του Μητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεου
(από το ένθετο της δημοκρατίας για την ορθοδοξία)
Καθώς πλησιάζουν και τα Χριστούγεννα, όλο και περισσότερο γίνεται αισθητή η τραγική αντίφαση ανάμεσα στο αληθινό νόημα της εορτής και στον τρόπο με τον οποίο έχει επικρατήσει να εορτάζεται.
Είναι η ανάμνηση της Γεννήσεως Εκείνου, ο οποίος ήρθε στον κόσμο φτωχός και από τη βρεφική ηλικία Του γνώρισε την πίκρα του κατατρεγμού και της προσφυγιάς!
Και όμως!
Οι μόνοι που δεν εορτάζουν τη μέρα αυτή φαίνεται ότι είναι οι φτωχοί… Οι μέχρι πρότινος επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις και τα πανταχόθεν επιβαλλόμενα πρότυπα, μάλιστα, τους απέκλειαν από τον εορτασμό των Χριστουγέννων.
Είχε κυριαρχήσει η άποψη ότι μόνο ένας πλούσιος δικαιούται και μπορεί να εορτάσει τα Χριστούγεννα, έτσι όπως είχαν επικαλυφθεί από τη μανία του καταναλωτισμού, των δώρων, των κοσμικών εκδηλώσεων και εμφανίσεων, και των πολυέξοδων διασκεδάσεων.
Πόσοι συνάνθρωποί μας δεν αισθάνθηκαν και δεν αισθάνονται τις μέρες αυτές βαρύτερη τη φτώχεια τους, μεγαλύτερη την κοινωνική απομόνωσή τους και αβάστακτη την προσωπική απογοήτευσή τους, όταν βλέπουν να αποκλείονται από τον εορτασμό των Χριστουγέννων;
Πόσων παιδιών τα δάκρυα δεν θα αντικαθιστούν των δέντρων τα λαμπιόνια, πόσων παιδιών τα μάτια δεν θα μαυρίζουν βλέποντας τον ξένο γι’ αυτά και απροσπέλαστο φανταχτερό κόσμο των Χριστουγέννων;
Και πόσο ξένο θα νιώθουν Αυτόν που, ενώ απεστάλη στον κόσμο ευαγγελίσασθαι πτωχοίς, με την ανάμνηση της Γεννήσεώς Του τους κάνει να βιώνουν μεγαλύτερο το μαρτύριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού;
Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι, τουλάχιστον στην ελληνική παράδοση, μια παράδοση που δεν έχει να προσφέρει γλυκόπικρα διηγήματα όπως «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα», αλλά μια ανοιχτή καρδιά, ένα ανοιχτό σπίτι, ένα ανοιχτό χαμόγελο για όλους.
Ο αυθεντικός ελληνορθόδοξος εορτασμός των Χριστουγέννων σήμαινε και -γιατί όχι;- σημαίνει την υπέρβαση των κοινωνικών ανισοτήτων και της όποιας κοινωνικής αδικίας, σήμαινε και σημαίνει τη στροφή προς τους φίλους του Θεού, τους φτωχούς, τους μόνους που δικαιούνται να εορτάζουν τη μέρα αυτή, που έφερε στον κόσμο την ελπίδα και την προοπτική μιας άλλης κοινωνικής δομής
Αυτήν την παράδοση διασώζουν στα χριστουγεννιάτικα διηγήματά τους Νεοέλληνες λογοτέχνες, όπως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, οι ήρωες των οποίων είναι φτωχοί κτηνοτρόφοι, γεωργοί και ψαράδες, που όμως εορτάζουν τα Χριστούγεννα με πληρότητα εσωτερικής χαράς, η οποία δεν εξαρτάται ούτε προσδιορίζεται από υλικά επικαλύμματα και κοσμικά κριτήρια, αλλά πηγάζει από τη βιωματική συμμετοχή τους στο μυστήριο της Θείας Ενσαρκώσεως.
Παραπονιούνται πολλοί σήμερα ότι η ελληνική κοινωνία από οικονομική άποψη επιστρέφει σε παλαιότερες δύσκολες καταστάσεις, που οι μεγαλύτεροι τις ζήσαμε και παρά τις δυσκολίες τους τις νοσταλγούμε…
Τις νοσταλγούμε όχι γιατί είχαν περισσότερη φτώχεια, αλλά γιατί είχαν περισσότερη ανθρωπιά!
Μια ανθρωπιά που μας στέρησαν η ευημερία και το άπληστο κυνήγι του κέρδους και της ευζωίας και που μέσα στη δίνη της δεινής οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας φαντάζει πλέον ως η μόνη ελπίδα και σανίδα σωτηρίας.
Μια ελπίδα, που σαν άλλο άστρο φωτίζει την κατασκότεινη νύχτα της ζωής μας και μας δείχνει τον δρόμο προς την πηγή της ελπίδας και της ζωής… Τον δρόμο προς την προσωπική μας Βηθλεέμ, προς την επιστροφή στις διαχρονικές αξίες και αρχές της θρησκευτικής μας κληρονομιάς και της πολιτιστικής μας ιδιομορφίας, που στήριξαν το γένος μας στην ιστορική πορεία του.
Αυτό το αστέρι ας αναζητήσουμε τα φετινά Χριστούγεννα…Κι ευτυχισμένος «όποιος το βρει μες στ’ άλλα αστέρια ανάμεσα και δεν το χάσει», γιατί «σε μια άλλη Βηθλεέμ ακολουθώντας το μπορεί να φτάσει».