Για τα δραματικά γεγονότα στην Πρεμετή, το ενδιαφέρον δεν είναι συναισθηματικό, αλλά άμεσα εθνικό
Πριν από ο,τιδήποτε να ξεκαθαρίσουμε μία σύγχυση που ενδεχομένως επικρατεί στους με ερασιτεχνική νοοτροπία «αρμοδίους» του ελληνικού ΥΠΕΞ. Για τα δραματικά γεγονότα στην Πρεμετή, το ενδιαφέρον δεν είναι συναισθηματικό, αλλά άμεσα εθνικό. Οι Βορειοηπειρώτες δεν αποτελούν μειονότητα στην Αλβανία, αλλά «ελληνική κοινότητα», γι’ αυτό και δικαιούνται να φέρουν ελευθέρως την ελληνική σημαία.
Δεν αποτελούν ίδια περίπτωση με τους μουσουλμάνους της Θράκης, όπου πρόκειται για ελληνικής καταγωγής πολίτες μουσουλμανικού θρησκεύματος, αλλά πρόκειται για Έλληνες που κατοικούν στην Αλβανία. Αυτό καταγράφεται σαφέστατα στο Πρωτόκολλο της Κέρκυρας, το οποίο υπογράφηκε στις 17 Μαΐου 1914, επικυρώθηκε από τους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων στις 18 Ιουνίου και από την αλβανική κυβέρνηση στις 23 Ιουνίου. Τελεία και παύλα.-
Ως εκ τούτου, η ελληνική πολιτεία δεν έχει απλώς δικαίωμα, αλλά υποχρέωση να προστατεύσει τους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου (και φυσικά για ιστορικούς και εθνικούς λόγους, και όλους τους Έλληνες της υπολοίπου Αλβανίας).
Αυτή πρέπει να είναι η απάντηση στην παραπλανητική ανακοίνωση του απερχόμενου πρωθυπουργού της Αλβανίας κ. Σαλί Μπερίσα, ο οποίος «θεωρεί απαράδεκτη και παράλογη παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Αλβανίας τη χθεσινή δήλωση των ελληνικών αρχών», και προσθέτει ότι «η Αλβανία διαθέτει όλες τις δυνατότητες και τα νόμιμα μέσα για την εγγύηση του κράτους δικαίου, της ομαλής λειτουργίας των θεσμών της χώρας και του εξωτερικού καθώς και να δώσει απάντηση σε όλους τους παραβάτες του νόμου και στις κάθε είδους προκλήσεις».
Αλλά και απολύτως αυστηρή οφείλει να είναι και η απάντηση του ελληνικού ΥΠΕΞ στον εμπαιγμό (διότι περί αυτού πρόκειται) του αλβανικού ΥΠΕΞ. Η επιτετραμμένη της αλβανικής Πρεσβείας στην Αθήνα κ. Ερμίρα Μπράχο απάντησε στο διάβημα που τής επιδόθηκε από το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών για τον λιθοβολισμό του Προξενείου μας στο Αργυρόκαστρο, ότι: «στο Γενικό Προξενείο του Αργυροκάστρου βρέθηκε μια σχετικά μικρή πέτρα, η οποία -κατά τις προκαταρκτικές έρευνες- μπορεί να πετάχτηκε τυχαία από τους τροχούς κάποιου διερχόμενου οχήματος».
Αντί να απαιτηθεί η συγγνώμη των αλβανικών Αρχών, αφέθηκαν οι Αλβανοί είτε να μας κατηγορούν δια του κ. Μπερίσα, ότι επεμβαίνουμε στα εσωτερικά τους, είτε να μας ειρωνεύονται, ότι πετάχτηκε πέτρα από τροχούς αυτοκινήτου. Οποιαδήποτε αφρικανική χώρα θα είχε την ευαισθησία να αντιμετωπίσει αναλόγως τις προσβολές. Όχι η Ελλάδα του κ. Γεροντόπουλου.
Ως προς τα γεγονότα της Πρεμετής, είναι σαφής ένδειξη της νέας πολιτικής που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση του κ. Έντι Ράμα. Η Πρεμετή είναι προέρτιο. Ο νέος πρωθυπουργός της Αλβανίας, που θα αναλάβει καθήκοντα σε λίγες μέρες, έχει ταχθεί υπέρ του επανακαθορισμού των θαλασσίων αλλά και… χερσαίων συνόρων μας, έχει υποστηρίξει τις διεκδικητικές τάσεις των Αλβανοτσάμηδων και είναι εκφραστής ενός σοσιαλ-εθνικισμού, ανάλογου μ’ αυτόν του κ. Γκρούεφσκι, ώστε άλλα να σκέπτονται οι πολίτες αντί της κακής οικονομικής κατάστασης που συνεχώς χειροτερεύει (περιορίστηκαν και τα εμβάσματα των Αλβανών μεταναστών από Ιταλία και Ελλάδα, που κάλυπταν πολύ μεγάλο μέρος της μαύρης τρύπας του προϋπολογισμού).
Στην Πρεμετή, η αλβανική «Δικαιοσύνη» εφάρμοσε νόμο του κομμουνιστικού καθεστώτος, που είχε μετατρέψει τις εκκλησίες σε οικήματα πάσης χρήσης. Με την κατάρρευση του κομμουνισμού, οι εκκλησίες περιήλθαν στην Αρχιεπισκοπή Αλβανίας. Ο Δήμαρχος όμως Πρεμετής, θυμήθηκε πως επί Εμβέρ Χότζα η Εκκλησία ήταν πολιτιστικό κέντρο και προθύμως η αλβανική «Δικαιοσύνη» το αποδέχθηκε. Έτσι, με βίαιο τρόπο εκδιώχθηκαν οι ιερείς και φορτώθηκαν τα ιερά σκεύη σε φορτηγό, τα οποία κατασχέθηκαν.
Ευχάριστο είναι, πως ευαισθητοποιήθηκε τουλάχιστον η Αλβανική Ομάδα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, που εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση:
«Η αλβανική Ομάδα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα παρακολουθεί την πολυετή νομική διαμάχη μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των δημοτικών αρχών, που έκλεισε με μια αμφιλεγόμενη απόφαση δικαστηρίου υπέρ του Δήμου της πόλης» αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση.
Σημειώνεται δε ότι, «οι ιερείς χτυπήθηκαν και πολλά αντικείμενα λατρείας απομακρύνθηκαν βίαια και αυτό θυμίζει τις πικρές αναμνήσεις του πολέμου κατά της θρησκείας, την περίοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος. Αυτή η πράξη δεν είναι μόνο μια εκτέλεση ρουτίνας μιας δικαστικής απόφασης, αλλά σαφώς αποδεικνύει ένα πνεύμα θρησκευτικού μίσους κατά της ορθόδοξης κοινότητας».
«Οι ενέργειες αυτές κατά της ορθόδοξης κοινότητας θα πρέπει να σταματήσουν, διότι μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες για τη θρησκευτική αρμονία. Η αλβανική Ομάδα για Ανθρώπινα Δικαιώματα εκτιμά ότι το πνεύμα της κατανόησης και του σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας είναι απαραίτητη και ουσιαστική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της χώρας και την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση», καταλήγει η ανακοίνωση.