Αποκλειστικό κανονικόν δικαίωμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι να βοηθά τις κατά τόπους Εκκλησίες, είπε ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος σε γεύμα που παρέθεσε προς τιμήν του ο Δήμαρχος Ταλλίν και συμπλήρωσε πως το Οικουμενικό Πατριαρχείο διακονεί και δεν παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις των Εκκλησιών αυτών.
Επίσης επανέλαβε, όπως και σε προηγούμενη ομιλία του, πως “Δεν νοείται και δεν είναι Ορθόδοξος εκείνος όστις προβάλλει εθνοφυλετικάς απόψεις”
Ολόκληρη η ομιλία έχει ως εξής:
Εντιμότατε κύριε Δήμαρχε,
Εκλεκτοί συνδαιτυμόνες,
Εν πρώτοις εκφράζομεν θερμάς ευχαριστίας διά την επιφυλαχθείσαν τη ημετέρα Μετριότητι λίαν συγκινητικήν υποδοχήν και διά τους θερμούς λόγους της υμετέρας αγαπητής Εντιμότητος, κύριε Δήμαρχε της ιστορικής και ωραίας πόλεως του Ταλλίν, καθώς και διά το παρατιθέμενον γεύμα τούτο αγάπης και τιμής και αισθημάτων φιλίων και αγαθών προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, την Μητέρα Εκκλησίαν της Ορθοδόξου Αυτονόμου Εκκλησίας της Εσθονίας, η οποία έχει έδραν την πόλιν σας και η οποία αξίως ποιμαίνεται σήμερον υπό του Ιερωτάτου αδελφού Μητροπολίτου Ταλλίν και πάσης Εσθονίας κυρίου Στεφάνου.
Διαβεβαιούμεν υμάς, κύριε Δήμαρχε, ότι το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ουχί μόνον αντιλαμβάνεται, αλλά και βιώνει την αγάπην και τον σεβασμόν του λαού του Ταλλίν και ολοκλήρου της Χώρας σας, προς την προσφιλή θυγατέρα αυτού Ορθόδοξον Εκκλησίαν της Εσθονίας, η οποία επί ενενήκοντα έτη, ως αυτοδιοίκητος και αυτόνομος, κηρύττει και μαρτυρεί τον λόγον του Ευαγγελίου και διακονεί τον εμπεπιστευμένον αυτή λαόν, μεγαλουργούσα και εν θλίψεσι και εν ανάγκαις πολλάκις, εν ειρήνη δε και ακμή άλλοτε, αλλά πάντοτε εν Χριστώ.
Τυγχάνει γνωστόν τοις πάσιν, ότι η εδρεύουσα εν Κωνσταντινουπόλει Μήτηρ Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, πρωτόθρονος, συντονιστής και προεδρεύουσα των κατά τόπους Ορθοδόξων τοπικών Εκκλησιών, τυγχάνει επιφορτισμένη διά του προνομίου και της ευθύνης της διακονίας αυτών, ουδέποτε παρεμβαίνουσα εις τας εσωτερικάς υποθέσεις αυτών.
Έχει βεβαίως το αποκλειστικόν κανονικόν δικαίωμα, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, να βοηθή τας κατά τόπους, και δη τας εμπεριστάτους, Εκκλησίας, και κατόπιν αξιολογήσεως υποβαλλομένων αυτώ αιτήσεων κλήρου και λαού, κατά την κρατούσαν απ’ αιώνων μακράν πανορθόδοξον παράδοσιν, να ανακηρύττη αυτάς εκκλησιαστικώς και αυθεντικώς εις αυτοδιοικήτους, αυτονόμους και αυτοκεφάλους. Τούτο πράττει η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως από του 16ου αιώνος και εξής ανελλιπώς και μέχρι σήμερον, ανακηρύξασα ως αυτοκεφάλους Εκκλησίας: τας εν Ρωσσία, Σερβία, Ρουμανία, Ελλάδι, Βουλγαρία, Πολωνία, Αλβανία, Τσεχία και Σλοβακία, ως αυτονόμους δε την υμετέραν τοπικήν εν Εσθονία και εκείνην την εν τη γειτονική Φιλλανδία.
Το αποκλειστικόν τούτο π ρ ο ν ο μ ι ο ν ευθύνης του Οικουμενικού Θρόνου και το ώριμον α ι τ η μ α του Εσθονικού λαού συνηντήθησαν προ ενενήκοντα ετών, αμέσως σχεδόν μετά την ανακήρυξιν της ανεξαρτησίας του κράτους των ευγενών Εσθονών, και ανέδειξαν την εν Χριστώ προσφιλή θυγατέρα Ορθόδοξον Αυτόνομον Εκκλησίαν της Εσθονίας. Κατά το διαρρεύσαν διάστημα και το Κράτος και η Εκκλησία της Εσθονίας εδοκιμάσθησαν ιστορικώς, επεβίωσαν όμως διότι θ ε μ ε λ ι ο ν αμφοτέρων των θεσμών υπήρξεν η πίστις και η αγάπη του λαού, εφ’ ω και θα υπάρχουν αμφότεροι εις το διηνεκές.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία εδράζεται επί του ακρογωνιαίου λίθου, ο οποίος είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, και οργανούται κατά το παράδειγμα των Αγίων Αποστόλων και της απ’αυτών αδιακόπου παραδόσεως της Εκκλησίας, η οποία ζη και κινείται και πολιτεύεται συμφώνως προς τα προβλεπόμενα υπό των θείων και ιερών κανόνων, διό και ο θεσμός αυτής είναι ορθός και αναγνωρίζεται υπό πάντων, εφ’ όσον και οσάκις δεν παραγνωρίζει την αρχήν ταύτην.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία της Εσθονίας υπό τον Ιερώτατον σήμερον Μητροπολίτην Στέφανον ανεκηρύχθη και αναγνωρίζεται ως α υ τ ο ν ο μ ο ς, διότι ωργανώθη κατά τάξιν και κατά κανόνα εκκλησιαστικόν και όχι επί τη βάσει ανθρωπίνων και περιστασιακών κριτηρίων και στόχου επεμβάσεως δι΄ αυτής εις την ζωήν του Εσθονικού λαού. Διά τούτο και είναι Εκκλησία οσίων και μαρτύρων και δικαίων.
Η τοπική υμών Ορθόδοξος Εκκλησία, δοκιμασθείσα όσον και ο εσθονικός λαός, μέχρι θανάτου, κατά την διαρρεύσασαν ενενηκονταετίαν, έδειξεν, ως ο Κύριός της και η Μήτηρ της Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, α ν τ ο χ η ν, και διά της εν ασθενεία τελειουμένης δυνάμεως αυτής εξήλθεν από του έτους 1996 εις αναψυχήν, νικώσα και μεγαλουργούσα διά του λόγου του Σταυρού, εν συνεργασία μετά πάντων των θεσμών της Εσθονικής Πολιτείας, και ιδιαιτέρως μετά του υμετέρου ευλογημένου Δήμου του Ταλλίν.
Είναι γεγονός ότι υφίστανται πρόσκαιρα προβλήματα εθνοφυλετικής φαινομενικώς φύσεως. Καί λέγομεν «φαινομενικά», διότι εν τη Εκκλησία του Χριστού «ουκ ένι ιουδαίος, ουδέ έλλην, ούτε περιτομή, ούτε ακροβυστία», αλλά ε ν ο τ η ς, εν, εις, μία, ανεξαρτήτως φυλής, γένους, ταυτότητος. Άλλωστε, ο εθνοφυλε-τισμός, η αιτία πολλών θλίψεων και παρακμής εθνών και λαών, κατεδικάσθη υπό μόνης της Ορθοδόξου Εκκλησίας επισήμως εν Συνόδω εν Κωνσταντινουπόλει εν έτει 1872. Δεν νοείται λοιπόν και δεν είναι Ορθόδοξος εκείνος όστις προβάλλει εθνοφυλετικάς απόψεις και διαρρηγνύει τοιουτοτρόπως τον άρραφον χιτώνα του Χριστού.
Θα συμφωνήσητε ασφαλώς πάντες οι αγαπητοί συνδαιτυμόνες και ακροαταί των βιωματικών λόγων τούτων της ημετέρας Μετριότητος, ότι πηγή και αιτία πάντων των προβλημάτων είναι η τάσις επικρατήσεως του ισχυρού επί του αδυνάμου, ο επεκτατισμός, ο μεγαλοιδεατισμός. Μεγαλεία και πολυτέλειαι όμως απέχουν «ημέρας οδόν» του πτωχού και απλού και απερίττου Ιησού, «του μη έχοντος που την κεφαλήν κλίνη», παρά μόνον την ταπεινήν ψυχήν του ανθρώπου, η οποία είναι θ ε ι α, όπως θείος και ανώτερος ανθρωπίνων παθών είναι ο και ως «πνοήν» καλέσας αυτήν εις δόξαν Αυτού Κύριός της. Ίσως η πρόσκαιρος αίγλη και η ισχύς και η δύναμις να εντυπωσιάζουν, όμως απομακρύνουν από της αγάπης του Θεού και οδηγούν εις την λησμοσύνην ότι η αδυναμία του θανάτου θριαμβεύει αποδεδειγμένως πάντοτε διά της Αναστάσεως.
Η Εσθονική Ορθόδοξος Εκκλησία ως μόνον στόχον και σκοπόν γνωρίζει την σωτηρίαν του ανθρώπου και την λύτρωσιν αυτού εκ των δεινών της αμαρτίας, και την αποστολήν αυτής ταύτην επιτελεί μόνον διά της αγάπης και της μυστηριακής Χάριτος και των ακτίστων ενεργειών, διό και δεν προσιδιάζουν αυτή δοξασίαι και πρακτικαί επικρατήσεως επί των άλλων, αλλά μόνον διακονίας της αγωνίας και πνευματικής ανησυχίας του ανθρώπου, του εσθονού πολίτου, ίνα έχη ούτος παραμόνιμον την χαράν και περισσόν χαράς (πρβλ. Ιωάν. ι´ 10).
Τοιουτοτρόπως, αόκνως διά της ιερουργίας του ιερού μυστηρίου της ζωής και της συνεργασίας μετά πάντων των αγαπώντων τον Θεόν συνανθρώπων πορεύεται εν διαρκεί στρατεία η Ορθόδοξος θυγάτηρ Αυτόνομος Εκκλησία της Εσθονίας, διδάσκουσα και κηρύττουσα και σώζουσα, μαρτυρούσα πάντοτε τη αληθεία. Εν τω πλαισίω της διακονίας της αληθείας ταύτης, υπήρξε και είναι καταλυτική η υμετέρα προσωπική συμβολή, κύριε Δήμαρχε, εις την επίλυσιν του από ετών απασχολούντος την Ορθόδοξον τοπικήν Εκκλησίαν υμών ζητήματος του ιστορικού Ιερού Καθεδρικού Ναού του Αγίου θεοδόχου Συμεών. Σείς είπετε τον τελευταίον λόγον εν προκειμένω. Σείς επανελάβετε καταλυτικώς το «νυν απολύεις» του δικαίου Συμεών και επανωρθώσατε λάθη και παραλείψεις του παρελθόντος. Καί διά την προσφοράν σας αυτήν ιδιαιτέρως, την οποίαν αναγνωρίζομεν και τιμώμεν, είσθε άξιος επαίνων και ευχαριστίας, αισθημάτων, τα οποία και επισήμως και δημοσίως εκφράζομεν ως Οικουμενικόν Πατριαρχείον και προσωπικώς κατά την επίσημον στιγμήν της συναντήσεως και συνεστιάσεως ημών ταύτης.
Κύριε Δήμαρχε,
Η τρίτη επίσκεψις ημών υπό την ιδιότητα του Οικουμενικού Πατριάρχου εις την πόλιν σας εμπλουτίζει τας γνώσεις και τας εμπειρίας ημών δι’αισθημάτων αγαθών και ευχαριστίας. Διαπιστούμεν εξελικτικήν πορείαν και πνοήν διά περαιτέρω αξιοποίησιν της θέσεως της πόλεώς σας, διά του σεβασμού και της επιχειρουμένης εν επιτυχίαις αναδείξεως της παραδοσιακής εσθονικής και ευρωπαικής αρχιτεκτονικής αυτής, των παρθενικών οάσεων αυτής, του ιστορικού και πολιτιστικού πλούτου της, αλλά και της θαλάσσης υπό της οποίας περιβάλλεται.
Τα έργα ταύτα, οφειλόμενα εις την διορατικότητα και τον ζήλον και την αποτελεσματικήν εργατικότητά σας, κύριε Δήμαρχε, κατέστησαν την πόλιν σας αυτήν π ο λ ο ν έλξεως πολλών περιηγητών παγκοσμίως και κ ε ν τ ρ ο ν διακινήσεως δραστηριοτήτων και ιδεών. Η δε έμφυτος καλωσύνη και ευγένεια του λαού σας, την οποίαν διεπιστώσαμεν καθ’ όλας τας επισκέψεις ημών ενταύθα, συντελεί ώστε η Ταλλίν να είναι με τον ήλιον του θέρους, με την χιόνα του χειμώνος, με την γαλήνην και την αγριότητα της θαλάσσης, με την ωραιότητα της εναλλαγής, μία μ ο ν α δ ι κ η πόλις ηρεμίας και προσφοράς, αγάπης και ενθουσιασμού, πείρας εκ του παρελθόντος και δυναμικής διά το μέλλον. Μείνατε λοιπόν πάντοτε πόλος και κέντρον και μοναδικοί ως πολίται της πόλεώς σας και ως άνθρωποι. Ημείς απλώς σας αγαπώμεν, σας συγχαίρομεν, σας ευχαριστούμεν, σας ευλογούμεν πατρικώς και Πατριαρχικώς, υμάς προσωπικώς και τους αξίους συνεργάτας σας, και εγείρομεν το κύπελλον υπέρ της υγείας σας ευχόμενοι πάσαν ευλογίαν και χάριν, ειρήνην και ευημερίαν εις τον λαόν της πόλεώς σας και όλης της ευλογημένης Εσθονίας. Αμήν.