Άρθρο της Ελένης Παπασταματάκη για το katanixi.gr
ΙΕΡΩΣΥΝΗ: Υπάρχουν δυστυχώς γεγονότα που μας συνταράσσουν και μας αναστατώνουν, τα οποία γίνονται πιο επώδυνα, όταν προέρχονται από τον Εκκλησιαστικό χώρο.
Αυτό φυσικά δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο, κάτι πρόσφατο, αλλά και στο παρελθόν συνέβαιναν.
Τι έχει αλλάξει όμως σήμερα; Και γιατί είναι δυσοίωνα τα πράγματα;
Αυτό που μοιάζει τρομακτικό στις μέρες μας είναι η συχνότητα και το μέγεθος των παρεκκλίσεων και έκτροπων, σε σημείο ιδιαζόντως ανησυχητικό. Περιστατικά όπως επίθεση με βιτριόλι, κατοχή και διακίνηση ναρκωτικών, βιασμοί και παιδική πορνογραφία αποτελούν συγκλονιστικά γεγονότα από μόνα τους, αλλά που έχουν ακόμη μεγαλύτερο και οδυνηρότερο αντίκτυπο στην κοινωνία και στις ψυχές των ανθρώπων όταν οι άμεσα εμπλεκόμενοι και υπεύθυνοι προέρχονται από τις τάξεις του κλήρου.
Όταν στην πατρίδα μας βιώνουμε τα τελευταία χρόνια τα σκληρά αποτελέσματα μιας βαθιάς κρίσης σε όλους τους τομείς, προερχόμενη φυσικά από τους σχεδιασμούς της παγκοσμιοποίησης, προκαλεί απογοήτευση το γεγονός ότι όλη αυτή η σήψη και φθορά λαμβάνει χώρα και εντός της Εκκλησίας. Ο τόπος που θα έπρεπε να αποτελεί καταφύγιο και λιμάνι κάθε ψυχής, γίνεται τόπος μαρτυρίου…
Επιπρόσθετα όλα αυτά κλονίζουν την πίστη κάποιων ανθρώπων και σκανδαλίζουν άλλους, απομακρύνουν δε ακόμα περισσότερο αυτούς που παρέμεναν εκτός της Εκκλησίας. Σε κάθε περίπτωση αυξάνεται ο προβληματισμός και η θλίψη.
Ποιος όμως ευθύνεται για αυτήν την κατάσταση; Και η αιτία είναι μία ή είναι πολλαπλά τα αίτια;
Η αρχή του προβλήματος αναμφίβολα εντοπίζεται στον τρόπο και στα κριτήρια επιλογής των υπό χειροτονία ιερέων. Διασφαλίζεται με κάποιο τρόπο η σωστή επιλογή των προσώπων που στο μέλλον θα αποτελέσουν τους πνευματικούς πατέρες, τους λειτουργούς του Κυρίου; Υπάρχει μέριμνα από μεριάς της Εκκλησίας;
Η Αγία μας Εκκλησία ακριβώς για να προστατεύσει και την ψυχή εκείνου που επιθυμεί να εισέλθει στις τάξεις του κλήρου, αλλά και τους πιστούς που θα αποτελέσουν το ποίμνιό του, έχει τους ιερούς κανόνες όπου καθορίζουν τον τρόπο επιλογής των ιερέων. Ο Επίσκοπος που θα πάρει την τελική απόφαση, ο πνευματικός που θα δώσει τη συμμαρτυρία και πρωταρχικά ο ενδιαφερόμενος λαϊκός έχουν χρέος να σταθούν με μεγάλη ευθύνη απέναντι σε αυτήν την απόφαση.
Το μέγεθος της προσοχής και της ευθύνης, τη σοβαρότητα της κατάστασης και το πνευματικό αντίκτυπο μας το παρουσιάζει πολύ αναλυτικά και παραστατικά ο μακαριστός π. Νικόλαος Μανώλης στην ομιλία του με τίτλο «Διηγήσεις περί Ιεροσύνης». Λέει σχετικά: «Θέλει πολύ προσοχή! Δεν παίζουμε με το ράσο, γιατί δεν μπορείς να αλλάξεις. Διότι είναι μια επιλογή η οποία δεν έχει άρνηση μετά. Δεν μπορείς να πεις, επέλεξα και τώρα αλλάζω επάγγελμα. Αυτό θα είσαι μια ζωή και για να μην είσαι αποτυχημένος, πρέπει να αισθανθείς τις δύο κλίσεις. Την κλίση με γιώτα, δηλαδή να κλίνεις εσύ να γίνεις ιερεύς, αλλά και την κλήση με ήτα, δηλαδή να αισθανθείς και το κάλεσμα από το Θεό που σου λέει, «έλα να με διακονήσεις με αυτήν την πνευματική εργασία»…
… Δεν θα πρέπει να υπάρχουν κωλύματα ούτε για τον ίδιο, ούτε και για την παπαδιά αν πρόκειται για περίπτωση έγγαμου ιερέα… Επίσης θα πρέπει ο ιερεύς να είναι αρτιμελής και ψυχικά και σωματικά. Να μην έχει δηλαδή ψυχικές ασθένειες, να μην είναι ψυχασθενής, δεν επιτρέπεται αυτό. Επίσης θα πρέπει να μην του λείπει κάποιο μέλος του σώματος δηλαδή να του λείπει το ένα χέρι γιατί πώς θα πιάσει το Άγιο Ποτήριο ή να είναι κουτσός γιατί πώς θα κάνει την Είσοδο, πώς θα μεταφέρει τα Άγια…
Σε άλλο σημείο αναφέρει ο μακαριστός πνευματικός μας πατέρας το περιστατικό όπου ο Άγιος Γεώργιος ο Καρσλίδης μίλησε στον π. Στέφανο Αναγνωστόπουλο προτού αυτός γίνει ιερέας και του είπε τα ακόλουθα «αν γίνεις παπάς και πνευματικός και δεν θα μπορείς να συμπαθείς τις πολλαπλές πληγές αυτών που θα σου εξομολογούνται και θα βαριέσαι να καταπραΰνεις τις στεναχώριες τους και δεν θα τους ανακουφίζεις από τους πόνους της ματωμένης από το διάβολο ψυχής τους, με λόγο παρηγορητικό, ευαγγελικό ε τότε να μην γίνεις παπάς».
Και σε άλλο σημείο μεταφέροντας τα λόγια του Γέροντα Εφραίμ της Αριζόνας λέει «Πάτερ μου απαιτείται μεγάλος και καθημερινός αγώνας όχι μόνο για την κάθαρση από τα πάθη σου, που έχεις πολλά, αλλά και για να παραμείνεις στο πνεύμα της Θείας Λειτουργίας που είναι το κέντρο όχι μόνο της ζωής σου, αλλά και το κέντρο της ζωής των ανθρώπων της ενορίας σου. Γι’ αυτό τον φόβο Θεού θέλω να τον καλλιεργείς κάθε μέρα και θέλω να έχεις προσευχή ματωμένη, αγωνιώδη, ασκητική, όχι μόνο για σένα αλλά και για όσους κρέμονται στο πετραχήλι σου».
Συνεχίζοντας ο μακαριστός πνευματικός μας πατέρας λέει: «ως ιερέας πρέπει να προσέχεις τη ζωή σου αν θέλεις, απολαμβάνοντας τα δώρα της ιεροσύνης να τα μεταφέρεις και στον κόσμο. Μεταμορφούμενος εσύ από την ιεροσύνη και από τα ουράνια δώρα γίνεσαι κοινωνός σε αυτούς που σε πλησιάζουν…».
Σχετικά με τον Επίσκοπο και τον πνευματικό που δίνει τη συμμαρτυρία αναφέρει «…δεν γνωρίζω προσωπικά κανένα μητροπολίτη να δέχεται να χειροτονεί και να μην έχει συμμαρτυρία πνευματικού. Αυτό απαγορεύεται από τους Κανόνες…
Αν πάω να χειροτονηθώ για παράδειγμα θα μου πει ο Μητροπολίτης ποιον έχεις πνευματικό, και αν του πω δεν έχω τότε λέει ο Επίσκοπος τον πνευματικό της μητρόπολης «έλα εδώ πάτερ (Γρηγόριε), εξομολόγησε τον αυτόν, κάνει για ιερέας; Θα μου πεις πως μπορεί να τον ξέρει ο π. Γρηγόριος αυτόν. Κοίταξε και η Ιεροσύνη είναι μια τέχνη.
Όπως οποιοσδήποτε από εσάς είναι ταξιτζής, είναι μάστορας, είναι καθηγητής και σου φέρω έναν άνθρωπο κοντά σου και σου πω πάρ’ τον στην τέχνη σου να τον δεις αν κάνει, μόλις για παράδειγμα τον βάλει ο Μιχάλης στο ταξί, θα καταλάβει αν αυτός κάνει για οδηγός ή δεν κάνει, τριάντα χρόνια ταξιτζής είναι. Εμένα αν μου φέρεις έναν άνθρωπο και μου πεις αν κάνει για ιερεύς θα τον καταλάβω κατευθείαν. Είμαι είκοσι χρόνια πνευματικός, με το που τους βλέπω τους καταλαβαίνω κατευθείαν περί τίνος πρόκειται…»
Παρόμοιο περιστατικό διηγείται και ο επίσης μακαριστός π. Γερβάσιος Ραπτόπουλος ο οποίος έπρεπε να ερευνήσει και να μελετήσει και να καταλήξει ποιος από τους 300 ανθρώπους που ήθελαν να γίνουν ιερείς ήταν ο κατάλληλος για αυτό το ύψιστο λειτούργημα. Αυτή η διαδικασία του είχε ανατεθεί από τον επιχώριο επίσκοπο. Λέει χαρακτηριστικά ο π. Γερβάσιος « …όλοι ήταν καλοί είχαν καλή προαίρεση… αλλά υπάρχουν και τα κωλύματα, τα οποία όσο καλός και να είσαι δεν μπορείς να γίνεις κληρικός… από τους 300 ύστερα από αυστηρή εξέταση, πληροφορίες τις οποίες έλαβα και χρειάστηκε να ταξιδέψω σε μακρινές επαρχίες και να μου μιλήσουν για τον υποψήφιο… επέλεξα τελικά μόνο είκοσι. Και από αυτούς πάλι την έσχατη στιγμή τους έθεσα κάτω από τον Εσταυρωμένο… και τότε ένας προς τιμήν του αποχώρησε…
Αν θέλουμε να επιλέξουμε τον καλύτερο τότε ο π. Ιωάννης ήταν αυτός, μόνο που τον έβλεπες αναπαυόσουν. Είναι αυτός που δεν αφήνει μέσα σου καμία αμφιβολία ότι πρέπει να γίνει ιερεύς… Ξέρετε είναι πολύ δύσκολο να επιλέξεις για το Ιερό Θυσιαστήριο ιερέα, όχι για βασιλιά, όχι για πρωθυπουργό. Εκεί δεν θέλει πολλά πράγματα, ας βγει όποιος να’ ναι. Άνθρωπος. Εδώ είναι ο ίδιος ο Θεός! Πρέπει ο άνθρωπος αυτός να έχει μέσα του την σπίθα τη θεϊκή!…»
Αυτές είναι οι προϋποθέσεις για αυτήν την ύψιστη αποστολή, που πρέπει με ευλάβεια και αυστηρότητα να τηρηθούν ώστε Ιερείς να γίνονται όσοι πραγματικά είναι από το Θεό να γίνουν. Είναι αυτοί που βιώνουν το λόγο περί Ιεροσύνης του Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης
«… Και του έργου αυτού λειτουργοί και υπηρέται και μύσται είναι οι ιερείς. Τί ανώτερο και υψηλότερο από αυτό; Ως υπηρέται των μυστηρίων οι ιερείς έλαβαν αξία υψηλότερη και από τους αγγέλους. Ω της χρηστότητος του Δεσπότου! Τί μείζον αγαθόν προς ανθρώπους; … Ιδού ο χους ημείς και πηλός τε και σκώληξ, εξουσίαι και δυνάμεις ορώμεθα· μάλλον δε και πλείων τούτων δυνάμενοι τη της ιερωσύνης δυνάμει». (ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Περί Ιερωσύνης, P.G. 155)