Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Θ´ 2 – 9 – 2 Και μεθ’ ημέρας εξ παραλαμβάνει ο Ιησούς τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και τον Ιωάννην και αναφέρει αυτούς εις όρος υψηλόν κατ’ ιδίαν μόνους· και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, …
3 και τα ιμάτια αυτού εγένετο στίλβοντα, λευκά λίαν ως χιών, οία γναφεύς επί της γης ου δύναται ούτω λευκάναι. 4 και ώφθη αυτοίς Ηλίας συν Μωϋσεί, και ήσαν συλλαλούντες τω Ιησού. και αποκριθείς ο Πέτρος λέγει τω Ιησού·
5 Ραββί, καλόν εστιν ημάς ώδε είναι· και ποιήσωμεν σκηνάς τρεις, σοι μίαν και Μωϋσεί μίαν και Ηλία μίαν. 6 ου γαρ ήδει τι λαλήση· ήσαν γαρ έκφοβοι.
7 και εγένετο νεφέλη επισκιάζουσα αυτοίς, και ήλθε φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα· Ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός· αυτού ακούετε. 8 και εξάπινα περιβλεψάμενοι ουκέτι ουδένα είδον, αλλά τον Ιησούν μόνον μεθ’ εαυτών.
9 καταβαινόντων δε αυτών από του όρους διεστείλατο αυτοίς ίνα μηδενί διηγήσωνται α είδον, ει μη όταν ο υιός του ανθρώπου εκ νεκρών αναστή.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Θ´ 2 – 9
2 Και ύστερα από εξ ημέρας παίρνει μαζί του ο Ιησούς τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και τον Ιωάννην και τους ανεβάζει εις όρος υψηλόν ιδιαιτέρως αυτούς μόνους· και μετεμορφώθη έμπροσθέν τους. 3 Και τα ενδύματά του έγιναν αστραπτερά, λευκά πολύ σαν το χιόνι, τέτοια, που τεχνίτης έμπειρος εις τις βαφές των υφασμάτων εδώ εις την γην δεν ημπορεί να τα λευκάνη έτσι.
4 Και ενεφανίσθησαν εις αυτούς οι δύο μεγάλοι αντιπρόσωποι του Νόμου και των Προφητών, ο Ηλίας μαζί με τον Μωϋσήν. Και συνωμίλουν επ’ αρκετόν με τον Ιησούν. Και αφού έλαβε τον λόγον ο Πέτρος, είπεν εις τον Ιησούν·
5 Διδάσκαλε, καλόν είναι να μένωμεν εδώ. Και ας κάμωμεν λοιπόν τρεις σκηνάς, μίαν διά σε και διά τον Μωϋσήν μίαν και διά τον Ηλίαν άλλην μίαν. 6 Και είπεν αυτά ο Πέτρος, χωρίς να σκεφθή, ότι ούτε ήτο δυνατόν οι δύο ουράνιοι επισκέπται να παραμείνουν μονίμως εις την γην, που δεν έγινεν ακόμη καινούργια, ούτε εχρειάζοντο σκηναί δι’ αυτούς, που κατοικίαν είχαν τον ουρανόν. Αλλ’ ο Πέτρος είπεν αυτά, διότι δεν ήξευρε τι να είπη, επειδή έπαθε σύγχυσιν λόγω του ότι αυτός και οι δύο συμμαθηταί του είχαν καταληφθή από φόβον, που παρέλυε την σκέψιν τους.
7 Και ήλθε σύννεφον, που τους εσκέπασε. Και εβγήκεν από το σύννεφον φωνή η οποία έλεγε· Αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός, εις αυτόν να υπακούετε. 8 Και έξαφνα όταν οι μαθηταί εκύτταξαν γύρω τους, δεν είδαν πλέον κανένα, αλλά τον Ιησούν μαζί τους μόνον, χωρίς τους άλλους δύο προφήτας.
9 Όταν δε αυτοί κατέβαινον από το όρος, τους παρήγγειλεν ο Ιησούς να μη διηγηθούν εις κανένα αυτά που είδαν, παρά μόνον τότε να τα είπουν, όταν ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, αναστηθη εκ νεκρών, οπότε δεν θα υπάρχη κίνδυνος ακαίρων ενθουσιασμών του πλήθους, αλλά και περισσότερον κατανοητόν και πιστευτόν το γεγονός αυτό θα καταστή.