Του μητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεου
“Από το Σαββατιάτικο ένθετο της εφημερίδας δημοκρατία για την Ορθοδοξία”
Σε περιόδους κρίσεως, ανακατατάξεων και ανατροπών, όπως η σημερινή, μαζί με τους ανθρώπους πλήττονται και οι θεσμοί, επιτείνοντας, επεκτείνοντας και διευρύνοντας έτσι την περιρρέουσα ατμόσφαιρα αστάθειας και αβεβαιότητας, και απειλώντας καίρια την κοινωνική ομαλότητα και συνοχή!
Στην οικονομική δυσπραγία, στη φτώχεια και την ανεργία, ένα ένα τα μέχρι πρότινος θεωρούμενα σταθερά σημεία αναφοράς καταρρέουν, άλλα σιωπηλά και άλλα εκκωφαντικά, αφήνουν στον καθημαγμένο άνθρωπο την πικρή αίσθηση της ματαιότητας και τη στυφή γεύση της απογοήτευσης.
Ολοι οι θεσμοί κρίνονται, αμφισβητούνται και απορρίπτονται, αφού, διαβρωμένοι από τις χρόνιες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να επιτελέσουν την αποστολή τους και, αντί να αποτελέσουν μέρος της λύσης, έγιναν μέρος της κρίσης!
Στην ισοπεδωτική αυτή πλημμυρίδα, μόνο ένας θεσμός αντιστέκεται και προβάλλει ως μοναδική για πολλούς σωτηρία και ελπίδα: η Εκκλησία!
Επιμένει να στέκεται όρθια και, παρά τα κρυφά και τα φανερά χτυπήματα που δέχεται, παρά την οικονομική αφαίμαξη που υφίσταται, παρά τις όποιες ατέλειες των μελών της, από τα οποία συνίσταται, επαναλαμβάνει και σήμερα το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δύο ιχθύων, τρέφουσα πεντακισχιλίους, όχι μια φορά ούτε σε έναν τόπο μόνο…
Οταν το 1453 το Γένος των Ελλήνων έχασε τα πάντα, κρατική υπόσταση, πολιτική και πνευματική ηγεσία, κατέφυγε και σώθηκε στην Κιβωτό της Εκκλησίας.
Και σήμερα, που όλα φαίνονται χαμένα, στρέφεται και πάλι προς την Εκκλησία, αναζητώντας σ’ αυτήν βοήθεια και προστασία.
Ανέκαθεν η Εκκλησία, από τα αποστολικά χρόνια, τις βασιλειάδες και τα μοναστήρια – πτωχοκομεία – νοσοκομεία του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας, βρέθηκε στην πρωτοπορία έργων κοινωνικής ευποιΐας και φιλανθρωπίας.
Ποτέ όμως δεν μεταβλήθηκε σε άτυπο υπουργείο Κοινωνιών Υπηρεσιών, ποτέ δεν υποβαθμίστηκε σε φιλανθρωπική ΜΚΟ!
Σήμερα, όμως, καθώς στρατιές απελπισμένων, πεινασμένων, άνεργων και ανέστιων ανθρώπων καταφεύγουν σ’ αυτήν και ατύπως ο ρόλος της κοινωνικής πρόνοιας της έχει ανατεθεί, η αποστολική διαπίστωση «ουκ αρεστόν εστί καταλείψαντας τον λόγον του Θεού διακονείν τραπέζας» γίνεται όλο και πιο έντονα ηχηρή!
Σκοπός της Εκκλησίας, όμως, δεν είναι να χορτάσει την πείνα την υλική, αλλά πρωτίστως την πείνα την πνευματική!
Και είναι προφανές ότι ο σημερινός άνθρωπος, εγκλωβισμένος μέσα στη μικρόψυχη και κοντόθωρη φιλαυτία του, έχασε την αίσθηση της πείνας της πνευματικής, απώλεσε την αγωνία για το πραγματικό νόημα και τον αληθινό σκοπό της ζωής.
Χωρίς να το διαισθάνεται, πεινασμένος πνευματικά, θέλησε να κορέσει την πείνα του υλικά και οδηγήθηκε σε αδιέξοδα τραγικά! «Πεινώντας» για φαγητό, για ρούχα, για διασκέδαση, για δύναμη και για επίδειξη, ξέχασε να «πεινάσει» για αγάπη, για δικαιοσύνη, για αλήθεια, για ελευθερία και έκλεισε τις πόρτες της ψυχής του στον λόγο του Θεού.
Πρέπει να συναισθανθούμε και να συνειδητοποιήσουμε όλοι την ευθύνη μας απέναντι σ’ αυτόν τον αποπροσανατολισμένο άνθρωπο. Και η ευθύνη μας δεν εξαντλείται στην εξασφάλιση της υλικής τροφής, αλλά πρωτίστως έγκειται στην προσφορά της πνευματικής μας διδαχής.
Ο ρόλος της Εκκλησίας δεν είναι να «διακονεί τραπέζας», αλλά να σώζει ψυχές, οδηγώντας τις στην τράπεζα της αληθινής τροφής και της αιώνιας ζωής!
Οσο δύσκολο και να φαίνεται, υπό τις σημερινές μάλιστα συνθήκες, η Εκκλησία πρέπει να αντέξει στην πίεση που δέχεται να μεταβληθεί σε τραπεζοκόμο και να δώσει στους ανθρώπους να κατανοήσουν ποιος πρέπει να είναι ο αληθινός προσανατολισμός της ζωής.