Του Σεβ. Mητροπολίτου Ζιμπάμπουε Σεραφείμ
Στη Ευαγγελική Περικοπή αυτής της Κυριακής βλέπουμε πως μερικοί από τους σημαντικότερους Μαθητές του Χριστού και Αποστόλους, στην κλήση τους να ακολουθήσουν τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν, εγκαταλείπουν τα πάντα χωρίς δισταγμό και αμφιβολία. Θυσιάζουν τα πάντα για να γίνουν μαθητές του Χριστού.
Μερικά χαρακτηριστικά της ιστορίας αυτής είναι αξιοπρόσεκτα, πρώτον, ο Χριστός καλεί για μαθητές του απλούς ανθρώπους της εργατιάς, του καθημερινού μόχθού, καλεί ανθρώπους που δεν είναι πλούσιοι. Άλλωστε όταν κάλεσε πλούσιους για τον ίδιο σκοπό να τον ακολουθήσουν, αρνήθησαν, έστω κι αν το ρώτησαν, τι έπρεπε ακόμη να κάνουν για να κερδίσουν τη Βασιλεία των Ουρανών. Όταν άκουσαν ότι πρέπει να πωλήσουν τα υπάρχοντα τους και να τα βοηθήσουν τους φτωχούς, έφυγαν μακρυά από τον Ιησού στενοχωρημένοι. Αυτοί που νομίζουν ότι θα ζουν αιώνια στη γη δεν μπορούν να αγαπήσουν την αιωνιότητα του Παραδείσου.
Οι μαθητές του Χριστού μπορεί να μη ήσαν πολύ πλούσιοι, ήσαν όμως ευκατάστατοι με κάποια περιουσία, τα άφησαν όμως όλα για να ακολουθήσουν τον Ιησού, να διακονήσουν τους πονεμένους συνανθρώπους τους, έστω κι αν στο τέλος απάνθρωποι και κακούργοι άνθρωποι θα τους αποκεφάλιζαν, όπως άδικα άλλωστε σταύρωσαν και τον Χριστόν. Τους ανθρώπους που κάνουν το καλό συνήθως τους ανταμοίβουμε, μερικές φορές όμως τους τιμωρούμε κιόλας. Γι’ αυτό λέμε να φοβώμαστε την εκδίκηση από αυτούς που ευεργετούμε. Πόσες φορές αχάριστα παιδιά, αχάριστοι συγγενείς, αχάριστοι φίλοι που τους βοηθήσαμε, μας πληγώνουν, μας αδικούν, λες και εμείς που κάποτε κάναμε θυσίες γι’ αυτούς, είμαστε οι χειρότεροι εχθροί τους.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της σημερινής ευαγγελικής Περικοπής, είναι το θαύμα που πραγματοποιεί ο Χριστός. Ενώ όλο το βράδυ προσπαθούσαν οι φτωχοί ψαράδες να ψαρέψουν μερικά ψάρια χωρίς κανένα αποτέλεσμα, με την προτροπή του Χριστού, μάζεψαν τόσα πολλά στα δίκτυα τους που κινδύνευαν να σπάσουν. Ο Ιησούς Χριστός είναι Θεός, κι όταν είμαστε κοντά στο Θεό, δεν υπάρχει τίποτα στο κόσμο που δεν μπορούμε να το έχουμε. Από την άλλη όμως βλέπουμε και την υπακοή των ψαράδων στην προτροπή του Ιησού. Πόσες φορές ακούομε τις προτροπές της Εκκλησίας μας και εμείς κάνουμε του κεφαλιού μας. Πόσες φορές αντί να ακολουθούμε το Θέλημα του Θεού, δίνουμε προτεραιότητα στο δικό μας εγωϊστικό και αμαρτωλό θέλημα.
Πόσες φορές τα παιδιά μας περιφρονούν τις προτροπές των γονέων τους και των παππούδων τους που τους αγαπούν και ακολουθούν τις προτροπές των λαοπλάνων, της τηλεόρασης και όλων εκείνων που προσπαθούν να εκμεταλλευθούν την αθωότητα και την άγνοια τους.
Ένα άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, είναι η αναξιότητα και η ταπείνωση που είχαν αυτοί οι απλοί άνθρωποι του λαού, αυτοί οι απλοί ψαράδες. Όταν είδαν το θαύμα, τόνισαν στον Ιησού Χριστόν, ότι είναι ανάξιοι να βρίσκονται μπροστά στο Χριστό, φαίνεται μάλλον ότι αυτοί οι απλοί άνθρωποι αναγνώρισαν ότι ο Ιησούς είναι Θεός.
Αντίθετα οι ισχυροί της γης, οι Πόντιοι, οι Γραμματείς, οι Φαρισσαίοι, οι βασιλείς, πολλοί απ’ αυτούς που κυβερνούσαν τότε τον κόσμο, όχι μόνον δεν δέχθησαν τον Χριστό ως Θεό, αλλά τον καταδίωξαν και τον σταύρωσαν, και φυσικά τό ίδιο έκαναν μετά και για όσους έδιναν ζωντανή μαρτυρία Χριστού, στούς Άγιους δηλαδή Μάρτυρες της Εκκλησίας μας.
Η έννοια της λέξεως «θάμβος» που αισθάνθηκε ο Απόστολος Πέτρος στην συγκεκριμένη περικοπή δεν έχει την έννοια του φόβου, όπως συμβαίνει σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής. Ούτε την φυσική ερμηνεία της λέξεως, που κάποιος μπορεί ξαφνικά με το πολύ δυνατό φως να θαμβωθεί, να μη βλέπει δηλαδή καθαρά, να σκοτεινιάσουν που λέμε τα μάτια μας.
Εδώ η λέξη «Θάμβος» σημαίνει την εμπειρία που αισθάνεται ο άνθρωπος όταν βλέπει μπροστά του ένα θαύμα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το θαύμα της μεγάλης ποσότητας ψαριών που ψάρεψαν οι έμπειροι ψαράδες σε ένα μέρος που όλοι ήσαν σίγουροι ότι δεν υπήρχαν ψάρια.
Στην εκκλησιαστική γλώσσα ο θαυμασμός αυτός εκφράζεται ως «δέος», ως σεβασμός, ως ακλόνητη σιγουριά για την παρουσία του Θεού ανάμεσα μας. Κι όταν είσαι με τον Θεό τα έχεις όλα και σ’ αυτή τη ζωή και στην αιώνιο. Οι αφιερωμένοι άγιοι και πολλοί κληρικοί μας, ανακαλύπτουν στη ζωή τους αυτή την πραγματικότητα του Αποστόλου Πέτρου της Παρουσίας του Θεού και τότε τον αγαπούν και τον ακολουθούν για πάντα ως την κορυφαία απόφαση της ζωής τους, για να σωθούν οι ίδιοι, αλλά και για να αγωνιστούν να σώσουν κι άλλους. Είναι έτοιμοι να τα αφήσουν όλα για να ακολουθήσουν τον Ιησού Χριστό, να διακονήσουν την άγια Εκκλησία του, το άγιο Σώμα του, κι όλα τα Μέλη του Σώματος Αυτού, δηλαδή τους πιστούς.
Η Εκκλησία μας για να συνεχίσει σήμερα το έργο της με επιτυχία χρειάζεται ανθρώπους με τις ίδιες αρετές και με την ίδια αυτοθυσία. Πολύ περισσότερο σε τοπικές κοινωνίες που το μίσος κι η κακία σε πολλούς ανθρώπους έσβησαν την παρουσία του Θεού και αντί αγάπης μεταξύ μας, παντού το έγκλημα, η απιστία κι η έλλειψη ασφάλειας.
Η αδιάκριτη αγάπη μας προς κάθε άνθρωπο, και μάλιστα προς τους μετανάστες και τους εμπερίστατους, θα μας βοηθήσει να σβήσουμε το τείχος του μίσους και στη θέση του να κτίσουμε γέφυρες επικοινωνίας και επαφής και φιλάνθρωπης συνεργασίας. Μόνο αν κτίσουμε γέφυρες αγάπης μπορούμε να περπατήσουμε με σιγουριά στο μέλλον. Η φυγή και η απομόνωση δεν είναι η καλύτερη λύση. Ούτε τους εαυτούς μας βοηθούμε, ούτε τους άλλους που μισούμε.
Ο βίος μας είναι κοινός και μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας όμορφη αν αφήσουμε χώρο στην καρδιά μας να βασιλέψει η Μεγάλη Μορφή του Ιησού Χριστού. Να ζούμε σύμφωνα με τις θείες του Εντολές. Μόνον αν αφήσουμε στη ζωή μας να μας καθοδηγεί ο Ιησούς Χριστός έχουμε ελπίδες για να ζήσουμε σε ένα καλύτερο κόσμο που θα μας οδηγήσει και στην αιωνιότητα του Παραδείσου.