Λαρίσης Ιερώνυμος: Ο Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου Ιερώνυμος με συνέντευξη του στον «Εθνικό Κήρυκα» εξιστορεί με λεπτομέρειες το πώς αντιμετώπισε και βίωσε το δράμα του θανατηφόρου δυστυχήματος των Τεμπών.
Του Θεοδώρου Καλμούκου
Στάθηκε ως «καλός ποιμήν» δίπλα στις οικογένειες των άτυχων θυμάτων όχι με λόγια και ευχολόγια, αλλά με έργα και πράξεις.
Οταν των ρωτήσαμε τι κλίμα επικρατεί αρκετές μέρες έπειτα από το θανατηφόρο συμβάν, είπε πως «οι κάτοικοι της περιοχής είναι συγκλονισμένοι κι ένα πέπλο πένθους και δυσθυμίας επικρατεί. Βέβαια έχουν περάσει αρκετές μέρες, το έχουμε συνειδητοποιήσει αυτό που συνέβη, αλλά δεν το έχουμε δικαιολογήσει. Είναι κάτι το πολύ τραγικό για τα δεδομένα τα δικά μας, καθότι 57 ψυχές έφυγαν άδικα και μάλιστα αιφνίδια».
Συμπλήρωσε πως «οφείλω να πω πως εδώ στη Λάρισα υπάρχει και μία αίσθηση ικανοποίησης διότι όλοι μας εδώ κάναμε το καθήκον μας. Από την πρώτη στιγμή οι διασώστες πυροσβέστες και αστυνομικοί έτρεξαν στο σημείο, έδειξαν τρομερή ψυχραιμία. Κάποιοι από αυτούς με λίγες λέξεις που μου είπαν περιέγραψαν την τραγικότητα αυτού που αντίκρυσαν. Ενας μου είπε ‘σφαγείο’, φαντασθείτε να ανασύρουν όχι ολόκληρα πτώματα αλλά και διαμελισμένα κι έπρεπε να έχουν μεγάλα αποθέματα ψυχικής αντοχής για να συνεχίζουν αυτό το πράγμα. Από το βράδυ της Τρίτης λίγο πριν τα μεσάνυχτα ξεκίνησε η επιχείρηση διάσωσης. Ενας επιχειρηματίας που έχει λεωφορεία έσπευσε με τα λεωφορεία του και πήρε όσους ανθρώπους είχαν διασωθεί για να τους μεταφέρει γρήγορα στη Θεσσαλονίκη και όπου αλλού έπρεπε προκειμένου να αποσυμφορηθεί η περιοχή κι έτσι τα συνεργεία μπόρεσαν και δούλεψαν. Υπήρξαν γιατροί και νοσηλευτές που ήταν τρία εικοσιτετράωρα στο πόδι, τον έκαναν με όλη τους την καρδιά χωρίς να διαμαρτυρηθούν. Εκφράζω τις ευχαριστίες και τον θαυμασμό μου γι’ αυτούς τους ανθρώπους».
Στην ερώτηση τι βίωσε στα νοσοκομεία, απάντησε, πως «νομίζω η δική μου παρουσία είχε πολλά επίπεδα. Συναντήσαμε τους συγγενείς, η πρώτη ημέρα ήταν γεμάτη αγωνία για την τύχη των δικών τους ανθρώπων. Από τη δεύτερη και τρίτη ημέρα άρχισε να υπάρχει θυμός και οργή και το γεγονός ότι καθυστερούσαν να παραδώσουν τις σορούς των δικών τους ανθρώπων, όμως έπρεπε να ολοκληρωθεί η διαδικασία του DNA και οι υπηρεσίες να κάνουν τη δουλειά τους διότι κάποια πτώματα ήταν διαμελισμένα και έπρεπε να βρεθούν τα μέλη ώστε να μπουν στο ίδιο φέρετρο. Η δική μας δουλειά ήταν να είμαστε εκεί και να στηρίζουμε αυτούς τους ανθρώπους. Με τον γενικό αρχιερατικό της Μητροπόλεώς μας οργανώσαμε ομάδες ιερέων οι οποίοι εναλλάσσονταν ανά δίωρο και στήριζαν τους συγγενείς. Βεβαίως υπήρχαν κι οι ψυχολόγοι κι οι ψυχίατροι και του γενικού και του πανεπιστημιακού νοσοκομείου και ο Δήμος προσέφερε τις δικές του υπηρεσίες, όμως κάποιοι από αυτούς αποσύρθηκαν όταν είδαν τους συγγενείς εξαγριωμένους. Επιτρέψτε μου να πω ότι οι συγγενείς παρηγορούνταν περισσότερο στο ράσο, μας σεβάστηκαν απόλυτα».
Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος είπε ακόμα πως «αυτές τις ώρες δεν λέγονται πολλά λόγια. Θα σας πω ένα περιστατικό: Ενας πατέρας έπεσε πάνω μου και άρχισε να κλαίει στην αγκαλιά μου και στη συνέχεια ξανακάθισε στη θέση του και δεν είπε τίποτε, δεν χρειάσθηκε ούτε να του πω, ούτε να μου πει. Λίγο πιο πέρα μου είπε κάποιος ‘Σεβασμιότατε λερωθήκατε’, ήταν από τα δάκρυα του πατέρα, ήταν το μεγαλύτερο παράσημο που πήρα στη ζωή μου, ο πόνος του λαού μας στο ράσο του παπά».
Ο Μητροπολίτης είπε επίσης, πως «πολλοί ρωτούσαν γιατί, και ξέρετε σ’ αυτές τις ώρες το γιατί δεν έχει απάντηση. Σ’ αυτές τις ώρες κοιτάμε να κηδέψουμε αξιοπρεπώς τους ανθρώπους μας, να τους τιμήσουμε, ιδίως τις μητέρες που είχαν χάσει τα παιδιά τους, τις παρακαλούσα να δείξουν ψυχραιμία και πολλές πείθονταν και έδειχναν μία στάση που θύμιζε αρχαίες Σπαρτιάτισσες».
Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος εκτός από το προσωπικό και τον διευθυντή του νοσοκομείου ήταν ο μόνος που μπήκε στο νεκροτομείο. Είπε πως «μπήκα όχι από περιέργεια αλλά για να κάνω το πρώτο Τρισάγιο. Η δουλειά μας ήταν να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους και να συμπαρασταθούμε στους ζωντανούς. Αντίκρυσα σακούλες μέσα στις οποίες ήταν κάποιοι καμένοι, κάποιοι παραμορφωμένοι, κάποιοι διαμελισμένοι κι ήταν συγκλονιστικό για μένα. Μου έδωσε δύναμη ο Θεός και η Παναγία διότι έπρεπε να μην λυγίσω διότι εμένα κοίταζε και το προσωπικό του νεκροτομείου που έπρεπε να κάνει τη δουλειά του».
Ο Σεβασμιότατος αποκάλυψε πως «κάποιοι νοσηλευτές του νοσοκομείου αυτοί που υποδέχτηκαν κατ’ αρχήν κάποιους τραυματίες και τα πρώτα σώματα των κεκοιμημένων, κατέρρευσαν, είναι ανθρώπινο, είναι λογικό».
Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος στήριξε και πρακτικά τους ανθρώπους συγγενείς των θυμάτων. Είπε πως «το πρώτο πράγμα που κάναμε ήταν να εφοδιάσουμε με νερά και χυμούς το γενικό νοσοκομείο στο χώρο αναμονής έξω από το νεκροτομείο, έτσι ώστε τις ατέλειωτες ώρες της αναμονής να έχουν έστω ένα νερό, έναν χυμό να βάζουν κάτι στο στόμα τους, αυτά τα πλήρωσε η Μητρόπολη με πολλή χαρά. Επίσης, κλείσαμε δωμάτια στα ξενοδοχεία για να έχουν να κοιμηθούν κάπου αυτοί οι άνθρωποι διότι καταλάβαμε ότι θα κρατούσε όλο αυτό πολύ χρόνο. Το Προξενείο της Κύπρου νοίκιασε επίσης δωμάτια για οικογένειες δύο Κυπρίων που ήταν αγνοούμενοι και ευτυχώς βρέθηκαν και ταυτοποιήθηκαν οι σοροί, και μετά η Ενωση Ιδιοκτήτων Νοσοκομείων Λάρισας άρχισε να διαθέτει δωμάτια και την ευχαριστούμε για την ολοπρόθυμη συμμετοχή στην προσπάθεια μας. Η Μητρόπολη όμως τα δικά της δωμάτια τα πλήρωσε και θα τα πληρώσει. Επίσης, αυτό που έκανε η Μητρόπολη ήταν να στέλνει φαγητό και νερό στους διασώστες στα Τέμπη, 150 μερίδες τη φορά, οι άνθρωποι δούλευαν δεκάωρες βάρδιες και έπρεπε κάτι να φάνε να στηριχθούν. Δεν ντρέπομαι να πω ότι αυτή τη στιγμή η Μητρόπολή μας έχει απομείνει με 95 ευρώ στον λογαριασμό της, δεν έχω πρόβλημα διότι ξέρω ότι ο Θεός θα στείλει».