«Επί τέλους και οι ιδεοληψίες, οι εμμονές και η προπαγάνδα έχουν τα όριά τους». Με τον τρόπο αυτό ολοκληρώνει την ανακοίνωσή του ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ με αφορμή το θέμα που ξαναήρθε στην επιφάνεια για τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους και μεταξύ αυτών που τον επανέφεραν είναι ο Γιώργος Κατρούγκαλος.
Η ανακοίνωση του Μητροπολίτη αναφέρει
Η πρόταση του Εξοχ. Αν. Υπουργού Εξωτερικών κ. Γ. Κατρούγκαλου και των συνυπογραψάντων ελλογιμωτάτων πέντε Καθηγητών για την αναθεώρηση του ισχύοντος Συντάγματος, όσον αφορά στην σχέση Κράτους-Εκκλησίας προβάλλει την «ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητος του Κράτους με αναγνώριση της Ορθοδοξίας ως ιστορικά επικρατούσας θρησκείας». Η πρόταση αυτή επιβάλλει την πληροφόρηση για την σημερινή νομική πραγματικότητα που αποδεικνύει περίτρανα ότι η χώρα είναι σαφέστατα ουδετερόθρησκο Κράτος με το ισχύον νομικό πλαίσιο και ότι η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία της Ελλάδος έχει την αυτή νομική θέση και ενδεχομένως κατωτέρα των αναγνωριζομένων ως Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου Μουφτειών της Μουσουλμανικής μειονότητος και των Ισραηλιτικών Κοινοτήτων.
Το άρθρο 110 του Συντάγματος επιτρέπει αποκλειστικώς και μόνο την αναθεώρηση όχι όλων αλλά μόνον ορισμένων διατάξεων του Συντάγματος. Και μάλιστα μετά παρέλευση πενταετίας από της τελευταίας. Τι σημαίνει η ρύθμιση αυτή; Απλούστατα δύο πράγματα:
Α. Ότι ο Συνταγματικός Νομοθέτης δυσπιστεί ως προς την ειλικρίνεια των επιχειρούντων την αναθεώρηση και
Β. Ότι η ως άνω συνταγματική διάταξη εισάγει «εξαιρετικό δίκαιο» οι διατάξεις του οποίου ερμηνεύονται στενώς απαγορευομένης κάθε διευρύνσεως της εννοίας και εφαρμογής του.
Δεύτερο στοιχείο του άρθρου 110 παρ. 2 του Συντάγματος είναι ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος και μετά την παρέλευση της 5ετίας δεν επιτρέπεται αορίστως και οποτεδήποτε, αλλά μόνο εφ’όσον διαπιστωθεί ανάγκη αναθεωρήσεως και μάλιστα όταν το αποφασίσει η Βουλή, την δε αναθεώρηση θα την εκτελέση όχι η Βουλή που διεπίστωσε την ανάγκη αλλά η επομένη. Τα ίδια ακριβώς γίνονται δεκτά και από την αλλοδαπή νομική θεωρία και εάν η αρχή αυτή δεν γίνει σεβαστή έχουμε την δημιουργία «παρασυντάγματος». Επιπρόσθετο χαρακτηριστικό της δυσπιστίας και του εξαιρετικού δικαίου είναι η παρ. 5 του άρθρου 110 του Συντάγματος η οποία αναφέρει ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος αφ’ης αποφασισθή και δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεν τίθεται εν ισχύι αλλά απαιτείται προς τούτο «ειδικό ψήφισμα» της Βουλής.
Στην Ελληνική έννομη τάξη όπως αναφέραμε ΝΠΔΔ είναι δυνάμει των διάξεων του Ν. 2345/3.7.1920 (ΦΕΚ 148Α) ως τίθεται και ισχύει με τον Νόμο 3069/31.3.1924 (ΦΕΚ 71Α) και των διατάξεων του Ν. 1920/4.2.1991 (ΦΕΚ 11Α) οι Μουσουλμανικές Μουφτείες οι οποίες είναι δημόσιες υπηρεσίες με την διάταξη του άρθρου 7 του Ν. 1920/4.2.1991 και οι Μουφτήδες με την διάταξη του αρθ. 1 παρ. 7 του ίδιου Νόμου διορίζονται και παύονται με Προεδρικό Διάταγμα εκδιδόμενο μετά από πρόταση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και δυνάμει των αρθ. 4 και 5 του ίδιου νόμου «οι διοριζόμενοι Μουφτήδες και οι τοποτηρητές είναι δημόσιοι υπάλληλοι, κατέχουν θέση Γενικού Διευθυντή και λαμβάνουν αποδοχές Γενικού Διευθυντή με βασικό μισθό τον προβλεπόμενο για το ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο (1ο ) του Ν. 1505/1984», «Ο Μουφτής ασκεί δικαιοδοσία μεταξύ Μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών της περιφερείας του επί γάμων, διαζυγίων, διατροφών, επιτροπειών, κηδεμονιών, χειραφεσείας ανηλίκων, ισλαμικών διαθηκών και της εξ αδιαθέτου διαδοχής εφ’ όσον οι σχέσεις αυτές διέπονται από τον ιερό μουσουλμανικό νόμο».
Ιδιες ρυθμίσεις ισχύουν στην Ελληνική έννομη τάξη και για τις Ισραηλιτικές κοινότητες με τους Ν. 2456/2.8.1920 (ΦΕΚ 173Α), Ν. 1657/15.1.1951 (ΦΕΚ 20Α) και Ν. 3817/7.3.1958 (ΦΕΚ 36Α) στους οποίους ορίζεται στο άρθρο 1 του Ν. 2456 «Εις ας πόλεις κατοικούσι μονίμως πλείονες των 20 Ισραηλιτικών οικογενειών και λειτουργεί Συναγωγή δύναται να ιδρυθή διά Β. Διατάγματος Ισραηλιτική Κοινότης αναγνωριζομένη ως ΝΠΔΔ», στο αρθ. 9 του ίδιου Νόμου «Εκάστης κοινότητος προίσταται θρησκευτικώς εις Αρχιραβίνος, διοριζόμενος και απολυόμενος διά Β. Διατάγματος προτάσει της κοινότητος». Στο αρθ. 12 διαλαμβάνεται «Θρησκευτικό Δικαστήριο φέρον τον τίτλον Μπεθ-ντιν» και διοριζόμενον υπό του Ραββινικού Συμβουλίου αποφαίνεται επί…των περιπτώσεων της συστάσεως και διαλύσεως του γάμου μεταξύ Ισραηλιτών, των προσωπικών σχέσεων των συζύγων συνεστώτος του γάμου, περί διατροφής συζύγων και τέκνων, περί αποδόσεως της προικός και των παραφέρνων συνεπεία διαζυγίου εφ’ όσον αι σχετικαί αξιώσεις απορρέουν εκ του ιερού Ιουδαικού νόμου».
Στον Α.Ν. 367/7.6.1945 (ΦΕΚ 143Α) στα αρθ. 5 και 6 «συνιστάται Κεντρικόν Ισραηλιτικόν Συμβούλιον του οποίου τα μέλη διορίζονται δι’ αποφάσεως του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Παιδείας» και στον Ν. 1657/1951 διαλαμβάνεται στο αρθ. 3 παρ. 2 «Ο γενικός Αρχιραββίνος Ελλάδος … διορίζεται και απολύεται προτάσει του άνω συνεδρίου διά Β.Δ. προκαλουμένου υπό του Υπουργού Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας».
[irp posts=”339994″ name=”Μητροπολίτης Πειραιώς: «Η Εκκλησία έχει βοηθήσει την Ελλάδα με το 96% της περιουσίας της» (ΒΙΝΤΕΟ)”]
Με τον Ν. 590/16.3.1977 «Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (ΦΕΚ 146Α) στο αρθ. 1 εδ. 4 διαλαμβάνεται «Κατά τας νομικάς αυτών σχέσεις η Εκκλησία της Ελλάδος, αι Μητροπόλεις, αι Ενορίαι μετά των Ενοριακών αυτών Ναών, αι Μοναί, η Αποστολική Διακονία, ο ΟΔΕΠ, το ΤΑΚΕ, το Διορθόδοξο της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι ΝΠΔΔ», στο αρθ. 26 ορίζεται στην παρ. 1 ότι «Μετά την προς το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων γνωστοποίηση υπό της ΙΣΙ της εκλογής, της τελέσεως του μηνύματος και της χειροτονίας του εκλεγέντος…εκδίδεται εντός 10 ημερών προτάσει του ασκούντος μόνον έλεγχον νομιμότητος Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Προεδρικόν Διάταγμα περί αναγνωρίσεως και καταστάσεως του εκλεγέντος δημοσιευόμενον διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως». Με τον Ν. 4301/7.10.2014 (ΦΕΚ 223Α) παρέχεται η Νομική Προσωπικότης Θρησκευτικού Προσώπου σε όλες τις γνωστές εν Ελλάδι Θρησκευτικές Κοινότητες.
Με το άρθρο 13 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος έχει κατοχυρωθεί θεσμικώς η ελευθερία θρησκευτικής συνειδήσεως κάθε Έλληνος πολίτου και η απόσκοπτος λατρεία των γνωστών θρησκειών (των μη εχόντων κρύφια δόγματα και λατρεία αντικειμένη στα χρηστά ήθη και την έννομη τάξη).
Όπως αποδεικνύεται από τις παραπάνω παρατιθέμενες νομικές διατάξεις και οι Μουσουλμανικές Μουφτείες-δημόσιες υπηρεσίες και τα Ραββινικά Συμβούλια-ΝΠΔΔ ασκούν δικαιοδοτική αρμοδιότητα του Κράτους επί Ελλήνων πολιτών Μουσουλμανικής ή Εβραικής θρησκευτικής παραδοχής. Το δικαίωμα αυτό δεν αναγνωρίζεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία και δεν το διεκδικεί ως θα όφειλε.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω συνεχίζει να διερωτάται κάθε καλής προαιρέσεως άνθρωπος και μάλιστα Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου αν η Ελλάδα, η χώρα μας είναι ουδετερόθρησκο Κράτος και αν υφίστανται διακριτότατοι ρόλοι Εκκλησίας και Πολιτείας;
Επί τέλους και οι ιδεοληψίες, οι εμμονές και η προπαγάνδα έχουν τα όριά τους.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ