Νέα επιστολή προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης Νίκο Παρασκευόπουλο απέστειλε ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ και στην οποία αναφέρεται στο θέμα της αποποινικοποίησης της βλασφημίας.
Και αυτή τη φορά, ο Σεβασμιώτατος τονίζει στον υπουργό ότι οι συνέπειες μια τέτοιας απόφασης θα είναι τραγικές.
Αναλυτικά η επιστολή:
Αριθμ. Πρωτ. 911 Εν Πειραιεί τη 15η Σεπτεμβρίου 2016
Προς τον
Εξοχώτατο Κύριο
Νικόλαο Παρασκευόπουλο
Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας
και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Εις ΑΘΗΝΑΣ
Εξοχώτατε κ. Υπουργέ,
Μετά πολλής τιμής έλαβα την ευγενή απάντησή Σας στην από 25/7/2016 επιστολή μου η οποία ανεφέρετο σε ανακοίνωση του Υπουργείου Σας διά της οποίας γνωστοποιείτο ότι παρεπέμφθη σε νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, η αποποινικοποίηση του εγκλήματος της βλασφημίας, με το νομικό λόγο ότι «Κατά το Ποινικό Δίκαιο η ποινή προϋποθέτει την τέλεσι πράξης. Ο προσδιορισμός της τελευταίας χωρεί με στάθμιση των εμπειρικών-αποδείξιμων αποτελεσμάτων της. Ωστόσο, στην περίπτωση της βλασφημίας λείπει οποιαδήποτε αποδείξιμη ενώπιον δικαστηρίου βλαπτική συνέπεια της πράξης. Επομένως, η έννοια του εγκλήματος δεν διακρίνεται» που επαναλαμβάνετε ουσία στην απάντησή Σας, με την πρόδηλα λανθασμένη άποψη ότι η προσβολή του Θεού ή των Θείων δεν είναι δήθεν αποδείξιμη ή νοητή, διότι η διακινδύνευση και η βλάβη δεν αφορά στον Θεό ή τα Θεία αλλά στην θρησκευτική ειρήνη, το έννομο αγαθό της οποίας διά της κακοβούλου βλασφημίας πλήσσεται. Στην συγκεκριμένη Ανακοίνωση η οποία διεδόθη αστραπηδόν διά του ηλεκτρονικού και του εντύπου Τύπου δεν διευκρινίζετο σκοπίμως(;) ότι διεχωρίζατε το έγκλημα της κακόβουλης βλασφημίας του άρθρου 198 από το έγκλημα της καθύβρισης θρησκευμάτων του άρθρου 199.
Διαβάστε εδώ: Πειραιώς Σεραφείμ εναντίον Παρασκευόπουλου: «Θα είστε ηθικοί αυτουργοί της θρησκευτικής αυτοδικίας»
Ανήκω σε εκείνους που ειλικρινώς θαυμάζουν και εκτιμούν το εξαίρετο επιστημονικό Σας έργο και την πολυσχιδή προσωπικότητά Σας, παρά το γεγονός ότι εισηγηθήκατε και επετύχατε την αποποινικοποίηση εγκλήματος που ίσχυσε 4.000 χρόνια, της παρά φύσιν ασελγείας μεταξύ αρρένων, του άρθρου 347 του ΠΚ. Υπηρέτησα επί 20ετία την Εκκλησιαστική Ποινική (Κανονική) Δικαιοσύνη ως Εκκλησιαστικός ανακριτής και Γραμματέας των Εκκλησιαστικών Συνοδικών Δικαστηρίων και ανέτρεχα στο επιστημονικό Σας έργο για την εκτίμηση των αναφυομένων ποινικών ζητημάτων και ακριβώς γι’ αυτό αδυνατώ να κατανοήσω την διάσταση την οποία δίδετε στο συγκεκριμένο θέμα με την επιστολή Σας.
Επιχειρείτε να διαχωρίσετε τα δυό αδικήματα προφανώς διότι αντιλαμβάνεσθε πλήρως την βαρύτητα των ενστάσεών μου ως διακεκριμένος και ευφυής νομικός νούς, ενώ τα εγκλήματα των δύο άρθρων 198, 199 αναφέρονται στην ίδια εγκληματική ενέργεια και δι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο ποινικός νομοθέτης ομού μετά του εγκλήματος του άρθρου 200 τα εντάσσει σε μία ενιαία ομάδα εγκληματικών ενεργειών διά των οποίων πλήσσεται η θρησκευτική ειρήνη και δι’ αυτής η κοινωνική συνοχή υπό τον τίτλο «επιβουλή της Θρησκευτικής ειρήνης». Ειδικώτερα η διάταξη του άρθρου 199 είναι ευρυτέρα της διατάξεως του άρθρου 198 διότι η καθύβρισις θρησκευμάτων εμπεριέχει και την κακόβουλη βλασφημία του Θείου οιασδήτινος «ανεκτής» στην Ελλάδα θρησκείας δηλ. γνωστής θρησκείας που δεν έχει κρύφια δόγματα και της οποίας η λατρεία δεν αντίκειται στην δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη.
Συνεπώς, Εξοχώτατε κ. Υπουργέ, εάν αποπειράσθε για λόγους προδήλως ικανοποιήσεως κάποιων ιδεοληπτικών και αμοίρων νομικής παιδείας και γνώσεως να αποποινικοποιήσετε το έγκλημα του 198 διατηρώντας το έγκλημα του 199 λυπούμαι που αναγκάζομαι να το αναφέρω αλλά δυστυχώς θα αμαυρώσετε την εξαίρετη επιστημονική διαδρομή Σας που εκτιμάται απολύτως στον νομικό κόσμο, διότι κατ’ ουσίαν θα προβήτε σε μία ενέργεια εντυπωσιασμού και μόνο η οποία θα έχει τραγικά αποτελέσματα διότι θα δώσει το μήνυμα σε ασταθείς και ανοήτους ανθρώπους ότι έχουν δήθεν το έννομο δικαίωμα να καθυβρίζουν κακοβούλως και δολίως το Θείο, χωρίς καμμία έννομη συνέπεια. Αποτέλεσμα αυτής της τραγικής ανακολουθίας θα είναι ασφαλώς αυτό που δικαιολογημένα όλοι οι εχέφρονες φοβούμεθα και «εξορκίζομε» και ο νομικός νομοθέτης με τις ειρημένες διατάξεις προλαμβάνει, η κακουργηματική θρησκευτική αυτοδικία.
Επαναλαμβάνω στην εγνωσμένη ευθυκρισία και επιστημοσύνη Σας ότι το θρησκευτικό γεγονός μπορεί να κρίνεται ή να αμφισβητείται εννόμως, εάν όμως κακοβούλως καθυβρίζεται προσβάλλει αναποδράστως το θρησκευόμενο πρόσωπο διότι ο ψυχισμός κάθε πιστού οιασδήτινος θρησκευτικής παραδοχής συγκροτείται από το θρησκευτικό του πιστεύω.
Ευελπιστώ, ότι οι ταπεινές σκέψεις μου θα συμβάλλουν θετικά στην ορθή αντιμετώπιση του συγκεκριμμένου θέματος διότι υφίσταται έλλειμα αντιλήψεως ότι τα άρθρα 198, 199 του Ποινικού Κώδικα δεν τίθενται από «θειστική» διάθεση του νομοθέτου, για την δήθεν προστασία του Θείου, αλλά διά την διασφάλιση της θρησκευτικής ειρήνης και της κοινωνικής συνοχής και για την αποτροπή της θρησκευτικής αυτοδικίας.
Μετά τιμής και ευχαριστιών
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ