του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Γουμενίσσης κ. Δημητρίου
Για 39η φορά γιορτάστηκε στην ιστορική έδρα της Μητροπόλεώς μας η εύρεση και επανενθρόνιση της Θεομητορικής εικόνος της επονομαζομένης “Γουμένισσα”.
Ευλαβικός, πανηγυρικός ο εορτασμός ως εμπρέπει στην Μητέρα του Θεού και Μητέρα της σωτηρίας των ανθρώπων.
Τα έντονα καιρικά φαινόμενα δεν επέτρεψαν μεν την καθιερωμένη λιτανεία, η εορταστική όμως αναφορά στη χάρη Της και η λατρευτική δοξολογία του Θεού εκφράστηκαν ως έδει στην πανηγυρική θεία λειτουργία.
Το πλήρωμα της τοπικής μας Εκκλησίας απέδωσε τον οφειλετικό ασπασμό στη χάρη Της και την τιμητική προσκύνηση, προσδεόμενο της μητρικής Της βοηθείας και για τη διαδρομή του βίου και για την χαριτοδοσία των επέκεινα.
Εκφραστική των ανωτέρω, και η εόρτια ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γουμενίσσης κ. Δημητρίου, που εστίασε στον κυκεώνα των τωρινών οριακών προβλημάτων και στην εκκλησιαστική διέξοδο.
«“Κύριος ο Θεός ευλογητός, ευλογητός Κύριος ημέραν καθ᾿ ημέραν· κατευοδώσαι ημίν ο Θεός των σωτηρίων ημών, ο Θεός ημών, ο Θεός του σώζειν, και του Κυρίου Κυρίου αι διέξοδοι του θανάτου” (ψαλμ. 67, 20-21· βλ. Διάψαλμα Γ΄ Ώρας).
Δόξα τω Θεώ, αξιωνόμαστε εν ζωή άλλη μια χρονιά να υμνολογήσουμε το Σωτήρα και Θεό μας και την Παναγία Μητέρα της ενανθρωπήσεώς Του, για τη σημερινή κοινή γιορτή της Γουμένισσας, της Παιονίας και (τώρα πλέον) όλης της Μητροπόλεως.
Αρχές Μαρτίου του 1975, ο πειρασμός είχε φθονήσει τον τόπο αυτόν για το στολίδι μας, για το καταφύγιό μας, για την ελπίδα και τη σιγουριά μας, για τον ορατό μας Παράδεισο, για την αισθητή μας λύτρωση, για το κειμήλιο της ιστορικής εκκλησιαστικής μας υπόστασης.
Ο πειρασμός φθόνησε τους χριστιανούς, τους εδώ κατοίκους, μα και αυτόχρημα συνοριακούς φρουρούς της Ελλάδος, γιατί η Παναγία μας συμφώνησε με την ευλαβική υιοπρεπή επιλογή μας, δέχθηκε να πάρει το όνομα του τόπου μας και να επονομασθεί “Γουμένισσα”.
Εκείνη που χώρεσε τον Αχώρητο, Εκείνη που ως άνθρωπος και γέννησε και επενδύθηκε τον Θεάνθρωπο Υιό Της, Εκείνη λαμπροφορέθηκε με όλη τη Χάρη του Παρακλήτου, Εκείνη την Οποία προγνώριζε όλη η Αγία Τριάς (πριν φτιάξει τον κόσμο), και στην Οποία ευδόκησε ο Τριαδικός Θεός (πριν ακόμη γεννηθούν και Την γεννήσουν οι Δίκαιοι Ιωακείμ και Άννα), Εκείνη η προεγνωσμένη στο Θεό (για την ολοτελή Της υπακοή και αγιότητα, για την ολοτελή Της παρθενία και εκούσια τελειότητα αυτοπροσφοράς σαν μοναδικό δώρο στο Θεό)· η Κόρη των προφητειών της πανανθρώπινης προετοιμασίας· η πρωτο-λυτρωμένη και πρωτο-σωσμένη και πρωτ-αγιασμένη (από τη λυτρωτική συγκατάβαση και σταύρωση και ανάσταση και ανάληψη του Σωτήρος Υιού και Θεού Της και Θεού μας)… Εκείνη θέλησε και περιχωρήθηκε σε μια μικρή Κωμόπολη!
”Γουμένισσα” λέγαν τον τόπο; “Γουμένισσα” ονομάστηκε η πολυώνυμη Θεοτόκος!
Η Βρεφοκρατούσα Θεοτόκος, η Γλυκοφιλούσα Θεοτόκος, η Θεανθρωπο-κρατούσα Θεοτόκος, προσδέχθηκε το άσμα των ασμάτων της καρδιάς μας για Κείνην!
Αποδέχθηκε περιχαρής το δικό μας “επί πλέον” (το “Γουμένισσα”) στο δικό Της “άπαν” (το “Θεοτόκος”) που περιλαμβάνει τον Υιό Της και την Εκκλησία Του.
Καί όπως θεολογούν οι πνευματοκίνητοι Πατέρες, αρκούσε και μόνη η Θεοτόκος ως απόκριση αγάπης και ταπείνωσης, ως απάντηση ευχαριστίας και υπακοής (αντί ολοκλήρου του κτιστού κόσμου) στην άκρα συγκατάβαση “του αγαπήσαντος ημάς Σωτήρος”… …ε, λοιπόν!
Αυτό το πανίερο και μοναδικό ανθρώπινο πρόσωπο, αυτή η πανάγια ανθρώπινη ύπαρξη, αυτή η τετελειωμένη ανθρώπινη οντότητα,… έγινε ιδιαιτέρως Δική μας, και γίναμε εξαιρέτως δικοί Της!
Μας θέλησε, και Την θελήσαμε. Μας ευσπλαχνίστηκε, και Την αγαπήσαμε. Μας σκέπτεται αδιάλειπτα, και Την σκεπτόμαστε ευλαβικά.
Μας φροντίζει ασταμάτητα, κι εμείς Την ονοματίζουμε με τα χείλη και με την καρδιά και με το σταυροκόπημα: “Παναγία μου!” και “Παναγία μου!” και πάλι “Παναγία μου!” Την προσβλέπουμε με την ολόψυχη πενιχρή μας ευλάβεια, και μας προσβλέπει με την απέραντη δική Της στοργή.
Ωσάν να μην έχουμε τίποτε άλλο ωραιότερο και μοναδικότερο, έξω από την Βρεφοκρατούσα Παναγία την Γουμένισσα. Ωσάν να μην έχει κανέναν άλλον ωραιότερο και μοναδικότερο στον κόσμο η Βρεφοκρατούσα Θεομήτωρ η Γουμένισσα, έξω από εμάς!
Γι᾽ αυτό άρχισα το λόγο μου με τη δοξολογία του Υιού Της (Κύριος ο Θεός ευλογητός). Γι᾽ αυτό σήμερα, εδώ, στη Γουμένισσα, συναχθήκαμε και εκκλησιαζόμεθα και προσφέρουμε στο Θεό Πατέρα τη θεία λειτουργία (με Αρχιερέα τον Υιό Του, χάρις στην ενεργό παρουσία του Αγίου Πνεύματος).
***
Το μυστήριο που έζησε και υπηρέτησε η Παναγία μας, το ουρανο-επίγειο δώρο της πανανθρώπινης απολυτρώσεως και σωτηρίας, αυτό το γεγονός (που λέγεται και είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός), αυτό το μυστήριο (που λέγεται και είναι εκκλησία των πιστών στο Χριστό), αυτό το μυστήριο περιμένει διαρκώς τη δική μας ελεύθερη και φιλότιμη συγκατάθεση, για να γενούμε φορείς της δωρεάς του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος (ωσάν τους Αγίους και τους Δικαίους της πίστης μας, ωσάν τους ήρωες της φυλής μας).
Καί αυτό το μυστήριο, αυτή η δωρεά (η Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος) δεν υποστέλλεται ούτε περιστέλλεται ούτε αναιρείται από την τωρινή παγκόσμια υποτίμηση των ανθρωπίνων.
Αυτό το μυστήριο δεν γίνεται να το υφαρπάξουν οι λίγοι ιδιοτελώς. Ούτε σε Τράπεζες εμβάζεται ούτε σε Χρηματιστήρια διατιμάται ούτε σε χάρτες παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής ανακατανέμεται.
Είναι δώρο του Τριαδικού Θεού εξ ίσου προς πάντα πιστεύοντα ορθόδοξο χριστιανό, αλλά και ανοικτό προς άπασαν την παναθρωπότητα ως κάλεσμα χριστοσωτηρίας, μέχρι το έσχατο συγκάλεσμα της Κρίσεως απάντων.
***
Όμως, ξεχάστηκα, υμνώντας μαζί με όλους σας “τον ύμνο του Θεού” και “τον ύμνο της Μητέρας του Θεού”, που ειρηνεύει και ζωογονεί τις ψυχές μας.
Ξεχάστηκα, όπως ξεχνάει κανείς τα βάσανα και τις έγνοιες, κυττάζοντας την πανέμορφη αθωότητα των μικρών παιδιών. Καθώς αυτή η παιδική αθωότητα (κι ας φαίνεται ελλιπής) ωστόσο περικλείει όλην την ομορφιά της ανθρωπινότητας!
Η ανθρωπινότητα δεν διασώζεται στο 20% της τωρινής ανθρωπότητας που διαχειρίζεται ιδιοτελώς το πλαστικό χρήμα, ενώ το υπόλοιπο 80% των ανθρώπων πεινάει και δυστυχεί, υποδουλωμένο στις αλόγιστες και παραλογισμένες ιδιοτέλειες των ολίγων.
Η ανθρωπινότητα δεν διασώζεται στην επιστήμη της γνώσης και της τεχνολογίας, όταν αυτές γίνονται εγχειρίδια πλουτισμού των λίγων σε βάρος της υπόλοιπης βασανισμένης ανθρωπότητας.
Η ανθρωπινότητα δεν διασώζεται στο σημερινό παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, που είναι ένας ακήρυχτος πόλεμος απανθρωπιάς, προσάναμμα τόσων πολέμων και καταστροφών.
Η πολιτική σήμερα, και μέσα στον ΟΗΕ και έξω από τον ΟΗΕ, είναι περιποιημένη υπηρέτρια της… απανθρωπιάς, εντολοδόχος της πολιτικής υποκρισίας διεθνών οικονομικών συμφερόντων, όχι απλώς δίχως ανθρωπιά πρακτικής, αλλά δίχως ανθρωπινότητα ήθους και υπόστασης!
Έχουμε πλέον μια μετάλλαξη της ανθρωπινότητος σε επιστημονικές και τεχνολογικές τερατογενέσεις. Ψάχνουν οι βιογενετιστές καθ᾽ εαυτούς να ανακαλύψουν την ανθρωπογένεση, επ᾽ ωφελεία μάλλον της γνώσης είτε και της ανθρωπινής ζωής.
Όμως, αυτό που δεν ψάχνουν ή που δεν τολμούν να καταγγείλουν οι αμειβόμενοι επιστήμονες είναι η οικονομική και φιλοσοφική τερατογένεση της απανθρωπιάς!
Γι᾽ αυτό εμείς, οι απλοί και πονεμένοι άνθρωποι, απογοητευμένοι, επαναπαυόμαστε τουλάχιστον στην ενυπόστατη, ακίβδηλη απαρχή της ανθρωπινότητος και της ανθρωπιάς: στην παιδική αθωότητα. Διότι, κατά βάθος, λαχταρούμε να διατηρήσουμε όσο γίνεται πιο καθάρια, πιο αμόλυντα, πιο νεανικά και αγέραστα, πιο αδιατίμητα και γνήσια τα χαρακτηριστικά του “είναί” μας και την πληρότητα και μονιμότητά τους.
***
Στο σημείο αυτό, γεννώνται κάποια βασανιστικά ερωτηματικά.
Αναπνεύσαμε λιγάκι από τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τις πολιτικο-οικονομικές διεθνικές συνέπειές του, και όμως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ποικιλία νέων αδιεξόδων εντάσεων, απελπιστικών, εξουθενωτικών για κάθε άνθρωπο, για σύνολη την ανθρωπότητα, για τις προοπτικές μιάς ειρηνικής και δημιουργικής επιβίωσης.
Οι λίγοι παίζουν στα ζάρια όχι μόνο το μέλλον του κόσμου, προς ίδιον όφελος, αλλά παίζουν αυτό τούτο το “παρόν” ή μάλλον αυτό το ίδιο το “είναι” όλων μας.
Οι επιθετικοί εξοπλισμοί και οι προκλητές φονικές εντάσεις, η καταιγιστική διεκδίκηση και εμπορεία όλων των φυσικών και ατμοσφαιρικών και τεχνητών ευκαιριών, παρ᾽ όλες τις φαινόμενες προόδους διεθνών συμφωνιών στα ατομικά δικαιώματα, δείχνει πως έχουμε απωλέσει το ισοζύγιο της ανθρωπιάς, τα σταθμά της ειρήνης, την αξιακή αναφορά στο κοινωνικό ήθος.
Είμεθα μάλλον η πιο πολιτισμένη περίοδος της πανανθρωπότητος, με τεράστιες γνωσιακές και τεχνολογικές επιστημονικές προόδους, κι όμως δεν έχουμε ανακαλύψει ακόμη την “ανθρωπιά”, τον “άνθρωπο”, την “ανθρωπινότητα”.
Υπάρχουν στο λεξιλόγιο των διεθνών συμφωνιών, αλλ᾽ απουσιάζουν από το “καρδιο-λόγιο” και την διεθνική πρακτική, λείπουν παντελώς από τη μετανεωτερική φιλοσοφία μιάς ζωής δίχως τον ενανθρωπισμένο και αυτο-αποκαλυφθέντα Θεό.
Ο καθένας μας εισπράττει τα δεινά με έναν προσωπικό τρόπο τραγικότητας, με μιάν διαβαθμισμένη ένταση εξουθένωσης. Η αναμέτρηση του σημερινού κόσμου παγκοσμίως (και ημών, εδώ, στην Ελλάδα) με την απανθρωπιά, που φέρει το εκσυγχρονισμένο όνομα “κρίση”, ολοέν και δραματικότερα στεγνώνει την ικμάδα της ζωντάνιας και της δημιουργικότητας. Καί, βέβαια, πολλοί άνθρωποι απελπισμένα διερωτώνται:
Πού είναι ο Θεός; Γιατί δεν επεμβαίνει να δώσει τέρμα στα δεινά του λαού μας και όλου του κόσμου;
Πού είναι ο Θεός; Γιατί δεν παρεμβαίνει σε τόσους διεθνικούς πολιτικο-οικονομικούς πολέμους με θρησκευτικά μανιακά κακουργήματα;
Πού είναι ο Θεός; Γιατί δεν ξανακάνει εύκολη τη διαβίωσή μας, χωρίς βάσανα και δυσκολίες, χωρίς απειλές και τρομοκρατίες, χωρίς πολέμους;
Η θεολογική απόκριση είναι σαφής:
Με παρόμοια ερωτήματα αναμετρήθηκαν πολλοί Άγιοι, αν όχι όλοι οι Άγιοι. Στον εκτεταμένο προφητικό του λόγο ο άγιος Ησαίας μας δίνει συνεχώς τραγικούς διαλόγους απελπισμένης πίστης των ανθρώπων στο Θεό και απαντήσεων ελπιδοφόρων από το Θεό (βλ. κεφ. 1 και κεφ. 49): «Είπε δε Σιών· εγκατέλιπέ με Κύριος, και ο Κύριος επελάθετό μου. Μη επιλήσεται γυνή του παιδίου αυτής του μη ελεήσαι τα έκγονα της κοιλίας αυτής; ει δε και ταύτα επιλάθοιτο γυνή, αλλ᾿ εγώ ουκ επιλήσομαί σου, είπε Κύριος» (κεφ. 49: 14-15)!
Ακόμη κι αν μια γυναίκα φθάσει στο σημείο να αδιαφορήσει για τα σπλάχνα της, τουναντίον εγώ ποτέ δεν θα σας λησμονήσω. Υπάρχουμε, διότι Εκείνος θέλει και υπάρχουμε.
Η έλλογη και ένζωος ύπαρξή μας είναι δικό Του δώρο, δώρο ανεξάντλητης πρόνοιας, ανείκαστης στοργής.
Όμως, γιατί υποφέρουμε;
Στην πρώτη-πρώτη καθημερινή προσευχή “Βασιλεύ ουράνιε…” διαλαλούμε: “ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών”. Καί παρακαλούμε: “ελθέ και σκήνωσον εν ημίν…”!
Θα έλεγα επίκαιρα, ψηφίζουμε Χριστό, με τον εκκλησιαστικό τρόπο που τον δοκίμασαν αναρίθμητοι δικαιωμένοι είτε αγιασμένοι συνάνθρωποί μας, όπως και σήμερα αυτό επιτελείται στις ιεραποστολικές χώρες ή και εδώ σε μας, με όσους επιστρέφουν εις εαυτούς και ακολούθως εις Χριστόν.
Όλοι όσοι βρήκαν τον Χριστό, ομιλούν με μιάν αμεσότητα και αμοιβαιότητα κοινωνίας μαζί Του. Όλοι, ανεξαιρέτως διαλαλούν τη λυτρωτική αυτή επιλογή, τη σωστική αυτή συνάντηση.
Εδώ είναι η απάντηση στα βασανιστικά ερωτήματα. Μην περιμένουμε να αλλάξει η πανανθρώπινη κατάσταση, εάν δεν θελήσουμε να συναντηθούμε με το Χριστό.
Μηχανι(στι)κες λύσεις δεν υπάρχουν στην ιστορία της σωτηρίας. Μηχανι(στι)κες λύσεις δεν υπάρχουν στην παγκόσμια αναζήτηση της ευτυχίας.
Ο,τιδήποτε και οποιοσδήποτε φαίνεται πως “υπάρχει” χωρίς να έχει μερίδιο μετοχής στον “πανταχού παρόντα Θεό”, δυστυχώς μεταφέρει τη νεκρότητα του ήθους, τη νεκρότητα του “είναι”, τη νεκρότητα της επιβίωσης, ως απρόσωπος αριθμός.
Καί με αυτό το “ανυπόστατο” μετέχει είτε ως ανενεργός είτε ως ενεργός αριθμός στην κοσμικότητα (οικονομία, πολιτική, επικοινωνία, διεθνισμό, παγκοσμιοποίηση, πολιτισμό κ.ο.κ.).
Έχουμε συνηθίσει σε έναν πολιτισμό μηχανιστικής λειτουργικότητος. Ακόμη και τις φιλικές σχέσεις τις υποτάσσουμε στις μηχανιστικές πρακτικές επικοινωνίας (όχι όμως αληθινής κοινωνίας).
Αποζητούμε τις εύκολες λύσεις, απρόθυμοι να επιδοτήσουμε τη γνώμη και τη θέληση και το ήθός μας με το μοναδικό άπτωτο “επίδομα”, που είναι το “εν Χριστώ”.
Ο Θεός δεν μας δάνεισε την ύπαρξη και τον Εαυτό Του (σαν τον τοκογλύφο “πειρασμό” και τα φανερά εγκόσμια διεθνή όργανά του).
Ο Θεός μας έδωσε την ύπαρξη και μας δίνει τον ῾Εαυτό Του, ώστε να γίνουμε “ένα” μαζί Του, αυτό που το διαλαλούν ο απόστολος Παύλος και όλοι οι Παύλοι όλων των εποχών: “εν Χριστώ”.
Οπότε, για να είμαστε ειλικρινείς και έντιμοι, να αρχίσουμε να μαθαίνουμε εμείς πρώτοι και να διδάσκουμε με τον τρόπο μας στην κοινωνική και πολιτική και επιστημονική και πολιτιστική στελέχωση του δικού μας “σήμερα”: το σωστό υπαρξιακό ερώτημα για τις πανανθρώπινες τραγικότητες.
Πού βρισκόμαστε σε σχέση με τον ζώντα Θεό;
Πόσο αποζητούμε το Θεό, με πόσην πείνα και δίψα σχέσης, στα δευτερόλεπτα της ατομικής μας ιστορίας;
Με πόσο Θεό φτιάξαμε την τωρινή μας ιστορία;
Τι εμπνεύσαμε στην τωρινή κοινωνία; Πόσο Χριστό φανερώνουμε και μοιραζόμαστε μεταξύ μας στις καθημερινές μας σχέσεις και συναλλαγές; Πόσο Χριστό βλέπουμε ο ένας στον άλλον, στις χαρές και προπαντός στις ανάγκες μας; Εδώ είναι η λύση, εδώ είναι η λυ(τρω)ση.
***
Η Παναγία μας η Γουμένισσα έρχεται σήμερα, με την εορτή Της, και μας δείχνει το δρόμο, την πραγματικότητα, τη ζωντάνια, που είναι ο Χριστός (δηλαδή ο Θεός που έγινε άνθρωπος και μας έδωσε την άμεση δυνατότητα της σχέσης μαζί Του μέσα στο μυστήριο της εκκλησιαστικής ύπαρξης).
Στα δικά Της χρόνια δεν ήταν ούτε άγιες ούτε βολικές οι κοσμικές και κοινωνικές συνθήκες. Κι Εκείνη και ο Υιός Της και Θεός μας αναμετρήθηκαν με κατατρεγμούς, μέχρι σταυρώσεως και ρομφαίας.
Αλλά δεν νίκησε η απανθρωπιά. Νίκησε ο Σταυρός και η Ανάσταση. Εδώ είναι η δύναμη και η υπομονή και η νίκη μας, εφαρμοσμένες στην καθημερινή διαβίωση και κοινωνική σχέση.
Αρχές Μαρτίου του 1975, ξαναβρήκαμε την Παναγία τη Γουμένισσα. Εμπρός, λοιπόν, αρχές Μαρτίου του 2014, να ξαναβρούμε την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη του Χριστού και της Παναγίας, του Θεού και της Εκκλησίας, του Σωτήρα και καθενός συνανθρώπου μας που περιμένει από μας την απλοχεριά της ανθρωπιάς, της βαπτισμένης στη χάρη του Θεού. Αμήν.