Του Πρωτοπρεσβυτέρου Βασιλείου Βολουδάκη
Oι δειλοί τού απατεώνος αιώνος μας έκαναν καί πάλι τήν εμφάνισή τους παριστάνοντας τούς γενναίους καί τούς προοδευτικούς. Αφού δέν έχουν τά “κότσια” νά χλευάσουν τόν Μωάμεθ καί τόν Αλάχ του, γιατί φοβούνται καί τρέμουν τά γιαταγάνια τών Μωαμεθανών πού… ενεδρεύουν γιά τούς “απίστους” καί υβριστές, θεώρησαν ιδανική ενασχόληση γιά νά τονώσουν τή μειωμένη αυτοεκτίμησή τους, νά ξεσπάσουν εναντίον τού Εσταυρωμένου Χριστού μας. Τόν σατίρισαν, Τόν έκαμαν θέατρο καί θεατρική παράσταση. Τόν κατέβασαν στό επίπεδό τους, Τόν φαντασιώθηκαν όμοιό τους στήν πιό ταπεινωτική στάθμη γιά τόν άνθρωπο, τήν ομοφυλοφιλία, καί τότε η κουρελιασμένη αυτοεκτίμησή τους τούς έδωσε τήν ψευδαίσθηση τής υπεροχής!
Αλήθεια! Δέν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη τού ότι ο Χριστός είναι ο Δημιουργός τού παντός αφού ακόμη καί οι αποστατήσαντες απ’ Αυτού –δαίμονες καί άνθρωποι– δέν μπορούν νά παύσουν νά ασχολούνται μέ Εκείνον, αλλά συνεχώς περιστρέφονται γύρω Του, όπως ο δολοφόνος στόν τόπο τού εγκλήματός του!
Πολλοί ήσαν αυτοί πού αντέδρασαν από ιερή αγανάκτηση –κληρικοί καί λαϊκοί– στή θεατρική παράσταση πού παρουσιάζεται αυτές τίς μέρες μέ τόν τίτλο «Corpus Christi», καί είναι επαινετή η αγανάκτησή τους κατά τής αδικίας, αφού αγαπούν τόν Χριστό καί η πνευματική φιλία τους μέ Εκείνον τούς ώθησε νά αντιδράσουν έντονα πρός εκείνους πού έχουν ισοπεδώσει τά πάντα καί επιχειρούν νά διατρανώσουν τήν βλασφημία καί τήν αισχρότητα ως δεσπόζουσα παρου¬σία στήν πάλαι ποτέ ευσεβή Πατρίδα μας.
Παρά τίς καλές, όμως, προθέσεις τών αγαπώντων τόν Χριστό, η πρόσφατη αντίδρασή μας πρός τούς υβριστάς είχε, δυστυχώς, θετικά γι’ αυτούς αποτελέσματα καί πρέπει νά προβληματισθούμε σοβαρά γιά τήν τακτική πού πρέπει νά ακολουθήσουμε στό μέλλον. Δέν είναι πρέπον νά προσφέρουμε διαφημιστικά ωφέλη σ’ εκείνους πού μισούν τόν Χριστό καί, πολύ περισσότερο, νά τούς δίνουμε τή χαρά ότι έχουν τή δύναμη καί τόν τρόπο νά θίξουν, έστω καί κατ’ ελάχιστον, τόν Χριστό μας, αφού, όποιος μιλάει γιά τόν Χριστό εκλαμβάνοντάς τον ως απλόν άνθρωπον καί όχι ως Σαρκωθέντα Θεόν, δέν αναφέρεται στόν Χριστό τής Εκκλησίας μας αλλά σέ κάποιον Ιησούν, κοινόν άνθρωπο, έναν από τούς τόσους πού υπήρξαν αλλά καί πού υπάρχουν ακόμη καί σήμερα, καταγόμενοι από τό Ισραήλ.
Αυτού τού είδους τούς ανθρώπους μπορούμε νά τούς χαρακτη-ρίσουμε υβριστές, αλλά όχι βλάσφημους, γιατί δέν πιστεύουν στή Θεότητα τού Χριστού, ασχέτως άν στό πρόσωπο τού κοινού κατ’ αυτούς καί θνητού ανθρώπου Ιησού συνδέουν γεγονότα τής ζωής τού Χριστού τής Εκκλησίας. Έτσι εξηγείται τό γιατί ο ίδιος ο Χρι¬στός μάς είπε «πάς ός ερεί λόγον εις τόν Υιόν τού Ανθρώπου, αφε¬θή¬σεται αυτώ: τώ δέ εις τό Άγιον Πνεύμα βλασφημήσαντι, ουκ αφεθήσεται» (Λουκ. ιβ,10).
Οι υβριστές μέ τήν πρακτική τους τό μόνο πού κατορθώνουν είναι νά επιβεβαιώνουν ότι ο Αληθινός Χριστός, ο Χριστός τής Εκκλησίας, παραμένει τό μεγαλύτερο εμπόδιο στήν προσπάθειά τους νά εξαπλώσουν τήν κυριαρχία τού ψεύδους. Συνάμα, όμως, άθελά τους μάς αποκαλύπτουν καί τούς πραγματικούς καί κατά κυριολεξία βλασφήμους, αυτούς πού τούς ενέπνευσαν νά γίνουν υβριστές τού Χριστού. Μάς δείχνουν εκείνους, πού, ενώ ισχυρίζονται ότι πιστεύουν πώς ο Χριστός είναι Θεός, Τόν παραχαράσσουν καί διαστρέφουν τήν διδασκαλία Του.
Όπως κάποτε ο Άρειος, έτσι καί οι σημερινοί διάδοχοί του στήν ασέβεια, Παπικοί καί Προτεστάντες, είναι οι βλάσφημοι διδάσκαλοι καί εμπνευσταί τών υβριστών, αφού, οι μέν Παπικοί (χαρίζοντας τό αλάθητο τής Εκκλησίας σέ έναν άνθρωπο–κτίσμα, τόν Πάπα) συνεχίζουν νά αποκαλούν τήν Θεία Χάρη κτίσμα, οι δέ Προτεστάντες θεωρούν ολόκληρη τήν Εκκλησία κτίσμα καί, συνεπώς, τόν Χριστό, μέ τό νά «επεκτείνουν τόν Παπικό θεσμό μέχρι τής τελευταίας
Πρשּׁτε¬σταντικής καλύβης» ανακηρύσσοντας αλάθητον κάθε Προτε-στάντη καί κατά συνέπεια ανήθικον, αφού τό ήθος τού Χριστού δέν τό διδάσκονται πλέον από τήν Αγία Γραφή αλλά από τό πνεύμα τής εποχής, τό πνεύμα τού κόσμου καί τών εν κόσμω, από «τό φρόνημα τής σαρκός, τήν επιθυμίαν τών οφθαλμών, τήν αλαζονείαν τού βίου».
Έτσι, έφθασαν οι βλάσφημοι Προτεστάντες στήν αντίθεο βλασφη¬μία νά διαψεύδουν τόν Χριστό στήν πράξη μέ τό νά κηρύσσουν ότι η ομοφυλοφιλία, όχι μόνο δέν κολάζεται αιώνια, αλλά καί ευλογείται από τόν Θεό ως προϋπόθεση ακόμη καί τής Ιερωσύνης καί τής Αρχι¬ερωσύνης!
Εάν θέλουμε, λοιπόν, νά είμαστε τίμιοι μέ τούς ανθρώπους καί συνεπείς μέ τήν Αλήθεια πρέπει νά παραδεχθούμε ότι οι ηθικοί αυτουργοί τής συγγραφής τού σεναρίου τού θεατρικού «Corpus Christi» είναι η ανήθικη Προτεσταντική θεολογία καί Ιεραρχία, αλλά καί η διπλά ανήθικη Παπική Ιεραρχία πού, ενώ φανερά δέν εκφράζεται υπέρ τής ανηθικότητος αλλά, αντίθετα, παρουσιάζεται καί …παρθενεύουσα(!) μέ τήν επιβολή υποχρεωτικής αγαμίας στόν Κλήρο της, στήν πράξη, όχι μόνο σκεπάζει κάθε ανηθικότητα τών κληρικών της αλλά καί κατοχυρώνει θεολογικά κάθε ηθική παρεκτροπή τους, οπλίζοντάς τους μέ τήν Ιησουΐτικη διακαιολογία ότι μέ τή χειροτονία τους «ορκίσθηκαν νά τηρήσουν αγαμία καί όχι παρθε¬νία»!
Ο Χριστός τής Εκκλησίας μας δέν έχει καμμιά σχέση μέ τόν Χριστό τών Παπικών καί τών Προτεσταντών, πού είναι κατ’ ακρίβειαν οι σεναριογράφοι τού Χριστού τών θεατρίνων. Ο Νυμφίος τής Εκκλησίας, αλλά καί κάθε ευλαβούς ψυχής, είναι ο Σαρκωθείς Θεός. Ο Θεός Λόγος, τό Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, πού έγινε καί Τέλειος Άνθρωπος, όπως ο Πρωτόπλαστος Αδάμ, χωρίς σπέρμα ανθρώπινο καί χωρίς νά αναπτυχθή στήν Παρθενική Μήτρα τής Θεοτόκου ως έμβρυο πού σταδιακά διαμορφώνεται σέ σχήμα ανθρώπου, αλλά εξ άκρας συλλήψεώς Του εκ Πνεύματος Αγίου ήταν σχηματισμένος άνθρωπος.
Δέν συνελήφθη ο Χριστός μέ ανθρώπινο σπέρμα –γιατί θά ήταν καί Αυτός φορέας τού Προπατορικού αμαρτήματος– αλλά αυτό δέν σημαίνει ότι ήταν αφύσικος άνθρωπος, αφού καί ο Αδάμ δέν ήλθε στήν ύπαρξη «σπερματικώς», αλλά «δημιουργικώς». Τό σπέρμα δέν είναι συστατικό τής ανθρωπίνης φύσεως αλλά αποτέλεσμα τής πτώ-σεως καί τής παρακοής, γι’ αυτό ο Αδάμ πρό τής πτώσεως δέν είχε σπέρμα. Μετά τήν πτώση έλαβε ο Αδάμ τό σπέρμα ως συνακόλουθο τών «δερμα¬τίνων χιτώνων».
Ο Χριστός, λοιπόν, ως «Νέος Αδάμ», ούτε εγεν¬νήθη μέ σπέρμα, ούτε παντελώς είχε σπέρμα, ούτε ενήργησε συναφή σαρκική διαδι-κασία, πλήν τών «αδιαβλήτων παθών», τής πείνας, τής δίψας, τής κο-πώσεως, τής αιματώσεως, τού θανάτου. Άν ο Χριστός είχε σπέρμα, εκτός τού ότι θά ήταν φορεύς τού Προπατορικού αμαρτήματος, θά εδίδετο η δυνατότητα στόν διάβολο νά τού κινήση τήν σαρκική δια¬-
δι¬κασία τής ακουσίου καί εν υπνώσει ρεύσεως, όπως τήν κινεί καί σέ προχωρημένους στήν αρετή ανθρώπους χωρίς τήν δική τους θέλη¬ση.
Τό ότι δέν ενήργησε ο Χριστός καμμιά γενετική λειτουργία είναι ο λόγος πού δέν συμπεριλαμβάνεται η δια¬δικασία αυτή στά «αδιάβλητα πάθη», καί γι’ αυτό οι προγαμιαίες σχέσεις δέν είναι ακίνδυνες γιά τήν ψυχοσωματική υγεία τών ανθρώπων, αλλά απαι¬τείται γιά τίς σαρκικές σχέσεις ένα ιερό Μυστήριο, τό Μυστήριο τού Γάμου, τό οποίο διά τής Θείας Χάριτος εμποδίζει νά βλαφθή τό ζεύγος από τήν συνουσία.
* * *
Είναι καταφανές ότι ο Χριστός τής Εκκλησίας μας απέχει από τόν Χριστό τών βλασφήμων αιρετικών, Παπικών καί Προτεσταντών –δηλαδή από τόν Χριστό τών θεατρικών έργων πού εξεγείρουν τίς συνειδήσεις τών πιστών– «όσον απέ¬χουσιν Ανατολαί από Δυσμών»! Απέχει, όσο απέχει ο Θεός από τόν αμαρτωλό άνθρωπο.
Συνεπώς, ο Χριστός τής Εκκλησίας μας δέν κινδυνεύει από κανένα επίγειο ή επουράνιο όν, ούτε από οποιαδήποτε παραχάραξη τού Προσώπου Του. «Οικεί Φώς απρόσιτον». Δέν μπορεί ούτε νά Τόν προσεγγίση κανείς, παρά μόνον εκείνος πού θά αγαπηθή από τόν Ουράνιο Πατέρα μας καί θά δεχθή τήν Χάρη τού Αγίου Πνεύματος. Από τήν παραχάραξη τού Χριστού κινδυνεύουμε μόνο εμείς οι άν-θρωποι, πιστοί καί άπιστοι, ιδίως, όμως, όσοι μέ τήν θέλησή μας επι-θυμούμε νά ανήκουμε στήν Εκκλησία.
Πρέπει νά προσέξουμε πολύ, γιατί ο Χριστός είναι ο Μόνος Σαρκωθείς Αληθινός Θεός, καί στό Πρόσωπό Του είναι κρυμμένη η υπόσταση τού καθενός μας. Χωρίς Αυτόν είμαστε απρόσωποι, όπως ο όχλος καί ο ανθρώπινος συρφετός. Επειδή όμως αυτό δέν είμαστε όλοι εις θέσιν νά τό αντιληφθούμε καί νά τό αξιολογήσουμε, άς κρατήσουμε γερά στήν μνήμη καί στήν καρδιά μας τήν προειδοποίηση τού Θεού διά τού στόματος τού Αγίου Αποστόλου Παύλου: «Φοβερόν τό εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»!
Πρωτοπρεσβύτερος
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ»
Αρ. Τεύχους 123, Νοέμβριος 2012