Κυριακάτικο εγκύκλιο κήρυγμα του Μητροπολίτυο Γόρτυνος Ιερεμία
Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΑΘΕΩΝ
1. Παρακαλώ, χριστιανοί μου, να προσέξετε το κήρυγμα που θα κάνω σήμερα ερμηνεύοντας τον 13ο Ψαλμό. Ο Ψαλμωδός μιλάει για έναν άθεο άνθρωπο, που στην καρδιά του πρώτα, μυστικά, αλλά και φανερά έπειτα, διακήρυξε ότι δεν υπάρχει Θεός.
«Είπεν άφρων εν καρδία αυτού· ουκ έστι Θεός» (στιχ. 1)!… Το σύνθημα του ανθρώπου αυτού φαίνεται ότι επηρέασε την κοινωνία, γιατί στην συνέχεια ο ποιητής μας παρουσιάζει μία κοινωνία στα «κακά της χάλια»!… Έτσι είναι, αδελφοί μου! Γιά έναν που δεν υπάρχει Θεός όλα επιτρέπονται! Καί οι ανηθικότητες και οι φόνοι και οι απάτες, όλα-όλα επιτρέπονται στην άθεη κοινωνία. Γι᾽ αυτό και παρακάτω λέγει ο Ψαλμωδός μας περί των πολιτών της αθέου κοινωνίας: «Διεφθάρησαν και εβδελύχθησαν εν επιτηδεύμασιν· ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός» (στιχ. 1) Καί στην συνέχεια λέγει ο Ψαλμωδός μας πιο κτυπητές εκφράσεις χαρακτηρίζοντας τους ανθρώπους μιάς άθεης κοινωνίας. Λέγει δηλαδή γι᾽ αυτούς ότι «όλοι τους παρεξέκλιναν», όλοι τους «εξαχρειώθηκαν» («άμα ηχρειώθησαν»)· ο λάρυγγάς τους, για τα λόγια που εκστομίζουν, είναι σαν «ανοικτός τάφος», που βρωμάει («τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών»), τα χείλη τους στάζουν «δηλητήριο φαρμακερών ασπίδων» και τα πόδια τους τρέχουν «εκχέαι αίμα», να διαπράξουν, δηλαδή, φόνους (στιχ. 3). «Χαρείτε», λοιπόν, την κοινωνία των αθέων, που ο άρχοντάς τους διεκήρυξε και φρόντισε να εφαρμόσει το σύνθημα «ουκ έστι Θεός»!… Από τα παραπάνω, χριστιανοί μου, φαίνεται ότι η αθεία φέρει πολλή αμαρτία. Το «ουκ έστι Θεός» (στιχ. 1) φέρει το «πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός» και τα υπόλοιπα θλιβερά και αποτροπιαστικά, που είπαμε παραπάνω (στιχ. 3).
2. Την διαπίστωση της αμαρτωλής ζωής των αθέων κάνει ο Ίδιος ο Θεός. Όπως παλαιά, στον καιρό του κατακλυσμού και στις ημέρες της πυργοποιίας και των Σοδόμων και Γομόρρων (βλ. Γεν. 6,5-12. 11,5. 18,21), ο Ίδιος ο Θεός διεπίστωσε την κακία και την διαφθορά των ανθρώπων και επέφερε την καταστροφή τους, έτσι και τώρα, ο Ίδιος ο Θεός «έσκυψε από τον ουρανό», λέγει παραστατικά ο Ψαλμός μας, για να δεί σ᾽ αυτή την κοινωνία «ει εστι συνιών ή εκζητών τον Θεόν» (στιχ. 2). Αλλά ο Θεός, εκτός από τα αμαρτήματα των ανθρώπων της αθέου κοινωνίας, για τα οποία μιλήσαμε παραπάνω, διαπιστώνει κάι άλλο σοβαρό αμάρτημά τους: Οι άνθρωποι είναι «δημοβόροι», όπως λέγει κάπου ο Όμηρος. Κατατρώγουν τον λαό με τόση αναισθησία με όση τρώνε το ψωμί τους!: «Οι εσθίοντες τον λαόν μου – λέγει ο Θεός – εν βρώσει άρτου» (στιχ. 4). Είναι το ίδιο με αυτό που λέγει ο Θεός αλλού προς τους άρχοντες: «Φέρεστε στο λαό μου σαν να ήταν ζώα, που πάνε για σφαγή. Τούς γδέρνετε και παίρνετε το δέρμα τους και ξεκολλάτε τις σάρκες τους από τα κόκκαλά τους. Τρέφεστε με τις σάρκες του λαού μου, τους κάνετε κομμάτια σαν να ήταν κρέας για την χύτρα. Με αυτόν τον τρόπο κακομεταχειρίζεστε τον λαό μου» (Μιχ. 3,2-3)!…
Η κοινωνία λοιπόν των ανθρώπων, που διαμορφώθηκε με το σύνθημα «ουκ έστι Θεός» παρουσιάζει μεγάλη αθλιότητα όλων των ανθρώπων· αλλά οι άρχοντές τους, μαζί με τα άλλα, είναι και καταπιεστές των πτωχών και των αδυνάτων. Καταπατούν κάθε επιθυμία τους. «Βουλήν πτωχού κατησχύνατε», λέγει ο Θεός σ᾽ αυτούς. Ο πτωχός όμως και ο ανίσχυρος, τον οποίον αδικούν αυτοί οι άθεοι εξουσιαστές έχει ελπίδα τον Θεό. «Κύριος ελπίς αυτού εστι», λέγει ο Ψαλμός μας για τον πτωχό (στιχ. 6). Ο Κύριος είναι «εν γενεά δικαίων» (στιχ. 5) την οποίαν όμως καταφρονούν οι άθεοι.
3. Άθλια είναι, χριστιανοί μου, η ζωή και η κοινωνία των ανθρώπων χωρίς τον Θεό. Δεν μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος χωρίς τον Θεό, γιατί είναι πλασμένος γι᾽ Αυτόν. Όπως το ψάρι έγινε για το νερό, έτσι και ο άνθρωπος έγινε για τον Θεό.
Καί επειδή οι άθεοι απέβαλαν τον Θεό από την ψυχή τους και την ζωή τους, κατ᾽ ανάγκην θα έχουν για θεό και θεούς άλλα δικά τους κατασκευάσματα, δεισιδαιμονίες και ανύπαρκτα φαντάσματα. Αυτά όμως δεν θα τους δίνουν χαρά και ανάπαυση στην ζωή, αλλά θα τους φέρουν φόβο και ταραχή. Γι᾽ αυτό και λέγει παρακάτω ο ψαλμός μας περί αθέων ότι «εκεί εδειλίασαν φόβον, ου ουκ ην φόβος» (στιχ. 5)!
Τέλος πάντων! Όλη η ταλαιπωρία και η αθλιότητα των αθέων ερμηνεύεται, όπως λέγει ο Ψαλμωδός μας, από το ότι αυτοί αποκόπηκαν από τον Θεό και δεν προσεύχονται σ᾽ Αυτόν: «Τον Κύριον ουκ επεκαλέσαντο» (στιχ 4β)· δεν έχουν το γλυκό και προστατευτικό αίσθημα του φόβου του Θεού: «Ουκ έστι φόβος Θεού απέναντι των οφθαλμών αυτών» (στιχ. 3β).
4. Ο Ψαλμωδός μας στρέφει τέλος τα βλέμματά του στον ευλογημένο λαό του Θεού, στα τέκνα της Σιών, σ᾽ αυτούς που πάσχουν από την κακία και την καταδυνάστευση των κακών εξουσιαστών. Γι᾽ αυτό και τελειώνει τον ψαλμό του με προσευχή υπέρ αυτών· υπέρ απαλλαγής τους από τα δεινά και απελευθέρωσής τους από την αιχμαλωσία και επιστροφής τους στην γλυκειά πατρίδα τους.
Με πολλές ευχές,
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας