π.Θεόδωρος Ζήσης
1. Απομονωμένος ο πατριάρχης Βαρθολομαίος. Κίνδυνος εθνοφυλετισμού
Για πρώτη φορά η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως βρίσκεται απομονωμένη από τις λοιπές αυτοκέφαλες εκκλησίες, λόγω των αντικανονικών και αντισυνοδικών ενεργειών στην παραχώρηση αυτοκεφαλίας στους σχισματικούς της Ουκρανίας.
Έθεσε έτσι η ίδια σε αμφισβήτηση τον αναγνωρισμένο συντονιστικό της ρόλο ως παράγοντα ενότητας και οδήγησε σε πλήρη αποτυχία την δοκιμασμένη και αποτελεσματική εκκλησιαστική της πολιτική, αρχής γενομένης από την κολοβή και ελλιπή εκπροσώπηση του σώματος της Εκκλησίας στην ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου της Κρήτης.
Σε προγενέστερα κείμενά μας είχαμε επισημάνει τον διαφαινόμενο και επικρεμάμενο κίνδυνο για τις ελληνόφωνες ηγεσίες αρκετών τοπικών Εκκλησιών (Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων, Κύπρου, Ελλάδος, Αλβανίας) να παρασυρθούν από εθνοφυλετικά κριτήρια και να στηρίξουν την ελληνική πρωτόθρονη Εκκλησία, περιπίπτοντας στην αίρεση του εθνοφυλετισμού, την οποία είχε καταδικάσει η Τοπική Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης το 1872, εξ αιτίας των βουλγαρικών τότε εθνοφυλετικών διεκδικήσεων. Δυστυχώς τέτοια κριτήρια κυριαρχούν σε μεγάλη μερίδα των ελληνοφώνων κληρικών, θεολόγων και νομοκανονολόγων, οι οποίοι ιεραρχούν τον πατριωτισμό και την εθνική καταγωγή πάνω από την υπερφυλετική ένταξη όλων των Ορθοδόξων στο ενιαίο σώμα της Εκκλησίας του Χριστού, «όπου ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός»[1]. Έτσι, ενώ είναι ηλίου φαεινότερη η αντικανονική εισπήδηση της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως στο έδαφος της δικαιοδοσίας της Εκκλησίας της Ρωσσίας, την οποία επί τρεις και πλέον αιώνες ανήκει η Εκκλησία της Ουκρανίας από το 1686, με πάγκοινη και αναμφισβήτητη αναγνώριση από όλες τις τοπικές εκκλησίες και από αυτό ακόμη το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως απέδειξαν ιστορικά και ιερακανονικά επιστημονικές μελέτες[2], εν τούτοις καταβάλλεται σχεδιασμένη προσπάθεια από ερευνητάς να παρουσιασθεί άλλη εικόνα υπέρ της δικαιοδοσίας δήθεν του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Εκκλησία της Ουκρανίας, και το πολύ χειρότερο υπέρ της δικαιοδοσίας δήθεν να απονέμει μόνο αυτό την αυτοκεφαλία, χωρίς την συναίνεση του όλου σώματος της Εκκλησίας, που εκφράζεται συνοδικά και πανορθόδοξα. Το αποκορύφωμα δε αυτής της νεοφανούς εκκλησιολογίας που επιδιώκει να παρουσιάσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη όχι ως «πρώτον μεταξύ ίσων» (primus inter pares), επομένως συναποφαινόμενο και συναποφασίζοντα μετά των ίσων, αλλά ως «πρώτον άνευ ίσων» (primus sine paribus), αποφαινόμενον κατά παπικό μοναρχικό τρόπο, συντελέσθηκε με την εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου αυθαίρετη παντελώς αποκατάσταση των σχισματικών της Ουκρανίας, χωρίς την τήρηση των προβλεπομένων από τους ιερούς κανόνες προϋποθέσεων, την δημόσια δηλαδή εκδήλωση μετανοίας και την επαναχειροτονία ή επαναχειροθεσία τους. Το χείριστο δε στην περίπτωση των σχισματικών της Ουκρανίας και αδιανόητο εκκλησιολογικά και ποιμαντικά είναι το ότι δεν επανεντάσσονται στην επί αιώνες υπάρχουσα κανονική Εκκλησία, την υπό τον μητροπολίτη Ονούφριο, από την οποία αποσχίσθηκαν, αλλά δημιουργεί ο πατριάρχης Βαρθολομαίος μία νέα παράλληλη δικαιοδοσία στον ίδιο τόπο, μία νέα σύνοδο, καθιστάμενος έτσι δημιουργός σχίσματος, με οδυνηρές συνέπειες όχι μόνον για την Ουκρανία, αλλά για την ανά την οικουμένη Ορθοδοξία.
2. Οι ελληνόφωνες ηγεσίες τοπικών εκκλησιών, δεν συμφωνούν με το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο
Προς το παρόν πάντως οι τέσσαρες από τις πέντε ελληνόφωνες εκκλησίες δεν συντάχθηκαν με την Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, ενώ η πέμπτη, της Ελλάδος, σιωπά και περιμένει. Οι δύο μάλιστα, της Κύπρου και της Αλβανίας, με συνοδικές αποφάσεις ζητούν την σύγκληση πανορθοδόξου συνόδου για την επίλυση του Ουκρανικού. Με ικανοποίηση δέχθηκε το ορθόδοξο πλήρωμα αυτήν την υπερφυλετική στάση των δύο προκαθημένων κ.κ. Χρυσοστόμου και Αναστασίου, οι οποίοι, μολονότι είχαν συνάντηση στην Βιέννη προσκληθέντες εκεί από τον πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, δεν υπανεχώρησαν από την αρνητική τους θέση απέναντι στην αντικανονική, αντισυνοδική και μονομερή εκχώρηση αυτοκεφάλου στους σχισματικούς της Ουκρανίας.
Για αμφοτέρους τους προκαθημένους αποτελεί η ορθή αυτή στάση μικρή εξιλέωση για την ολόθυμη συμπόρευσή τους στην σύγκληση και λειτουργία της ψευδοσυνόδου της Κρήτης και στην ενθάρρυνση του πατριάρχου Βαρθολομαίου να ενεργεί ως πάπας· εάν δεν τον βοηθούσαν στην Κρήτη να αγνοήσει, να μην υπολογίσει τις ενστάσεις τεσσάρων αυτοκεφάλων εκκλησιών, που εκπροσωπούσαν το μέγιστον μέρος των Ορθοδόξων πιστών, δεν θα τολμούσε τώρα να αγνοεί την γνώμη των εκκλησιών, ακόμη και της μητέρας εκκλησίας, της Ρωσσικής, πολύ περισσότερο την γνώμη της τοπικής κανονικής εκκλησίας, η οποία δεν εζήτησε αυτοκεφαλία, και να αποφασίζει μόνος του, αποκαθιστώντας αυθαιρέτως καθηρημένους σχισματικούς. Δεν θα τολμούσε να τους κάνει και τον δάσκαλο, επικαλούμενος στην απάντησή του προς τον Αλβανίας Αναστάσιο παραδείγματα από την εκκλησιαστική ιστορία, όπως το σχίσμα των Μελιτιανών, το οποίο δεν έχει καμμία σχέση με το Ουκρανικό σχίσμα, όπως έδειξαν και άλλοι, αλλά και ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος, απαντώντας με δεύτερο κείμενό του στο επιτιμητικό έγγραφο του πατριάρχου Βαρθολομαίου, το οποίο, όπως ορθά εγράφη «θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μνημείο κατοχύρωσης του φαναριώτικου πρωτείου στην Ορθόδοξη Εκκλησία»[3].
3. Αντιφατική δήλωση του αρχιεπισκόπου Αλβανίας. Διαφωνεί με τους σχισματικούς, αλλά θα παραμείνει με το προκληθησόμενο σχίσμα.
Είναι πάντως άξιο επισημάνσεως ότι ο προκαθήμενος της κατά Αλβανίαν Εκκλησίας Αναστάσιος, ενώ ετόλμησε να αμφισβητήσει ορθώς και με υψηλού επιπέδου επιχειρηματολογία, ως ακαδημαικός διδάσκαλος, την εκχώρηση αυτοκεφαλίας στους σχισματικούς της Ουκρανίας, για να μη φανεί ρωσσόφιλος, επέρριψε ευθύνες και στην Εκκλησία της Ρωσσίας, ικανοποιώντας εν μέρει τον εθνοφυλετισμό των υποστηρικτών του Φαναρίου, και εγκωμιάζοντας πάλιν και πολλάκις τον πατριάρχη Βαρθολομαίο για τα «μοναδικής αξίας επιτεύγματα των Ορθοδόξων κατά τας τελευταίας δεκαετίας, (ως είναι) αι Πανορθόδοξοι Συνάξεις των Προκαθημένων και η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τη αόκνω προσπαθεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και προσωπικώς της Υμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος»[4]. Ουσιαστικώς μάλιστα αχρήστευσε την ορθόδοξη αντίστασή του στο θέμα της ψευδοαυτοκεφαλίας των σχισματικών της Ουκρανίας και μας εξέπληξε με την διευκρινιστική στο τέλος του δευτέρου εγγράφου του δήλωση, ότι σε περίπτωση που θα προκληθεί σχίσμα, από τις λανθασμένες ασφαλώς ενέργειες του κ. Βαρθολομαίου, όπως ο ίδιος τις διαζωγράφησε, η Εκκλησία της Αλβανίας θα ευρεθεί στο πλευρό αυτών που προκάλεσαν το σχίσμα, θα οδηγήσει δηλαδή ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας το ποίμνιό του στην απώλεια, αφού ούτε η αίρεση ούτε το σχίσμα οδηγούν στην σωτηρία. Απορεί κανείς και εξίσταται πως αυτό συμβιβάζεται με την λογιοσύνη και νοημοσύνη του αρχιεπισκόπου, αλλά και με την διά βίου κοπιώδη ιεραποστολική του προσπάθεια να οδηγήσει τους ανθρώπους στην σωτηρία. Μόνον η οικουμενιστική σύγχυση και ανάμειξη, που εξισώνει θρησκείες, αιρέσεις και σχίσματα, δικαιολογεί αυτές τις αντιφάσεις. Γράφει επί λέξει: «Προς αποτροπήν πάντως οιασδήποτε παρανοήσεως, διευκρινίζομεν ότι εις περίπτωσιν τραγικής καταλήξεως εις Σχίσμα (ο Θεός να μη το επιτρέψη!), η κατ᾽ Αλβανίαν Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία, θα παραμένη σταθερώς εν αληθευούση αγάπη μετά του Οικουμενικού Πατριαρχείου»[5]. Το πόσο αληθεύουσα είναι η αγάπη που σε οδηγεί στο σχίσμα φαίνεται σαφώς από δύο μόνον μαρτυρίες, μία συνοδική με οικουμενικό κύρος και μία πατερική, που ενδεικτικώς αναφέρουμε. Ο β´ κανών της εν Αντιοχεία συνόδου, τον οποίον παραθέτουμε στην υποσημείωση, λέγει ότι αυτός που κοινωνεί με τους ακοινωνήτους καθίσταται και αυτός ακοινώνητος, το γνωστό δηλαδή «ο κοινωνών ακοινωνήτω ακοινώνητος έσται»[6]. Και ο χρυσορρήμων, μετά Παύλον Παύλος, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος διδάσκει ότι το να σχίσει κανείς την Εκκλησία δεν είναι μικρότερο κακό από το να εμπέσει σε αίρεση: «Του εις αίρεσιν εμπεσείν το την Εκκλησίαν σχίσαι ουκ έλαττόν εστι κακόν». Τίποτε δεν παροργίζει τον Θεό περισσότερο από τις αιρέσεις και τα σχίσματα. Ούτε το αίμα του μαρτυρίου ημπορεί να εξαλείψει την αμαρτία του σχίσματος[7]. Υπάρχει εμφανέστερος και χειρότερος εθνοφυλετισμός από το να συντάσσεσαι με τον ομόφυλο και ομογενή πατριάρχη, που προκαλεί σχίσματα και διαιρέσεις, διακινδυνεύοντας όχι μόνον την δική σου σωτηρία, αλλά και του ποιμνίου σου;
4. Πως εξέπεσε ο θεολογικώτατος μητροπολίτης Ναυπάκτου;
Έχουμε ήδη προηγουμένως γράψει ότι από τις πέντε ελληνόφωνες ηγεσίες των αντιστοίχων πέντε αυτοκεφάλων εκκλησιών (Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων Κύπρου, Ελλάδος και Αλβανίας) οι τέσσαρες δεν δέχονται το Ουκρανικό ψευδοαυτοκέφαλο και δεν μνημονεύουν εις τα Δίπτυχα τον σχισματικό προκαθήμενο, μητροπολίτη Επιφάνιο. Ζητούν σύγκληση πανορθοδόξου συνόδου για την επίλυση του θέματος, την οποία αρνείται ο διεκδικών πρωτείο εξουσίας πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Αδιευκρίνιστη προς το παρόν και άγνωστη είναι η στάση της Εκκλησίας της Ελλάδος, της οποίας ο προκαθήμενος κ. Ιερώνυμος ούτε παίρνει ο ίδιος θέση ούτε συγκαλεί την Ιεραρχία, για να λάβη συνοδική απόφαση, αλλά παραπέμπει παρελκυστικά το θέμα σε συνοδικές επιτροπές, υποσχόμενος ότι θα το φέρει κάποτε -πότε;- στην Σύνοδο της Ιεραρχίας. Και επειδή βέβαια στην Ιεραρχία θα υπάρξουν πολλές και σοβαρές αντιρρήσεις εκ μέρους ορθοφρονούντων ιεραρχών, όπως έδειξαν οι δημόσιες τοποθετήσεις των μητροπολιτών Πειραιώς και Κυθήρων, θέλει να αποφύγει προφανώς το διαιρετικό κλίμα και τις εντάσεις αφήνοντας το θέμα σε εκκρεμότητα, μετέωρο, προσδοκώντας ίσως να ξεκαθαρίσει περισσότερο η κατάσταση ή κάτι άλλο εξαιρετικό. Εκκλησιαστικά πάντως η κατάσταση είναι απολύτως ξεκάθαρη· ουδεμία τοπική αυτοκέφαλη εκκλησία αποδέχεται το νέο ψευδοαυτοκέφαλο της Ουκρανίας και την μνημόνευση στα Δίπτυχα του σχισματικού προκαθημένου Επιφανίου. Στην πράξη το αρνείται και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, αφού ούτε αυτός μνημονεύει τον σχισματικό Επιφάνιο. Θα ήταν λοιπόν απολύτως λογικό, συνοδικό, κανονικό, να συνταχθεί και η Εκκλησία της Ελλάδος με την πανορθόδοξη απόρριψη του αυτοκεφάλου και να μην αφήσει ανοικτή την πύλη στον οικουμενικό πατριάρχη να προχωρήσει στην δημιουργία νέου σχίσματος, όπως έπραξε στο παρελθόν με την ημερολογιακή μεταρρύθμιση. Εδημιούργησε τότε το Φανάρι το ημερολογιακό σχίσμα με την σύμπραξη της Εκκλησίας της Ελλάδος και προχωρεί τώρα στη δημιουργία του Ουκρανικού σχίσματος, αναμένοντας πάλιν, ως φαίνεται, την σύμπραξη της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος αφήνει το θέμα ανοικτό και δεν το κλείνει, διότι προφανώς δέχεται πιέσεις από όσα πολιτικά, πολιτειακά, γεωπολιτικά και εκκλησιαστικά κέντρα καλλιεργούν την ρωσσοφοβία και ενισχύουν, για τα δικά τους συμφέροντα, τον ελλαδικό εθνοφυλετισμό. Και επειδή στους θεολογικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους, ιδιαίτερα μεταξύ των ιεραρχών, δύσκολα θα βρισκόταν καταρτισμένος θεολογικά ιεράρχης με κύρος και αποδοχή, για να προπαρασκευάσει την σχεδιασμένη και σχεδόν σίγουρη αποδοχή της ψευδοαυτοκεφαλίας των σχισματικών Ουκρανών, ανέλαβε το επαχθές αυτό, αντικανονικό και αντισυνοδικό έργο, εν επιγνώσει ή ανεπιγνώστως, ο μέχρι τώρα ευφήμως γνωστός για το αντιοικουμενιστικό, αντιαιρετικό, ευρύτατο συγγραφικό του έργο, μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος. Γνωρίζουν πολύ καλά οι αντίχριστες δυνάμεις να αχρηστεύουν τους αντιπάλους, να παραπλανούν και τους εκλεκτούς.
Δεν πιστεύαμε πραγματικά στα μάτια μας και ο νούς μας απορούσε και εξίστατο, όταν διαβάσαμε την επίσημη επιστολή που έστειλε ο μητροπολίτης στις 30 Μαρτίου, τρέχοντος έτους, προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, με την οποία, ως μέλος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, καταθέτει την γνώμη του για το εκκλησιολογικό θέμα της Ουκρανίας. Σε τρεις πρώτες ενότητες αναπτύσσει: α) Σύντομο ιστορικό των Αυτοκεφαλιών και των Πατριαρχικών αξιών. β) Οι Πατριαρχικοί και Συνοδικοί Τόμοι για την χορηγία Αυτοκεφαλίας και Πατριαρχικής αξίας. γ) Η συζήτηση για τον τρόπο ανακηρύξεως μιάς Εκκλησίας σε Αυτοκέφαλη. Με αυτές τις ενότητες νομίζει ότι έθεσε τις θεωρητικές, θεολογικές, ιστορικές και ιεροκανονικές βάσεις για να φθάσει συμπερασματικά στην ενότητα δ) Η αντιμετώπιση του θέματος της Ουκρανίας. Εις αυτήν, ταυτιζόμενος απολύτως προς τις θέσεις και επιδιώξεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πιθανόν και του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, και όλων των λοιπών ρωσσοφοβικών πολιτικών και γεωπολιτικών δυνάμεων, καταλήγει στο παντελώς αθεμελίωτο και απαράδεκτο συμπέρασμα, το οποίο επί λέξει έχει ως εξής: «Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν μπορεί να αρνηθή την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την πράξη του να εκδώση Πατριαρχική Πράξη χορηγήσεως Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας, αλλά να αποδεχθή προς το παρόν την απόφαση αυτή και να αναμείνη να εκφράση την συνολική άποψη και κρίση της, με την ψήφο της, όταν θα συνέλθη η Οικουμενική Σύνοδος. Εκεί θα κριθή και ο τρόπος που δόθηκε η Αυτοκεφαλία, όχι μόνον στην Ουκρανία, αλλά και στις άλλες Εκκλησίες.
Η μη αποδοχή του τρόπου εκδόσεως του Πατριαρχικού Τόμου για την Αυτοκεφαλία της Ουκρανίας, θα θέση σε αμφισβήτηση τις Αυτοκεφαλίες των οκτώ άλλων υφισταμένων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, συμπεριλαμβανομένης και της Αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Διότι αυτές οι Αυτοκεφαλίες χορηγήθηκαν μόνον από το Οικουμενικό Πατριαρχείο»[8].
Δεν θα ασχοληθούμε τώρα με την κριτική των θέσεων του μητροπολίτου. Το έχουν πράξει επιτυχώς αρκετοί ερευνηταί. Δικαιολογημένα πολλοί έχουν εκφράσει την πικρία, την οργή, την απογοήτευση, την αγανάκτηση, για την ένταξή του στο πολιτικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο, ιδιαίτερα για το ότι δίνει θεολογική γραμμή στην Εκκλησία της Ελλάδος να αποδεχθεί την πατριαρχική αυθαιρεσία της χορηγήσεως αυτοκεφάλου στους σχισματικούς της Ουκρανίας. Το πόσο πρόχειρα κατέληξε σε συμπεράσματα, μη κατανοώντας τις πηγές και την βιβλιογραφία, το επεσήμανε ο κατά τα άλλα συνόμιλος και ομόφρων ως προς την στήριξη των σχισματικών ενεργειών του Οικουμενικού Πατριαρχείου νομοκανονολόγος Αναστ. Βαβούσκος[9].
Θα επισημάνουμε μόνον ότι ο μητροπολίτης Ναυπάκτου στρουθοκαμηλίζει, κλείνει τα μάτια και τον νού του μπροστά στο τεραστίας σημασίας γεγονός ότι η αυτοκεφαλία δεν δίδεται στην κανονική Εκκλησία της Ουκρανίας, αλλά σε δύο ομάδες σχισματικών, χωρίς αυτοί να δηλώσουν μετάνοια και την επιθυμία τους να επιστρέψουν στην κανονική Εκκλησία υπό τον μητροπολίτη Ονούφριο. Όλες οι άλλες αυτοκέφαλες Εκκλησίες εμφαντικά επισημαίνουν την σχισματική κατάσταση της νέας ψευδοαυτοκέφαλης εκκλησίας ως το κύριο εμπόδιο, για να προχωρήσουν στην αποδοχή της, και θεωρούν ότι το σχίσμα παραμένει στην Ουκρανία, αφού δεν το ήρε η Εκκλησία που επέβαλε την καθαίρεση και τον αφορισμό μετά την επιδειχθείσα μετάνοια, ενώ αντίθετα ο μητροπολίτης κ. Ιερόθεος πουθενά στην επιστολή του δεν ασχολείται με το εκκλησιολογικό πρόβλημα του σχίσματος. Δεν υπάρχει στα κείμενά του η λέξη σχίσμα, έχει εξαφανισθή. Ωσάν να πρόκειται για απόδοση αυτοκεφαλίας στην κανονική Εκκλησία της Ουκρανίας και συζητούμε μόνο περί του αν το Οικουμενικό Πατριαρχείο δικαιούται να χορηγεί αυτοκέφαλο και να προσάγουμε ιστορικές και ιεροκανονικές μαρτυρίες. Σε καμμία όμως από τις περιπτώσεις χορηγήσεως αυτοκεφάλου δεν υπήρχε στην επικράτεια, στον εκκλησιαστικό χώρο που δίδεται η αυτοκεφαλία, μία κανονική και μία σχισματική Εκκλησία. Την αυτοκεφαλία ζητούσε και ελάμβανε μία μόνον εκκλησία που εκάλυπτε το σύνολο των πιστών της χώρας, ή αν η μία αυτή Εκκλησία είχε περιπέσει σε κατάσταση σχίσματος, εδήλωνε μετάνοια, επανήρχετο στην κανονικότητα και ελάμβανε το αυτοκέφαλο.
Στην Ουκρανία όμως η μία και μόνη κανονική Εκκλησία, αναγνωριζόμενη επί αιώνες από τις λοιπές αυτοκέφαλες εκκλησίες, δεν εζήτησε προς το παρόν αυτοκεφαλία. Το εζήτησαν σχισματικοί, τους οποίους το Οικουμενικό Πατριαρχείο έπρεπε να συμβουλεύσει να επανενταχθούν εν μετανοία στην μία κανονική εκκλησία, η οποία βεβαίως αυτή και μόνη δικαιούται να ζητήσει και να λάβει την αυτοκεφαλία. Τώρα στον ίδιο τόπο δημιουργήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο παράλληλη, δεύτερη τοπική εκκλησία με ξεχωριστή σύνοδο, μη αναγνωριζόμενη από την κανονική Εκκλησία, δημιουργήθηκε δηλαδή με πατριαρχική βούλα σχισματική κατάσταση. Πως θα συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο δύο παράλληλες εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες; Επί έτη προσπαθούμε στο χώρο της Ορθόδοξης Διασποράς να επιλύσουμε το πρόβλημα των πολών δικαιοδοσιών στον ίδιο τόπο· τώρα το εισάγουμε και μέσα στις αυτοκέφαλες εκκλησίες, χωρίς να υπάρχει κανένα θεολογικό και ιεροκανονικό έρεισμα.
Περί του ότι το σχίσμα της Ουκρανίας, που νομιμοποιήθηκε αντικανονικά και αυθαίρετα είναι ένας από τους βασικούς λόγους που απορρίπτουν την νέα αυτοκεφαλία όλες οι αυτοκέφαλες εκκλησίες, και το οποίο παραβλέπει αδικαιολόγητα ο μητροπολίτης Ναυπάκτου, ενδεικτικά μόνο θα παραθέσουμε μερικές μαρτυρίες. Η ίδια η κανονική Εκκλησία υπό τον μητροπολίτη Ονούφριο σε τελευταία της συνοδική απόφαση μεταξύ άλλων λέγει ότι «το αυτοκέφαλο χορηγείται μόνο σε ενωμένη Εκκλησία εντός των ορίων ενός συγκεκριμένου κράτους, και ουδόλως σε αποσχισθείσα του Σώματος της Εκκλησίας μερίδα»[10]. Ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος στην πρώτη του επιστολή προς τον πατριάρχη Βαρθολομαίο επισημαίνει ότι εκατομμύρια πιστών υπό τον μητροπολίτη Ονούφριο, αρνήθηκαν να μετάσχουν εις την διαδικασίαν χορηγήσεως της αυτοκεφαλίας, «ενώ κατά το παρελθόν το εκκλησιαστικόν πλήρωμα των χωρών (Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας, Πολωνίας, Αλβανίας, Τσεχίας και Σλοβακίας), εις τας οποίας εχορηγήθη αυτοκεφαλία, υπήρξεν ηνωμένον»[11]. Σε αυστηρότερους τόνους η Εκκλησία της Σερβίας σε επιστολή που αποστέλλει προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη στις 6 Φεβρουαρίου του 2019, αφού εν πρώτοις κατακρίνει την αντικανονική εισπήδηση του Φαναρίου εις τον κανονικό χώρο της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ρωσσίας προσθέτει: «Δεν αναγνωρίζομεν άμα την ως «Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της Ουκρανίας» ανακηρυχθείσαν, κανονικώς μεν ανυπόστατον, εν τοις πράγμασι δε βιαίως επιβεβλημένην, τεχνητήν «συνομοσπονδιοποίησιν» των εν Ουκρανία σχισματικών παραφυάδων (ήδη και πάλιν σφόδρα αντιμαχομένων αλλήλας και προς χωρισμόν ασυγκρατήτως οδευουσών). Οι σχισματικοί παρέμειναν σχισματικοί. Άπαξ σχισματικός, αεί σχισματικός-πάρεξ των περιπτώσεων της ειλικρινούς επιστροφής και εις βάθος μετανοίας. Η μόνη υφ᾽ ημών γνωριζομένη και αναγνωριζομένη Εκκλησία είναι η κανονική Ουκρανική Ορθόδοξος Εκκλησία, τον Μακαριώτατον Μητροπολίτην Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ. Ονούφριον επί κεφαλής έχουσα»[12].
Δύο διακεκριμένοι επίσης ιεράρχες ο Κύκκου Νικηφόρος, της Εκκλησίας της Κύπρου, και ο Μπάτσκας Ειρηναίος της Εκκλησίας της Σερβίας, γράφουν σχετικώς. Ο μητροπολίτης Κύκκου: «Η τοιαύτη πράξη, κατά την ταπεινή μου γνώμη, κρίνεται αντικανονική, αφού, σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες, η οιαδήποτε ποινή, και επί του προκειμένου ή καθαίρεση και ο αφορισμός των ως άνω, αίρεται από το Σώμα εκείνο, το οποίο και την επέβαλε, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, της προηγούμενης έμπρακτης μετάνοιας των καταδικασθέντων. Ως εκ τούτου, μόνο το Ορθόδοξο Πατριαρχείο της Μόσχας, το οποίο είχε επιβάλει την καθαίρεση και τον αφορισμό, είχε την νομοκανονική δικαιοδοσία να αποκαταστήσει και να επαναφέρει στους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας τους πταίσαντας. Αλλά και έτερον, σοβαρότατο, κατά την ταπεινή άποψή μου, λάθος του Οικουμενικού Πατριάρχου είναι και η περιφρονητική παραγνώριση του κυρίου Ονουφρίου, Μητροπολίτου της μόνης κοινώς αναγνωρισμένης Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας, όπως και η, αντ᾽ αυτού, αναγνώριση, ως Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας, ενός μη κανονικώς χειροτονηθέντος, του αχειροτόνητου Επιφανίου, και η παράδοση σε αυτόν του Συνοδικού Τόμου Αυτοκεφαλίας, κατά τη διάρκεια συλλειτουργίας μαζί του»[13].
Και επίσκοπος Μπάτσκας: «Ταυτοχρόνως όμως δεν είναι δυνατή η αθέτησις της δι᾽ όλους υποχρεωτικής αρχής των ιερών κανόνων, ότι δεν επιτρέπεται η κοινωνία μετά των ακοινωνήτων, δηλαδή μετά των οικειοθελώς και αυθαιρέτως αποστερησάντων εαυτούς της εν χάριτι κοινωνίας. Δεν νοείται και δεν επιτρέπεται η διαγραφή της ουσιαστικής διαφοράς μεταξύ Εκκλησίας και σχίσματος, μεταξύ των νομίμων διαδόχων των αγίων αποστόλων και των «αυτοχειροτονήτων» ή αυτοκλήτων»[14].
Δυστυχώς, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου, εναντιούμενος προς τους Ιερούς Κανόνες, προτείνει στην Εκκλησία της Ελλάδος να κοινωνήσουμε με τους ακοινωνήτους σχισματικούς της Ουκρανίας και να διαγράψουμε την διαφορά μεταξύ Εκκλησίας και σχίσματος. Δηλαδή, μέχρι να συνέλθει η Οικουμενική Σύνοδος, η οποία κατά την γνώμη του θα κρίνει εάν καλώς ή κακώς εδόθη η αυτοκεφαλία εις τους σχισματικούς, να γίνουμε και εμείς σχισματικοί, διακινδυνεύοντες την σωτηρία, και την δική μας και των εκασταχού ποιμαινομένων. Ωραίο πράγματι ποιμαντικό και σωτηριολογικό ενδιαφέρον; Δεν είναι δικαιολογημένες η πικρία, η απογοήτευση, η ανησυχία για την ανεξήγητη ή εξηγούμενη αυτή έκπτωση του μητροπολίτου Ναυπάκτου;
[1]. Κολ. 3, 11. Βλ. και Γαλ. 3, 28: «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού». [2]. Τρεις ιδικές μας μελέτες με τίτλους: α) Η Ουκρανία είναι κανονικό έδαφος της Εκκλησίας της Ρωσσίας, β) Το Ουκρανικό αυτοκέφαλο. Απόκρυψη και παρερμηνεία εγγράφων και γ) Η Κωνσταντινούπολη των Οικουμενιστών δημιουργεί σχίσματα. Μετά το Ημερολογιακό έρχεται το Ουκρανικό, μετά την κυκλοφόρησή τους στο Διαδίκτυο εδημοσιεύθησαν ενσωματωμένες σε βιβλίο με τίτλο: Το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο. Αντικανονική και διαιρετική εισπήδηση της Κωνσταντινούπολης, Θεσσαλονίκη 2018, Εκδόσεις «Το Παλίμψηστον». Τρεις επίσης μελέτες εξεπόνησε ο πρωτο-πρεσβύτερος Αναστάσιος Γκοτσόπουλος υπό τον γενικό τίτλο: Μικρή Συμβολή για το Ουκρανικό «Αυτοκέφαλο». Η πρώτη έχει τίτλο: Υπάγεται η Ουκρανία στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Θρόνου; Η δεύτερη: Ουκρανικό Αυτοκέφαλο ή κακοκέφαλο. Και η τρίτη: Ο αυτοχειροτόνητος Vincent Chekalin και η «Αυτοκέφαλη» Εκκλησία της Ουκρανίας. Και οι τρεις μελέτες δημοσιεύ-θηκαν στο Διαδίκτυο και τώρα εκδίδονται σε βιβλίο που θα κυκλοφορηθεί σύντομα.
[3]. Ιωαννησ Τατσης, Φαναριώτικο Πρωτείο (29-3-19).
[4]. Επιστολή του αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο (Εν Τιράνοις, 14 Ιανουαρίου 2019).
[5]. Περί του Ουκρανικού ζητήματος 2α απόκριση, αληθεύοντες εν αγάπη. (Εν Τιράνοις, 21 Μαρτίου 2019).
[6]. Βλ. Πηδάλιον, Εκδοτ. Οίκος «Αστήρ», σελ. 407: «Μη εξείναι δε κοινωνείν τοις ακοινωνήτοις, μηδέ εν ετέρα Εκκλησία υποδέχεσθαι τους εν ετέρα Εκκλησία μη συναγομένους. Ει δε φανείη τις των Επισκόπων ή Πρεσβυτέρων ή Διακόνων ή τις του κανόνος τοις ακοινωνήτοις κοινωνών και τούτον ακοινώνητον είναι, ως αν συγχέοντα τον Κανόνα της Εκκλησίας».
[7]. Εις Εφ. Ομ. 14, 4, PG 62, 85-87.
[8]. Επιστολή μητροπολίτου Ναυπάκτου, Προς την Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος (30 Μαρτίου 2019).
[9]. Αναστασιος Βαβουσκοσ, «Ο ατελής χαρακτήρας των υφισταμένων αυτοκεφάλων καθεστώτων. Ένα θεμελιώδες κανονικό λάθος» (Romfea, 5 Απριλίου 2019), Του αυτού, «Απάντηση στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου» (Romfea, 7 Απριλίου 2019). Του αυτού, «Τελική (επίσης) απάντηση στον Σεβασμιώτατο Άγιο Ναυπάκτου» (Romfea, 8 Απριλίου 2019).
[10]. Δήλωση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ουκρανίας για την κατάσταση στην Ουκρανία, (Romfea, 3. Απριλίου 2019).
[11]. Ενθ᾽ ανωτ.
[12]. Επιστολή της Ιεράς Συνόδου της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, Προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο (6 Φεβρουαρίου 2019).
[13]. Υπόμνημα του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρου, Προς την Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Κύπρου για το Ουκρανικό Ζήτημα (7 Φεβρουαρίου 2019).
[14]. Επίσκοπος Μπάτσκας Ειρηναιος, Προσωπική θέση ως προς την Θέση της Σερβικής Εκκλησίας για το Ουκρανικό (Romfea, 15 Μαρτίου 2019).