Την «άμυνά» της ενόψει μιας πρότασης για διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας ετοιμάζει η Εκκλησία της Ελλάδος.
Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος σήμανε «κώδωνα κινδύνου» καθώς ο διαχωρισμός θα οδηγήσει σε διακοπή της μισθοδοσίας των κληρικών από το κράτος.
Πώς θα αντιμετωπίσει κάτι τέτοιο η Εκκλησία; Διεκδικώντας την ακίνητη περιουσία που εκχώρησε στο κράτος από το 1922 και μετά.
Βέβαια, ο Αρχιεπίσκοπος ανοίγοντας ο ίδιος το θέμα του διαχωρισμού καθώς και της χρηστής διαχείρισης της εκκλησιαστικής περιουσίας προκάλεσε αντιδράσεις και στο εσωτερικό της Ιεραρχίας.
Μεταπολιτευτικά ουκ ολίγες φορές έχει τεθεί το θέμα του διαχωρισμού Κράτους – Εκκλησίας. Ενδεικτικά, η θέση διατυπώθηκε στην ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ, υπήρξαν ανάλογες φωνές από κόμματα της Αριστεράς, ενώ ετέθη και από τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή. Αυτή τη φορά, ετέθη… προληπτικά από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο κατά την τακτική σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας την περασμένη Τρίτη. «Σε λίγα χρόνια η Βουλή θα έχει εντολή να προβεί στην αναθεώρηση του Συντάγματος. Θα αφήσουμε να μας προλάβουν οι εξελίξεις; Στο σημείο αυτό προκύπτουν διάφορα ερωτήματα. Ποια σχέση επιθυμούμε; Το μοντέλο των διακριτών ρόλων μάς εξυπηρετεί ακόμη; Ολα αυτά πρέπει πρώτα να τα εξετάσουμε στο εσωτερικό μας και μετά να διαλεχθούμε με την πολιτεία» τόνισε ο κ. Ιερώνυμος. Ποιο θα είναι το βασικό πρακτικό αποτέλεσμα του διαχωρισμού εν μέσω οξύτατης δημοσιονομικής λιτότητας; Η αλλαγή στον τρόπο μισθοδοσίας -περί τα 200 εκατ. ευρώ ετησίως- των 10.000 κληρικών και των ιεραρχών.
Σύμφωνα με τον κ. Ιερώνυμο, η οικονομική αυτονομία είναι απαραίτητη για να αντιμετωπισθεί η θεσμική αλλαγή στις σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας. Ετσι, όπως ανέφεραν στην «Κ» στενοί συνεργάτες του, ανοίγοντας το ζήτημα, η στόχευση του κ. Ιερώνυμου ήταν διττή. Ο πρώτος στόχος είναι το συμμάζεμα των οικονομικών της Εκκλησίας. Αλλωστε ήταν σαφείς οι αιχμές του κ. Ιερώνυμου στην ομιλία του προς την ιεραρχία: «Επιτέλους, ας αναλογιστούμε τις μεγάλες ευθύνες μας στο θέμα της χρηστής διαχείρισης».
Ο δεύτερος στόχος είναι η λεπτομερής καταγραφή των οικονομικών της Εκκλησίας μέσα στην επόμενη τριετία. «Η θέση μας είναι δεινή» διαπίστωσε ο κ. Ιερώνυμος, έχοντας υπόψη ότι από το 2008 η Εκκλησία δεν λαμβάνει μέρισμα από τις μετοχές της στην Εθνική, ενώ δεν είναι πλέον εύκολες ούτε ιδιαίτερα αποδοτικές οι μισθώσεις των ακινήτων της. Ετσι, η καταγραφή αναμένεται ότι θα επιβεβαιώσει το ελλειμματικό ταμείο, αποτελώντας «όπλο» της Εκκλησίας στο ενδεχόμενο διακοπής της μισθοδοσίας από το Κράτος. Ως ύστατο μέτρο, η Εκκλησία δηλώνει ότι θα ζητήσει επιστροφή των ακινήτων που έχει προσφέρει στο Δημόσιο σε κρίσιμες στιγμές του ελληνικού κράτος, όπως σε ακτήμονες το 1922 και το 1952. Τα 90 αυτά χρόνια η Εκκλησία παραχώρησε στο κράτος το 96% της ακίνητης περιουσίας της.
Πάντως, το γεγονός ότι ο κ. Ιερώνυμος άνοιξε συζήτηση περί διαχωρισμού χωρίς να έχει υπάρξει επίσημη πρόταση από θεσμικούς παράγοντες της πολιτείας, προκάλεσε αντιδράσεις εντός της ιεραρχίας, «κυρίως από ιεράρχες με Χριστοδουλικές και συντηρητικές καταβολές», όπως ελέχθη χαρακτηριστικά, οι οποίοι φέρεται να εκτιμούν ότι μία τέτοια πρωτοβουλία θέτει σε θέση άμυνας την Εκκλησία. «Η Εκκλησία δεν επιδιώκει τον χωρισμό. Το ζήτημα ετέθη ώστε η Εκκλησία να οργανώσει την άμυνά της» τόνισαν στην «Κ» συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου, οι οποίοι διαβλέπουν πίσω από τις ενστάσεις προσωπικές φιλοδοξίες.