η μαρτυρία ήν μαρτυρεί περί εμού. 33 υμείς απεστάλκατε πρός Ιωάννην, καί μεμαρτύρηκε τή αληθεία
34 εγώ δέ ου παρά ανθρώπου τήν μαρτυρίαν λαμβάνω, αλλά ταύτα λέγω ίνα υμείς σωθήτε. 35 εκείνος ήν ο λύχνος ο καιόμενος καί φαίνων, υμείς δέ ηθελήσατε αγαλλιαθήναι πρός ώραν εν τώ φωτί αυτού. 36 εγώ δέ έχω τήν μαρτυρίαν μείζω τού Ιωάννου τά γάρ έργα ά έδωκέ μοι ο πατήρ ίνα τελειώσω αυτά, αυτά τά έργα ά εγώ ποιώ, μαρτυρεί περί εμού ότι ο πατήρ με απέσταλκε.
37 καί ο πέμψας με πατήρ, αυτός μεμαρτύρηκε περί εμού. ούτε φωνήν αυτού ακηκόατε πώποτε ούτε είδος αυτού εωράκατε, 38 καί τόν λόγον αυτού ουκ έχετε μένοντα εν υμίν, ότι όν απέστειλεν εκείνος, τούτω υμείς ου πιστεύετε. 39 ερευνάτε τάς γραφάς, ότι υμείς δοκείτε εν αυταίς ζωήν αιώνιον έχειν καί εκείναί εισιν αι μαρτυρούσαι περί εμού
40 καί ου θέλετε ελθείν πρός με ίνα ζωήν έχητε. 41 δόξαν παρά ανθρώπων ου λαμβάνω 42 αλλ έγνωκα υμάς ότι τήν αγάπην τού Θεού ουκ έχετε εν εαυτοίς. 43 εγώ ελήλυθα εν τώ ονόματι τού πατρός μου, καί ου λαμβάνετέ με εάν άλλος έλθη εν τώ ονόματι τώ ιδίω, εκείνον λήψεσθε. 44 πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες, καί τήν δόξαν τήν παρά τού μόνου Θεού ου ζητείτε;
45 μή δοκείτε ότι εγώ κατηγορήσω υμών πρός τόν πατέρα έστιν ο κατηγορών υμών Μωϋσής, εις όν υμείς ηλπίκατε. 46 ει γάρ επιστεύετε Μωϋσεί, επιστεύετε άν εμοί περί γάρ εμού εκείνος έγραψεν. 47 ει δέ τοίς εκείνου γράμμασιν ου πιστεύετε, πώς τοίς εμοίς ρήμασι πιστεύσετε;
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ / 1 – 2
1 Μετά ταύτα απήλθεν ο Ιησούς πέραν τής θαλάσσης τής Γαλιλαίας τής Τιβεριάδος 2 καί ηκολούθει αυτώ όχλος πολύς, ότι εώρων αυτού τά σημεία ά εποίει επί τών ασθενούντων.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ε/ 30 – 47
30 Θά δικασθούν δέ από εμέ μέ πάσαν δικαιοσύνην. Διότι εγώ καί τώρα καί πάντοτε δέν δύναμαι νά πράττω τίποτε από τόν εαυτόν μου, τό οποίον νά μή θέλη καί ο Πατήρ μου. Καθώς ακούω από τόν Πατέρα, κρίνω σύμφωνα πρός ό,τι ο Πατήρ πρός εμέ τόν ενανθρωπήσαντα Υιόν του λέγει καί η κρίσις μου λοιπόν είναι δικαία διότι δέν ζητώ νά στήσω τό θέλημά μου, αλλά τό θέλημα τού Πατρός μου, ο οποίος μέ έστειλεν εις τόν κόσμον καί ο οποίος είναι εις όλα δίκαιος.
31 Ίσως θά μού είπητε, ότι δέν πιστεύομεν εις αυτά, πού λέγεις διά τόν εαυτόν σου, διότι στηρίζονται εις ιδικήν σου εγωϊστικήν μαρτυρίαν. Πράγματι εάν εγώ μόνος δίδω μαρτυρίαν διά τόν εαυτόν μου, η μαρτυρία μου δέν είναι αξιόπιστος. 32 Άλλος όμως δίδει μαρτυρίαν δι εμέ, ο επουράνιος Πατήρ, καί λόγω τής ιδιαιτέρας σχέσεώς μου πρός αυτόν πληροφορείται αλανθάστως η συνείδησίς μου καί γνωρίζω καλώς, ότι είναι αληθής η μαρτυρία, τήν οποίαν μαρτυρεί δι εμέ.
33 Επειδή όμως σείς δέν ακούετε τήν φωνήν αυτήν τού Πατρός μου, καί επιμένετε νά ζητήτε εξωτερικάς μαρτυρίας, σάς υπενθυμίζω, ότι σείς έχετε στείλει απεσταλμένους πρός τόν Ιωάννην καί εκείνος έχει δώσει πρό πολλού μαρτυρίαν διά τήν αλήθειαν. 34 Εγώ όμως, ο οποίος έχω τήν πληροφορίαν, τήν οποίαν ο Πατήρ παρέχει αμέσως εις τό εσωτερικόν τής συνειδήσεώς μου, δέν βασίζομαι εις τήν μαρτυρίαν, η οποία δίδεται από άνθρωπον, έστω καί εάν ο άνθρωπος αυτός είναι ο Ιωάννης. Αλλά λέγω ταύτα διά τήν μαρτυρίαν τού Ιωάννου, διά νά πεισθήτε τουλάχιστον από τήν μαρτυρίαν ανθρώπου, τόν οποίον θεωρείτε καί σείς αξιόπιστον, καί σωθήτε.
35 Εκείνος δέν ήτο, όπως εγώ, ο ήλιος τής δικαιοσύνης, αλλ’ ήτο ο λύχνος, πού δέν είχεν από τόν εαυτόν του φώς, αλλ ήναψεν αυτόν τό Άγιον Πνεύμα καί δι αυτό εφώτιζε, σείς δέ ηθελήσατε νά χαρήτε μέ τό φώς τής διδασκαλίας του, αλλά δυστυχώς δι ολίγον μόνον καιρόν. 36 Εγώ όμως έχω νά σάς προβάλω αλάνθαστον μαρτυρίαν, η οποία είναι μεγαλυτέρα από τήν μαρτυρίαν τού Ιωάννου διότι η όλη θαυμαστή δράσις μου ως Μεσσίου μέ τά θαύματα καί καταπληκτικά έργα, πού μού ανέθεσεν ο Πατήρ διά νά φέρω εις πέρας μέ τήν δύναμίν του, αυτά τά έργα, τά οποία μόνος εγώ επιτελώ, μαρτυρούν δι εμέ, ότι ο Πατήρ μέ έχει αποστείλει εις τόν κόσμον.
37 Καί ο Πατήρ, πού μέ απέστειλεν εις τόν κόσμον, αυτός έχει δώσει πρό πολλού εις τάς Αγίας Γραφάς μαρτυρίαν δι εμέ. Ούτε τήν φωνήν του έχετε ακούσει ποτέ έως τώρα, ούτε τήν μορφήν του έχετε ίδει, διότι ο Θεός είναι αόρατος καί δέν τόν αντιλαμβάνεται κανείς μέ τάς σωματικάς αισθήσεις. Συνεπώς καί τήν μαρτυρίαν του δι εμέ θά έπρεπε νά τήν ζητήσετε εις τάς Γραφάς.
38 Αλλά σείς καί τόν λόγον τού Θεού, πού περιέχεται εις τάς Αγίας Γραφάς, δέν τόν έχετε εγκολπωθή, ώστε νά κατοική μέσα σας καί απόδειξις τούτου είναι τό ότι εις αυτόν, τόν οποίον εκείνος (ο Πατήρ) απέστειλεν εις τόν κόσμον, εις τούτον σείς δέν πιστεύετε. 39 Εξετάζετε μέ προσκόλλησιν εις τό εξωτερικόν γράμμα τάς Αγίας Γραφάς, διότι νομίζετε, ότι μέ μόνην τήν ανάγνωσιν καί τήν εξέτασιν ταύτην θά έχετε ζωήν αιώνιον. Καί εκείναι είναι, πού μαρτυρούν δι εμέ. 40 Καί όμως παρά τήν περί εμού μαρτυρίαν τών Γραφών δέν θέλετε νά έλθετε πρός εμέ διά νά έχητε ζωήν αιώνιον.
41 Μή νομίσετε, ότι από ματαιοδοξίαν ζητώ νά έλθετε πρός εμέ ως μαθηταί μου. Όχι. Δέν επιδιώκω νά λάβω δόξαν από ανθρώπους. 42 Αλλά από τήν συναναστροφήν μου μέ σάς καί από τήν προσωπικήν μου πείραν σάς έχω μάθει πολύ καλά καί είμαι βέβαιος, ότι δέν έχετε μέσα σας τήν αγάπην πρός τόν Θεόν. 43 Αποδεικνύεται δέ τούτο από τό ότι εγώ ήλθον εξ ονόματος τού Πατρός μου, ως αντιπρόσωπός του, πού φανερώνει τό όνομά του καί τό θέλημά του, καί όμως δέν μέ δέχεσθε καί δέν πιστεύετε εις τήν θείαν αποστολήν μου. Εάν έλθη άλλος, ψευδής Μεσσίας, πού θά επιδιώκη τό ιδικόν του συμφέρον καί τήν δόξαν τού ιδικού του ονόματος, εκείνον θά τόν υποδεχθήτε.
44 Αλλά πώς είναι δυνατόν νά πιστεύσετε, σείς, οι οποίοι επιδιώκετε νά λαμβάνετε δόξαν ο ένας από τόν άλλον καί δέν ζητείτε τήν δόξαν, η οποία πηγάζει από τόν ένα καί μόνον Θεόν; 45 Μή φαντάζεσθε, ότι εγώ θά σάς κατηγορήσω εις τόν Πατέρα. Υπάρχει άλλος, πού σάς κατηγορεί, ο Μωϋσής, εις τόν οποίον σείς έχετε στηρίξει τάς ελπίδας σας.
46 Καί είναι κατήγορός σας ο Μωϋσής, διότι ούτε εις εκείνου τούς λόγους πιστεύετε. Διότι εάν επιστεύατε εις τόν Μωϋσήν, θά επιστεύατε καί εις εμέ. Διότι περί εμού εκείνος έγραψε προφητικώς καί εις πολλά μέρη τών συγγραμμάτων του, είτε μέ τύπους καί εικόνας, είτε μέ σαφείς προρρήσεις προλέγεται ο έρχομός μου. 47 Εάν δέ δέν πιστεύετε εις όσα έχει γράψει εκείνος, πού τόσον πολύ τόν υπολήπτεσθε, πώς θά πιστεύσετε εις τούς λόγους τούς ιδικούς μου, τόν οποίον διά πρώτην φοράν βλέπετε καί ακούετε;
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ / 1 – 2
1 Μετά ταύτα ανεχώρησεν ο Ιησούς εις τό απέναντι μέρος τής λίμνης τής Γαλιλαίας, η οποία ονομάζεται καί Τιβεριάς. 2 Καί τόν ηκολούθει πολύς λαός, διότι έβλεπε τά θαύματά του, πού έκανεν επί τών αρρώστων.