Θετικά κρίνει, σε πρώτη ανάγνωση, το προτεινόμενο σχέδιο συμφωνίας μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους ο πατέρας Ευάγγελος Φεγγούλης, μέλος του δ.σ. της Συμβουλευτικής Επιτροπής μισθωτών Δημοσίου Τομέα ΕΦΚΑ.
Η ανακοίνωση αναφέρει:
Με ιδιαίτερη προσοχή παρακολουθούμε τις εξελίξεις μετά την χθεσινή δημοσιοποίηση του σχεδίου υλοποίησης της Συμφωνίας Πολιτείας – Εκκλησίας, που παρέδωσε ο Υπουργός Παιδείας στην αρμόδια Επιτροπή διαλόγου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.
Ως Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Συμβουλευτικής Επιτροπής μισθωτών Δημοσίου Τομέα ΕΦΚΑ, μετά το κοινό ανακοινωθέν του Πρωθυπουργού και του Αρχιεπισκόπου τον περασμένο Νοέμβριο για το μείζον αυτό θέμα, και τον ντόρο που δημιουργήθηκε, συνέστησα ψυχραιμία σε όλους τους αδελφούς κληρικούς.
Είχα τότε τονίσει ότι ήταν εξαιρετικά πρώιμο να πούμε οτιδήποτε για μια ανακοίνωση – εκδήλωση προθέσεων, όπως επισήμανε και ο Αρχιεπίσκοπος, η συγκεκριμενοποίηση της οποίας στο σύνολο των επιμέρους παραμέτρων της, είχα πει ότι θα έχει ακόμη πολύ δρόμο μπροστά της, καθότι για το μείζον αυτό θέμα θα αποφανθεί η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος και φυσικά οι επιτροπές εργασίας που θα συσταθούν από τις δύο πλευρές.
Σήμερα, στην επιτροπή διαλόγου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, που προεδρεύει ένας εκ των κορυφαίων Ιεραρχών της Ελλαδικής Εκκλησίας, ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος, δόθηκε δεκασέλιδο σχέδιο υλοποίησης της Συμφωνίας Πολιτείας – Εκκλησίας, σύμφωνα με το οποίο στην ουσία αναιρούνται οι ανησυχίες που είχαν εκφραστεί, κυρίως λόγω ελλιπούς ενημέρωσης και περαιτέρω διευκρινήσεων.
Μελετώντας το εν λόγω σχέδιο, με βάση τα αναφερόμενα σε αυτό, θεωρώ ότι η τελική συμφωνία που θα επέλθει, μετά και τις όποιες παρεμβάσεις της αρμόδιας Επιτροπής, θα αποβεί αμοιβαία επωφελής για την Εκκλησία και την Πολιτεία και φυσικά για τον εφημεριακό μας κλήρο.
Το θέμα της μισθοδοσίας του κλήρου, με την προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση παραμένει αμετάβλητο όπως ισχύει σήμερα, καθώς και το ύψος των αποδοχών των κληρικών, το οποίο εξακολουθεί να καθορίζεται από το ενιαίο μισθολόγιο όπως εκάστοτε ισχύει και ακολουθεί τις αυξήσεις των δημοσίων υπαλλήλων ενώ δεν θίγεται ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής των αποδοχών των κληρικών, η οποία θα εξακολουθήσει να ενεργείται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμής.
Η προτεινόμενη ίδρυση του νέου Ταμείου Μισθοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο θα καταβάλλεται ετησίως από το κράτος, σε αναγνώριση υποχρέωσης που θα απορρέει από την κυρωθείσα με νόμο Συμφωνία, η δαπάνη μισθοδοσίας του αριθμού των σήμερα μισθοδοτούμενων κληρικών, θωρακίζει την μισθοδοσία των κληρικών και με τη σύσταση Μητρώου Κληρικών και Λαϊκών Υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος, κατοχυρώνονται όλα τα δικαιώματα που σήμερα απολαμβάνουν οι κληρικοί.
Το σημαντικότερο όλων κατά την ταπεινή μου άποψη είναι ότι, για πρώτη φορά, όλα τα παραπάνω κατοχυρώνονται με τρόπο που δεν επιτρέπει τη μονομερή ανατροπή τους από την Πολιτεία.
Αν δηλ. επί της ουσίας παραμείνει η μισθοδοσία του εφημεριακού κλήρου στην Ενιαία Αρχή Πληρωμής, η καταβολή των αποδοχών γίνεται την ίδια μέρα και με τον ίδιο τρόπο που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις για την μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων, διασφαλιστεί απόλυτα το υπηρεσιακό, εργασιακό, μισθολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς, όπως και τα σύνολο των εργασιακών, ασφαλιστικών, συνταξιοδοτικών και κάθε είδους δικαιωμάτων.
Εξακολουθήσουν οι κληρικοί να υπάγονται στην Ασφάλιση του ΕΦΚΑ και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΠ), από τα οποία λαμβάνουν κύρια και επικουρική σύνταξη, με τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές και νόμιμες κρατήσεις και οι αποδοχές τους να υπολογίζονται όπως και σήμερα βάσει των διατάξεων του Ενιαίου μισθολογίου (ν. 4354/2015), διασφαλιστεί η σημερινή ιδιότητα των κληρικών ως λειτουργών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου καθώς και η μονιμότητα τους όπως αυτή προβλέπεται από τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος όπως και οι σημερινές οργανικές θέσεις των κληρικών και των υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων της Εκκλησίας, που ανέρχονται γύρω στις 9000, τότε η Συμφωνία που θα προκύψει είναι θετική.
Όσον αφορά το υπό ίδρυση προτεινόμενο στο σχέδιο, Ταμείο Αξιοποίησης της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, θεωρώ ότι θα επιφέρει σημαντικά οικονομικά οφέλη, και για τις δυο πλευρές.
Εν κατακλείδι πιστεύω ότι το δημοσιευθέν σχέδιο, που προήλθε μετά από ειλικρινή διάλογο, Εκκλησίας και Πολιτείας, όπως τόνισαν τόσο ο Πρόεδρος της Επιτροπής Άγιος Ναυπάκτου, όσο και ο Υπουργός, και συζητήσεις σε πνεύμα καταλαγής, με την ευλογία της Μητέρας Εκκλησίας, του Πατριάρχη του Γένους μας και του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου μας, δίνει λύση σε σημαντικά χρόνια ζητήματα.
Όσον αφορά εμάς τους κληρικούς θα το χαρακτήριζα ιστορικής σημασίας, γιατί κατοχυρώνει και εγγυάται την μισθοδοσία του κλήρου και τα μισθολογικά και εργασιακά του δικαιώματα, σε ένα νομικό πλαίσιο με διακριτές ασφαλιστικές δικλείδες.