Αρχιμανδρίτου Φωτίου Γαβριελάτου
Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Κεφαλληνίας
ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΣ και ώρα 2 πρωινή του 1960.
Έξω βρέχει απόψε πολύ! Η θάλασσα είναι θηρίο ανήμερο, τα κύματα κτυπούν με μανία τα πλευρά του πλοίου. Δεν ξέρω αν θα αντέξει το σκαρί του, είναι καλό καράβι, σκέτο παλικάρι. Έξαλλου είναι μαθημένο να δίνει μάχες, μάχες που μέχρι σήμερα πάντα κερδίζει. Εγώ μετά την βάρδια μου βρίσκομαι στην καμπίνα μου, που να κλείσω μάτι, ούτε καν όρθιος δεν μπορώ να σταθώ, τα πόδια μου δεν με κρατούν, βρίσκομαι και εγώ στην δίνη του καιρού, ευκαιρία να γράψω ένα γράμμα, γράμμα για Εκείνον που πάντα είναι δίπλα μου.
Ειδικά απόψε, το έχω μεγάλη ανάγκη, δεν ξέρω αν η ανατολή θα φωτίσει και πάλι το σκοτεινό δωμάτιο μου. Πρώτη φορά νιώθω τον φόβο να με κυριεύει, φόβο που δεν μπορώ να συγκρατήσω, η καρδιά μου δεν σταματά να χτύπα, κάνει και εκείνη τα δικά της παιχνίδια. Απόψε το μυαλό μου βάλθηκε να με τρελάνει, η ζωή μου ολόκληρη περνά σαν ταινία μπροστά στα ματιά μου, δεν ξέρω πως να το εξηγήσω, γι’ αυτό πήρα την απόφαση να γράψω ένα γράμμα, μπας και βρω γαλήνη και ηρεμία.
Ευτυχώς που έχω Εσένα, Εσένα που πάντα είσαι δίπλα μου, ειδικά απόψε σε έχω ανάγκη, σε νιώθω κοντά μου, είσαι για μένα ότι πολυτιμότερο έχω, ο θησαυρός μου, η απαντοχή μου. ΦΙΛΕ ΜΟΥ !
Κάθε φορά Εσύ, βρίσκεις πάντα τον τρόπο να ηρεμείς την ψυχή μου, έχω τόσα να σου πω, τόσα πολλά, φοβάμαι μήπως δεν προλάβω, σε κοιτώ στα μάτια, ξέρω ότι με βλέπεις, ξέρω, ξέρω.
Θυμάσαι τότε που ήμουν μικρό παιδί και έπαιζα στην αυλή Σου, ποτέ δεν σε φοβήθηκα, ήξερα ότι με αγαπάς, ότι νοιάζεσαι για μένα, αυτό μου έμαθες, αυτό έκανες πάντα. Τι να πρωτοθυμηθώ, είναι τόσα πολλά! ΦΙΛΕ ΜΟΥ!
Η ζωή μου για σένα είναι ανοικτό βιβλίο, τα πάντα γνωρίζεις, γνωρίζεις την φαμίλια μου, τα παιδιά μου, αχ! τα παιδιά μου, στα χέρια Σου τ’ αφήνω, να τα προστατεύεις από τις κακοτοπιές, από την αδικία των ανθρώπων, εσύ θα είσαι γι’ αυτά ο φύλακας άγγελός τους.
Σαν έρθω στην Κεφαλονιά ποτέ δεν σε ξεχνώ, πάντα έρχομαι κοντά Σου! Ξέρω ότι και εσύ το θέλεις, το γράμμα τούτο για σένα είναι γραμμένο από τα βάθη της καρδιάς μου είναι αποτυπωμένο και μην ξεχνάς ΦΙΛΕ ΜΟΥ, ότι για σένα το καντήλι μου είναι αναμμένο.
ΦΙΛΕ ΜΟΥ! Σε χαιρετώ…
Τα δάκρυα του έσταξαν πάνω στο χαρτί, δάκρυα της ψυχής του. Η θάλασσα δεν ήθελε να κοπάσει, το καράβι είχε παραδοθεί στην μανία του καιρού, ρίχνει μια τελευταία ματιά στο γράμμα του, τόσα λίγα είχε γράψει, αλλά ήταν αρκετά γι’ αυτά που ήθελε να πει.
Παίρνει το φάκελο να γράψει τον παραλήπτη :
Προς:
Τα μάτια του δάκρυα στάζουν. Tο κρατά σαν ευαγγέλιο καθαρά δικό του.
Προς:
ΓΕΡΑΣΙΜΟ ΝΟΤΑΡΑ
ΟΜΑΛΑ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ!
Το γράμμα δεν εστάλει ποτέ. Για μια φορά ακόμα ο παντοτινός ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ είχε κάνει το θαύμα Του!
Σαν ήρθε στην Κεφαλονιά τον ΦΙΛΟ ΤΟΥ ΑΝΑΖΗΤΑ. Εκεί στην εκκλησιά Του, τα μάτια του και η ψυχή του πολλά θέλουν να Του πουν. ΜΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ…