Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 2 – 14 – 2 Ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω βασιλεί, όστις εποίησε γάμους τώ υιώ αυτού. 3 και απέστειλε τους δούλους αυτού καλέσαι τους κεκλημένους εις τους γάμους, και ουκ ήθελον ελθείν.
4 πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους λέγων· είπατε τοις κεκλημένοις· ιδού το άριστόν μου ητοίμασα, οι ταύροί μου και τα σιτιστά τεθυμένα, και πάντα έτοιμα· δεύτε εις τους γάμους. 5 οι δε αμελήσαντες απήλθον, ός μέν εις τον ίδιον αγρόν, ός δε εις την εμπορίαν αυτού· 6 οι δε λοιποί κρατήσαντες τους δούλους αυτού ύβρισαν και απέκτειναν.
7 ακούσας δε ο βασιλεύς εκείνος ωργίσθη, και πέμψας τα στρατεύματα αυτού απώλεσε τους φονείς εκείνους και την πόλιν αυτών ενέπρησε. 8 τότε λέγει τοις δούλοις αυτού· ο μέν γάμος έτοιμός εστιν, οι δε κεκλημένοι ουκ ήσαν άξιοι· 9 πορεύεσθε ούν επί τας διεξόδους των οδών, και όσους εάν εύρητε καλέσατε εις τους γάμους.
10 και εξελθόντες οι δούλοι εκείνοι εις τας οδούς συνήγαγον πάντας όσους εύρον, πονηρούς τε και αγαθούς· και επλήσθη ο γάμος ανακειμένων. 11 εισελθών δε ο βασιλεύς θεάσασθαι τους ανακειμένους είδεν εκεί άνθρωπον ουκ ενδεδυμένον ένδυμα γάμου·
12 και λέγει αυτώ· εταίρε, πως εισήλθες ώδε μη έχων ένδυμα γάμου; ο δε εφιμώθη. 13 τότε είπεν ο βασιλεύς τοις διακόνοις· δήσαντες αυτού πόδας και χείρας άρατε αυτόν και εκβάλετε εις το σκότος το εξώτερον· εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων. 14 πολλοί γάρ εισι κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 2 – 14
2 Η βασιλεία των ουρανών ομοιάζει προς άνθρωπον βασιλέα, που έκαμε χαρές γάμου διά τον υιόν του. 3 Και απέστειλε τους δούλους του διά να καλέση αυτούς, που είχαν προσκληθή εις τους γάμους, και εκείνοι δεν ήθελαν να έλθουν.
4 Πάλιν απέστειλε άλλους δούλους λέγων· είπατε εις τους καλεσμένους· ιδού ετοίμασα το μεσημεριανό μου τραπέζι· οι ταύροι μου και τα θρεφτάρια είναι σφαγμένα και όλα είναι έτοιμα.Έλθετε εις τους γάμους. 5 Αυτοί όμως αδιαφόρησαν και έφυγαν, άλλος μέν εις το χωράφι του, άλλος δε εις την εμπορικήν του επιχείρησιν. 6 Οι δε υπόλοιποι, αφού έπιασαν τους δούλους του, ύβρισαν και εφόνευσαν αυτούς.
7 Αλλ’ όταν ήκουσε ταύτα ο βασιλεύς εκείνος, εθύμωσε, και αφού έστειλε τα στρατεύματά του, εξωλόθρευσε τους φονείς εκείνους και κατέκαυσε την πόλιν τους.(Και την τιμωρίαν αυτήν έλαβον οι Ιουδαίοι και τα Ιεροσόλυμα, τους οποίους υπονοεί η παραβολή). 8 Τότε λέγει εις τους δούλους του· Το τραπέζι του γάμου είναι έτοιμον· οι προσκαλεσμένοι όμως δεν ήσαν άξιοι να λάβουν μέρος εις αυτό.
9 Πηγαίνετε λοιπόν εις τα σταυροδρόμια και τα τρίστρατα και όσους τύχη να εύρετε εκεί, καλέσατέ τους εις τους γάμους.
10 Και αφού εβγήκαν οι δούλοι εκείνοι εις τους δρόμους, εμάζευσαν όλους όσους ηύραν, κακούς και καλούς, και εγέμισεν η αίθουσα του γάμου από ανθρώπους, που εκάθησαν εις το τραπέζι.(Και αυτό επραγματοποιήθη με την Εκκλησίαν, εις την οποίαν εκλήθησαν και προσήλθον οι ειδωλολάτραι πιστεύσαντες).
11 Όταν δε εμβήκεν ο βασιλεύς διά να ίδη τους καθισμένους εις το τραπέζι, είδεν εκεί άνθρωπον, που δεν εφορούσεν ένδυμα γάμου.Δεν είχε δηλαδή μαζί με την πίστιν και τον καρπόν της πίστεως, τουτέστι τας αρετάς.
12 Και λέγει εις αυτόν· Φίλε, πως εμβήκες εδώ, χωρίς να έχης ένδυμα γάμου; Εύκολον ήτο να απευθυνθής εις την υπηρεσίαν μου και να σου προμηθεύση τοιούτον.Αυτός δε απεστομώθη.
13 Τότε είπεν ο βασιλεύς εις τους υπηρέτας· Αφού του δέσετε χέρια και πόδια, πάρτε τον και ρίψατέ τον έξω εις το σκότος το πιό βαθύ, που είναι μακρυά από την βασιλείαν του Θεού.Εκεί θα είναι ο κλαυθμός και το τρίξιμο των δοντιών.
14 Διότι πολλοί είναι οι καλεσμένοι εις την βασιλείαν του Θεού, ολίγοι όμως είναι εκλεκτοί, που έχουν τας αρετάς, και θα κληρονομήσουν την βασιλείαν αυτήν.