Με θρησκευτική λαμπρότητα τιμά η Εκκλησία της Ελλάδος την μνήμη του Αποστόλου Παύλου. Το πρωί ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος τέλεσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Αγίου Παύλου οδού Ψαρών στην Αθήνα, ενώ συμμετείχαν οι Επίσκοποι Ωρεών κ. Φιλόθεος και Ρωγών κ. Φιλόθεος.
Οπως αναφέρει ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου: “Κατά την Θεία Λειτουργία τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Επίσκοπος Ωρεών κ. Φιλόθεος, Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι «Ἀγάπησε ὁ Παῦλος τόν Χριστό, ἀφοῦ πρῶτα Τόν ἀποδέχθηκε στή ζωή του. Χαιρόταν τήν παρουσία Του στήν καθημερινότητά του, μποροῦσε νά Τόν συναντᾶ στίς ἀτελείωτες ὁδοιπορίες του στούς δρόμους τοῦ κόσμου, νά Τόν ἀφουγκράζεται τήν ὥρα τοῦ κηρύγματος, νά Τόν ἀναγνωρίζει στά πρόσωπα τῶν ἀκροατῶν του, νά Τόν κοινωνεῖ στήν σύναξη τῆς κάθε Τοπικῆς Ἐκκλησίας πού δημιουργοῦσε, νά μήν θεωρεῖ τίποτα ἱκανό νά τόν χωρίσει ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλίψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;»».
Επεσήμανε, ακόμη ότι «Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὑπῆρξε ἀπόλυτα βέβαιος γι᾿ αὐτή τήν πατρική ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί γι᾿ αὐτό ἀγωνίστηκε, θεολόγησε, κήρυξε, ἔτρεξε παντοῦ καί μαζί του «ἔτρεχε καί δοξαζόταν» καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καί ἔτσι τό ἔργο του ἀπέκτησε αἰώνια προοπτική, ἀφοῦ ἀκόμη καί ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ἀκόμη καί ἡ προσωπική του ἄσκηση πραγματώνονταν στά πλαίσια τῆς διαφύλαξης, ἐπαύξησης καί περιφρούρησης τῆς σχέσης του μέ τόν Χριστό».
Ο Επίσκοπος Ωρεών υπογράμμισε, επίσης, ότι «τό παράδειγμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀδελφοί, σέ σχέση μέ μᾶς, τούς σύγχρονους χριστιανούς, θά πρέπει ἀσφαλῶς νά μᾶς προβληματίσει, ὡς πρός τό ἄν λειτουργοῦμε σάν κοινότητα, ἄν ἔχουμε αὐτό τό κοινοτικό πνεῦμα. Δηλαδή, ἄν ἔρχεται τό περίσσευμα τοῦ ἑνός νά συμπληρώνει τό ὑστέρημα τοῦ ἄλλου καί τό περίσσευμα τοῦ δευτέρου τό ὑστέρημα τοῦ πρώτου «ὅπως γένηται ἰσότης», κατά τήν ἔκφραση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἡ ἀπάντηση σ᾿ αὐτά τά ἐρωτήματα πρέπει ὁπωσδήποτε νά μᾶς προβληματίσει, κυρίως ἐπειδή αὐτή ἡ ἔλλειψη κοινοτικοῦ πνεύματος καί κυρίως κοινοτικοῦ τρόπου ζωῆς, ὅπου παρουσιάζεται, πιθανόν νά ὀφείλεται στή σύγχρονη πραγματικότητα τῆς ζωῆς πού εὐνοεῖ τήν ἀπομόνωση καί τήν ἔλλειψη σχέσης. Δέν ἀποκλείεται, βέβαια, νά ὀφείλεται καί σ᾿ ἕνα μεγάλο πειρασμό πού μᾶς κάνει νά θεωροῦμε, ἐντελῶς στρεβλά, τήν Ἐκκλησία ὡς ἕνα ἀκόμη θεσμό μέσα στούς τόσους πολλούς πού ὑπάρχουν ἤ, ἀκόμη, ἐπειδή πολλές φορές ἐξαντλοῦμε τήν Ἐκκλησία σέ ἕνα περίκλειστο σύστημα ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι δεσμεύονται ἀπό μία κοινή προκατασκευασμένη ἰδεολογία, ἔστω καί ἂν αὐτή εἶναι τόσο ἱερή, ὅσο ἡ θρησκευτική πίστη».
Σε άλλο σημείο, ο Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου ανέφερε ότι «Ἰδιαίτερα ὅσοι ἀσχολοῦνται ἐντονότερα μέ τά θρησκευτικά ζητήματα, τόν τελευταῖο καιρό ὅλο καί περισσότερο, μέ ἕναν θρασύ καί ἐμμονικό (μήπως δαιμονικό;) τρόπο, μέ περισσή εὐκολία καί ἀνεπίγνωστη ἀνευθυνότητα κρίνουν, κατακρίνουν, σπιλώνουν καί καταδικάζουν τήν πίστη τῶν ἄλλων, τήν ζωή καί τό ἦθος, ἀκόμη καί αὐτά τά ἴδια τά πρόσωπα, σέ ὅποια θέση καί διακονία καί ἄν εὑρίσκονται στήν ἐκκλησιαστική κοινότητα, δίχως τόν παραμικρό σεβασμό στό ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας, θεωρώντας, μάλιστα, ὅτι οἱ πάντες καί τά πάντα «ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν» καί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν ἀληθινή πίστη καί τήν, κατ᾿ αὐτούς, «γνήσια» ὀρθοδοξία, τήν ὁποία ταυτίζουν μόνο μέ αὐτή τήν ἰδεολογικοῦ τύπου ὁμοφροσύνη.
Σέ μιά τέτοια ἐποχή, ὅμως, ἀδελφοί μου, στήν ὁποία παρουσιάζονται ὅλο καί περισσότερα παραδείγματα διαστρέβλωσης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας φρονήματος, ὅλοι μας πρέπει νά καταβάλουμε εἰλικρινῆ προσπάθεια, ὥστε νά μήν ὑποκύψουμε στόν πειρασμό μιᾶς ἰδιότυπης «ἀναμαρτησίας», σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος θεωρεῖ ἑαυτόν τέλειο, ἀπόλυτα ἀκέραιο στήν πίστη καί στόν ὀρθό βίο καί, ὡς ἐκ τούτου, χωρίς τήν ἀνάγκη μετανοίας καί ἐπιστροφῆς, ἀντίθετα πρός τήν πατερική καί ἀσκητική παράδοση πού μᾶς βεβαιώνει, ὅτι πάντοτε ἐν ταπεινώσει καί ποτέ μέ αἴσθηση ναρκισσιστικῆς αὐτάρκειας «δίνεις αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», δηλαδή ἀγωνίζεσαι παρακαλῶντας διαρκῶς, σάν τούς μαθητές Του, τόν Χριστό: «Κύριε, πρόσθες ἡμῖν πίστιν». Εἶναι ἀγῶνας, προσπάθεια, πόνος καί κόπος, ἡ παρουσία τῆς πίστης στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, καί ποτέ δεδομένη. Εἶναι μιά διαρκής πάλη, πού ἄλλοτε ὁδηγεῖ στόν Παράδεισο καί ἄλλοτε ἀκόμη καί σέ μιά σκοτεινή ἄβυσσο, ἀπό τήν ὁποία μόνο ἡ πανσθενουργός Χάρις τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά σέ λυτρώσει».
Ανέφερε, εξάλλου, ότι «Ἡ σχέση καί ἡ ἑνότητά μας μέ τόν Χριστό δέν εἶναι σχέση ἀτομικοῦ τύπου, ἀλλά σχέση ἐκκλησιαστική, στηρίζεται πάντοτε καί στήν παρουσία τῶν ἄλλων, τῶν συνανθρώπων, τῶν φίλων, τῶν συναγωνιστῶν χριστιανῶν, μαζί μέ τούς ὁποίους τηροῦμε τήν ἑνότητα, ζώντας στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, κοινωνοῦντες ἀλλήλοις. «Αὐτός πού δέν ἀνήκει στό σῶμα», θά μᾶς πεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «καί δέν ἔχει ἐπαφή μέ τά ὑπόλοιπα μέλη, δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση οὔτε μέ τήν κεφαλή». Ὁ Χριστός καί ἡ κοινωνία μας στό πανάγιο Σῶμα Του, εἶναι ὁ μοναδικός τρόπος οὐσιαστικῆς ἑνότητας τῶν ἀνθρώπων «ἵνα μή ᾖ σχίσμα ἐν τῷ σώματι, ἀλλά τό αὐτό ὑπέρ ἀλλήλων μεριμνῶσι τά μέλη»».
Ολοκληρώνοντας τον λόγο του ο Επίσκοπος Ωρεών τόνισε: «Εὐχηθεῖτε, Μακαριώτατε πάτερ καί Δέσποτα, ἡ σημερινή ἑορτή καί λαμπρά πανήγυρις τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, τοῦ καί ἱδρυτοῦ τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, νά σημάνει ἀληθινό ἐγερτήριο σάλπισμα πρός τίς σιωπῶσες συνειδήσεις ὅλων μας, ὥστε «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ», νά ὁδηγηθοῦμε «εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ». Ἀμήν!»
Το απόγευμα της ιδίας ημέρας στις 7.00, στον Ιερό Βράχο του Αρείου Πάγου των αρχαίων Αθηνών, εις ανάμνησιν του κηρύγματος του Αποστόλου Παύλου προς τους Αθηναίους, θα τελεσθεί Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου. Κατά τον Εσπερινό θα ομιλήσει ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Βαρνάβας Θεοχάρης, Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών”.
Φωτογραφίες: Χρήστος Μπόνης/Eurokinissi