Ιερά Μονή Ιβήρων – The Holy Monastery of Iviron
Ιστορικό διάγραμμα τής Ιεράς Μονής Ιβήρων
Η ίδρυση τής μονής Ιβήρων σχετίζεται μέ τήν παρουσία στό Άγιον Όρος μελών τής μεγάλης ιβηρικής αριστοκρατικής οικογένειας των Τορνικίων αλλά καί μέ τίς πολύτιμες υπηρεσίες πού πρόσφεραν στή Βυζαντινή αυτοκρατορία.
Ο Ιωάννης ο Ίβηρ καί ο γιός του Ευθύμιος, συγγενείς τής οικογένειας τών Τορνικίων, επικεφαλής ομάδας γεωργιανών μοναχών, μαρτυρούνται στόν Άθω μετά τό 963, στή μονή τής Λαύρας, όπου γίνονται μαθητές τού αγίου Αθανασίου τού Αθωνίτη. Λίγα χρόνια αργότερα θά τούς συναντήσει εκεί ο πατρίκιος Τορνίκιος, πού είχε εν τώ μεταξύ καρεί μοναχός μέ τό όνομα Ιωάννης καί διατηρούσε στενούς δεσμούς μέ τούς αυτοκρατορικούς κύκλους τής Κωνσταντινουπόλεως, ιδιαίτερα μέ τόν αυτοκράτορα Βασίλειο Β τόν Μακεδόνα. Όταν ο στρατηγός τής Ανατολής Βάρδας Σκληρός επαναστάτησε εναντίον τού Βασιλείου, ο Τορνίκιος κλήθηκε από τόν αυτοκράτορα νά απεκδυθεί τόν μοναχικό τρίβωνα καί νά μεταβή στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά βοηθήσει στήν αντιμετώπιση τής επικίνδυνης γιά τή δυναστεία κατάστασης.
Η ουσιαστική συμβολή του στήν ήττα τού στασιαστή (979) ανταμείφθηκε μέ πλουσιοπάροχες αμοιβές αλλά καί μέ τήν αποδοχή εκ μέρους τού αυτοκράτορα τών σχεδίων του νά οικοδομήσει μοναστήρι στό Άγιον Όρος.
Η μονή τών Ιβήρων ιδρύθηκε τό 979/980, αμέσως μετά τήν επιστροφή τού Τορνικίου (μοναχού Ιωάννη), ο οποίος έλαβε τόν τίτλο τού συγκέλλου. Η γεωργιανή αδελφότητα, εγκαταλείποντας τά κελλιά πού τούς είχε παραχωρήσει ο άγιος Αθανάσιος κοντά στή Λαύρα, εγκαταστάθηκε στή μονή «τήν λεγομένην τού Κλήμεντος» πού ήταν αφιερωμένη στόν Τίμιο Πρόδρομο. Η αναγνώριση τής περίοπτης θέσης καί η ταχύτατη ανάπτυξη τού νέου μοναστικού ιδρύματος οφείλεται στό συνδυασμό τών εξαιρετικών ικανοτήτων τής μικρής αριστοκρατικής ομάδος: ο ασκητικός Ιωάννης ο Ίβηρ υπήρξε καί πνευματικός ηγέτης, ο Ευθύμιος κατέθεσε τή βαθιά ελληνική παιδεία καί φιλολογική κατάρτιση καί ο μοναχός Ιωάννης (Τορνίκιος) τίς οργανωτικές δεξιότητες αλλά καί τόν υλικό πλούτο πού κέρδισε στά πεδία τών μαχών. Οι πνευματικοί δεσμοί μέ τή Λαύρα παρέμειναν στενοί ο άγιος Αθανάσιος όρισε τόν Ιωάννη Ίβηρα, μέ διάδοχο τόν Ευθύμιο, επίτροπο τής μονής του, καί στό Τυπικό, πού συντάχθηκε από τούς κτίτορες κατ απομίμηση εκείνου τής Λαύρας, καθιερώθηκε τό μνημόσυνο τού αγίου Αθανασίου.
Οι κτίτορες, αφού επισκεύασαν τά υπάρχοντα κτίρια, άρχισαν τήν εκτέλεση μεγάλων έργων μεταξύ τών οποίων καί τήν οικοδόμηση τού καθολικού πού αφιέρωσαν στή Θεοτόκο. Από τά κύρια μελήματα τού πρώτου ηγουμένου Ιωάννου τού Ίβηρος (980-1005) υπήρξε η οργάνωση βιβλιοθήκης καί βιβλιογραφικού εργαστηρίου, όπου αντιγράφονταν χειρόγραφα-μεταφράσεις έργων τής ελληνικής εκκλησιαστικής γραμματείας πού εκπονούσε συστηματικά ο Ευθύμιος από τήν ελληνική στή γεωργιανή γλώσσα. Τό μεταφραστικό έργο, πού συνέχισε ο Ευθύμιος καί ως ηγούμενος (1005-1019), ανέδειξε τή Μονή σέ κέντρο μεταλαμπάδευσης τής ελληνικής χριστιανικής παιδείας στή Γεωργία.
Η περίοδος τής ηγουμενίας τού Γεωργίου τού Αγιορείτου (1042-1056) υπήρξε εξαιρετικά δημιουργική. Μέ συχνά ταξίδια στήν Κωνσταντινούπολη ο Γεώργιος εξασφάλισε από τόν αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τόν Μονομάχο παροχές καί προνόμια, καθιέρωσε τήν τιμή τών κτιτόρων ως αγίων καί αναζωογόνησε τή δραστηριότητα τού βιβλιογραφικού εργαστηρίου καί τού μεταφραστικού έργου πού είχε αρχίσει ο Ευθύμιος. Μέσα στόν Άθω η Μονή κατέχει σταθερά περίοπτη θέση στήν αθωνική ιεραρχία: στό Τυπικό τού Μονομάχου (1045) ο ηγούμενος τών Ιβήρων έχει τό προνόμιο νά συνοδεύεται στίς κοινές συνάξεις τών Αγιορειτών από τέσσερις υπηρέτες καί ως τό 1366, πλήν ελαχίστων εξαιρέσεων, κατέχει τή δεύτερη θέση στήν ιεραρχία τών ηγουμένων, μετά τόν ηγούμενο τής Λαύρας.
ΧΑΡΤΗΣ : ΠΩΣ ΘΑ ΠΑΤΕ ΣΤΗ ΜΟΝΗ ΙΒΗΡΩΝ
Η αίγλη τής Μονής είναι άμεσα συνδεδεμένη καί μέ τήν παρουσία τής εφέστιας θαυματουργής εικόνας τής Θεοτόκου Πορταίτισσας, τό παρεκκλήσιο τής οποίας κτίσθηκε πιθανόν μετά τά μέσα τού 11ου αιώνα κοντά στήν κεντρική πύλη τού συγκροτήματος. Λίγο αργότερα καί η ίδια η μονή τών Ιβήρων θά ονοματίζεται πολλές φορές στίς πηγές ως η μονή τής Θεοτόκου Πορταΐτισσας.
Τόν 11ο αιώνα η μονή Ιβήρων είναι ήδη ένα μοναστήρι μέ 300 μοναχούς. Στούς πολυάριθμους Ίβηρες πού τήν επάνδρωσαν από τήν ίδρυσή της, ήδη από τά τέλη τού 10ου αιώνα, προστέθηκαν καί πολλοί Έλληνες ώστε πρίν από τά μέσα τού 11ου αιώνα νά υφίστανται δύο μοναστικές ομάδες, πού ακολουθούν ξεχωριστό λειτουργικό Τυπικό καί τελούν τίς ακολουθίες σέ διαφορετικές εκκλησίες, στό καθολικό τής Θεοτόκου οι Γεωργιανοί καί στό ναό τού Προδρόμου, δηλαδή στό παλαιό καθολικό τού Κλήμεντος, οι Έλληνες. Οι τελευταίοι, από τόν 12ο αιώνα, πρέπει νά αποτελούν τήν πλειονότητα στό μοναστήρι, καί μολονότι οι ηγούμενοι συνεχίζουν νά είναι Ίβηρες, η διανομή τών διοικητικών αρμοδιοτήτων μεταξύ τών δύο ομάδων είναι ενδεικτική.
Στόν 12ο αιώνα, ξεχωριστή θέση κατέχει η περίοδος τής ηγουμενίας τού Παύλου (1170-1183/84). Μεγάλα έργα εκτελούνται στό κτιριακό συγκρότημα τήν εποχή αυτή: μαρτυρείται επέμβαση στό ναό τής Πορταΐτισσας, επισκευάζεται καί διακοσμείται τό καθολικό τής Θεοτόκου, ενισχισχύεται η οχύρωση τής Μονής, κτίζεται νοσοκομείο, εκτελούνται μεγάλα έργα ύδρευσης, επισκευάζονται κατεστραμμένες πτέρυγες κελλίων καί ιδιαίτερη φροντίδα επιδεικνύεται γιά τά μετόχια.
Στό πρώτο μισό τού 14ου αιώνα, όπως άλλωστε συμβαίνει καί μέ τά περισσότερα αθωνικά μοναστήρια, η Μονή φαίνεται νά διέρχεται περίοδο μεγάλης ακμής. Επικυρώσεις τής κατοχής τής ακίνητης περιουσίας καί παραχωρήσεις προνομίων καί φοροαπαλλαγών από βυζαντινούς αυτοκράτορες, όπως ο Ανδρόνικος Β΄, ο Ιωάννης Καντακουζηνός, ο Ιωάννης Ε΄, υποδεικνύουν τήν ιδιαίτερα θετική πολιτική τής δυναστείας τών Παλαιολόγων γιά τό Άγιον Όρος.
Στόν πνευματικό τομέα, η συμμετοχή τών Ιβηριτών στό Ησυχαστικό κίνημα, πού επέδρασε καταλυτικά στήν αναμόρφωση τού μοναστικού βίου, υπήρξε δραστήρια καί σχετίζεται μέ τήν παραμονή μεγάλων ησυχαστικών μορφών στήν ευρύτερη περιοχή δικαιοδοσίας τής Μονής. Ο άγιος Γρηγόριος ο Συναΐτης καί ο μαθητής του Κάλλιστος, μετέπειτα πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εγκαταβίωσαν γιά μεγάλο χρονικό διάστημα στή σκήτη τού Μαγουλά. Ο τελευταίος, μετά από μακρά παραμονή στή σκήτη, εντάχθηκε τελικά στήν αδελφότητα τών Ιβηριτών ως τήν ανάρρησή του στόν πατριαρχικό θρόνο.
Στά μέσα τού 14ου αιώνα έλαβε καί τυπικά τέλος η παρουσία γεωργιανών μοναχών στήν ηγεσία τής Μονής, καί η ποδηγέτηση τής πλειοψηφίας τών ελλήνων μοναχών από μιία συνεχώς ελαττούμενη μειοψηφία. Ήδη από τόν 13ο αιώνα η άφιξη γεωργιανών μοναχών μειώνεται σημαντικά, καί οι σχέσεις μέ τήν Ιβηρία αραιώνουν, ενώ ακόμη παλαιότερα, στόν 12ο αιώνα, φαίνεται νά φθίνει η δραστηριότητα μετάφρασης έργων τής εκκλησιαστικής γραμματείας από τήν ελληνική στή γεωργιανή γλώσσα. Μέ πατριαρχικό σιγίλλιο τού πατριάρχη Καλλίστου Α, τού 1355-56, ορίζεται ότι ο ηγούμενος καί ο εκκλησιάρχης πρέπει νά εκλέγονται μεταξύ τών ελλήνων μοναχών τής Μονής. Συγχρόνως, οι Γεωργιανοί απώλεσαν τό δικαίωμα νά λειτουργούν στό καθολικό τής Θεοτόκου καί, στό εξής, τελούν τίς ακολουθίες σέ μικρότερο ναό, πιθανόν στό ναό τού Προδρόμου.
Μετά τήν οθωμανική κατάκτηση, καί ιδιαίτερα στίς τελευταίες δεκαετίες τού 15ου αιώνα, η Μονή φαίνεται νά διέρχεται σοβαρή οικονομική καί δημογραφική κρίση. Η κτηματική περιουσία, μολονότι δέν γνωρίζουμε τό μέγεθος τών απωλειών, συρρικνώνεται, οι φθορές στό κτιριακό συγκρότημα είναι μεγάλες καί ο αριθμός τών μοναχών μειώνεται δραματικά. Ο Ησαΐας Χιλανδαρινός στό Οδοιπορικό τού 1489 μνημονεύει μόνο 50 μοναχούς (σέ αντίθεση μέ τά άλλα δύο μεγάλα μοναστήρια, Λαύρας καί Βατοπεδίου, πού διατηρούν 300 καί 330 μοναχούς αντίστοιχα). Συγχρόνως, όπως συμβαίνει μέ όλες σχεδόν τίς μονές, οι θεσμοί χαλαρώνουν καί η ιδιορρυθμία καθιερώνεται σταδιακά ως εσωτερικό καθεστώς οργάνωσης τού μοναστικού βίου. Στή δύσκολη αυτή συγκυρία οι Ιβηρίτες στρέφονται πρός τούς ηγεμόνες τής Γεωργίας. Τά ταξίδια τών μοναχών στήν Ιβηρία έχουν ως αποτέλεσμα τή γενναία οικονομική αρωγή πρός τή Μονή. Τά τείχη επισκευάζονται, κτίζεται πύργος καί εξοπλίζεται μέ κανόνι, οικοδομείται νοσοκομείο, επισκευάζεται τό καθολικό καί η εικόνα τής Πορταΐτισσας επενδύεται μέ βαρύτιμο κάλυμμα.
Η ανάκαμψη, από τίς πρώτες δεκαετίες τού 16ου αιώνα, είναι ταχύτατη καί αντανακλάται στήν αύξηση τού αριθμού τών μοναχών. Οθωμανική απογραφή τού 1520 ανεβάζει τόν αριθμό τών μοναχών σέ 151, αριθμό τριπλάσιο σέ σχέση μέ εκείνον τού 1489. Στό εξής η αδελφότητα τών Ιβήρων θά αυξάνεται συνεχώς καί ως τόν 19ο αιώνα θά συγκαταλέγεται στίς τρείς πολυπληθέστερες τού Αγίου Όρους. Τό 1560 μνημονεύονται 250 μοναχοί καί τό 1583 193. Τόν 17ο καί 18ο αιώνα θά υπερβούν τούς 300 (1648: 365, 1677: 400, 1761: 337). Μολονότι η απόλυτη ακρίβεια τών αριθμών μπορεί νά τεθεί υπό αμβισβήτηση, η τάξη τών μεγεθών πρέπει νά απεικονίζει τήν πραγματικότητα. Στήν οικονομική ανόρθωση μεγάλως συνέβαλαν οι ηγεμόνες τής Μολδοβλαχίας, μέ τήν αφιέρωση μεγάλων μονών-μετοχίων στή Ρουμανία, αλλά καί η αξιοποίηση τών μετοχίων στή Μακεδονία.
Η πιό σημαντική όμως πτυχή τής ιστορίας τής Μονής στά μεταβυζαντινά χρόνια είναι η ανάδειξή της σέ μείζον πνευματικό κέντρο τού Ελληνισμού τής Ορθόδοξης Ανατολής. Από τίς αρχές τού 16ου αιώνα, πολλοί γνωστοί λόγιοι εντάσσονται στή Ιβηριτική αδελφότητα, αντιγράφουν χειρόγραφα, συγγράφουν έργα καί εμπλουτίζουν τή βιβλιοθήκη της μέ τά προσωπικά τους βιβλία. Από τό 1511 καί ως τό 1523 εργάζεται στό μοναστήρι ο ιερομόναχος Θεοδόσιος, γνωστός ως όσιος Θεόφιλος ο Μυροβλύτης, ονομαστός καλλιγράφος. Παρακινούμενος από τόν άλλως άγνωστο, αλλά σημαντική μορφή τής εποχής, ηγούμενο Διονύσιο, θά αφήσει στή Μονή πλήθος χειρογράφων αντιγραμμένων μέ τό χέρι του. Λίγο αργότερα, πρίν από τό 1535 καί γιά αρκετά χρόνια, η Μονή θά φιλοξενήσει τόν γνωστό Ζακύνθιο λόγιο τού 16ου αιώνα Παχώμιο Ρουσάνο καί πρίν από τό 1540 θά δεχθεί ως αδελφό τόν Θεοφάνη Ελεαβούλκο, μεγάλο ρήτορα τού πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος καί θά αφήσει στή Μονή τά βιβλία του. Στό δεύτερο μισό τού αιώνα θά εγκαταβιώσει ο λόγιος καί διδάσκαλος στήν Κωνσταντινούπολη Συμεών Καβάσιλας ενώ, λίγο αργότερα, η Μονή θά αποκτήσει τήν πολύτιμη συλλογή χειρογράφων καί εντύπων τού επισκόπου Κυθήρων Μαξίμου Μαργουνίου.
Η πνευματική εμβέλεια τής Μονής αλλά καί η φήμη τής Πορταΐτισσας ξεπέρασε τά όρια τής Βαλκανικής. Άντίγραφο τής εικόνας, φιλοτεχνημένο τό 1648, κατόπιν παρακλήσεως τού μετέπειτα πατριάρχη Μόσχας Νίκωνος, γίνεται μεγάλο προσκύνημα τού βασιλείου τής Μοσχοβίας. Από τό 1653 στεγάσθηκε στό μοναστήρι τού Αγίου Νικολάου στό κέντρο τής Μόσχας, τό οποίο παραχωρήθηκε ως μετόχι στή Μονή. Η παραχώρηση πρέπει νά θεωρηθεί ένδειξη ιδιαίτερης εύνοιας, εφόσον, μέ εξαίρεση τήν αφιέρωση ενός μετοχίου-ξενώνα ήσσονος σημασίας στή μονή Χιλανδαρίου από τόν τσάρο Ιβάν Δ΄ (τόν Τρομερό), ο Άγιος Νικόλαος είναι τό μοναδικό μετόχι πού παραχωρήθηκε από τίς ρωσικές αρχές σέ αθωνική μονή έως καί τόν 18ο αιώνα. Η εύνοια αυτή συμπίπτει μέ τήν παρουσία τού διάσημου έλληνα λογίου Διονυσίου Ιβηρίτου στήν πόλη, μέ τήν αποστολή τού Αρσενίου Σουχάνωφ στό Άγιον Όρος πρός συλλογή χειρογράφων (μόνο από τή μονή Ιβήρων μετέφερε στή Μόσχα 158 πολύτιμα χειρόγραφα) καί μέ τήν ενεργό ανάμειξη τών Ελλήνων στά δρώμενα τής θρησκευτικής καί πολιτισμικής ζωής τής Ρωσίας. Τό μετόχι, τού οποίου οι επίσημοι τίτλοι ιδιοκτησίας εκδόθηκαν τό 1669 από τόν τσάρο Αλέξιο Μιχαήλοβιτς, εξελίσσεται σέ τόπο διαμονής όλων τών παρεπιδημούντων στή Μόσχα ελλήνων κληρικών καί σέ χώρο όπου συντελούνται οι ζυμώσεις τής πνευματικής ζωής τής ρωσικής πρωτεύουσας.
Η παράδοση αφιέρωσης βιβλιοθηκών καί παραμονής λογίων θά συνεχισθεί καί στόν 17ο αιώνα. Τό 1678, ο πατριάρχης Διονύσιος Δ΄ Μουσελίμης δωρίζει τήν ογκώδη βιβλιοθήκη του, στήν οποία τό 1722 θά προστεθούν τά βιβλία τού Νεοφύτου Μαυρομμάτη, πρώην μητροπολίτη Άρτας. Ο τελευταίος συνόδευσε τήν αφιέρωση μέ τήν οικοδόμηση παρεκκλησίου, προσαρτημένου στό καθολικό, αφιερωμένου στόν άγιο Νεόφυτο καί βιβλιοθήκης, όπου τέθηκαν τά βιβλία. Τήν ίδια περίοδο ακμάζει στή Μονή ο διακριθείς γιά τήν οσιότητα τού βίου Ιερόθεος ο Πελοποννήσιος, βαθύς γνώστης τής φιλοσοφίας, τής ελληνικής καί λατινικής φιλολογίας καί δάσκαλος στή σχολή τής Σκοπέλου, καί λίγο αργότερα ο μαθητής του Μελέτιος, γνωστός γιά τή σχέση του μέ τόν Ευγένιο Βούλγαρη καί τήν Αθωνιάδα Σχολή. Στά τέλη τού 18ου αιώνα ο Χριστόφορος Προδρομίτης από τήν Άρτα, μαθητής τού Ευγενίου Βουλγάρεως, παραμένει στή σκήτη τού Προδρόμου, σημαντικό εξάρτημα τής Μονής πού βρίσκεται σέ πλήρη ακμή ήδη από τό πρώτο μισό τού 18ου αιώνα καί συγγράφει μεγάλο αριθμό κυρίως υμνολογικών έργων. Στά όρια τής Μονής εγκαταβιώνει, επίσης, κατά τό διάστημα τής απομάκρυνσής του από τόν πατριαρχικό θρόνο, ο Γρηγόριος Ε΄.
Η συμμετοχή τής Μονής στήν Επανάσταση κατά τών Οθωμανών τό 1821 συνδέεται μέ τή δραστήρια μορφή τού Ιβηρίτη Νικηφόρου χαρτοφύλακος, πού συνδέ-
θηκε μέ τούς κύκλους τής Φιλικής Εταιρείας, ιδιαίτερα μέ τόν Εμμανουήλ Παπά, καί διορίσθηκε, κατά τή διάρκεια τών πολεμικών γεγονότων, «διοικητής καί κριτής τού Αγίου Όρους». Οι αλλεπάλληλες δημεύσεις τών μοναστηριακών κτημάτων, από τή ρουμανική κυβέρνηση τό 1863 καί από τή ρωσική στή δεκαετία τού 1880 καί οι απαλλοτριώσεις στόν ελλαδικό χώρο κατά τόν 20ό αιώνα οδήγησαν σταδιακά τή Μονή σέ οικονομικό μαρασμό, παρέμεινε όμως κέντρο μοναστικής λογιοσύνης.
Κρίτων Χρυσοχοΐδης -imiviron.gr
The monastery was founded in 980 by the Iberian noble and distinguished general John Thornic, who essentially enlarged and renamed the old monastery of Clementos granted to him by the emperor Basil II. Of this earlier monastery’ only part of the katholikon seems to have survived, incorporated into die chapel of the Forerunner behind the present katholikon.
The katholikon. dedicated to the Dormition of the Virgin and built between 980 and 983, contains the tombs of the founders and seems to be the oldest surviving katholikon among the mountain’s twenty ruling monasteries. The wonderful marble pavement is of the 11th century, and the church’s watt-paintings belong to various phases from the 16th to the 19th centuries. The chapel of the Portaitissa, or Virgin of the Gate, houses the icon of the same name, one of the most revered on Mount Athos. In the chapel’s narthex are murals of the ancient Greek philosophers (1683). The votive offerings kept in the treasury are worth a visit. Iviron has jurisdiction over the Skete of Prodromou. also known as the Iviritic skete.
Σύντομο ιστορικό τής ιεράς εικόνος τής Πορταϊτίσσης
Η ιερά καί θαυματουργός εικόνα τής Παναγίας τής Πορταϊτίσσης είναι η παλαιοτέρα καί η περισσότερο τιμωμένη από όλους τούς μοναχούς καί τούς προσκυνητές τού Αγίου Ορους.
Η Θεομητορική καί κατανύσσουσα τίς ψυχές μορφή Της έλκει όλες τίς γενεές τών πιστών, πού ευλαβούνται τήν χάρι Της, εμπιστεύονται σ’ Αυτήν τήν ζωή τους καί δέχονται τήν ευλογία Της.
ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΟΡΤΑΙΤΙΣΣΑ : ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΒΓΑΙΝΕΙ ΠΟΤΕ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ
Η αρχή τής ιστορίας τής Πορταϊτίσσης χάνεται στά βάθη τών ταραγμένων καιρών τής εικονομαχίας. Τότε μία ευσεβής χήρα γυναίκα στήν περιοχή τής Νίκαιας τής Βιθυνίας, γιά νά σώση τήν εικόνα τής Θεοτόκου από τή μανία τών εικονομάχων, τήν εναπέθεσε στή θάλασσα. ‘Εκείνη δέ, αφού στάθηκε όρθια, άρχισε νά κατευθύνεται πρός τό Αγιον Ορος. Μετά από χρόνια πολλά παρουσιάστηκε ανοιχτά στή θάλασσα τής Μονής ‘Ιβήρων ως εξαστράπτουσα μορφή εντοπιζομένη από μιά ουρανομήκη στήλη φωτός. Οταν έκπληκτοι οι μοναχοί προσπάθησαν νά τήν πλησιάσουν, αυτή απομακρυνόταν. Καί μόνο ο όσιος Γαβριήλ, μέ εντολή τής Παναγίας, βάδισε πάνω στή θάλασσα, πλησίασε, παρέλαβε τήν αγία Της μορφή καί τήν μετέφερε στήν ξηρά. Στό σημείο ακριβώς εκείνο ανέβρυσε τότε πηγή αγιάσματος, τό οποίο ρέει αδιάκοπα μέχρι σήμερα καί αγιάζει τούς προσερχομένους σ’ αυτό μέ πίστι.
Αφού οι μοναχοί τήν μετέφεραν επίσημα καί εν πομπή στό Καθολικό τής Μονής, τήν τοποθέτησαν σέ ειδικό προσκυνητάριο. Τήν επομένη όμως βρέθηκε η αγία εικόνα μέ τρόπο ανερμήνευτο στήν πόρτα τής Μονής. Οι μοναχοί τήν επανέφεραν στό προσκυνητάριό Της. ‘Αλλά τό ίδιο συνέβη τρείς φορές. Τότε παρουσιάστηκε πάλι η Παναγία στόν όσιο Γαβριήλ καί τού είπε νά μήν τήν πάρουν από τήν Πόρτα, γιατί δέν ήλθε γιά νά φυλάσσεται, αλλά νά φυλάσση ‘Εκείνη τήν Μονή καί ολόκληρο τό Αγιον Ορος. Τότε έκτισαν κοντά στήν πόρτα τό γνωστό παρεκκλήσιο, όπου τοποθέτησαν, κατά τό θέλημά Της, τήν αγία εικόνα, η οποία γι’ αυτό ονομάστηκε Πορταΐτισσα. Καί μένει εκεί, χωρίς ποτέ νά απομακρύνεται από τά όρια τής Μονής.
Από τότε η ευλογία Της προχέεται πλουσιοπάροχα, ως παραμυθία πνευματική καί ως ποικίλη ενίσχυσι σέ όλες τίς ανάγκες τής Μονής, ολοκλήρου τού Αγίου Ορους καί όλων τών πιστών προσκυνητών πού συρρέουν καθημερινά στό παρεκκλήσιό Της.
Η χάρι τής Παναγίας τής Πορταϊτίσσης έχει απλωθή σέ όλο τόν κόσμο. Είναι αναρίθμητα τά αντίγραφα τής εικόνος Της πού τιμώνται παντού, όπως επίσης καί πολλοί οι ναοί καί τά μοναστήρια πού έχουν αφιερωθή στό όνομά Της. ‘Ιδιαίτερα όμως ονομαστό είναι τό αντίγραφο τής Παναγίας τής Πορταϊτίσσης πού μεταφέρθηκε τό 1648 στή Ρωσία καί βρίσκεται στήν είσοδο τής Κόκκινης Πλατείας στό κέντρο τής Μόσχας, στήν καρδιά τής απέραντης ρωσικής γής, όπου χιλιάδες καί εκατομμύρια ευλαβών προσκυνητών προσέρχονται καί δέχονται στήν πονεμένη τους καρδιά τήν ευλογία τής Μητέρας τού Θεού.
Ευχόμαστε Αυτή πού γέννησε καί κράτησε στά χέρια Της ως βρέφος τόν Υιό καί Λόγο τού Θεού, νά περιβάλλη πάντοτε τήν ζωή σας ολόκληρη μέ τή θεία Της στοργή καί νά κατευθύνη τά διαβήματά σας στήν οδό τής αληθινής χαράς καί σωτηρίας, πού είναι ο Υιός καί Θεός Της.
Φιλοξενία στην Μονή
Ἡ Μονή μας παρέχει φιλοξενία μιᾶς διανυκτερεύσεως στοὺς προσκυνητὲς ποὺ ἔχουν κάνει κράτηση μέσῳ τηλεφώνου ἢ ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου, πλὴν τῆς περιόδου πρὸ τῆς πανηγύρεως (ἀπὸ 14 ἕως 26 Αὐγούστου ἑκάστου ἔτους).
Άγιο Όρος – ΤΗΛΕΦΩΝΟ
+30 23770 23643
ΦΑΞ +30 23770 23248
EMAIL – imiviron@gmail.com