ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ: “Με το να παρακολουθούμε μουδιασμένοι τις επιθέσεις εναντίον μας… και φοβούμενοι μια εμφανώς αναπόφευκτη σύγκρουση να προσπαθούμε να εξευμενίσουμε το τέρας που σιγά – σιγά ξεπροβάλλει μπροστά μας, δεν προστατεύουμε την ενότητα, ούτε εκτελούμε κάποια χριστιανική επιταγή, απλώς δίνουμε χώρο στους διώκτες μας να επεκταθούν”, ανέφερε μεταξύ άλλων ο Σεβ. Μητροπολίτης Ιλίου κ. Αθηναγόρας κατά την δεύτερη Τακτική Συνεδρία της Ιερά Συνόδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας τής Ελλάδος
Αναλυτικά το ανακοινωθέν:
Συνήλθε σήμερα, Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2021, στή δεύτερη Τακτική Συνεδρία της η Ιερά Σύνοδος τής Ιεραρχίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος, υπό τήν Προεδρία τού Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών καί πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, στήν αίθουσα τού Διορθοδόξου Κέντρου τής Εκκλησίας τής Ελλάδος στήν Ιερά Μονή Κοιμήσεως τής Θεοτόκου Πεντέλης.
Μετά τήν προσευχή, ανεγνώσθη ο Κατάλογος τών συμμετεχόντων Ιεραρχών καί διαπιστώθηκε απαρτία. Κατόπιν επικυρώθηκαν τά Πρακτικά τής χθεσινής Συνεδρίας.
Ακολούθως, σύμφωνα μέ τήν Ημερησία Διάταξη, ανέγνωσε τήν Εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος καί Σουφλίου κ. Δαμασκηνός μέ θέμα: «Κανονισμός Περί συστάσεως, οργανώσεως καί λειτουργίας τού Μητρώου Εφημερίων, Διακόνων καί Ιεροκηρύκων τής Εκκλησίας τής Ελλάδος (Μ.Ε.Δ.Ι.)».
Επηκολούθησε ευρύτατος διάλογος επί τής Εισηγήσεως, κατά τόν οποίο έλαβαν τόν λόγο πολλοί Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς προβαίνοντας εν τέλει στήν ψήφιση τού Κανονισμού μέ νομοτεχνικές βελτιώσεις.
Ακολούθησε η Εισήγηση τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιλίου, Αχαρνών καί Πετρουπόλεως κ. Αθηναγόρου μέ θέμα: «Συμμετοχή τού λαϊκού στοιχείου εις τό Εκκλησιαστικόν γεγονός».
Στό ερευνητικό μέρος τής Εισηγήσεώς του ο Σεβασμιώτατος ανέπτυξε κυρίως τήν έννοια τής λέξης «λαϊκός» στήν Εκκλησία αναφερόμενος συνοπτικά στά μυστήρια τής Εκκλησίας καί τήν εκκλησιαστική κοινωνία καί εκτεταμένα στό πώς εκφράζεται η ομοτιμία καί η ομοφροσύνη στό εκκλησιαστικό γεγονός.
Τό δεύτερο μέρος τής Εισηγήσεως, περιελάμβανε σχόλια σέ ένα κείμενο σύγχρονου λαϊκισμού, τό οποίο επέλεξε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα ανάμεσα από δεκάδες κείμενα πού είναι σχεδόν πανομοιότυπα ως πρός τό ύφος, τήν δομή, τήν ορθογραφία, τήν σύνταξη καί τήν στίξη. Η συνήθης πρακτική τών συντακτών τών κειμένων αυτών, τόνισε ο Εισηγητής, «είναι νά προκαλέσει καί νά εγείρει τό δημόσιο αίσθημα, χρησιμοποιώντας παραπλανητικά ή ελλιπή, απαξιωτικά καί κατά βάση ψευδή καί δυσφημιστικά στοιχεία γιά τό πρόσωπο, τόν θεσμό, τήν συλλογικότητα ή τήν κατάσταση κατά τών οποίων βάλλουν καί έτσι αποτελούν ένα σύγχρονο εντατικό κοινωνικό πρόβλημα, πού δέν αφορά αποκλειστικά τήν Εκκλησία, αλλά κάθε χώρο πού εμπλέκεται ενεργά στόν δημόσιο βίο καί πού η συντεταγμένη δομή του καί οι παρεμβάσεις του ενοχλούν κύκλους ή άτομα πού βασανίζονται από μιά περίπλοκη ψυχοπαθολογία».
Ο Σεβασμιώτατος κ. Αθηναγόρας, αφού επεσήμανε αναλυτικά τά κοινά χαρακτηριστικά τών κειμένων πού ως επί τό πλείστον καλούν τόν λαό σέ αποτείχιση από τήν Εκκλησία καί ανυπακοή στήν Ιερά Σύνοδο, ανέφερε συμπερασματικά ότι πρέπει νά ληφθεί μιά συλλογική απόφαση γιά τό πώς θά τοποθετηθούμε απέναντι σέ αυτά. Καί τόνισε: «Εμείς αμετακίνητοι από τίς θέσεις μας έχουμε νά επιλέξουμε μεταξύ δύο πρακτικών:
ή νά τούς αγνοήσουμε καί νά τούς αφήσουμε νά συνεχίσουν νά δρούν ανεξέλεγκτα εντός κι εκτός Εκκλησίας, σκανδαλίζοντας τούς πιστούς κι οδηγώντας πολλούς εξ αυτών στήν απόλυτη πλάνη καί σέ πράξεις πού ελλοχεύουν πολυεπίπεδους κινδύνους ή νά σχεδιάσουμε καί νά εφαρμόσουμε ένα ενιαίο πλαίσιο προστασίας τών στελεχών τής Εκκλησίας καί τού ποιμνίου μας από τίς επιθέσεις τών πάσης φύσεως δημαγωγών, συνωμοσιολόγων καί υβριστών τού έργου καί τής προσφοράς μας.
Μέ τό νά παρακολουθούμε μουδιασμένοι τίς επιθέσεις εναντίον μας, ευχόμενοι απλώς τό κακό νά είναι μικρό ή νά σιωπούμε δίνοντας χώρο στόν παραλογισμό ή ακόμα χειρότερα αυτοεγκλωβισμένοι καί φοβούμενοι μιά εμφανώς αναπόφευκτη σύγκρουση νά προσπαθούμε νά εξευμενίσουμε τό τέρας πού σιγά σιγά ξεπροβάλλει μπροστά μας, δέν προστατεύουμε τήν ενότητα, ούτε εκτελούμε κάποια χριστιανική επιταγή,
απλώς δίνουμε χώρο στούς διώκτες μας νά επεκταθούν, παρουσιάζοντας εσφαλμένα στήν κοινωνία τήν εικόνα ότι ή αδιαφορούμε γιά τήν Εκκλησία καί το μέλλον της ή ότι φοβισμένοι προσπαθούμε ν αποφύγουμε καταστάσεις πού θά καταδείκνυαν τήν ευαλωτότητά μας έναντι αυτών πού υποσκάπτουν μεθοδικά τά θεμέλια τής Εκκλησίας».
Η συζήτηση επί τής Εισηγήσεως θά πραγματοποιηθεί αύριο, Τετάρτη 6 Οκτωβρίου ε.έ., κατά τήν οποία η Ιερά Σύνοδος τής Ιεραρχίας θά συνεχίσει τίς εργασίες Της.