ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΑΘΗΝΩΝ: «Ήρθαμε να υμνήσουμε, αλλά και να παρακαλέσουμε την Παναγία, την μητέρα μας, να μας δώσει κουράγιο, ώστε να ξεπεράσουμε και αυτές τις δυσκολίες και να αρχίσουμε μία καινούργια ζωή, όπως την θέλει η Εκκλησία» τόνισε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος από τον ιερό μητροπολιτικό ναό Αθηνών, όπου τέλεσε την ακολουθία του Ακαθίστου ύμνου, η οποία ψάλλεται σήμερα σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Ο Αρχιεπίσκοπος χαρακτήρισε την ακολουθία των χαιρετισμών ως μία από τις πιο κατανυκτικές και στάθηκε στην έκφραση «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων Ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον….» τονίζοντας με συγκίνηση πως η Παναγία είναι η μητέρα όλων μας και ανέφερε ότι την έχουμε τοποθετήσει ψηλά από την Αγία Τράπεζα, στον χώρο τον κυκλικό που ενώνει τον ουρανό με την γη, αφού είναι η μεσίτρια που μεσιτεύει για όλους μας και για τον καθένα ξεχωριστά.
Κατόπιν, ο Αρχιεπίσκοπος ανέλυσε δύο συγκεκριμένες σκηνές από την ζωή του Κυρίου, που θα γιορτάσουμε σε λίγες μέρες και καλούμαστε να προβληματιστούμε. Αρχικά, στην Βαϊοφόρο, όπου έρχεται ο Κύριος στα Ιεροσόλυμα. Η είδηση διαδόθηκε και χιλιάδες άνθρωποι ετοιμάζονταν να τον υποδεχτούν.
Τότε, ο λαός, ακούγοντας ότι ο Ιησούς έρχεται, πήραν αμέσως στα χέρια τους βάγια από φοίνικες και βγήκαν να τον υποδεχτούν. Και άλλοι μεν με τα ρούχα τους, άλλοι δε κόβοντας κλαδιά από τα δέντρα, έστρωναν το δρόμο απ’ όπου ο Ιησούς θα περνούσε. Και όλοι μαζί, ακόμα και τα μικρά παιδιά, φώναζαν: «Ωσαννά, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς των Ιουδαίων».
«Είναι αλήθεια ότι εντυπωσιάζει όλη αυτή η υποδοχή» σημείωσε ο Αρχιεπίσκοπος και συμπλήρωσε ότι «είχαν μάθει όσα είχαν γίνει, ότι για παράδειγμα ο Χριστός τάισε με λίγα ψωμιά και ψάρια τους φτωχούς, θεράπευσε ασθενείς, ανέστησε νεκρούς. Αλήθεια, ποιος δεν θα εντυπωσιαζόταν και δεν θα φωναζε «ο Βασιλευς των Ιουδαιων». Υπάρχει, λοιπόν, το συμφέρον, η ιδιοτέλεια, η προσωπική ικανοποίηση. Η δεύτερη σκηνή είναι ο Εσταυρωμένος, όπου ο Κύριος είναι εγκαταλελειμμένος ακόμη και από αυτούς που ήταν μαζί Του.
Ήταν με λίγους ανθρώπους εξαιτίας του φόβο των Ιουδαίων» είπε ο Αρχιεπίσκοπος και υπογράμμισε ότι «μέχρι σήμερα ακολουθεί η σκέψη ότι τον Χριστό τον πλησιάζει ο καθένας με τον δικό του τρόπο και ο καθένας ζητάει ό,τι θέλει ο εαυτός του. Για παράδειγμα αυτός που θέλει να επιτύχουν οι επιχειρήσεις του θέλει έναν Χριστό επιχειρηματία. Αυτός που θέλει να ανέβει στα αξιώματα θέλει έναν Χριστό που βολεύει. Αυτός, όμως, που ενδιαφέρεται για την εσωτερική καλλιέργεια θέλει έναν Χριστό, όπως ήρθε και είναι. Διότι ο Χριστός δεν ήρθε για να είναι ήρωας, αλλά για να φέρει την ταπείνωση, την αγάπη, την αγιότητα».
Σε άλλο σημείο επεσήμανε ότι υπάρχουν άνθρωποι ακόμη και σήμερα που μένουν κοντά στον Χριστό, όπως είναι το ιατρικό, το επιστημονικό και το νοσηλευτικό προσωπικό που διακονούν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων και στην πλήρωση της αγάπης, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην Γαλιλαία σημειώνοντας ότι ο Κύριος κάλεσε τους μαθητές Του μετά την Ανάσταση να βρεθούν στην Γαλιλαία εκεί όπου ξεκίνησαν τον αγώνα και κάλεσε τους πιστούς να ξανακάνουμε αυτήν την αρχή όλοι μαζί που θα οδηγήσει στην νέα πορεία.
«Έρχεται η ώρα που δοκιμαζόμαστε ή βρισκόμαστε σε μεγάλη δυσκολία, τότε πρέπει να ξαναπάμε στην Γαλιλαία και να βρούμε τον εαυτό μας.
Σήμερα, μας ταλαιπωρεί η πανδημία και νιώθουμε αυτό το φόβο και το κλείσιμο, όπως οι μαθητές ήταν κλεισμένοι για τον φόβο των Ιουδαίων. Ζούμε κι εμείς έναν άλλο φόβο, ένα άλλο κλείσιμο. Όμως, κι αυτό θα περάσει. Να είμαστε αισιόδοξοι. Να κάνουμε τον αγώνα μας.
Ο καθένας από μας να βρει τον εαυτό του, να πάρει κουράγιο και να προχωρήσει». Και ολοκλήρωσε τον λόγο του λέγοντας: «Μητέρα μας. Παναγία. Ήρθαμε να σε υμνήσουμε, αλλά και να σε παρακαλέσουμε να μας δώσεις κουράγιο, ώστε να ξεπεράσουμε και αυτές τις δυσκολίες και να αρχίσουμε μία καινούργια ζωή, όπως την θέλει η Εκκλησία μας».