‘Έφθασε καιρός η των πνευματικών αγώνων αρχή…
…το στάδιο των αρετών ηνέωκται”
Του Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικής Νικολάου
Η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής αποτελεί την περίοδο των πνευματικών ευκαιριών και προσδοκιών όλης της Εκκλησίας. Την περιμένουμε όλο τον χρόνο και η Εκκλησία σιγά-σιγά μας προετοιμάζει γι᾿ αυτήν. Τρείς εβδομάδες τώρα, διαβάζουμε κάθε μέρα ανάλογα ευαγγελικά αναγνώσματα, ψάλλουμε σχετικά τροπάρια, σταδιακά προχωρούμε και προς την νηστεία και φτάνουμε σε αυτήν την ακολουθία του εσπερινού της συγχωρήσεως η οποία σημαδεύει και την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και αλλάζει ο διάκοσμος των ναών μας.
Αλλάζει ο φωτισμός, αλλάζουν τα χρώματα, αλλάζουν τα εξωτερικά, για να γίνει μια σχετική αλλαγή που θα βοηθήσει την ψυχή μας όχι δημιουργώντας κατάσταση ψεύτικης θλίψης, αλλά δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια εσωτερική συνοχή, για μια στροφή προς τα μέσα μας, για αυτό που χρειαζόμαστε όλοι μας, διότι την εντελώς διαφορετική πορεία συνήθως ακολουθούμε.
Η ζωή μας είναι γεμάτη με περισπασμούς. Είμαστε πολύ εύκολοι να περιπολεύουμε περί τα καθημερινά, να μεριμνούμε για τα δευτερεύοντα, να γλυστράει το μυαλό μας, να είναι πολυπόρευτος ο νούς και ολισθηρά -κατά την γλώσσα των πατέρων- η διάνοιά μας.
Λέει ένα πολύ ωραίο πατερικό ρητό ότι «νούς μη σκεδαννύμενος επί τα έξω επάνεισι προς εαυτόν και δι᾿ εαυτού προς τον Θεόν». Ένας νούς, μια καρδιά, ένας άνθρωπος που δεν σκορπίζει προς τα έξω επιστρέφει στον εαυτό του και διά του εαυτού του προς τον Θεό. Υπάρχει και μια άλλη φυσική παρατήρηση, που λέει ότι τα φωτεινά χρώματα είναι τα χρώματα τα οποία ακτινοβολούν πολύ, ενώ τα σκοτεινά είναι αυτά που απορροφούν την ακτινοβολία. Κάτι τέτοιο ίσως γίνεται και τέτοιες μέρες που με τον χαμηλό φωτισμό, με την απαλή φωνή των ψαλτών, με τα ρούχα τα σχετικών χρωμάτων των ιερέων και τα χρώματα τα σχετικά της Αγίας Τραπέζης η Εκκλησία μας μας βοηθάει, αντί να σκορπίσει το μυαλό μας προς τα έξω, να μαζευτεί λίγο προς τα μέσα, να μπεί μέσα στην καρδιά του καθενός, να επιστρέψουμε δι᾿ εαυτού προ τον Θεό ο κάθε ένας μας.
Καί ερχόμαστε λοιπόν έτσι στην Μεγάλη Σαρακοστή, σε αυτή την όμορφη περίοδο, με αυτήν την εσωτερική δίψα, αυτά τα απροσδιόριστα πολλές φορές όνειρα, που όμως είναι τόσο βαθειά, γιατί υπόσχεται ο Θεός μεγάλα και για αυτήν την περίοδο αλλά και για ολόκληρη την ζωή μας.
Ας πούμε λοιπόν δυό λόγια παρμένα μέσα από τους ύμνους, μέσα από τις αφορμές που δίνει η Εκκλησία, μέσα από τον πατερικό λόγο και το φρόνημα που σίγουρα θα ήταν πολύτιμα στο ξεκίνημά μας σε αυτήν την πορεία. Τι χαρακτηριστικά θα έπρεπε να έχουμε ξεκινώντας τον αγώνα αυτόν της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Πολλά υπάρχουν, λίγα εμείς θα πούμε.
Το πρώτο θα το πάρω από την λέξη «συγχώρηση». Αυτό που μας ζητάει ο Θεός, αυτό που μας προτείνει η Εκκλησία είναι να βγούμε από τον χώρο μας, τον χώρο του εγωισμού μας, τον χώρο του εγωκεντρισμού μας, τον χώρο που μας κάνει να είμαστε ένοχα δικοί μας και να μπούμε στον χώρο του Θεού. Εκεί που μπορούμε να συναντήσουμε τους άλλους. Εκεί που δεν υπάρχει το δικό μου και το δικό σου. Εκεί που δεν έχουμε διαφορές. Εκεί που των άλλων τα ελαττώματα είναι αφορμές για την δική μας αγάπη. Εκεί που οι αμαρτίες των άλλων είναι δικές μας και οι δικές μας αρετές ανήκουν και στους άλλους. Εκεί που οι ευλογίες του Θεού είναι όλων μας. Εκεί που οι άλλοι δεν είναι άλλοι αλλά αποτελούν εικόνες του Θεού, κομμάτια και του δικού μας εαυτού. Εκεί που νοιώθουμε όλοι μαζί, και όλοι και μαζί, και αλλήλων μέλη. Εκεί πλέον που δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτε, αλλά έχουμε τον κοινό στόχο που μας κάνει όλους να αποτελούμε λατρευτική σύναξη και εκκλησία.
Το πρώτο λοιπόν πράγμα είναι η συγχώρηση. Είναι η έκφραση της αγάπης, η αίσθηση της κοινωνίας, το ότι είμαστε όλοι και μαζί ομονοούντες και ομοφρονούντες σε αυτήν την πορεία, σε αυτήν την επιδίωξη, σε αυτόν τον αγώνα, σε αυτήν την προσδοκία των ευλογιών του Θεού. Αφήνουμε τον δικό μας χώρο και μπαίνουμε στον χώρο του Θεού όπου χωρούν όλοι και όπου δεν μας ξεχωρίζει τίποτε. Καί ας έχουμε τα στραβά μας, ας έχουμε τα ελαττώματά μας, ας έχουμε τα πάθη μας. Μπορεί να τα έχουμε, μπορεί να τα εκφράζουμε αλλά μπορούμε ταυτόχρονα και να συγχωρούμεθα, να μοιραζόμαστε το γεγονός της σωτηρίας και την προσδοκία της βασιλείας του Θεού όλοι και μαζί.
Το δεύτερο πράγμα είναι ότι όχι μόνο να μπούμε στον χώρο του Θεού, αλλά να μπούμε στον χρόνο του Θεού, σε αυτόν τον καιρό όπου ο Θεός πλέον κυριαρχεί. Εκεί που δεν παίζουν ρόλο τα κοσμικά γεγονότα. Εκεί που και η δική μας προσωπική ιστορία έχει την σημασία της, αλλά εκφυλίζεται -αν μπορούμε να πούμε- μπροστά στο πως ο Θεός ενεργεί.
Όταν ο ιερέας ετοιμάζεται να λειτουργήσει λέει μια ευχή «καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω» ήρθε ο χρόνος, ο καιρός, η ώρα που μπορεί να ενεργήσει ο Θεός πλέον στην ζωή μας. Ο Θεός πάντα ενεργεί στην ζωή μας. Εμείς καλούμεθα τέτοιες μέρες να αφήσουμε όλους τους περισπασμούς -όσους μπορούμε- τις μέριμνες, τα εξωτερικά πράγματα, τα προγράμματα, την ενασχόληση με τα γεγονότα. Θα βρεθούμε σε μεγάλους πειρασμούς αυτές τις μέρες, διότι η πρόκληση των κοσμικών γεγονότων θα είναι μεγάλη. Παρά ταύτα, έχουμε την ευκαιρία να δώσουμε σ΄ όλα αυτά την βαρύτητα που τους αρμόζει, για να προχωρήσουμε πιο πολύ στα γεγονότα του Θεού, στον τρόπο με τον οποίο Αυτός ενεργεί στην ζωή μας, στον τρόπο με τον οποίο Αυτός εισέρχεται στην ιστορία, στον τρόπο με τον οποίο Αυτός ασκεί την Θεία Οικονομία.
Γιά να γίνει αυτό, χρειάζεται η ψυχή μας λίγη ησυχία. Χρειάζεται λίγο να φροντίσουμε τις εντάσεις και να τις περιορίσουμε. Να ρυθμίσουμε το πρόγραμμά μας έτσι ώστε να εκδηλώνεται στα απολύτως αναγκαία αυτού του κόσμου και να αφήσει λίγη ικμάδα πνευματική, λίγες δυνάμεις για να μπορέσουμε να δούμε αυτά που ενεργούνται, να ακούσουμε την φωνή του Θεού, να διαπιστώσουμε κι εμείς, αγαπητοί μου αδελφοί, το γεγονός της ενεργείας του Θεού, της Θείας Οικονομίας στην ζωή μας.
Αυτός είναι ο καιρός στον οποίον αναφέρεται το τρόπάριο «έφθασε καιρός η των πνευματικών αγώνων αρχή». Αυτό το τριήμερο θα ακούμε συνέχεια αυτήν την λέξη, «καιρός». Δεν θα ακούμε την λέξη χρόνος, δεν θα ακούμε τίποτε άλλο παρά την λέξη «καιρός». Αυτός ο καιρός είναι η μεταμόρφωση του χρόνου σε κάτι πνευματικό, μέσα στο οποίο μπορούμε κι εμείς να μπούμε και να απολαύσουμε τον Θεό και να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες που σε όλους μας δίνει.
Το πρώτο λοιπόν είναι να μπούμε στον χώρο του Θεού, να συγχωρηθούμε με την αγάπη. Το δεύτερο να μπούμε στον χρόνο του Θεού, να συγχρονιστούμε με τον Θεό μέσα από αυτήν την δυνατότητα της ησυχίας στο μέτρο που ο καθένας μας μπορεί να την ασκήσει.
Υπάρχει ένα τρίτο πράγμα για το οποίο μας μιλάει πολύ η Εκκλησία. Μας λέει ότι καλούμαστε να ασχοληθούμε λίγο με την εργασία των αρετών. Οι ευαγγελικές περικοπές αυτες τις μέρες μιλούν για την ελεημοσύνη, για την νηστεία, για την προσευχή, για την ανεκτικότητα, τη συγχωρητικότητα και για την μετάθεση της καρδιάς και του νοός μας στον ουρανό και στα πνευματικά. «Όπου εστίν ο θησαυρός ημών εκεί έσται και η καρδία ημών» (Ματθ. στ΄ 21), όπου υπάρχει δηλαδή η τάση μας, η ροπή μας, η επιλογή μας, εκεί είναι και η καρδιά μας. «Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης…» (στ. 19), άλλά να «θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανοίς» (στ. 20) οι οποίοι είναι άφθαρτοι, οι οποίοι δεν χάνονται, οι οποίοι είναι θησαυροί που δίνει ο Θεός. Αυτό σημαίνει να μεταθέσουμε το φρόνημα και την καρδιά μας σε κάτι ουράνιο, σε κάτι πνευματικό, σε κάτι που δεν φθείρεται, σε κάτι που είναι τόσο αληθινό.
Μας προτείνει λοιπόν η Εκκλησία μια αλυσίδα αρετών: την κατά Θεόν νηστεία που μπορεί και να μην είναι κατά Θεόν την κατά Θεόν προσευχή που κι αυτή μπορεί να μην είναι κατά Θεόν και να είναι αργολογία και βατολογία και επίδειξη την κατά Θεόν ελεημοσύνη, την προσφορά εν τω κρυπτώ, όπως λέει το Ευαγγέλιο. Μας δίνει αυτήν την δυνατότητα, διαβάζοντας σε όλη αυτήν την περίοδο το βιβλίο της Κλίμακας των αρετών του Αγίου Ιωάννου του Σιναίτου, να εργαστεί ο καθένας μας κάποιες αρετές μαζί με την βοήθεια του πνευματικού του, μαζί με την συμπαράσταση των αδελφών του εντός της Εκκλησίας.
Οι αρετές είναι τα παράθυρα μέσα από τα οποία πέφτουν οι ακτίνες της θεικής παρουσίας. Άνθρωπος που δεν έχει ανοιχτά αυτά τα παράθυρα, που αντί για αρετές κυριαρχείται από πάθη, δυσκολεύεται να διαπιστώνει τον Θεό στην ζωή του. Ο Θεός του είναι ανύπαρκτος, του είναι δύσκολος, του είναι κάτι παράξενο, δεν του είναι εύκολος.
Το τρίτο λοιπόν πράγμα είναι η προθυμία στην εργασία των αρετών, αυτών των αρετών που χρειάζεται στην παρούσα κατάσταση η δική μας ψυχή. Δεν χρειάζεται να συγκρινόμαστε με τους άλλους. Οι αρετές και οι δικές τους και οι δικές μας είναι κοινές, όπως και τα πάθη και οι αδυναμίες και η πτώση τους χρεώνουν κι εμάς. Γι᾿ αυτόν ακριβώς τον λόγο, αυτό το οποίο ζητάει ο Θεός είναι ο κάθε ένας να επικεντρωθεί στην εργασία των δικών του αρετών, αυτών που θα τον απελευθερώσουν, αυτών που αποτελούν τα δικά του παράθυρα από τα οποία θα μπούν οι αχτίδες της θεικής παρουσίας.
Υπάρχει και ένα τέταρτο. Είναι η προσδοκία και η προετοιμασία για τους πειρασμούς. Μιά ανάλογη περίοδος προς την δική μας περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ήταν η περίοδος που ο Κύριος βρέθηκε στην έρημο αμέσως μετά το βάπτισμα. Λέει ο ευαγγελιστής Ματθαίος «τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του Πνεύματος πειρασθήναι υπό του διαβόλου» (δ΄1). Το Άγιο Πνεύμα πήρε τον Κύριο και Τον ανέβασε από τον Ιορδάνη που ήταν χαμηλά στην έρημο, για να πειρασθεί από τον διάβολο. Βρέθηκε ο ίδιος ο Χριστός μέσα σε μια ατμόσφαιρα πειρασμού. Καί σχολιάζουν οι άγιοι πατέρες μας ότι αυτό συμβαίνει κάθε φορά όπου υπάρχουν μεγάλες ευλογίες όπου η χάρις του Θεού εκχύνεται εμφανώς, παραχωρεί ο Θεός και υπάρχει ένας πειρασμός, με όλους μας. Το ίδιο συνέβη και στον Κύριο ολίγον προ του πάθους, ολίγον προ της δόξης Του, στον κήπο της Γεθσημανή.
Έτσι κι εμείς σε αυτήν την περίοδο των υψηλών στόχων, των μεγάλων πόθων, των σπανίων και μοναδικών ευλογιών δεν θα ήταν καθόλου παράξενο να βρεθούμε μέσα σε πειρασμούς, απροσδόκητους, που δεν μπορούσαμε εκ των προτέρων να τους φανταστούμε. Όχι πειρασμούς που τους δημιουργεί η δική μας εμπάθεια, αλλά πειρασμους που είναι έξω από εμάς, για τους οποίους η λογική μας, η αίσθησή μας λέει πως δεν φταίμε, δεν κάναμε κάτι εμείς. Υπάρχει πειρασμός και υπάρχει προσωποποιημένο και το κακό. Αυτό είναι ο διάβολος, ο οποίος θα μας βάλει τέτοιες παγίδες, όπως έβαλε και στον Κύριο, για να αυξήσει όμως την δόξα Του. Καί σχολιάζοντας οι πατέρες λένε ότι ήρθε ο πειρασμός αμέσως μετά την φανέρωση της Αγίας Τριάδος στον Ιορδάνη ποταμό κατά την βάπτιση. ῞Ολο αυτό το γεγονός, όπως περιγράφεται στους συνοπτικούς ευαγγελιστές, έχει τρία πράγματα να μας πεί, τρεις αλήθειες να μας αποκαλύψει.
Πρώτον, ότι ο πειρασμός είναι πραγματικός, δεύτερον, ότι νικήθηκε από τον Χριστό και τρίτον, ότι η νίκη κατά του πειρασμού είναι, για να μπορούμε κι εμείς να νικούμε στους πειρασμούς. Όπως λέει στην προς Εβραίους επιστολή «ου γαρ έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον συμπαθείσαι εις ταίς ασθενείαις ημών» (Εβρ. δ΄ 15, αλλά, είναι «πεπειραμένος», έχει δεχθεί δηλαδή πειρασμόν καθ᾿ όλα, σε όλα τα επίπεδα και καθ᾿ ομοιότητα, όπως ακριβώς και ημείς, χωρίς όμως αμαρτίες. «Καί ενώ γαρ πέπονθε αυτός πειρασθείς δύναται τοις πειραζομένοις βοηθήσαι» (Εβρ. β΄ 18). Καί επειδή ο ίδιος δέχθηκε την ενέργεια του διαβόλου και την απέκρουσε και τον ενίκησε, δύναται να καταλάβει και εμάς και να συμπαθήσει στην δική μας ασθένεια και να παράσχει αποτελεσματικά την βοήθειά Του. Τι μεγάλη παρακαταθήκη αυτή η βοήθεια του Θεού στην πάλη κατά του διαβόλου, όχι μόνο κατά των παθών, που ο κάθε ένας μας έχει να διεξαγάγει!
Μπαίνουμε λοιπόν στον χώρο του Θεού και συγχωρούμεθα. Μπαίνουμε στον χρόνο του Θεού και ησυχάζουμε. Εργαζόμαστε τις αρετές με προθυμία και φιλότιμο και ετοιμαζόμαστε για τους πειρασμούς και προσευχόμεθα και ζούμε τα σημεία της θεικής βοηθείας.
Θα κλείσω και με άλλα δυό στοιχεία. Αυτά βγαίνουν από τα ευαγγελικά αναγνώσματα αυτών των ημερών. Το ένα είναι ότι η εργασία των αρετών της ελεημοσύνης και της προσευχής πρέπει να γίνεται «εν τω κρυπτώ». Είναι ο εν τω κρυπτώ αγώνας, ο αγώνας που γίνεται μέσα στην καρδιά, όχι με τυμπανο-κρουσίες εξωτερικές, όχι με επίδειξη ψεύτικων αρετών. Αυτό έκανε ο Φαρισαίος. Ο αγώνας των αρετών λοιπόν δεν είναι αυτός που θυμίζει τον Φαρισαίο, ούτε το καλό παιδί της Κυριακής του Ασώτου, αλλά είναι ο αγώνας που γίνεται μέσα στην καρδιά του Τελώνη, η μεταβολή που διενεργείται μέσα στην καρδιά του Ασώτου, αυτή που μπορεί να γίνει στην καρδιά του καθενός μας. Ο φανερός αγώνας, αυτός που έχει επίδειξη, εικόνα, εξωτερική παράσταση είναι ένας αγώνας που γίνεται για τους ανθρώπους, είναι μια τροφοδοσία του εγωισμού μας. Ο εν τω κρυπτώ αγώνας είναι ο αγώνας για τον Θεό. Είναι ο αγώνας που γίνεται μυστικώς, μέσα στην καρδιά μας, με ταπείνωση, είναι ο αγώνας που γίνεται για τον μη φαινόμενο αλλά υπάρχοντα Θεό.
Το πέμπτο λοιπόν στοιχείο που μας καλεί στο ξεκίνημα αυτής της πορείας η Εκκλησία να κάνουμε είναι να αγωνισθούμε εν τω κρυπτώ και να ανακαλύψουμε τον κρυπτό της καρδίας άνθρωπο ο κάθε ένας μας μέσα του.
Καί θα ολοκληρώσω με ένα τελευταίο. Έλεγε το Ευαγγέλιο ότι όταν νηστεύεις μην κάθεσαι και θλίβεσαι και έχεις εξωτερική εικόνα ταλαίπωρου ανθρώπου, αλλά «άλειψαί σου την κεφαλή και το πρόσωπό σου νίψαι» (Ματθ. στ΄ 17), δείξε χαρά, βγάλε εξωτερική ευφροσύνη, χαμόγελο, αν μπορούμε να το πούμε. «Τον της νηστείας καιρόν» έλεγε το τροπάριο «φαιδρώς απαρξώμεθα». Τον αγώνα της νηστείας να τον αρχίσουμε με χαρά, «ανέτειλε το έαρ της νηστείας και εξήνθισε το άνθος της μετανοίας». Ξεσπάει έτσι με ενθουσιασμό ο διψασμένος για τον αγώνα της νηστείας υμνωδός και μεταφέρει τα αισθήματα τα άγια στις καρδιές όλων μας. Ανέτειλε η άνοιξη της νηστείας, όχι η θλίψη αλλά η χαρά και εξήνθισε το λουλούδι της μετανοίας.
Έρχονται οι ευκαιρίες αυτές που φαιδρώς και εμείς τον αγώνα αυτόν τον πνευματικό θα αρχίσουμε. Ακόμη και ο φόβος του Θεού μέσα στην Εκκλησία απεργάζεται χαρά, ευφροσύνη και αγαλλίαση, όπως το λένε οι ευχές και οι ύμνοι της Εκκλησία μας. Δεν υπάρχει τίποτε που να μπορεί να καταστρέψει την χαρά μας. Πολλοί έχουμε την εντύπωση ότι Μεγάλη Σαρακοστή σημαίνει περίοδος τεχνητών, μηχανικών, εξωτερικών, ψεύτικων, απατηλών θλίψεων. Όχι. Μεγάλη Σαρακοστή είναι η περίοδος της χαράς, όπου αρχίζει κανείς να ανακαλύπτει τις υποψίες της, όχι βέβαια στα καρναβάλια, ούτε στις ψεύτικες σχέσεις, ούτε στις κοσμικές επιτυχίες και χαρές, αλλά να τις ανακαλύπτει μέσα στην καρδιά του με την φανέρωση του Θεού. Αυτόν τον αγώνα λοιπόν καλούμεθα να τον αρχίσουμε με χαρά και ενθουσιασμό.
Βλέπετε όλη αυτή η αλυσίδα των έξι στοιχείων που αποτελούν βασικές προϋποθέσεις της πορείας μας στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή τι ωραία λουλούδια δεν αφήνουν στην ψυχή μας να ανθίσουν• την αγάπη, την ησυχία, την προθυμία και το φιλότιμo. Δίνουν την ελπίδα στον Θεό, την ανακάλυψη και την αποκάλυψη του εν κρυπτώ ανθρώπου, την ταπείνωση, δηλαδή, και τέλος αυτήν την χαρά και τον ενθουσιασμό. Η πρώτη λέξη είναι η λέξη αγάπη, το τελευταίο που είπαμε είναι η χαρά και η αγαλλίαση. Θα διαλέξω την λέξη αγαλλίαση, για να πω ότι και η αγάπη και η αγαλλίαση κρύβουν κάτι πολύ κοινό. Άνοιξα κάποτε ένα λεξικό να δω από που προέρχεται αυτή η σπάνια λέξη που λέγεται αγάπη. Δεν θέλω να κάνουμε φιλολογικό μάθημα, αλλά βγαίνει από το άγαν ποιώ η από το άγαν πάομαι το οποίο σημαίνει πολλά κάνω και πολλά λαμβάνω. Αυτό το άγαν, αυτή η υπερβολή είναι που δείχνει την σχέση μας μεταξύ μας. Αλλά και το αγάλλομαι θα πεί ότι κάτι υπερβολικό, άγαν ζω μέσα στην ψυχή μου.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν την Μεγάλη Σαρακοστή με αυτά τα υπέρμετρα εσωτερικά αισθήματα, αυτήν την εσωτερική υπερβολή και στην αγάπη μας και στον πόθο μας και στο φιλότιμό μας και στην προσδοκία της επισκέψεως του Θεού, για να μπορέσουμε, αγαπητοί μου αδελφοί, όλοι μαζί στο τέλος αυτής της περιόδου να απολαύσουμε υπερβολικά και τα δώρα της Αναστάσεως του του Κυρίου, τα οποία δεν φυλάσσονται για τους αγγέλους, αλλά προσφέρονται μέσα από την Εκκλησία στον κάθε πιστό και συνεπώς στον κάθε έναν από εμάς.
Εύχομαι σε όλους να δώσει ο Θεός καλή και ευλογημένη και παραγωγική και καρποφόρα και χαρούμενη και με πλούσια συγκομιδή Μεγάλη πραγματικά Τεσσαρακοστή! Αμήν!