Γ’ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ – «Νέαν έδειξε κτίσιν, εμφανίσας ο Κτίστης, ημίν τοις υπ’ αυτού, γενομένοις· εξ ασπόρου βλαστήσας γαστρός και φυλάξας ταύτην ώσπερ ην άφθορον· ίνα το θαύμα βλέποντες, υμνήσωμεν αυτήν, βοώντες»·
Δηλαδή έναν καινούριο τρόπο, μια καινούρια μέθοδο χρησιμοποιήθηκε σ’ αυτήν τη σύλληψη. Εγεννήθη ο Χριστός άνευ σπέρματος, από μια κοιλία η οποία δεν εσπάρη και ταυτόχρονα γεννηθείς, την άφησε άφθορον. Για να βλέπουμε εμείς αυτό το θαύμα και να την υμνούμε, φωνάζοντάς της.
«Χαίρε, το άνθος της αφθαρσίας»·
Δηλαδή: Χαίρε το άνθος της αφθαρσίας. Πράγματι άφθορος έμεινε.
«Χαίρε, το στέφος της εγκρατείας».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που στεφανώθηκες για την αγνότητα και την εγκράτεια.
«Χαίρε, αναστάσεως τύπον εκλάμπουσα»·
Δηλαδή; Χαίρε εσύ, που μας δίνεις μια ζωντανή εικόνα, πως θα σωθούμε μετά την ανάσταση. Διότι όπως και αυτή έμεινε άφθορος, έτσι και εμείς άφθαρτοι θα βγούμε από την ανάσταση. Είναι ένας τύπος της αναστάσεως.
«Χαίρε, των Αγγέλων τον βίον εμφαίνουσα».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ που με την αγγελική σου ζωή, φανερώνεις τη ζωή των Αγγέλων.
«Χαίρε, δένδρον αγλαόκαρπον, εξ ου τρέφονται πιστοί»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι ένα δένδρο που βγάζει τέτοιους γευστικούς και καλούς καρπούς, που τρέφονται οι πιστοί απ’ αυτούς. Ο Χριστός είναι το δένδρο και απ’ αυτό τρέφονται οι πιστοί.
«Χαίρε, ξύλον ευσκιόφυλλον, υφ’ ου σκέπονται πολλοί».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι ένα δένδρο πυκνόφυλλο με παχύ ίσκιο και κάτω απ’ αυτό σκεπάζονται πολλοί.
«Χαίρε, κυοφορούσα οδηγόν πλανωμένοις»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που κυοφόρησες Αυτόν, που πρέπει να έχει οδηγόν κάθε άνθρωπος για να μην πλανηθεί. Πλανάται πλάνη οικτράν, εκείνος που δεν έχει τον Χριστό ως οδηγό στη ζωή του.
«Χαίρε, απογεννώσα λυτρωτήν αιχμαλώτοις».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που γέννησες τον Λυτρωτή, ο Οποίος μας ελευθέρωσε από τον κακούργο Διάβολο, στον οποίον ήμασταν ψυχικά αιχμάλωτοι, με τα πάθη και τις αμαρτίες μας.
«Χαίρε, Κριτού δικαίου δυσώπησις»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που καθικετεύεις και πρεσβεύεις τον δίκαιο Κριτή, τον Χριστό, να Τον μεταβάλλεις κατά κάποιον τρόπο και να Τον κάνεις ηπιότερο απέναντί μας.
«Χαίρε, πολλών πταιόντων συγχώρησις».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που εξ αιτίας των ικεσιών σου, δίδονται αφέσεις στα πταίσματα των αμαρτωλών ανθρώπων.
«Χαίρε, στολή των γυμνών παρρησίας»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που ενέδυσες του γυμνούς (ψυχικώς) από Χάρη, απόγονους του Αδάμ, με το ένδυμα του Χριστού, κατά το μυστήριο του βαπτίσματος για να έχουν παρρησία στον Θεό. Γι’ αυτό λέμε: «Όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε» (Γαλ. 3,27).
«Χαίρε, στοργή πάντα πόθον νικώσα».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι η στοργική εκείνη αγάπη, που κανένα άλλο αίσθημα δεν μπορεί να την ξεπεράσει. Πρέπει λοιπόν να ποθούμε την στοργή της περισσότερος παντός άλλου πράγματος. Παραπάνω δηλ. από όλα πρέπει να είναι αυτό το πράγμα.
«Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε».
«Ξένον τόκον ιδόντες, ξενωθώμεν του κόσμου, τον νούν εις ουρανόν μεταθέντες· διά τούτο γαρ ο υψηλός Θεός, επί γης εφάνη ταπεινός άνθρωπος, βουλόμενος ελκύσαι προς το ύψος τους Αυτώ βοώντας· Αλληλούια».
Δηλαδή: Αφού είδαμε μια παράξενη γέννα (του Χριστού) και εμείς να αποξενωθούμε από τον κόσμο, να απομακρυνθούμε από τον κόσμο, τον αμαρτωλό και πονηρό, μεταφέροντας τον νού μας στον Ουρανό, στον Χριστό.
Γι’ αυτό ο απρόσιτος Θεός έγινε άνθρωπος, για να μας βοηθήσει και να μας τραβήξει, να γίνουμε παιδιά του Θεού. Και του φωνάζουμε εμείς Αλληλούια.
«Όλος ην εν τοις κάτω, και των άνω ουδόλως απήν ο απερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γαρ θεική, ου μετάβασις δε τοπική γέγονε· και τόκος εκ Παρθένου θεολήπτου, ακουούσης ταύτα»·
Δηλαδή: Ολόκληρος ο Χριστός ήταν κάτω στη γη και από πάνω (τον Ουρανό) δεν έφυγε, δεν απουσίαζε και εκεί είναι. Διότι αυτό έγινε με Θεική συγκατάβαση και όχι με τοπική μετακίνηση και έτσι συντελέστηκε η γέννηση από την Παρθένο Μαρία, η οποία ακούει από εμάς, τα εξής:
«Χαίρε, Θεού αχωρήτου χώρα»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που εχώρεσες Τον αχώρητο Θεό.
«Χαίρε, σεπτού μυστηρίου θύρα».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που έγινες η αιτία και άνοιξε η θύρα, η Ωραία Πύλη (στην Εκκλησία), διά της Σταυρώσεως του Χριστού, όπου εκεί διά του σεπτού μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας, λαμβάνει ο άνθρωπος την είσοδο για την Βασιλεία των Ουρανών.
«Χαίρε, των απίστων αμφίβολον άκουσμα»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που για τους απίστους που σε ακούνε, πέφτουν σε αμφιβολίες.
«Χαίρε, των πιστών αναμφίβολον καύχημα».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι για τους πιστούς καύχημα και βεβαιότης.
«Χαίρε, όχημα πανάγιον του επί των Χερουβείμ»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι ένα πανάγιο άρμα Εκείνου, ο Οποίος εκάθετο επάνω στα Χερουβείμ.
«Χαίρε, οίκημα πανάριστον του επί των Σεραφείμ».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι το υπερτέλειος τόπος κατοικίας Εκείνου, ο Οποίος κάθεται επί των Σεραφείμ. Τιμή και δόξα για το πρόσωπο της Θεοτόκου.
«Χαίρε, η ταναντία εις ταυτό αγαγούσα»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ που ένωσες δύο αντίθετα πράγματα, την παρθενία και την λοχεία.
«Χαίρε, η παρθενίαν και λοχείαν ζευγνύσα».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που συνδύασες και ένωσες την παρθενία με την μητρότητα.
«Χαίρε, δι’ ης ελύθη παράβασις»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που έγινες η αιτία να λυθεί και να συγχωρεθεί η πρώτη παράβαση των Πρωτοπλαστών (και γενικά όλων των αμαρτημάτων) διά του Χριστού.
«Χαίρε, δι’ ης ηνοίχθη Παράδεισος».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που διά εσού – με τον Χριστό που γέννησες – ανοίχθηκε ο Παράδεισος.
«Χαίρε, η κλείς της Χριστού βασιλείας»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι το κλειδί της Βασιλείας του Χριστού. Το κλειδί είναι ο Χριστός.
«Χαίρε, ελπίς αγαθών αιωνίων».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι η ελπίδα των αιωνίων αγαθών.
«Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε».
«Πάσα φύσις Αγγέλων, κατεπλάγη το μέγα της σης ενανθρωπήσεως έργον· τον απρόσιτον γαρ, ως Θεόν, εθεώρει πάσι προσιτόν άνθρωπον, ημίν μεν συνδιάγοντα, ακουόντα δε παρά πάντων ούτως· Αλληλούια».
Δηλαδή: Όλοι οι Άγγελοι κατεπλάγησαν, όταν είδανε αυτό που έκανε ο Θεός: να γίνει ο Θεός άνθρωπος! Και Αυτός που δεν μπορούσε κανείς άνθρωπος να Τον πλησιάσει, τώρα πλησιάζεται. Αυτός μας εσυμβίβασε και Αυτός ακούει από εμάς, το Αλληλούια (το δόξα σοι ο Θεός).
«Ρήτορας πολυφθόγους, ως ιχθύας αφώνους, ορώμεν επί σοι, Θεοτόκε·
απορούσι γαρ λέγειν το πως και Παρθένος μένεις, και τεκείν ίσχυσας· ημείς δε το μυστήριον θαυμάζοντες, πιστώς βοώμεν»·
Τους άξιους ρήτορες, τους βλέπουμε σαν άφωνα ψάρια, μπροστά σε αυτόν τον παράδοξο, ξένον τόκο της Θεοτόκου. Γιατί δεν μπορούν να εξηγήσουν πως έγινε αυτό το πράγμα, το πως γέννησες Θεοτόκε και παρέμεινες και Παρθένος. Εμείς το μυστήριο θαυμάζουμε και τη χαιρετίζουμε με πίστη ως εξής:
«Χαίρε, Σοφίας Θεού δοχείον»·
Δηλαδή: Ποια είναι η Σοφία του Θεού; Ο Χριστός. Χαίρε λοιπόν εσύ, που έγινες το δοχείο της Σοφίας του Θεού, δηλ. που δέχθηκες (και γέννησες) τον Χριστόν.
«Χαίρε, προνοίας αυτού ταμείον».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι ένα θησαυροφυλάκιο, των προαιωνίων σχεδίων του Θεού. Γιατί η Παναγία, φέροντας τον Χριστό, ερμήνευσε και πραγματοποίησε όλα τα σχέδια και τις προγνώσεις που είχε κάνει ο Θεός, για τη σωτηρία του ανθρώπου. Ήταν όλα αυτά μέσα στην Πρόνοια του Θεού, εν τω προσώπω του Ιησού κα πραγματοποιήθηκαν για τον άνθρωπο.
«Χαίρε, φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που όποιος άνθρωπος θελήσει με την λογική του, με τη γνώση του, με τα γράμματά του, να ερμηνεύσει το μυστήριο αυτό της ασπόρου συλλήψεως, παρουσιάζεται αστείος, άσοφος, κουτός παρουσιάζεται οσοδήποτε μόρφωση και αν έχει. Πρέπει αυτό να το δεχτεί μόνο με την πίστη του και όχι με τη γνώση του.
«Χαίρε, τεχνολόγους αλόγους ελέγχουσα».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που τους τεχνίτες του λόγους, τους παρουσιάζεις αστείους, αλόγους, ότι δεν ξέρουν τίποτα, διότι ποιος μπορεί να ερμηνεύσει την άσπορον αυτήν σύλληψιν; Το πως ο Θεός έγινε άνθρωπος από την Παρθένος;
«Χαίρε, ότι εμωράνθησαν οι δεινοί συζητηταί»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που αποδείχθηκαν μωροί, αυτοί που θέλησαν να συζητήσουν, γύρω από το θέμα της ενσάρκου οικονομίας.
«Χαίρε, ότι εμαράνθησαν οι των μύθων ποιηταί».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που εξουθένωθησαν όσοι θέλησαν να παρουσιάσουν τα πράγματα ανθρώπινα, εφόσον αυτά είναι Θεία, δεν προσδιορίζονται με ανθρώπινα λόγια, αλλά μόνο με την καρδιά, μόνο με τη Χάρη, μόνο με την πίστη.
«Χαίρε, των Αθηναίων τας πλοκάς διασπώσα»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που διαλύεις τα περίτεχνα λογικά κατασκευάσματα των λογίων Αθηναίων.
«Χαίρε, των αλιέων τας σαγήνας πληρούσα».
Δηλαδή: Τι είναι η σαγήνη; Δίχτυ. Ποιοί είναι οι αλιείς; Οι Απόστολοι. Οι Απόστολοι οι αγράμματοι, κατόρθωσαν με τη σαγήνη του λόγου, κατάφεραν να φέρουν ανθρώπους μέσα στη σωτηρία, στον Χριστό και τους χαιρετίζει.
Διότι η Παναγία είναι αυτή, που έφερε Αυτόν, που αξιοποίησε τους Αποστόλους, οι οποίοι εψάρεψαν τους ανθρώπους.
«Χαίρε, βυθού αγνοίας εξέλκουσα»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που μας έβγαλε από τον βυθό της αγνοίας και μας παρουσίασες τον αληθινό Θεό. Διότι μόνο ο αληθινός Θεός είναι Φως και βγάζει τον άνθρωπο εις το φως.
«Χαίρε, πολλούς εν γνώσει φωτίζουσα».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που φωτίζεις πολλούς σε Θεία γνώση και τους δίδεις την πραγματική γνώση.
«Χαίρε, ολκάς των θελόντων σωθήναι»·
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι το ασφαλές πλοίο και όσοι θελήσουν και μπούνε μέσα, θα σωθούνε. Αυτή καθ’ εαυτή η Παναγία δεν είναι το πλοίο, αλλά έφερε το πλοίο, έφερε το σωσίβιο, που είναι ο Χριστός για να σωθούνε όσοι άνθρωποι θέλουν.
«Χαίρε, λιμήν των του βίου πλωτήρων».
Δηλαδή: Χαίρε εσύ, που είσαι το λιμάνι που ξεκουράζονται οι άνθρωποι από το πέλαγος της ζωής. Βέβαια εδώ λιμάνι είναι ο Χριστός, που έφερε η Παναγία.
«Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε».
«Σώσαι θέλων τον κόσμον, ο των όλων Κοσμήτωρ, προς τούτον αυτεπάγγελτος ήλθε· και ποιμήν υπάρχων ως Θεός, δι’ ημάς εφάνη καθ’ ημάς άνθρωπος· ομοίω γαρ το όμοιον καλέσας, ως Θεός ακούει· Αλληλούια».
Δηλαδή: Από αγάπη και ενδιαφέρον προς τον άνθρωπο, ήρθε μόνος Του θεληματικά, Αυτός που δημιούργησε τον κόσμο, για να σώσει τον κόσμο. Και ενώ ήταν ο Ποιμένας μας και ο Θεός μας, για το χατίρι του ανθρώπου κατέβηκε κάτω για να φθάσει στο ανάστημα το δικό μας και έγινε άνθρωπος, για να μιλήσει σαν ίσος προς τους συνανθρώπους Του και να βοηθήσει τους ανθρώπους.
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυξ
(Από Ρήματα Ζωής)