π. Ανδρέας Αγαθοκλέους: Είναι, πράγματι, οδυνηρή εμπειρία να βρίσκεσαι πάνω από το νεκρό σώμα αγαπημένου σου προσώπου. Έρχεσαι αντιμέτωπος με το θάνατο ως χωρισμό, ως απώλεια, ως διακοπή σχέσης. Η βαθιά σιωπή, το κλάμα ή τα μοιρολόγια, γίνονται ο τρόπος που εκφράζεται ο μεγάλος πόνος. Ποιος δεν τον έχει δοκιμάσει ή ποιος μπορεί να πει πως δεν θα δοκιμάσει τέτοιο πόνο;
Μπορούμε έτσι να καταλάβουμε τον πόνο της Παναγίας και του μαθητή «ον ηγάπα ο Ιησούς», όταν ευρίσκονταν πάνω από το «νεκρό, γυμνό άταφο» σώμα του Θεανθρώπου. Και κυρίως να αισθανθούμε πως δεν είμαστε μόνοι, σε κάθε μορφή ανθρώπινου πόνου.
Ο δικός μας Θεός δεν είναι της θεωρίας ούτε «εντέλλεται και διατάσσει» να τηρούμε τις προσταγές Του ως δούλοι αδύνατοι και μίζεροι. Έρχεται σε μας γιατί «δεν μπορούσε να ζει χωρίς εμάς».
Γίνεται όπως εμάς, ακολουθώντας όλα τα στάδια της ανθρώπινης πορείας. Πεθαίνει όπως εμάς, μέσα όμως από πόνο που κανένας δεν πέρασε παρόμοιο. Γιατί ο πόνος του Κυρίου, εκτός από τον πολύ σωματικό, ήταν και ψυχικός και πνευματικός.
[irp posts=”342969″ name=”Μεγάλη Παρασκευή: Εθιμα και παραδόσεις”]
Μόνος κι αβοήθητος, χωρίς συμπαράσταση ούτε από τους μαθητές ούτε από τον ουράνιο Πατέρα Του, καθώς ο ίδιος λέει: «Να που έρχεται η ώρα, έφτασε κιόλας, να σκορπιστείτε ο καθένας στο σπίτι του κι εμένα να μ’ αφήσετε μόνον» και το «Θεέ μου Θεέ μου, ίνατί με εγκατέλιπες;».
Από τότε ο τάφος του Ιησού Χριστού έγινε το κέντρο του ανθρώπινου πόνου, όπου ο άνθρωπος «όπου γης» βρίσκει την ανακούφιση, την παρηγοριά, την ελπίδα. Γιατί εκεί δεν είναι το «αμήν» της ιστορίας Του, δεν είναι η όντως νίκη των εχθρών Του. Απ’ εκεί ξεπηδάει η ζωή, η κατάργηση του θανάτου, ο εξευτελισμός του Άδη. Ο τάφος Του γίνεται ζωοποιός.
Μεγάλη Παρασκευή – Επιτάφιος!
Η ζωή εν τάφω.
Μέσα στα λουλούδια, που η αγάπη των πιστών τοποθέτησε την εικόνα του Κυρίου, ετοιμάζεται το «Ανάστα ο Θεός», για να φανερώνει σε όλους μας ότι ακόμα και στο μεγάλο πόνο υπάρχει μυστικά η χάρη του Εσταυρωμένου Θεού μας που μας προφυλάσσει από την απόγνωση.
Όσοι αφεθήκαν μ’ εμπιστοσύνη σ’ Εκείνον, παρηγορηθήκαν· όσοι αντέταξαν την έπαρσή τους στα γεγονότα που δεν περίμεναν, απελπιστήκαν.
Ποιος λόγος μπορεί να ερμηνεύσει το μυστήριο του θανάτου μας ή του θανάτου Σου, Κύριε;
«Ποια άσματα μέλψω τη ση εξόδω, οικτίρμον;»
Δέξου, ως λουλούδια στον Επιτάφιό Σου, τη λίγη αγάπη μας, την αδύνατη πίστη μας, τη χλιαρή πνευματική μας ζωή. Έλα στην καρδιά μας και ζωοποίησέ τη, χαρίζοντάς μας τη χαρά της Ανάστασής Σου.