Γράφει η κα Βαρβάρα Χ. Γιαννακοπούλου,πρ. Λέκτωρ Θεολογικής Σχολής Ε.Κ.Π.Α
ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ – Η στρεβλή επέμβασις του Σεβ. Περιστερίου να τοποθετή τον «Εσταυρωμένον» αποκλειστικώς άνωθεν της «Ωραίας Πύλης» εναντιούται ευθέως προς την ομοφωνίαν του Ι. Χρυσοστόμου, του Αγίου Νεκταρίου και συνόλου της θεολογίας περί της θυσίας και της Αρχιερωσύνης του Κυρίου.
Η εξ αγάπης ιλαστήριος, σταυρική θυσία του Αιωνίου Αρχιερέως και Αρχιποιμένος και Παμβασιλέως, Ιησού Χριστού δεν είναι απλώς ένα από τα γεγονότα της σωτηριώδους θείας Οικονομίας- είναι η πηγή και η αιτία πάντων των θείων δωρημάτων εις τον άνθρωπο.
Ο μέγας, δογματικός Πατέρας της Εκκλησίας, Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει: «Πάσα μεν ούν πράξις και θαυματουργία του Χριστού μεγίστη και Θεία και θαυμαστή· αλλά πάντων εστί θαυμαστότερον ο Τίμιος αυτού Σταυρός. Δι’ ουδενός γαρ ετέρου ο θάνατος κατήργηται, η του προπάτορος αμαρτία λέλυται, ο άδης εσκύλευται, η ανάστασις δεδώρηται, δύναμις ημίν του καταφρονείν των παρόντων και αυτού του θανάτου δέδοται, η προς την αρχαίαν μακαριότητα επάνοδος κατώρθωται, πύλαι παραδείσου ηνοίχθησαν, η φύσις ημών εκ δεξιών του Θεού κεκάθηται, τέκνα Θεού και κληρονόμοι γεγόναμεν, ει μη διά του Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Διά Σταυρού γαρ πάντα κατώρθωται»1. Ο δε ιερός Χρυσόστομος συνοπτικώς λέγει: «Σταυρός το κεφάλαιον της σωτηρίας της ημετέρας· Σταυρός η των μυρίων αγαθών υπόθεσις. Διά τούτον οι πρότερον ητιμωμένοι και έκπτωτοι, νυν εις την των υιών τάξιν εδέχθημεν»2.
Τούτο υπήρξε το φρόνημα των Πατέρων της Εκκλησίας. Αυτό και το φρόνημα της Εκκλησίας από των Αποστολικών χρόνων. Ο Απόστολος Παύλος, αν και είχε πολλούς λόγους, διά να καυχάται και προπάντων διά την αποκάλυψη του Αναστάντος Χριστού εις αυτόν και την κλήση του στο αποστολικόν αξίωμα, έχων εμβαθύνει, όσον είναι εφικτόν, εις το μυστήριον του Σταυρού γράφει: «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω Σταυρώ του Κυρίου, ημών Ιησού Χριστού, δι ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω»3. Και κηρύττει ευθαρσώς «Χριστόν εσταυρωμένον ως Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν».4
“Περί του σεβασμού των πιστών εις τον ζωοποιόν του Κυρίου Σταυρόν και ότι αποστολική εστι παράδοσις το σημειούσθαι τω σημείω του Σταυρού και πανταχού εικονίζειν και γράφειν αυτόν”, πραγματεύεται ο Άγιος Νεκτάριος εις την υπ’ Αυτού “ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ”5, εις την οποίαν αποδεικνύει, βάσει πατερικών και ιστορικών μαρτυριών, ότι η αποδιδομένη εις Αυτόν τιμή δεν είναι εφεύρεση των νεωτέρων χρόνων ούτε του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο οποίος, διά την γενομένην εις αυτόν αποκάλυψη, τον κατέστησε και σύμβολο της νέας, χριστιανικής Βασιλείας του. Ο Σταυρός του Μεγάλου Αρχιερέως εσφράγισε την ζωή και την ποιμαντική διακονία του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως. “Σταυρός μερίς του βίου μου”, έγραφε εις φιλοτεχνημένους Σταυρούς. Επιθυμούσε, να φωτισθή ο κόσμος με το φως του Σταυρού. Εφιλοτέχνησε, με λατρεία και πόθο, έναν εξαίσιο Σταυρό, για να ευρίσκεται “στημένος και λάμπων” επί του ιερού στέγους του Θείου Θυσιαστηρίου της τρισυπόστατου Θεότητος”, ως έγραφε στις Μοναχές της ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Αιγίνης.6
Πάντοτε και “πανταχού” το σύμβολον ημίν του Σταυρού παρίσταται”.7 Ούτος εν τη ιερά τραπέζη. Ούτος εν ταίς των Ιερέων χειροτονίαις, ούτος πάλιν μετά του σώματος του Χριστού επί το μυστικόν δείπνον διαλάμπει”, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος.8
Πως είναι δυνατόν, να απουσιάζη από την ιεράν τράπεζαν, που καλείται και άγιον θυσιαστήριο, διότι επ’ αυτής τελείται αναιμάκτως η θυσία του Σταυρωθέντος εις εκάστη Θεία Λειτουργία; Εκεί, που ιερουργείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, το παραδοθέν υπ’ Αυτού κατά τον Μυστικό δείπνο, μετά του σώματος και αίματος Αυτού ευλόγως ο Σταυρός διαλάμπει.
Όπου Θυσιαστήριον, εκεί και ο Εσταυρωμένος
Η Λειτουργία, εν τη αιωνίω αυτής πνευματική πραγματικότητα είναι Θυσία υπέρ των αμαρτιών της ανθρωπότητος.9 Διά της θυσίας ταύτης συγκροτείται η ανθρωπότης από του αφανισμού, (βλ. Γεν., 2,17), γράφει ο Όσιος Σωφρόνιος (Ζαχάρωφ).10
Η κοσμοσωτήριος αυτή θυσία ιερουργείται μυστικώς υπ’ Αυτού, του Αιωνίου Αρχιερέως, Ιησού Χριστού, του γενομένου θύτου, και θύματος επί του Σταυρού, διά των Ιερέων.
Η Αρχιερωσύνη του Ιησού Χριστού είναι αιωνία. Περί αυτού ελάλησε ο Θεός, διά στόματος του Δαυίδ, ειπών προς τον Μεσσία: “ώμοσε Κύριος και ου μεταμεληθήσεται συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ”11. Εμαρτύρησε Αυτός ο Ιησούς Χριστός αναφέρων εις Εαυτόν τον προφητικό ψαλμό.12 Διερμήνευσε ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του13 και Πατέρες της Εκκλησίας.
Ο Μελχισεδέκ, “περί ου πολύς ημίν ο λόγος και δυσερμήνευτος”14, ο οποίος συνάντησε τον Αβραάμ, “τον έχοντα τας επαγγελίας”, όταν επέστρεψε από την κατατρόπωση των βασιλέων, είναι τύπος Χριστού διά τους εξής λόγους: Εμφανίζεται στην Αγία Γραφή “απάτωρ, άμητωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχήν ημερών μήτε ζωής τέλος έχων, αφομοιωμένος δε τω υιώ του Θεού, μένει ιερεύς εις το διηνεκές”15. Το όνομά του ερμηνευόμενον σημαίνει “βασιλεύς δικαιοσύνης” και είναι βασιλεύς Σαλήμ, που σημαίνει “βασιλεύς ειρήνης”. Αυτός ο δίκαιος άνδρας, προφητικώ πνεύματι κινούμενος, προσέφερε εις τον Αβραάμ άρτον και οίνον – προεικόνιση της Θείας Ευχαριστίας – και τον ευλόγησε, διότι “το έλαττον υπό του κρείττονος ευλογείται”16, ο δε Αβραάμ του προσέφερε τον εν δέκατον από τα εκλεκτότερα λάφυρά του.
Η θυσία του Χριστού, “ως αμνού αμώμου και ασπίλου” ήτο προεγνωσμένη υπό του Θεού “προ καταβολής κόσμου”17. Την προανήγγειλαν οι προφήτες. Την προδιετύπωσαν: α) Η προσφορά του Μελχισεδέκ, β) ο αμνός του νομικού Πάσχα, γ) το μάννα, δ) ο άνθραξ, που εκαθάρισε τον Ησαία, κατά το όραμα της κλήσεώς του και ε) “το σημείον Ιωνά του Προφήτου”.
Όταν κάποιοι εκ των γραμματέων και Φαρισαίων εζήτησαν από τον Ιησού Χριστό “σημείον”- ως να μη είχαν δεί το πλήθος των σημείων – Εκείνος απεκρίθη: “γενεά πονηρά και μοιχαλίς σημείον18 επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή ει μη το σημείον Ιωνά του προφήτου”. Με το “σημείον Ιωνά” προφητικώς προδιετυπώθη η κατάβασή του “στα κατώτερα μέρη της γης” και στη συνέχεια η ανάβασή του υπεράνω των ουρανών, που έγινε η αιτία όλων των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος στους ανθρώπους.
Τούτο διερμηνεύων ο Απόστολος Παύλος γράφει: “…το δε ανέβη τι εστιν ει μη ότι και κατέβη πρώτον εις τα κατώτερα μέρη της γης; ο καταβάς αυτός εστι και ο αναβάς υπεράνω πάντων των ουρανών, ίνα πληρώση τα πάντα”19.
Η οδός του Κυρίου είναι διπλής κατευθύνσεως: Κάθοδος και άνοδος. Τούτο προεικονίζει “το σημείον Ιωνά”. Τούτο διερμηνεύουν οι Απόστολοι, οι Πατέρες και οι Άγιοι.
Το “σημείον Ιωνά” είναι η οδός του Κυρίου, που προεκτείνεται, διά μέσου του σταυρικού θανάτου, ως τον άδη, για να καταργήση και αυτόν και “τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τούτ’ έστι τον διάβολον”20.
Το “σημείον Ιωνά” είναι η οδός των Αγίων μας. Οι Πατέρες μας βεβαιώνουν εκ πείρας ότι, μετά την πτώση, άλλη οδός δεν υπάρχει προς τον Πατέρα των φώτων, παρά η κάθοδος διά της μετανοίας και ταπεινώσεως και η άνοδος διά της Θείας χάριτος.
Το “σημείον Ιωνά” είναι η οδός της Εκκλησίας στο πνεύμα των προσευχών της υπάρχει αυτή η διπλή κίνηση: Η κατάβαση και η ανάβαση. Ο ιερεύς πλησιάζει το άγιον Θυσιαστήριο με μετάνοια, αυτομεμψία και ταπείνωση πορεύεται εν πνεύματι προς τα κάτω και ο Θεός τον ενδύει με δύναμη, για να ιερουργήση και να ανεβάση τον εαυτόν του και τους πιστούς προς τα άνω.
Το “σημείον Ιωνά” είναι το αιώνιο σημείο του Θεού για όλες τις γενεές του “παρόντος αιώνος”.
Το “σημείον Ιωνά” εδόθη υπό του Κυρίου και στην ιδική μας γενεά, διά των λόγων Αυτού προς τον Όσιο Σιλουανό”: “Κράτει τον νούν σου στον άδη και μη απελπίζεσαι21.
Η δόξα του Κυρίου δεν απαστράπτει μόνον στην Ανάστασή Του, αλλά και επί του Σταυρού Του “νυν εδοξάσθη ο Υιός του ανθρώπου και ο Θεός εδοξάσθη εν αυτώ”22, είπεν οδεύων προς το εκούσιον πάθος και τον σταυρικό θάνατό Του.
Ο Σταυρός είναι σύμβολο της αιωνίου Αρχιερωσύνης, Ποιμαντορίας και Βασιλείας Του. Εξ αυτού τον ωμολόγησε Κύριον και Βασιλέα του παντός ο δεξιός ληστής. Τούτον εκφράζων ο ιερός Χρυσόστομος λέγει: “Διά τούτο δε αυτόν Βασιλέα καλώ, επειδή βλέπω αυτόν σταυρούμενον’ βασιλέως γαρ εστι το υπέρ των αρχομένων αποθνήσκειν. Αυτός δι’ εαυτού είπεν· “ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων” Ουκούν και ο βασιλεύς ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των αρχομένων. Επεί ούν την ψυχήν αυτού έθηκε, διά τούτο αυτόν Βασιλέα καλώ. “Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου”»23.
Ὑποσημειώσεις:
1.Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, IV, IA, Migne PG 94, 1128-1129. 2. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν Σταυρόν, Migne PG 49, 407. 3. Γαλ. 6, 14. 4. Α΄ Κορ. 1, 23-24. 5. Τὴν ἐξεπόνησε, μὲ αἴτηση τοῦ τότε Μητροπολίτου Ἀθηνῶν καὶ Προέδρου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, Θεοκλήτου, πρὸς ἀνασκευὴ τῶν ἐσφαλμένων γνωμῶν καὶ δοξασιῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔχουν πεπλανημένο περὶ αὐτοῦ φρόνημα καὶ ἄγνοια τῆς ἱστορικῆς ἐμφανίσεώς του. Κατ’ ἀρχὴν τὴν ἐδημοσίευσε στὸν “Ἱερὸν Σύνδεσμον” (ἀπὸ 1.8.1906 φ.30, σ. 6 ἕως 15.5.1907, φ.49, σ.12) καί, ἀφοῦ προσέθεσε Λόγο περὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, τὴν ἐξέδωκε τὸ 1914. (Βλ. Σύγχρονη ἔκδοση ὑπὸ Νεκταρίου Παναγοπούλου, Ἀθῆναι 19983). 6. Βλ. Βαρβάρας X. Γιαννακοπούλου, «Ἡ Ποιμαντική Θεολογία τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως» Πράξη καὶ θεωρία, Ἀθήνα 2014, σ.241 ἑξ. 7. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Περὶ τοῦ μὴ ἐπαισχύνεσθαι ὁμολογεῖν τὸν Τίμιον Σταυρόν, Migne PG 52, 841. 8. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Αὐτόθι. 9. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, μτφρ. ἐκ τοῦ Ρωσικοῦ ὑπὸ Ἱερομονάχου Ζαχαρίου, ἐκδ. Ἱ.Π.Σ. Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 1996 3, σ.370. 10. Αὐτόθι, σ. 359-360. 11. Ψαλμ. 109, 4. 12. Ματθ. 22, 44 Μᾶρκ., 12, 36 Λουκ., 20,42. 13. Ἑβρ. 7,1-25. 14. Ἑβρ. 5,11. 15 Ἑβρ. 7, 3. 16. Ἑβρ. 7,7. Βλ. Γέν., 14,18-20. 17. Α΄ Πέτρ. 1, 19-20. 18. Ματθ., 12, 39. 19. Ἐφ. 4, 9-10. 20. Ἑβρ. 2,14. 21. Βλ. Βαρβάρας X. Γιαννακοπούλου, Δρ. Θ., Ἡ Θυσία τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως καὶ Ἀρχιποιμένος ὡς προϋπόθεση καὶ σκοπὸς τῆς Ποιμαντικῆς, Ἀθήνα 2003,σ. 19-22. 22.Ἰωάν. 13, 31. 23. Ἰωάν. Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν Σταυρὸν καὶ εἰς τὸν ληστὴν καὶ περὶ τῆς δευτέρας τοῦ Χριστοῦ Παρουσίας, Migne PG 49, 403.
Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος