KYΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
1. Ερμηνεύοντας το Ψαλτήριο, αδελφοί μου χριστιανοί, βρισκόμαστε στον 18ο ψαλμό! Ο ψαλμός αυτός δεν είναι ενιαίος, δεν είναι ένας, αλλά είναι δύο ψαλμοί, με διαφορετικό θέμα ο καθένας, και αργότερα ενώθηκαν σε ένα ψαλμό.
Δυστυχώς όμως κατά την ένωση των δύο ψαλμών εξέπεσαν μερικοί στίχοι και μερικές λέξεις από τον πρώτο ψαλμό και γι᾽ αυτό φαίνεται ελλιπής. Στο σημερινό μας κήρυγμα θα ερμηνεύσουμε τον πρώτο αυτό ψαλμό!
Ο ποιητής του ψαλμού μας βλέπει την γύρω φύση, την απολαμβάνει και την θαυμάζει, και την θεωρεί σαν ένα δυνατό κήρυκα, που κηρύττει την μεγαλοπρέπεια και την δόξα του Θεού. Το ίδιο αυτό είδαμε και στον 8ο ψαλμό και θα το δούμε ακόμη και σε άλλους ψαλμούς (τον 103 και 146). Έτσι είναι χριστιανοί μου. Η γύρω μας φύση, που για την ομορφιά της την λέμε «κόσμο», είναι ένα θαυμαστό βιβλίο, βιβλίο με ακαταμέτρητες σελίδες, που μιλάνε για το μεγαλείο του Δημιουργού Θεού. Η φύση λέγει και φωνάζει ότι υπάρχει Θεός και ότι αυτός ο Θεός είναι πάνσοφος και παντοδύναμος.
Ναί! Ο ποιητής του ψαλμού μας ατενίζοντας προς τα επάνω βλέπει τους ουρανούς και λέγει ότι αυτοί οι άφωνοι ουρανοί «διηγούνται την δόξαν του Θεού» και το «στερέωμα» του ουρανού πάλιν «αναγγέλλει» την «ποίησιν των χειρών» του Θεού. Ότι, δηλαδή, οι ουρανοί και όλα είναι φτιαγμένα από τα χέρια του Θεού: Ο Θεός βέβαια δεν έχει σώμα, για να μιλάμε για «χέρια» Θεού, αλλά έτσι το λέμε εμείς οι άνθρωποι για να το νοήσουμε καλύτερα.
2. Το «κήρυγμα» αυτό των ουρανών, ότι δημιουργήθηκαν από τον Θεό είναι ασταμάτητο, είναι παντοτεινό, και θα διαρκεί όσο υπάρχουν ουρανοί. Η μία μέρα το λέει στην στην άλλη μέρα και η μία νύκτα το λέει στην άλλη νύκτα: «Η μέρα τη ημέρα, ερεύγεται ρήμα και νυξ νυκτί αναγγέλει γνώσιν» (στιχ. 3). Και τι λέγουν οι μέρες και οι νύκτες, η μια στην άλλη; Λέγουν ότι οι ουρανοί και όλα είναι δημιουργήματα του Θεού.
Οι «λόγοι» αυτοί και οι ημερονύκτιες αυτές «λαλιές» των ουρανών δεν ακούγονται μεν (στιχ. 4), αλλά ο αντίλαλός τους γεμίζει όλη την γη και τα λόγια τους φθάνουν μέχρι τα πέρατα της οικουμένης. «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών» (στιχ. 5). Πραγματικά! Οι ουρανοί, δεν μιλάνε μεν, για να ακούσουμε με τα αυτιά μας, αλλά με την μεγαλοπρέπειά τους, με την αρμονία τους και την ουράνια γαλήνη και τάξη τους, κάνουν το ηχηρότερο κήρυγμα στους ανθρώπους για την δόξα του Θεού, γιατί όλα είναι δικά Του δημιουργήματα.
3. Μετά από την γενική αύτή θεώρηση των ουρανών ο ποιητής μας, έρχεται τώρα για να μιλήσει για κάθε ένα από τα ουράνια σώματα. Και αρχίζει από τον μεγαλοπρεπέστατο ήλιο. «Εν τω ηλίω έθετο το σκήνωμα αυτού», λέγει (στιχ. 5). Δυστυχώς όμως ο λόγος αυτός του ποιητού μας είναι ακατανόητος, γιατί λείπει το υποκείμενο. Ποιος έχει το «σκήνωμά του», δηλαδή την σκηνή του, την κατοικία του, στον ήλιο; Ο Θεός; Αλλά πουθενά στην Παλαιά Διαθήκη δεν φαίνεται ότι ο Θεός κατοικεί στον ήλιο. Δύσκολο το χωρίο στην ερμηνεία του. Και ο Ζιγαβηνός λέγει ότι είναι «ασύντακτον» (Migne 128,253). Εδώ ζητάμε την βοήθεια του Εβραικού κειμένου που λέγει ότι «ο ήλιος έχει το σκήνωμά του σ᾽ αυτούς», δηλαδή στους ουρανούς. Έτσι λοιπόν την δύσκολη στην ερμηνεία της φράση του ψαλμωδού «εν τω ηλίω έθετο το σκήνωμα αυτού» θα νοήσουμε ότι ο ήλιος έχει την σκηνή του στους ουρανούς. Είναι η λαική αντίληψη που πίστευαν τότε, ότι ο ήλιος ανατέλλοντας βγαίνει από την σκηνή του και δύοντας ξανα-μπαίνει σ᾽ αυτήν, για να αναπαυθεί. Το στοιχείο αυτό είναι λαική αντίληψη, αλλά πρέπει να μας κάνει εντύπωση ότι ο ποιητής μας άφοβα την χρησιμοποιεί, γιατί και αυτή εξυπηρετεί τον σκοπό του, την δόξα και μεγαλοπρέπεια του Θεού, που θέλει να υμνήσει. Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι ενώ οι Έλληνες ομιλούν για ανάκτορο του ηλίου, ο Ισραηλίτης που έζησε σε σκηνές στην έρημο, ομιλεί για «σκήνωμα», για σκηνή του ηλίου.
Στον καταγάλανο ουρανό της Ανατολής ο ήλιος ανατέλλοντας παρουσιάζεται με λαμπρή μεγαλοπρέπεια. Θαυμάζοντας την μεγαλοπρέπεια αυτή του ηλίου ο ποιητής μας παριστάνει εδώ τον ήλιο ως νυμφίο που εξέρχεται από την νυμφική παστάδα στολισμένος και απαστράπτοντας με την λαμπρότητα των ιματίων του. Λέγει λοιπόν ο ποιητής μας: «Και αυτός (δηλαδή ο ήλιος) ως νυμφίος εκπορευόμενος εκ παστού αυτού» (στιχ. 6α).
Μετά την λαμπρότητα του ηλίου ο ποιητής μας θαυμάζει το ότι, ο ήλιος πάλι ακολουθεί πιστά την τροχιά του και μάλιστα την τρέχει γρήγορα («δραμείν»), σαν γίγαντας, σαν ήρωας: «Αγαλλιάσεται ως γίγας δραμείν την οδόν αυτού» (στιχ. 6β). Όπως ο γίγαντας, ο ήρωας χαρούμενος και με ταχύτητα τρέχει στον αγώνα, έτσι και ο ήλιος ζωηρός πάντοτε («αγαλλιάσεται»), χωρίς να κουράζεται, τρέχει τον δρόμο του.
Ανατέλλοντας ο ήλιος, κυριαρχεί στην γη απ᾽ άκρου εις άκρον, δίνοντας σ᾽ αυτήν το φως και την θερμότητα. Γι᾽ αυτό και λέγει στο τέλος ο ποιητής μας για τον μεγαλοπρεπή ήλιο: «Απ᾽ άκρου του ουρανού η έξοδος αυτού και το κατάντημα αυτού έως άκρον του ουρανού κάι ουκ έστιν ος αποκρυβήσεται της θέρμης αυτού» (στιχ. 7). Ο ποιητής μας, ζώντας στην Παλαιστίνη με το ξηρό και θερμό της κλίμα, μιλάει ιδιαίτερα για την θερμότητα, την καύση του ηλίου.
Τελείωσε εδώ ο ψαλμός μας τον λόγο του για τον ήλιο. Για άλλα ουράνια σώματα δεν λέγει. Θα πρέπει όμως να υποθέσουμε ότι υπήρχαν στίχοι που έκαναν λόγο και για άλλα ουράνια σώματα, αλλά κατά την συνένωση του ψαλμού μας με τον άλλο ψαλμό εξέπεσαν οι στίχοι αυτοί.
Ας δοξάσουμε, χριστιανοί μου, το μεγαλείο του Θεού μας από τον όμορφο κόσμο που ζούμε και ας λέμε πάντα: «Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας»!
Με πολλές ευχές
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας