Συνέντευξη στον Γιώργο Κιούση
Η Εκκλησία βοηθεί, με τη θεολογία της, στην κατανόηση των βαθύτερων αιτίων της κρίσης, αν και η εν συνεχεία υποχρέωσή μας για μια όσο γίνεται γενναιότερη αλληλεγγύη προς τους πάσχοντες παραμένει ακέραια.
«Όταν οι Πέρσες έζωσαν πολιορκητικά την Έφεσο όπως μας παραδίδει ο Διογένης Λαέρτιος, οι συμπολίτες του Ηράκλειτου τον ρώτησαν τι πρέπει να κάνουν. Ο φιλόσοφος δεν είπε τίποτα, αλλά κάθισε σταυροπόδι κατάχαμα, έβρεξε σιτάρι και άρχισε να το τρώει σιωπηλά.
Όλοι τότε κατάλαβαν ότι πρέπει να περιορίσουν στο έπακρο τις ανάγκες τους και να αντέξουν την πολιορκία μ’ εγκαρτέρηση. Οπότε βρεθούν τέτοιοι θυσιαζόμενοι άνδρες στο δημόσιο χώρο, η κουλτούρα του ναρκισσισμού υπονομεύεται και αρχίζει η δημιουργική αφύπνιση».
Μιλάμε με τον πατέρα Νικόλαο Λουδοβίκο, με σπουδές Ψυχολογίας, Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Θεολογίας στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, το Παρίσι και το Κέμπριτζ. Είναι καθηγητής Δογματικής και Φιλοσοφίας και πρόεδρος της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (ΑΕΑΘ), επισκέπτης καθηγητής στο Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Κέμπριτζ, ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Γουίντσεστερ. Έχει συγγράψει δέκα βιβλία και παράλληλα έχει μεγάλο αριθμό δημοσιευμένων άρθρων. Έργα του έχουν μεταφρασθεί σε οκτώ γλώσσες.
* Από την απόλυτη εξουσία, λόγω κρίσης, στην απόλυτη κατάπτωση;
Απόλυτη εξουσία
– Μα η κρίση γεννήθηκε ακριβώς από την «απόλυτη εξουσία», είναι η αναπόδραστη σύνθλιψη που ακολουθεί κάθε ναρκισσιστική ανύψωση προς κατακυρίευση -αντί της διακονίας– του κοινωνικού χώρου, είτε ιδιωτικά -μέσω των υπαγορεύσεων του lifestyle- είτε συλλογικά, και εδώ φυσικά εννοώ τα κόμματα, τα οποία στην Ελλάδα έχουν προ πολλού υποκαταστήσει όχι μόνον τη λειτουργία του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών, αλλά και σειράς πρώην κοινοτικών, αδέσμευτων συλλογικών δράσεων. Η σύνθλιψη αυτή, κατά τον Γρηγόριο Παλαμά, προέρχεται από το γεγονός πως η ανύψωση αυτή είναι στην ουσία της ακριβώς φαντασιωτική, δηλαδή άδεια από πραγματικό ανθρώπινο περιεχόμενο, ως θέληση για δύναμη που εκμεταλλεύεται τους άλλους, ενώ δήθεν τους συμπεριλαμβάνει στη φροντίδα της.
* Δεν σας εξέπληξαν, λοιπόν, τα απότοκα της κρίσης;
– Κρίση υπήρχε ακριβώς όταν λέγαμε πως δεν υπήρχε, αλλά δεν το καταλαβαίναμε λόγω φιλαυτίας.
* Πώς απαντά η Εκκλησία στον βιωμένο, πλέον, πανικό της στέρησης και της ανασφάλειας;
– Με την πρόταση -ίσως- κατ’ αρχάς της μεταβολής του τρόπου της υπάρξεως, από ναρκισσιστικό και φίλαυτο, σε φιλόθεο και φιλάδελφο. Η παρεμβολή του θυσιαστικού Θεού, όπως τον «εξηγεί» ο Χριστός, καλεί σ’ ένα πολύ βαθύτερο ρίζωμα του εαυτού σε μια διαλογική συνεργία θεανθρώπινη, όπου η Ιστορία και η Κοινωνία δεν παράγονται πλέον ως αυθαιρεσίες των υποκειμένων της ισχύος, αλλά ως ανακάλυψη του πλούτου του Θεού μέσα στον άνθρωπο -της θεοείδειάς του- και της αιώνιας δημιουργικότητας και ζωτικότητας του ανθρώπου μέσα στην αγάπη του κοινωνικού αυτού Θεού. Ο οποίος, σε αντίθεση μ’ εμάς που καταλαβαίνουμε την ταυτότητά μας πρωταρχικά ως περίκλειστα υποκείμενα στοχασμού και δράσης απέναντι στον άλλον, αυτοορίζεται μόνον ως Τριάς προσώπων, τα οποία υπάρχουν ως μοναδικά και ανεπανάληπτα μόνον, επειδή βρίσκονται σε αμοιβαία εγκατοίκηση μεταξύ τους -τα μόνα θετικά ονόματα του Θεού, Πατήρ, Υιός, Πνεύμα, είναι ονόματα σχέσεων.
* Βοηθά η Εκκλησία με τη θεολογία της;
– Η θεολογία του Ομοουσίου είναι το καλύτερο φάρμακο κατά της θέλησης για δύναμη και ξαναφέρνει στη μέση τον προβληματισμό για το πραγματικό νόημα της ανθρώπινης κοινότητας. Τι αναπάντεχη κάθαρση για την απόλυτη ψυχαναλυτική τραγωδία της ανεξέλεγκτης παρεμβολής του Άλλου στον υποκειμενικό μου χώρο! Η Εκκλησία λοιπόν βοηθεί, με τη θεολογία της, στην κατανόηση των βαθύτερων αιτίων της κρίσης, αν και η εν συνεχεία υποχρέωσή μας για μια όσο γίνεται γενναιότερη αλληλεγγύη προς τους πάσχοντες παραμένει ακέραια. Ούτε είναι δυνατόν να αποσιωπήσουμε το γεγονός ότι συγκεκριμένοι εκκλησιαστικοί άνδρες στο πρόσφατο παρελθόν παραδόθηκαν, αθεολόγητα, στους ίδιους πειρασμούς πλούτου και ισχύος, αν και οι επιδόσεις των πολιτικών μας υπήρξαν καταιγιστικά υψηλότερες -αφού αυτοί διαχειρίζονταν το δημόσιο χρήμα.
* Λείπει ο τίμιος λόγος απ’ την κοινωνία μας;
– Τίμιος μπορεί να είναι μόνον ο ανιδιοτελής και είναι αυτό ακριβώς το είδος ανθρώπου που ελαττώνεται δραματικά στο δημόσιο χώρο. Μόνον άνθρωποι ανιδιοτελείς μπορούν να είναι τόσο επαναστατικοί ώστε να είναι τίμιοι, δηλαδή να μην κρύβουν ίδιον όφελος πίσω απ’ τη φροντίδα για τα κοινά. Ανιδιοτελής όμως γίνεται μόνον εκείνος, για τον οποίο είναι η ίδια η πνευματική χαρά της συγκρότησης της ανθρώπινης κοινότητας που αποτελεί τροφή και τρυφή του, καταπώς το ‘θελε αίφνης ο Πλάτων ή ο Ιωάννης Χρυσόστομος. Ποιος σας είπε, όμως, πως το lifestyle χρειάζεται τιμιότητα αντί για νέες φαντασιώσεις γκλαμουριάς και ισχύος; Η κοινωνία μας τρέφεται από την εξαπάτηση και αυτήν κυρίως προτιμά. Γι’ αυτό και η πολιτεία ως πλατωνικό «παιδαγωγείον» έχει πλέον εκλείψει.
«Νέες συλλογικότητες»
* Συμφωνείτε με τον Χρήστο Γιανναρά πως «ο Ελληνισμός σήμερα είναι μια φθίνουσα νοσταλγία»;
– Ως ιδεατό μόρφωμα ναι, ως ζωντανή, αρχαία και βυζαντινή πηγή σοφίας και έμπνευσης αποτελεί ακόμη μέγα εντρύφημα για το Δυτικό Ανθρωπο και μας προσκαλούν ως συνδαιτυμόνες και -κάποτε- τροφείς. Αυτό που πέθανε στον ίδιο τον τόπο που γεννήθηκε είναι η Ελληνική Παιδεία της έρευνας, της κριτικής και της αυτονομίας, όπως την όρισε ο Πόπερ και ο Καστοριάδης.
* Σας ανησυχεί η διαρροή μεγάλου αριθμού Ελλήνων νέων επιστημόνων στο εξωτερικό;
– Από τη μια τους καταλαβαίνω, από την άλλη το θεωρώ συχνά σύμπτωμα της διάλυσης του κοινωνικού μέσα στο ναρκισσισμό. Γιατί εξέλιπε κάθε δυνατότητα συλλογικής απαίτησης εξυγίανσης του τόπου; Μήπως μας κατατρύχει η απαξίωση του τυχοδιώκτη προς το πρώην αντικείμενο εκμετάλλευσής του; Οι νέοι χρειάζονται νόημα ζωής και νέες συλλογικότητες.
* Εσείς πώς φαντάζεστε το αίτημα του δίκαιου και θεσμικά λειτουργικού κράτους;
– Δεν επαρκεί ο χώρος προς συζήτηση. Το κράτος όμως αυτό ορίσθηκε στη Δύση ελεύθερα και με τους όρους συγκεκριμένων κοινοτήτων -θεσμός παράγεται μόνον, κατά Σεφέρη, ως «συμφωνημένο υπονοούμενο», είναι άνθος αλληλεγγύης, δεν επιβάλλεται ως τιμωρία.
* Είστε ικανοποιημένος με τη λειτουργία της ΑΕΑΘ, όπου προεδρεύετε;
– Επιχειρούμε μια σειρά από διεθνή ακαδημαϊκά ανοίγματα. Το συναρπαστικό στην ΑΕΑΘ δεν είναι τόσο το θεολογικό της τμήμα όσο αυτό της Συντήρησης της Βυζαντινής Τέχνης, μια ολοκληρωμένη μονάδα πλήρους μελέτης του άμεσου πολιτισμού μας, κάτι που ποτέ δεν υπήρξε στην Ελλάδα πριν. Το τμήμα διαθέτει περί τις δύο δεκάδες από τα καλύτερα εξοπλισμένα στην Ευρώπη εργαστήρια και πολλαπλές ειδικότητες. Το πιστεύετε ότι ακόμη αγωνιζόμαστε να πείσουμε μια σειρά από επιφανείς εκπροσώπους της ιεραρχίας και της θεολογίας για την αξία του τμήματος αυτού; Ευτυχώς, συμπαρίστανται διακεκριμένοι πανεπιστημιακοί και ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Ποιός είναι:
(ΠΑΤΗΡ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ (καθηγητής Δογματικής και Φιλοσοφίας, πρόεδρος της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσ/κης, επισκέπτης καθηγητής στο Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Κέμπριτζ, ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Γουίντσεστερ, συγγραφέας)