Επίκαιρο άρθρο του Καθηγουμένου της Ι.Μ. Δοχειαρίου Αγ. Όρους Γέροντα Γρηγορίου
Δεν είναι ούτε το Μοσχάνθη, ούτε το Άνδρος, ούτε το Δεσποινάκι, ούτε το Κυκλάδες, ούτε το Κατερίνη, ούτε το Παντελής. Είναι η ένδοξη και περιώνυμη Ελλάδα!
Είναι ο οφθαλμός του κόσμου, είναι ο βράχος στην ακροθαλασσιά, που τον χτυπάν αιώνες τα κύματα, και όμως δεν μετακινήθηκε και κόλλησαν απάνω του όλα τα στρείδια και μύδια του πελάγους και διασώθηκαν· δεν τα κατέφαγαν τα μαλάκια. Είναι το ψηλό βουνό, που έδειξε στον κόσμο πως να σκέπτωνται και να ζούνε οι άνθρωποι. Είναι η εστία, είναι το τζάκι, που συγκέντρωσε γύρω του όλο τον κόσμο, για να απολαύση θαλπωρή. Στο τραπέζι της ήπιαν λιαστό κρασί όλα τα έθνη.
Από χρόνια είναι ο συλημένος οίκος, από τον οποίον όλοι οι ψευτοπολιτισμένοι έκλεψαν ακόρεστα ο,τι ο υψηλός νούς έφτιαξε των Ελλήνων. Γέμισαν τα μουσεία τους, τα σπίτια τους, με τα καμώματα της υψηλής σκέψης και της αριστοτεχνίας των Ελλήνων. Όπου και να πας στην Ευρώπη, θα σκοντάψης στον ελληνικό πολιτισμό, για να ξυπνήσης. Με την ίδια αριστοτεχνία και επιδεξιότητα συνέχισε τα χρόνια του ορθοδόξου χριστιανισμού η Ρωμιοσύνη. Όταν ακόμα οι πολιτισμένοι Ευρωπαίοι έτρωγαν με τα χέρια, οι πρόγονοί μας σκάλιζαν στα ξύλα τέμπλα και ζωγράφιζαν άγιες εικόνες. Και η αργυροχοία τους ήταν θαυμαστή και η αρχιτεκτονική τους αξιοθαύμαστη. Μπορούσες με την πέτρα που τοποθετούσαν στον τοίχο να κουβεντιάσης και με του αργαλειού την τέχνη να ζήσης και να αναπνεύσης ευωδιά.
Ποιος αληθινός Έλληνας θα βρεθή να καταγράψη τι η Ευρώπη έκλεψε από του Έλληνα τον νού και το χέρι; Είναι μια έρευνα που ανεπίτρεπτα λείπει από τους γραμματισμένους Έλληνες.
Αυτό το καράβι οι πατέρες μας έθεσαν μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου. Πολεμήθηκε και σήμερα μπατάρισε. Έπεσε το πάθος των δαιμόνων, η ζήλεια και ο φθόνος, πάνω σ᾽ αυτό το πανώριο καράβι και σήμερα ακούμε τον καπετάνιο να φωνάζη από την γέφυρα: «Το καράβι παίρνει την τελευταία κλίση του. Όσοι είστε στην γέφυρα του καραβιού και ξέρετε κολύμπι, κάνετε ένα μακροβούτι, να μη σας πάρη η δίνη κάτω». Το ναυάγιο έγινε μόνον από την θαλασσοταραχή των ξένων η και την δικιά μας; Επιτρέψατέ μου να ομολογήσω ότι εμείς ναυαγήσαμε το καράβι, γιατί τοποθετήσαμε καπεταναίους αθέους και αντιχρίστους. Οι πρόγονοί μας με τον σταυρό στο χέρι επέζησαν και επιζούμε και εμείς. Όταν οι νέοι μας καίνε την σημαία ατιμωρητί, με ποια σημαία θα ταξιδέψη αυτό το καράβι που λέγεται Ελλάδα; Όταν βρίσκεται στα πελάγη, ποιος θα το αναγνωρίζη ελληνικό καράβι;
Εσμικρύνθημεν παρά πάντα τα έθνη. Πετάξτε τις αλυσίδες και φωνάξτε: «Εμείς θέλουμε Χριστό και Ελλάδα!». Έλληνες, σηκώστε ιερό πόλεμο και διώξτε όποιον κάνει έργο διαβόλου σ᾽ αυτήν την ματωμένη χώρα. Δεν σηκώνει άλλο. Εξεγέρθητε και μη υπνήτε, γιατί εγγύς το τέλος, όχι του κόσμου, αλλά της Ελλαδίτσας.