Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ζ/ 37 – 52 – 37 Εν δέ τή εσχάτη ημέρα τή μεγάλη τής εορτής ειστήκει ο Ιησούς καί έκραξε λέγων Εάν τις διψά, ερχέσθω πρός με καί πινέτω.
38 ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ τής κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος. 39 τούτο δέ είπε περί τού Πνεύματος ού έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύσαντες εις αυτόν ούπω γάρ ήν Πνεύμα Άγιον, ότι Ιησούς ουδέπω εδοξάσθη.
40 πολλοί ούν εκ τού όχλου ακούσαντες τόν λόγον έλεγον Ούτός εστιν αληθώς ο προφήτης 41 άλλοι έλεγον Ούτός εστιν ο Χριστός οι δέ έλεγον Μή γάρ εκ τής Γαλιλαίας ο Χριστός έρχεται; 42 ουχί η γραφή είπεν ότι εκ τού σπέρματος Δαυίδ καί από Βηθλέεμ τής κώμης, όπου ήν Δαυίδ, ο Χριστός έρχεται; 43 σχίσμα ούν εν τώ όχλω εγένετο δι αυτόν.
44 τινές δέ ήθελον εξ αυτών πιάσαι αυτόν, αλλ ουδείς επέβαλεν επ αυτόν τάς χείρας. 45 Ήλθον ούν οι υπηρέται πρός τούς αρχιερείς καί Φαρισαίους, καί είπον αυτοίς εκείνοι Διατί ουκ ηγάγετε αυτόν; 46 απεκρίθησαν οι υπηρέται Ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος, ως ούτος ο άνθρωπος. 47 απεκρίθησαν ούν αυτοίς οι Φαρισαίοι Μή καί υμείς πεπλάνησθε;
48 μή τις εκ τών αρχόντων επίστευσεν εις αυτόν ή εκ τών Φαρισαίων; 49 αλλ ο όχλος ούτος ο μή γινώσκων τόν νόμον επικατάρατοί εισι! 50 λέγει Νικόδημος πρός αυτούς, ο ελθών νυκτός πρός αυτόν, είς ών εξ αυτών 51 Μή ο νόμος ημών κρίνει τόν άνθρωπον, εάν μή ακούση παρ αυτού πρότερον καί γνώ τί ποιεί; 52 απεκρίθησαν καί είπον αυτώ Μή καί σύ εκ τής Γαλιλαίας εί; ερεύνησον καί ίδε ότι προφήτης εκ τής Γαλιλαίας ουκ εγήγερται.
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Η/ 12 – 12
12 Πάλιν ούν αυτοίς ο Ιησούς ελάλησε λέγων Εγώ ειμι τό φώς τού κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μή περιπατήση εν τή σκοτία, αλλ έξει τό φώς τής ζωής.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ζ/ 37 – 52
37 Κατά τήν τελευταίαν δέ καί επισημοτέραν από όλας τάς άλλας ημέρας τής εορτής έστεκεν όρθιος ο Ιησούς καί μέ ζωηράν φωνήν είπεν Εάν κανείς αισθάνεται πόθον καί δίψαν όχι δι αγαθά υλικά καί φθαρτά, αλλά διά τήν εσωτερικήν γαλήνην καί τήν μακαριότητα τής θείας ζωής, άς έρχεται πρός εμέ διά τής πίστεως καί άς πίνη ελεύθερα. Πλησίον μου θά ικανοποιηθούν όλοι οι ευγενείς του πόθοι καί θά εύρη ανάπαυσιν η ψυχή του. 38 Από τήν καρδίαν καί τά βάθη τής ψυχής εκείνου, πού πιστεύει εις εμέ, σύμφωνα μέ τούς λόγους τής Γραφής, θά τρέξουν ποταμοί ύδατος, πού θά είναι πάντα τρεχούμενο, διά νά ποτίζεται όχι μόνον ο ίδιος, αλλά καί οι άλλοι, πού έρχονται εις σχέσιν μέ αυτόν.
39 Τούς λόγους δέ αυτούς είπεν ο Κύριος διά τό Πνεύμα, τό οποίον έμελλον μετά τήν ανάληψίν του εις τούς ουρανούς νά λαμβάνουν εκείνοι πού θά επίστευον εις αυτόν. Διότι είχον μέν δοθή προτήτερα χαρίσματα προφητικά καί θαυματουργικά εις άνδρας δικαίους καί προφήτας, αλλ η χάρις τού Αγίου Πνεύματος, πού αναγεννά τούς ανθρώπους, καί μεταδίδει εις αυτούς τήν θείαν καί μακαρίαν ζωήν, δέν είχε δοθή εις κανένα. Καί δέν είχε δοθή η χάρις αυτή τού Πνεύματος, διότι ο Ιησούς δέν είχεν ακόμη δοξασθή διά τού παθήματος καί τής αναλήψεώς του. 40 Πολλοί λοιπόν από τόν λαόν, οι οποίοι ήκουσαν τούς λόγους αυτούς, πού εκήρυξεν ο Κύριος κατά τήν διαρκειαν τής εορτής, έλεγον· Πράγματι αυτός είναι ο προφήτης, πού μάς προανήγγειλεν ο Μωϋσής.
41 Άλλοι έλεγον Αυτός είναι ο Χριστός. Άλλοι έλεγον Δέν είναι δυνατόν νά είναι ο Χριστός διότι μήπως έρχεται ο Χριστός από τήν Γαλιλαίαν; 42 Δέν είπεν η Γραφή, ότι ο Χριστός έρχεται από τό γένος τού Δαβίδ καί από τό χωρίον Βηθλεέμ, όπου εγεννήθη καί εμεγαλωσεν ο Δαβίδ; 43 Προεκλήθη λοιπόν διαίρεσις καί διαφωνία μεταξύ τού λαού δι αυτόν. 44 Μερικοί δέ από αυτούς ήθελον νά τόν συλλάβουν, αλλά κανείς δέν ετόλμησε νά βάλη επάνω του τάς χείρας, καθ όσον αόρατος δύναμις συνεκράτει καί παρημπόδιζεν αυτούς.
45 Επειδή λοιπόν κανείς δέν ηδύνατο νά τόν συλλάβη, ήλθαν εις τούς αρχιερείς καί εις τούς Φαρισαίους οι υπηρέται, χωρίς νά κάμουν τίποτε. Καί είπον εις αυτούς εκείνοι Διατί δέν τόν εφέρατε, αφού καί δημοσία ενεφανίσθη καί πολλοί από τό πλήθος μέ δυσμένειαν τόν ήκουαν καί ήσαν έτοιμοι νά σάς βοηθήσουν διά νά μή σάς διαφύγη;
46 Απεκρίθησαν οι υπηρέται Ποτέ άλλοτε δέν εδίδαξεν άλλος άνθρωπος μέ τόσην σοφίαν καί δύναμιν καί χάριν, μέ όσην διδάσκει ο άνθρωπος αυτός. 47 Ύστερα λοιπόν από τήν ανέλπιστον αυτήν απάντησιν τών υπηρετών απεκρίθησαν πρός αυτούς οι Φαρισαίοι Μήπως καί σείς, πού είσθε πάντοτε πλησίον μας καί ακούετε τήν διδασκαλίαν μας, έχετε πλανηθή από αυτόν, όπως τά αμαθή πλήθη τού λαού;
48 Μήπως επίστευσεν εις αυτόν κανείς από τούς άρχοντας, μόνους αρμοδίους νά κρίνουν επί θρησκευτικών ζητημάτων, ή από τούς Φαρισαίους, οι οποίοι είναι άγρυπνοι φύλακες τών παραδόσεων καί τής ορθής πίστεως; 49 Κανείς από αυτούς δέν επίστευσεν, αλλά μόνον ο όχλος αυτός, πού δέν ηξεύρει τόν νόμον καί δι αυτό είναι καταραμένοι.
50 Λέγει πρός αυτούς ο Νικόδημος, εκείνος πού ήλθεν εις τόν Ιησούν εν καιρώ νυκτός καί ο οποίος ήτο ένας από αυτούς, διότι ήτο καί αυτός μέλος τού συνεδρίου. 51 Μήπως ο νόμος μας καταδικάζει τόν άνθρωπον, εάν δέν τόν ακούση προτήτερα ο δικαστής, πού εκπροσωπεί τόν νόμον καί μάθη από τήν απολογίαν του τί αξιοκατάκριτον καί αξιόποινον έκαμε; 52 Απεκρίθησαν εκείνοι καί τού είπαν Μήπως καί σύ είσαι από τήν Γαλιλαίαν; Εξέτασε καί εύκολα θά ίδης καί θά πεισθής από τά πράγματα ότι προφήτης από τήν Γαλιλαίαν δέν έχει βγή έως τώρα.
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Η/ 12 – 12
12 Πάλιν λοιπόν ωμίλησε πρός αυτούς ο Ιησούς καί τούς είπεν Εγώ είμαι τό φώς όχι μόνον τών Ιουδαίων, αλλ ολοκλήρου τού κόσμου. Εκείνος πού μέ ακολουθεί μέ πλήρη εμπιστοσύνην καί ελπίδα καί μέ πρόθυμον υπακοήν εις τούς λόγους μου, δέν θά περιπατήση ούτε θά ευρεθή ποτέ εις τό σκότος τής πλάνης καί τής αμαρτίας, αλλά θά έχη μέσα του τό ζωηφόρον καί πνευματικόν φώς, πού προέρχεται από τήν αληθινήν ζωήν, τόν Θεόν.