Του Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου
Το προηγούμενο Σάββατο, 7 Οκτωβρίου 2019, εκοιμήθη εν Κυρίω στην Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου στην Αριζόνα των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ο Γέροντας Εφραίμ, και η εξόδιος ακολουθία του έγινε την 11η Δεκεμβρίου 2019 στην ίδια Μονή εν μέσω πολλών πνευματικών του παιδιών, τα οποία αναγέννησε πνευματικά, Κληρικών, μοναχών και λαικών, όλων των ηλικιών και κατηγοριών.
Ετιμήθη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο με μήνυμα που διαβάσθηκε κατά την εξόδιο ακολουθία του από τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Φιλοθέου Αγίου Όρους Αρχιμ. π. Νικόδημο, ο οποίος εξεφώνησε κατόπιν και δικό του λόγο, αλλά και με την παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Ελπιδοφόρου, ο οποίος παρουσίασε την προσωπικότητά του και το έργο το οποίο επιτέλεσε.
Με τον μακαριστό Ιερομόναχο Εφραίμ συνδέθηκα πολυτρόπως και ποικιλοτρόπως εδώ και πολλά χρόνια, και με το κείμενο αυτό θα παρουσιάσω μερικές σκέψεις μου για τον μακαριστό Γέροντα.
1. Ησυχαστής και διδάσκαλος της ησυχίας
Την δεκαετία του 1960 άρχισε να ανατέλλη το φωτεινό αυτό πνευματικό αστέρι στο Άγιον Όρος.
Από την νεανική ηλικία του συγκαταριθμήθηκε στην πνευματική συνοδεία του μεγάλου Γέροντος Ησυχαστού Ιωσήφ του Σπηλαιώτου. Διακρινόταν από τότε για την παιδικότητά του και την αδιάκριτη υπακοή του, που τον εξύψωσαν.
Όταν ήμουν φοιτητής, την περίοδο 1964-1968 άκουγα για τον Γέροντα Εφραίμ.
Είχε ήδη κοιμηθή το 1959 ο μεγάλος Γέροντάς του π. Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης και εκείνος μαζί με μια μικρή συνοδεία συνέχιζε την ζωή του Γέροντός του στο Καλύβι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Νέα Σκήτη.
Τότε, επειδή ο Αρχιμ. π. Σπυρίδων Ξένος, που ήταν Διευθυντής στο Οικοτροφείο του Αγρινίου, όπου έμενα κατά τα μαθητικά μου χρόνια, έγινε μοναχός στην Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους, γι’ αυτό πήγαινα συχνά στην Νέα Σκήτη και γνώρισα τον Γέροντα Εφραίμ, την Συνοδεία του, αλλά και μερικά μέλη από την Συνοδεία του Γέροντος Ιωσήφ του ησυχαστού, όπως τον αυτάδελφό του π. Αθανάσιο, τον μοναχό Ιωσήφ τον μετέπειτα Βατοπαιδινό, τον μοναχό Θεοφύλακτο και άλλους.
Ο Γέροντας Εφραίμ ακολουθούσε πιστώς την ησυχαστική ζωή του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού.
Μια φορά, ως λαικός φοιτητής την δεκαετία του 1960, πήγα στην Καλύβη του να τον συναντήσω και να ακούσω από τα χείλη του για την νοερά προσευχή, που διψούσα να μάθω.
Επειδή δεν γνώριζα το πρόγραμμά του πήγα το πρωί, όταν εκείνος με την Συνοδεία του ξεκουράζονταν από την νυκτερινή ακολουθία που έκαναν με το κομποσχοίνι και την θεία Λειτουργία που τελούσαν κάθε βράδυ.
Έτσι, επειδή δεν άνοιγαν την πόρτα, μετά το κτύπημα, παρέμεινα πολύ ώρα έξω από την πόρτα της καλύβης του προσευχόμενος. Μετά από περίπου δύο ώρες άνοιξαν την πόρτα και συνάντησα τον Γέροντα Εφραίμ για πρώτη φορά.
Το πρόσωπό του ήταν ήρεμο, παιδικό, φωτεινό, και ο λόγος του ήταν ιλαρός. Τον ρώτησα για την ευχή. Δεν ενθυμούμαι τι μου είπε, αλλά συνεχώς επανελάμβανε το ρήμα «αδολεσχώ» και την λέξη «αδολεσχία», με την έννοια ότι πρέπει συνεχώς να αδολεσχούμε με τον Θεό και με αυτό δήλωνε την νοερά προσευχή.
Μου έκανε εντύπωση αυτή η λέξη που συναντάται στους Ψαλμούς του Δαυίδ: «ηδολέσχουν εν τοις δικαιώμασί σου» (Ψαλμ. 118, 48). Τα δικαιώματα του Θεού είναι οι εντολές του, τις οποίες πρέπει να εφαρμόζουμε. Μια από αυτές είναι η νήψη και η προσευχή.
Απλώς εδώ να προσθέσω ότι βρήκα και το βιβλίο του Ευγενίου Βούλγαρη «Αδολεσχία Φιλόθεος», που είναι ερμηνεία της Πεντατεύχου. Όμως ο Γέροντας Εφραίμ το εννοούσε ως την αδιάλειπτη προσευχή, την συνεχή επίκληση της ευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με».
Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1970 έγινα Κληρικός και πήγαινα συχνά στο Άγιον Όρος, εκείνος μετακινήθηκε με την Συνοδεία του στη Ιερά Μονή Φιλοθέου, και ανέλαβε την θέση του Ηγουμένου.
Ήταν φυσικό να επισκέπτομαι και την Ιερά αυτή Μονή. Έβλεπε κανείς στην Μονή νέους μοναχούς οι οποίοι, μαζί με τις ιερές ακολουθίες ησχολούντο με την νοερά προσευχή.
Ήταν ένα πνευματικό μελίσσι, γιατί παντού άκουγε κανείς να λέγεται η ευχή, κατά την ώρα των διακονημάτων και των μετακινήσεων ψιθυριστά, αλλά το διαισθανόταν κανείς έντονα και στην ατμόσφαιρα του Ιερού Ναού, με τις ακολουθίες και την θεία Λειτουργία.
Γιατί η θεία Λειτουργία αποκτά άλλη πνευματική αίσθηση, όταν τελήται από ησυχαστές Κληρικούς και είναι παρόντες ησυχαστές μοναχοί.
Από την πνευματική ατμόσφαιρα της Ιεράς Μονής Φιλοθέου επανδρώθηκαν και άλλα τρία Μοναστήρια, όπως η Μονή Καρακάλλου, η Μονή Ξηροποτάμου και η Μονή Κωνσταμονίτου.
Όταν πήγαινα στην Ιερά Μονή Φιλοθέου συζητούσα με τον Ηγούμενο π. Εφραίμ θέματα που με ενδιέφεραν, γιατί πράγματι εκείνη την εποχή ήθελα να μάθω πολύ για το πως μπορεί να συνδέση κανείς στενά την ιερά ησυχία με την θεία Λειτουργία και την ποιμαντική. Από όσα μου έλεγε κατά καιρούς συγκράτησα μέχρι σήμερα δύο σημεία.
Πρώτον, μου μιλούσε για την ιερά ησυχία, την νοερά προσευχή και την μέθοδό της. Στην πραγματικότητα μου ανέλυε τον ιερό ησυχασμό στην πράξη, όπως τον ζούσε ο Γέροντάς του Ιωσήφ ο ησυχαστής, και όπως τον παρέλαβε εκείνος και τον εφήρμοζε, και έπειτα τον μετέδιδε στα πνευματικά του παιδιά. Είναι μια πνευματική κληρονομιά.
Δεύτερον, μου μιλούσε συχνά για την κοίμηση του Γέροντος του Ιωσήφ του Ησυχαστού. Μου έμεινε μια φράση ότι «δεν είδα πιο λεβέντικο θάνατο από τον θάνατο του Γέροντος». Ο τρόπος δε που τον διηγείτο ήταν μυσταγωγικός.
Τα έγραψε αυτά ο ίδιος και μπορεί κανείς να τα διαβάση, αλλά ο τρόπος με τον οποίο τα διηγείτο εκείνος, με την λεπτή φωνή του, τον αργό τρόπο έκφρασης του λόγου του και την κατανυκτική ατμόσφαιρα της Μονής, μάλιστα μετά από το Απόδειπνο, ήταν ανεπανάληπτος.
2. Μεταφύτευση στην Αμερική
Η μεταφύτευση του Γέροντος Εφραίμ στην Αμερική ήταν μια παράτολμη ενέργεια. Ενώ είχε τον δέοντα σεβασμό στο Άγιον Όρος από τα πνευματικά του παιδιά, από Ηγουμένους, Ιερομονάχους και μοναχούς, εκείνος προτίμησε να κάνη ένα «παράτολμο πήδημα» στην άβυσσο του Νέου Κόσμου, του Καναδά και της Αμερικής. Προφανώς, είχε αποκάλυψη-πληροφορία από τον Θεό.
Η Αμερική έχει κυριευθή από έναν Χριστιανισμό με σχολαστικό περιεχόμενο, όπως τον εκφράζει ο Ρωμαιοκαθολικισμός, και με ηθικό-συναισθηματικό περιεχόμενο, όπως τον εκήρυττε ο Προτεσταντισμός.
Κυρίως η Αμερική είναι ένα συνονθύλευμα Προτεσταντισμού, Διαφωτισμού και Ρομαντισμού. Τα ρεύματα αυτά έχουν επηρεάσει και την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία που υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν είχε ανεπτυγμένο ορθόδοξο Μοναχισμό.
Ο μακαριστός Γέροντας Εφραίμ διέβλεψε αυτήν την έλλειψη και πήρε την απόφαση να ιδρύση Ορθόδοξα Μοναστήρια, και στην πραγματικότητα να μεταφέρη στην Αμερική τον ορθόδοξο αθωνικό μοναχισμό, που έχει ως βάση τον ιερό ησυχασμό, όπως τον έζησε και τον δίδαξε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.
Είναι δίκαιο να υπογραμμισθή ότι ο μακαριστός π. Ιωάννης Ρωμανίδης διέβλεψε πρώτος αυτήν την έλλειψη και την διετύπωσε σε κείμενά του.
Επειδή γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αμερική, και μάλιστα στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, και σπούδασε σε τρεις Θεολογικές Σχολές (Τιμίου Σταυρού Βοστώνης, Πανεπιστημίου Γέιλ, και Αγίου Βλαδιμήρου Νέας Υόρκης) γνώριζε πολύ καλά το πνεύμα του Χριστιανισμού που επικρατεί στην Αμερική, τις επιρροές που δέχθηκε η Ορθόδοξη Εκκλησία και η ορθόδοξη θεολογία από τον Ρωμαιοκαθολικισμό και τον Προτεσταντισμό, αλλά συνειδητοποίησε και πολύ καλά και τον τρόπο διεξόδου από αυτήν την εκκοσμίκευση στην Εκκλησία και στην θεολογία.
Αυτό έγινε η αιτία να ασχοληθή με την ορθόδοξη θεολογία, όπως εκφράζεται από τους Προφήτες, τους Αποστόλους και τους Πατέρες, με κατάληξη την διατριβή του «Το προπατορικό αμάρτημα», που κατατέθηκε και εγκρίθηκε το 1957 από την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Είναι σημαντικό να σημειωθή ότι πριν γράψει την διδακτορική του διατριβή «Το προπατορικό αμάρτημα», έγραψε τέσσερεις επί μέρους εργασίες, ως στάδιο προετοιμασίας για την διδακτορική του διατριβή και τις κατέθεσε στο Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι. Στις δύο από αυτές διαλαμβάνονται μερικά σημεία που θέλω να υπογραμμίσω εδώ.
Στην πρώτη μελέτη του που έγραψε στην αγγλική γλώσσα το 1954 με τίτλο «Το Προπατορικό Αμάρτημα κατά τον Απόστολο Παύλο» ο π. Ιωάννης κατέληξε ως εξής:
«Η αποστολή της Ορθοδόξου θεολογίας σήμερα είναι να φέρη μια αφύπνιση στον Δυτικό Χριστιανισμό, αλλά για να το κάνουν αυτό οι ίδιοι οι Ορθόδοξοι πρέπει να ξαναανακαλύψουν τις δικές τους παραδόσεις και να παύσουν, μια και καλή, να αποδέχονται την διαβρωτική διείσδυση της Δυτικής θεολογικής συγχύσεως στην Ορθόδοξη θεολογία. Μόνον μέσω της επιστροφής στην Βιβλική κατανόηση του Σατανά και του ανθρωπίνου προορισμού μπορούν για άλλη μια φορά τα μυστήρια της Εκκλησίας να γίνουν η πηγή και η δύναμη της Ορθοδόξου θεολογίας. Ο εχθρός της ζωής και της αγάπης μπορεί να καταστραφή μόνον όταν οι Χριστιανοί μπορούν με σιγουριά να πούν, «ου γαρ αυτού τα νοήματα αγνοούμεν» (Β΄ Κορ. 2:11).Όποια θεολογία δεν μπορεί να ορίση με ακρίβεια τις μεθόδους και τις εξαπατήσεις του διαβόλου είναι καθαρά αιρετική, επειδή μια τέτοια θεολογία έχει ήδη εξαπατηθή από τον διάβολο. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο οι Πατέρες μπορούσαν να βεβαιώσουν πως η αίρεση είναι έργο του διαβόλου».
Σε μια άλλη μελέτη του την οποία δημοσίευσε στην αγγλική γλώσσα το 1956 με τίτλο «Η εκκλησιολογία του αγίου Ιγνατίου του Αντιοχείας», μεταξύ των άλλων αναφέρεται στις δύο όψεις της Εκκλησίας, που είναι ο πόλεμος εναντίον του διαβόλου και η ένωση και κοινωνία με τον Χριστό. Γράφει, μεταξύ των άλλων:
«Η Εκκλησία έχει δύο όψεις, μια θετική –αγάπη, ενότητα και κοινωνία αθανασίας μεταξύ των μελών της και των αγίων εν Χριστώ, και μια αρνητική–τον πόλεμο κατά του Σατανά και των δυνάμεών του που ήδη έχουν νικηθή στο Σώμα του Χριστού από αυτούς που ζούν εν Χριστώ πέραν του θανάτου, αναμένοντας την γενική (Δευτέρα) ανάσταση –την τελική και οριστική νίκη του Θεού επί του Σατανά. Η Χριστολογία είναι η θετική όψη της Εκκλησίας, αλλά ορίζεται από την βιβλική δαιμονολογία, η οποία είναι ο αρνητικός παράγοντας-κλειδί, η οποία καθορίζει την Χριστολογία και την Εκκλησιολογία, που και οι δύο είναι ακατανόητες χωρίς μια επαρκή κατανόηση του έργου και των μεθόδων του Σατανά» (Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου: π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ένα κορυφαίος δογματικός θεολόγος της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, εκδ. Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), α΄ εκδ. 2012).
Όπως φαίνεται στα δύο αυτά αποσπάσματα, μια από τις βασικές θέσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη είναι ότι η ορθόδοξη θεολογία πρέπει να απεγκλωβιστή από τον σχολαστικισμό των Ρωμαιοκαθολικών και τον ηθικισμό των Προτεσταντών και να αποκτήση δικά της κριτήρια, που είναι η νίκη του Χριστού και των Χριστιανών με την δύναμη του Χριστού εναντίον του διαβόλου, της αμαρτίας και του θανάτου.
Ως συνέπεια αυτών ήταν να συλλάβη την σκέψη ότι πρέπει να ιδρυθή ένα Ορθόδοξο Μοναστήρι στην Αμερική, όπου οι άνθρωποι θα μαθαίνουν πως θα απελευθερώνονται από την υποδούλωσή τους στον διάβολο, την αμαρτία και τον θάνατο.
Έτσι, σε επιστολή του που έστειλε στον π. Θεόκλητο Διονυσιάτη το 1958, μετά την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής του, έγραφε ότι η Εκκλησία στην Αμερική έχει ανάγκη από την ίδρυση μιάς ορθοδόξου Μονής και από την μεταφορά εκεί μιάς αγιορείτικης αδελφότητος. Μεταξύ των άλλων του έγραφε στον π. Θεόκλητο Διονυσιάτη:
«… Ακριβώς επειδή η εν κόσμω Εκκλησία απεκόπη της μοναχικής παραδόσεως, εσημειώθη επί των ημερών μας η γνωστή κατάπτωσις της πνευματικής ζωής. Ο σατανάς έχει τόσον πολύ διαστρέψει την θεολογίαν των αιρετικών και των εκ της Δύσεως επηρεασμένων δήθεν ορθοδόξων, ώστε να νομίζουν τινές ότι η σωτηρία δεν είναι από το κράτος και τας χείρας του εχθρού, αλλά από τον Θεόν. Ο Θεός έγινεν άνθρωπος διά να μας σώση από τον εαυτόν Του! Διά τούτο εις την Δύσιν εξέλιπεν η ασκητική ζωή. Ούτε νηστεύουν ούτε προσεύχονται πολύ. Μόνον αναζητούν την ευδαιμονίαν. … Όταν υπάρχη εσφαλμένη Θεολογία τότε ο Χριστιανισμός καταντά δράσις. … Ο μοναχικός βίος των ετεροδόξων εδώ είναι μεστά δράσεως τάγματα που καταγίνονται με ο,τιδήποτε εκτός από άσκησιν πνευματικήν, ως την εκλαμβάνει η Ορθόδοξος παράδοσις. … Δυστυχώς δεν έχομεν εδώ ούτε ένα ασκητήν ή Μοναστήρι και δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα ζωντανόν Ορθοδόξου ζωής. …
Θα ήθελα να μάθω την γνώμην Σου περί των δυνατοτήτων μεταφυτεύσεως μιάς μοναχικής κοινότητος εκ 5-10 Μοναχών επί αμερικανικού εδάφους. Εάν δεν γίνη κάτι τέτοιο η Ορθοδοξία θα εκλείψη εδώ ή θα μεταμορφωθή σε κάτι άλλο, όπως ήδη έχει γίνει εις μεγάλον βαθμόν.
Προσεπάθησα στο βιβλίον μου να πω αυτά που λες και Συ στο ιδικόν Σου, αλλά εδώ κανείς δεν το καταλαβαίνει. Βλέπεις οι Έλληνες εδώ έχουν αφομοιωθή με τον ευδαιμονισμόν της Δύσεως και εις τα μάτια τους ο ευδαιμονισμός είναι θέλημα Θεού. Λοιπόν τι θα πάη να κάμη επάνω στους βράχους με ολονυκτίες και τα λοιπά;
Θα ήθελα πολύ να αλληλογραφώμεν. Νομίζω ότι θα λυπηθή ο διάβολος που δεν μας αρέσει ο χριστιανισμός που προωθεί, αλλά τι θα γίνη; Δεν μπορεί κανείς να αρέση εις αυτόν, όταν θέλη να αρέση στον Θεόν. Ωραία περιγράφει ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος πως ο σατανάς βοηθεί εις την προσευχήν και στα καλά έργα ωρισμένων…»
Απορεί κανείς το πως με τόση ενάργεια κατάλαβε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης από την δεκαετία του 1950 αυτό το πρόβλημα που υπάρχει στον δυτικό κόσμο.
Φαίνεται πως αυτή ήταν μια από τις έμμονες ιδέες του π. Ιωάννου Ρωμανίδη το να μεταφυτευθή στην Αμερική από το Άγιον Όρος μια μοναχική αδελφότητα, πράγμα το οποίο συναντάμε σε επιστολές του, τις οποίες απέστειλε στο ζεύγος Πανάγου και Κατίγκως Πατέρα, που αργότερα και αυτοί έγιναν μοναχοί και έλαβαν τα ονόματα Ξενοφών και Μαρία Μυρτιδιώτισσα. Τις επιστολές αυτές δημοσίευσε ο π. Γεώργιος Μεταλληνός στο βιβλίο του με τίτλο «Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Ρωμανίδης, “ο προφήτης της Ρωμηοσύνης” προσωπογραφούμενος μέσα από άγνωστα ή λίγο γνωστά κείμενα» (εκδ. Αρμός).
Στις επιστολές αυτές διασώζονται πολλά στοιχεία που δείχνουν το ενδιαφέρον του π. Ιωάννου Ρωμανίδη για την ίδρυση στην Αμερική Ορθοδόξων Ιερών Μονών, οι οποίες θα ακολουθούν την ορθόδοξη ασκητική παράδοση, η οποία είναι η βάση της ορθοδόξου θεολογίας. Θα αναφέρω μερικά αποσπάσματα.
Σε μια επιστολή του (14-7-1958) γράφει μεταξύ των άλλων ότι στην Δύση η Ορθοδοξία έγινε μια μορφή Προτεσταντικής Ουνίας. Πολύ τολμηρός λόγος!
«Επομένως, όπως έχουν οι ρωμαικοί την ουνίαν, τώρα και οι προτεστάνται έχουν επίσης μίαν ουνίαν. Ακολουθούμεν τους προτεστάντας εις όλα και την Ορθοδοξίαν μόνον κατά τους λειτουργικούς τύπους».
Σε άλλη επιστολή του (27-12-1958) αναφέρεται στον γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή, ο οποίος «είναι ίσως ο καλύτερος ασκητής στην νοερά προσευχή» και προσθέτει: «Οι υποτακτικοί του είναι άριστοι και αν γίνη μοναστήρι, ειμπορεί ένας απ’ αυτούς να βάλη θεμέλια».
Και σημειώνει: «Μία καλή και αυστηρά μοναχική ζωή είναι το μόνο πράγμα που ειμπορεί να δείξη τον δρόμον να εξέλθωμεν από αυτήν την ελεεινήν κατάστασιν της Ορθοδοξίας εν Αμερική. Εάν γίνη από Αγιορείτας, θα έχωμεν το τυπικόν του Αγ. Όρους με τες αγρυπνίες κ.τ.λ. και αυτοί θα είναι ισχυρόν ιεραποστολικόν κέντρον, που θα εισβάλη εις το κέντρον της βασιλείας του σατανά και θα καθαρίση την ατμόσφαιραν από τα δαιμόνια με το Ορθόδοξο θυμιατό και νήψι. Ξεύρετε ότι οι ασκηταί φεύγανε στην έρημο, όχι επειδή αναζητούσαν ήσυχην ζωή, αλλά διότι η έρημος εθεωρείτο το κατ’ εξοχήν βασίλειον του σατανά. Διά τούτο ο Χριστός πήγε πρώτα στην έρημον και ενίκησε τον διάβολον εις το ισχυρότερόν του φρούριον. Έτσι και εδώ που τόσα χρόνια ο σατανάς βασιλεύει ανενόχλητα, πρέπει να πολεμηθή».
Φοβερός ο λόγος του ότι χρειάζονταν στην Αμερική μερικοί ιεραπόστολοι Αγιορείτες για να εισέλθουν στην «βασιλεία του Σατανά» και να καθαρισθή η ατμόσφαιρα από τα δαιμόνια «με το ορθόδοξο θυμιατό και νήψι», δηλαδή με την προσευχή και την νήψη!
Σε άλλη επιστολή του (19-11-1959) κάνει λόγο για την συνοδεία του αειμνήστου Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού και αναφέρεται στον μακαριστό Γέροντα Εφραίμ, που τελικά πήγε στην Αμερική: «Είχατε γνωρίσει τον Εφραίμ του Ιωσήφ». Σαν να «προφήτευε» την παρουσία του στην Αμερική.
Σε άλλη επιστολή του (10-12-1960) επιμένει στο θέμα ιδρύσεως Μοναστηριού στην Αμερική: «Οι εδώ ορθόδοξοι έχουν μεγάλην ανάγκην από καλό μοναστήρι». Εκφράζει την επιθυμία των Ορθοδόξων της Αμερικής για απόκτηση ενός Μοναστηριού.
Σε μια επόμενη επιστολή του (15-8-1962) εξακολουθεί να επιμένη στην ίδρυση μιάς ορθόδοξης Ιεράς Μονής: «Πρέπει πάση θυσία ο μοναχισμός ο πραγματικός να ενισχυθή και να αυξηθή πνευματικώς και διδασκαλικώς και ηγετικώς. Άλλως, διατρέχομεν μεγάλον κίνδυνον».
Η αγωνία του είναι μεγάλη, γιατί γνωρίζει ότι μόνον η Ορθόδοξη Εκκλησία μέσα από τον ησυχαστικό μοναχισμό που εκφράζει την παράδοση της Φιλοκαλίας των ιερών Νηπτικών για την καθαρτική, φωτιστική και θεοποιό ενέργεια του Θεού μπορεί να διαφοροποιηθή από τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις.
Είχε δε συνειδητοποιήσει ότι σε όλες τις συναντήσεις των ορθοδόξων με τους άλλους Χριστιανούς δεν γινόταν λόγος για τον πόλεμο εναντίον του διαβόλου, της αμαρτίας και του θανάτου, που είναι η βάση της ορθοδόξου θεολογίας.
Και επειδή δεν εύρισκε ανταπόκριση, γι’ αυτό και έγραψε σε μία επιστολή του (2-11-1958): «Ο Θεός να μας λυπηθή. Τόσο αμαρτωλοί είμεθα που πρέπει να έχωμεν αιρετικούς να μας ποιμαίνουν; Πάντως εάν γίνουν τέτοια πράγματα, δεν γνωρίζω τι θα γίνη».
Αυτά τα ίδια έγραφε σε μια επιστολή του (11-5-1958) και στον π. Γεώργιο Φλωρόφσκι. Του μιλούσε για την δυνατότητα μεταφύτευσης στην Αμερική μιάς μοναχικής κοινότητας από το Άγιον Όρος «ώστε να χρησιμεύση ως πυρήνας για την ανάπτυξη της πνευματικής ζωής στον λαό μας σε παραδοσιακές βάσεις».
Αυτές ήταν οι ανησυχίες του π. Ιωάννου Ρωμανίδη και ζητούσε να λυπηθή ο Θεός τους Χριστιανούς της Αμερικής.
Και ο Θεός άκουσε την αγωνία του και την επιθυμία του λαού του και έστειλε στην Αμερική τον Γέροντα Εφραίμ τον Φιλοθείτη υποτακτικό του Ιωσήφ του ησυχαστού για να ιδρύση δέκα εννιά (19) Ορθόδοξα Μοναστήρια στην Αμερική και τον Καναδά, μέσα από τα οποία διδάσκεται η ορθόδοξη ασκητική διδασκαλία της Εκκλησίας και η μάχη των Χριστιανών εναντίον του διαβόλου, της αμαρτίας και του θανάτου.
[irp posts=”537341″ name=”Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας: Μόνο με την προσευχή διώχνουμε τα πάθη μας””]
Ο Γέροντας Εφραίμ συνέλαβε αυτήν την αγωνία και τον πόθο των ανθρώπων και ύστερα από πληροφορία που έλαβε από τον Θεό, άφησε την ησυχία του Αγίου Όρους και ανοίχθηκε μέσα στον Ωκεανό των ποικίλων ρευμάτων και κυμάτων και μέσα στην ερημία των μεγαλουπόλεων για να κηρύξη «Ιησούν Χριστόν και τούτον εσταυρωμένον» (Α΄ Κορ. β΄, 2), με οσιακή, προφητική, αποστολική και μαρτυρική δύναμη και ενέργεια.
Από τις πολλές επισκέψεις μου στην Αμερική, από την επικοινωνία μου με Ηγουμένους των Μοναστηριών που εκείνος δημιούργησε και με πολλούς λαικούς που ήταν δικά του πνευματικά παιδιά, έχω προσωπική γνώση του μεγάλου έργου που επιτέλεσε μέσα από τις μοναστικές αδελφότητες, τις οποίες εκείνος δημιούργησε και τις κατηύθυνε με τον ακοίμητο καθαρό νού του.
Νομίζω τα πνευματικά του παιδιά θα γράψουν για το μεγάλο αυτό έργο, που γίνεται στην Αμερική, με το οποίο δίνονται αυθεντικά κριτήρια για να διακρίνεται η Ορθόδοξη Παράδοση από άλλες Χριστιανικές και μη παραδόσεις.
Και όλο αυτό το έργο επιτελείται με σημεία και θαύματα, που συνοδεύουν πάντοτε τον αποστολικό του λόγο, σύμφωνα με τον λόγο του Χριστού, που είπε: «σημεία δε τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει· εν τω ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς· όφεις αρούσι· καν θανάσιμόν τι πίωσιν, ου μη αυτούς βλάψει· επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι, και καλώς έξουσιν» (Μαρκ. ιστ’, 17-18).
Έτσι ο μακαριστός Γέροντας Εφραίμ ήταν ένας προφήτης, ισαπόστολος, μάρτυρας και όσιος και ως τέτοιος εισήλθε «εις το κέντρον της βασιλείας του σατανά» και δίδαξε έναν μοναχισμό και χριστιανισμό που «δεν αρέσει στον διάβολο», αλλά αρέσει στον Θεό.
3. «Η Τέχνη της σωτηρίας»
Από τότε που ο Γέροντας Εφραίμ πήγε στην Αμερική δεν έχουμε συναντηθή. Δεν είχα την ευλογία να τον επισκεφθώ στην Ιερά Μονή Αριζόνας. Όμως, είχα και εξακολουθώ να έχω επικοινωνία με δικά του πνευματικά παιδιά και διά μέσου αυτών ζητούσα τις προσευχές του και εκείνος μου έστελνε διάφορους «προφητικούς λόγους» και την αγάπη του.
Του έστελνα τα βιβλία που εξέδιδα και χαιρόταν. Μάλιστα χάρηκε ιδιαίτερα για ένα από αυτά, δηλαδή για το πρώτο βιβλίο που έγραψα για τον άγιο Παίσιο τον Αγιορείτη, και μου έστειλαν από την Ιερά Μονή Αριζόνας φωτογραφία που κρατά στα χέρια του αυτό το βιβλίο, ένδειξη ότι αγαπούσε πολύ τον άγιο Παίσιο.
Μερικές φορές μίλησα τηλεφωνικά μαζί του, του εξέφρασα την αγάπη μου και ζητούσα τις ευχές του και την αγάπη του για την διακονία μου. Η μακαριστή Γερόντισσα Φωτεινή, Ηγουμένη της Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας) είχε αλληλογραφία μαζί του, όπου φαίνεται η όλη προσωπικότητα του π. Εφραίμ και το πως καθοδηγούσε τους μοναχούς. Κάποτε θα δημοσιεύσω αυτήν την αλληλογραφία.
Μου έκανε δε εξαιρετική εντύπωση ότι διά μέσου των πνευματικών του παιδιών μου ζητούσε να προλογίσω διάφορα βιβλία του, τα οποία εξέδιδε στην αγγλική γλώσσα, όπως για παράδειγμα το βιβλίο του με τίτλο «Ο Γέροντάς μου Ιωσήφ, ο ησυχαστής και σπηλαιώτης», που περιλαμβάνει τις επιστολές του Γέροντός του Ιωσήφ του Ησυχαστή. Επειδή διακατεχόταν από εκκλησιαστικό φρόνημα, ήθελε να έχη πρόλογο από έναν Επίσκοπο που αγαπά τον μοναχισμό.
Ακόμη πιο μεγάλη εντύπωση μου έκανε, όταν μου έστειλε δακτυλογραφημένο το βιβλίο του που είχε σκοπό να εκδώση με τίτλο «Η τέχνη της σωτηρίας» που αποτελείται από ομιλίες που έκανε στην Ιερά Μονή Φιλοθέου και στην Αμερική. Με την ταπείνωση που τον διέκρινε μου ζήτησε να το διαβάσω και να εντοπίσω τυχόν σημεία που έπρεπε να διορθωθούν, ώστε να μην παρεκκλίνουν από την ορθόδοξη θεολογία. Το διάβασα στην πρόχειρη μορφή με πολύ μεγάλη έμπνευση και του απέστειλα μερικά σημεία που θα μπορούσε ο ίδιος να διορθώση.
Μετά από αυτό μου έστειλε γράμμα με το οποίο μου έλεγε ότι όχι μόνο γίνονταν αποδεκτά όλα όσα του πρότεινα, αλλά με προέτρεψε να κάνω και άλλες τυχόν αλλαγές και χωρίς να τον ενημερώσω να τα αποστείλω κατευθείαν στο τυπογραφείο για έκδοση. Αυτό δείχνει την ταπείνωση ενός μεγάλου εμπειρικού Πατρός. Με παρακάλεσε δε να προλογίσω το βιβλίο αυτό στην ελληνική γλώσσα.
Παραθέτω στην συνέχεια τον πρόλογο στο βιβλίο αυτού, που γράφηκε το 2003, δηλαδή πριν 16 χρόνια, γιατί εκεί φαίνεται η άποψή μου που είχα για τον Γέροντα Εφραίμ πριν πολλά χρόνια. Έγραφα στον πρόλογο:
*
«Αισθάνομαι ιδιαίτερη και εξαιρετική τιμή που προλογίζω τον πρώτο τόμο των ομιλιών του Γέροντος Εφραίμ, Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Φιλοθέου Αγίου Όρους, κατόπιν παρακλήσεως του ιδίου και των πατέρων της Ιεράς Μονής του Αγίου Αντωνίου Αριζόνας της Αμερικής. Και αυτή η αίσθηση της τιμής ξεκινά από το γεγονός ότι ο Γέροντας Εφραίμ είναι πεπειραμένος διδάσκαλος της νηπτικής ζωής της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Γνώρισα τον Γέροντα Εφραίμ στο Άγιον Όρος και μάλιστα τότε που ασκείτο στην Νέα Σκήτη και διατηρώ έντονα μέσα στην μνήμη της καρδιάς μου την εικόνα του φλογερού ασκητού που είχε αδιάλειπτη μνήμη Θεού, έμπνευση πνευματική. Πρόκειται για έναν ασκητή που έζησε εμπειρικά την πνευματική ζωή και γνώρισε εκ πείρας, τι είναι τα πάθη και πως υπερβαίνονται, τι είναι η θεοκοινωνία και πως μπορεί κανείς να την αποκτήση. Συγχρόνως, είναι ένας πεπειραμένος και διακριτικός πνευματικός πατέρας και εκφράζοντας το εκκλησιαστικό του φρόνημα που τον διακρίνει, όπως και κάθε πραγματικό ησυχαστή μοναχό, σέβεται και τον Επίσκοπο τον οποίο παρακαλεί, με την άκρα ταπείνωσή του και το αταπείνωτο μεγαλείο του, να προλογίση τις ομιλίες του αυτές.
Οπότε, βλέπουμε εδώ τον σύνδεσμο μεταξύ δύο χαρισμάτων μέσα στην Εκκλησία, ήτοι της ζωής του μοναχού και της διακονίας του Επισκόπου. Και αυτό μου θυμίζει έντονα την σχέση, αλλά και την ταπείνωση, και ως προς το σημείο αυτό, μεταξύ του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου και του Επισκόπου Ευρίπου Ιεροθέου, όπως φαίνεται στις επιστολές των δύο που δημοσιεύονται στην αρχή του Συμβουλευτικού εγχειριδίου, ήτοι περί φυλακής των πέντε αισθήσεων.
Τα κείμενα, που περιλαμβάνονται στο βιβλίο αυτό, είναι ομιλίες προς τους μοναχούς και μάλιστα σε κοινοβιάτες, κυρίως, από ο,τι κατάλαβα, ομιλίες προς τους μοναχούς της Ιεράς Μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους, που είναι πνευματικά του παιδιά και τα καθοδηγεί στην πνευματική ζωή.
Το κεντρικό γνώρισμα των ομιλιών αυτών είναι ότι συνδυάζουν την θεολογία με την ποιμαντική. Βεβαίως, όταν κάνω λόγο για θεολογία δεν εννοώ την ακαδημαική γνώση, που είναι χρήσιμη σε μερικές περιπτώσεις της ιστορικής ζωής της Εκκλησίας, αλλά την θεολογία ως χάρισμα, ως εμπειρία του Θεού και γνώση των μυστηρίων του Θεού, ως γνώση των ακτίστων ρημάτων, τα οποία στην συνέχεια μεταφέρονται ως διδασκαλία με κτιστά ρήματα και νοήματα.
Ο ίδιος ο Γέροντας Εφραίμ έκανε υπακοή σε εξαγιασμένο Γέροντα, τον Γέροντα Ιωσήφ τον ησυχαστή, έζησε την νοερά προσευχή, με την καθοδήγηση του ερημίτου και ησυχαστού αυτού Γέροντος, βίωσε την «πρώτη χάρη» και στην συνέχεια και την «δεύτερη χάρη», όπως πολύ σοφά έλεγε ο Γέροντας Ιωσήφ, και έπειτα απέκτησε την διάκριση των πνευμάτων, που είναι το πραγματικό θεολογικό χάρισμα.
Αυτή η θεολογία γίνεται στην συνέχεια ποιμαντική επιστήμη που προσφέρεται για την ποιμαντική καθοδήγηση των πνευματικών παιδιών. Οπότε, ένας τέτοιος θεολόγος γνωρίζει από την πείρα του, ποια ήταν η κατάσταση του Αδάμ προ της παρακοής και της πτώσεως, αφού τότε βρισκόταν στον φωτισμό του νού· ποιες ήταν οι φοβερές συνέπειες της πτώσεως, αφού αμαυρώθηκε το κατ’ εικόνα, σκοτίσθηκε ο νούς και διαστρεβλώθηκαν όλες οι δυνάμεις της ψυχής, οι οποίες απέκτησαν την παρά φύση κίνησή τους, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τα πάθη όπως τα γνωρίζουμε εμείς σήμερα. Στην συνέχεια, ένας τέτοιος θεολόγος γνωρίζει την ασκητική- νηπτική- ησυχαστική μέθοδο, ήτοι την υπακοή, την νήψη, την προσευχή, την νοερά ησυχία, διά της οποίας ο άνθρωπος ελευθερώνεται από την κυριαρχία του διαβόλου, του θανάτου και της αμαρτίας και αποκτά την κοινωνία με τον Θεό «εν προσώπω Ιησού Χριστού», φθάνει μάλιστα μέχρι την θέατής δόξης του Θεού στην ανθρώπινη σάρκα του Λόγου, που είναι ο Παράδεισος.
Φαίνεται, λοιπόν, ο στενός σύνδεσμος μεταξύ θεολογίας και ποιμαντικής, μεταξύ πνευματικής γνώσεως και ποιμαντικής διακονίας των ανθρώπων. Μόνον όσοι έχουν γνώση των μυστηρίων του Θεού εμπειρικά, μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να απαλλαγούν από την κυριαρχία των παθών, του διαβόλου και του θανάτου, που συνιστά την αληθινή ποιμαντική της Εκκλησίας. Αν δεν έχη κανείς αυτές τις προϋποθέσεις, τότε ομιλώντας θα κάνη ωραιολογία αντί θεολογία και αισθητική αντί ασκητική.
Μέσα στα πλαίσια αυτά κινούνται και οι ομιλίες του Γέροντος Εφραίμ. Και όπως γίνεται αντιληπτό, το υλικό το οποίο χρησιμοποιεί, προέρχεται από την Αγία Γραφή, που είναι ο λόγος των Προφητών και των Αποστόλων, των αυτοπτών μαρτύρων του ασάρκου και σεσαρκωμένου Λόγου· από τα κείμενα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, των διαδόχων των αγίων Αποστόλων και των φορέων της αποκαλυπτικής εμπειρίας της Πεντηκοστής· από το Γεροντικό και τα Συναξάρια της Εκκλησίας, στα οποία φαίνεται η ζωή των πραγματικών και εξαγιασμένων μελών της Εκκλησίας, που ταυτόχρονα είναι τα μέλη, όχι του μυστικού, αλλά του πραγματικού Σώματος του Χριστού· και από διηγήσεις από και για εξαγιασμένους ασκητές του Αγίου Όρους.
Και πάνω από όλα, τα κείμενα αυτά πλάθονται μέσα στην προσωπική εμπειρία του Γέροντος Εφραίμ, γι’ αυτό και προσφέρονται με αυθεντικότητα, απλότητα, ηρεμία, πραότητα, που είναι καρποί της ορθοδόξου ησυχίας.
Διάβασα τις ομιλίες αυτές που δημοσιεύονται στον πρώτο αυτόν τόμο, με προσοχή και προσευχή, τις περισσότερες μέσα στην ησυχία της Ιεράς Μονής της Κοιμήσεως Θεοτόκου της Αμπελακιωτίσσης της Ιεράς Μητροπόλεώς μου.
Διαβάζοντας τα κείμενα αυτά ωφελήθηκα πνευματικά, μου δημιουργήθηκε κατάσταση προσευχής. Και το κυριότερο, είδα να παρουσιάζεται πως ήταν ο άνθρωπος προ της πτώσεως, που έφθασε μετά την πτώση του και πως μπορεί να απαλλαγή από το κράτος του θανάτου.
Πράγματι, οι ομιλίες αυτές είναι ζωντανές, αφυπνιστικές, δημιουργούν έμπνευση και μετάνοια, που είναι τα γνωρίσματα μιάς αληθινής ορθοδόξου διδαχής.
Οι ομιλίες αυτές, όπως συμβαίνει και με λόγους ανθρώπων που έχουν το Άγιον Πνεύμα και απέκτησαν κοινωνία με τον Χριστό διά της ιεράς ησυχίας, δίνουν την αίσθηση ότι ο νούς του ομιλούντος κινείται πέρα από τα ανθρώπινα και προσανατολίζουν τον αναγνώστη σε μια άλλη αίσθηση των πραγμάτων, πέρα από την ενέργεια των παθών και του θανάτου με όλη την πνευματική σημασία της λέξεως και καταστάσεως αυτής.
Όταν τέλειωσα την ανάγνωση των ομιλιών αυτών ήλθε στον νού μου το χωρίο του Αποστόλου Παύλου: «Μηδείς υμάς καταβραβευέτω θέλων εν ταπεινοφροσύνη και θρησκεία των αγγέλων, α μη εώρακεν εμβατεύων, εική φυσιούμενος υπό του νοός της σαρκός αυτού, και ου κρατών την κεφαλήν, εξ ου παν το σώμα διά των αφών και συνδέσμων επιχορηγούμενον και συμβιβαζόμενον αύξει την αύξησιν του Θεού» (Κολ. β΄, 18-19).
Ο Απόστολος Παύλος εδώ κάνει λόγο για μια κατάσταση της εποχής εκείνης που αναφερόταν στην θρησκεία των αγγέλων και σε οράματα που προέρχονταν από τον σαρκικό πεπτωκότα άνθρωπο.
Όμως μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι και σήμερα υπάρχουν πολλές θρησκείες αγγέλων – δαιμόνων, που στηρίζονται στην φυσίωση του νού της σαρκός, σε διανοήματα φανταστικά, σε οράματα δαιμονικά και σε κοινωνιολογικά σχήματα και όχι στην αυθεντική διδασκαλία που είναι απόρροια της συνδέσεως με τον Χριστό, την κεφαλή της Εκκλησίας.
Οπότε, ισχύει και εδώ ο λόγος του Αποστόλου Παύλου: «Ει ούν απεθάνετε συν τω Χριστώ από των στοιχείων του κόσμου, τι ως ζώντες εν κόσμω δογματίζεσθε;» (Κολ. β΄, 20).
Ζώντας σε μια τέτοια εκκοσμικευμένη κοινωνία που πολλές φορές επηρεάζει και την εκκλησιαστική κατάσταση πρέπει να αγωνιζόμαστε ταπεινά και με όλες τις ορθόδοξες εκκλησιαστικές προϋποθέσεις, που περιγράφουν οι διδασκαλίες των αγίων, των πραγματικών μελών του Σώματος του Χριστού, να συνδεόμαστε στενά με την κεφαλή της Εκκλησίας που είναι ο Χριστός, και ως μέλη του Σώματος του Χριστού να τρεφόμαστε από την κεφαλή, να συγκροτούμαστε από αυτήν και να αυξανόμαστε πνευματικά, δηλαδή η όλη ύπαρξή μας να «αύξη την αύξησιν του Θεού».
Ο σκοπός της ζωής μας πρέπει να είναι να αυξανόμαστε κατά Θεόν και να προχωρούμε από την πτωτική κατάστασή μας μέχρι τον Παράδεισο, από την εξάρτησή μας στον διάβολο μέχρι την θεώση, που είναι η αύξηση του Θεού.
Σε αυτήν την πνευματική αύξηση συντελούν και οι ομιλίες αυτές του Γέροντος Εφραίμ, οι οποίες μου θύμισαν, όχι μόνον μια αυθεντική μοναχική διδασκαλία, αλλά και το «πνεύμα» του Αγίου Όρους όπως το συνάντησα την δεκαετία του ’60 και ’70, και όπως το συναντώ και σήμερα σε εξαγιασμένους αγιορείτες μοναχούς που ζούν την ασκητική – ησυχαστική ζωή.
Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τον σεβαστό Γέροντα Εφραίμ για τους κόπους που κατέβαλε να αποκτήση την γνώση του Θεού, της οποίας εύχυμος καρπός είναι οι ομιλίες αυτές, και τον παρακαλώ να προσεύχεται και για μένα και για όλους όσοι ασχολούμαστε με την ποιμαντική διακονία των ανθρώπων, ώστε να μη χάσουμε τον βαθύτερο και ουσιαστικότερο σκοπό της ποιμαντικής διακονίας που είναι να οδηγούμε τους ανθρώπους, πρωτίστως τον εαυτό μας, από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση, από τον σκοτασμό του νού στον φωτισμό και την θέωση. Γιατί, πρέπει να το αντιληφθούμε καλά ότι ο Χριστιανισμός δεν έχει σκοπό απλώς να εξασκή ένα κοινωνικό έργο, αλλά κατά τον εύστοχο λόγο του αγίου Γρηγορίου Νύσσης “Χριστιανισμός εστί της θείας φύσεως μίμησις”» (Αύγουστος 2003).
*
Ο Γέροντας Εφραίμ ο Αγιορείτης, ο Αριζονίτης και ο Οικουμενικός διδάσκαλος της ησυχίας απεδείχθη, όπως μου είπε ένας ευλογημένος μοναχός και όπως φάνηκε από όσα έγραψα προηγουμένως, όσιος ασκητής, με ησυχαστική παράδοση και ζωή, ισαπόστολος του Χριστού που φώτισε την Αμερική με τον ησυχαστικό Αθωνικό μοναχισμό, μάρτυρας διότι πολέμησε τις ποικιλώνυμες σατανικές δυνάμεις, αλλά και προφήτης διότι με τον διορατικό του νού έβλεπε τα προβλήματα που υπάρχουν στην σημερινή εποχή μεταξύ των Χριστιανών και τα αντιμετώπιζε «εν πνεύματι και δυνάμει» Ηλιού του Προφήτου.
Ο Θεός θα στηρίζη τα έργα των χειρών του, τα Μοναστήρια του που με κόπο τα δημιούργησε και τα καθοδήγησε.
Ταπεινά ζητώ τις ευχές του και τις προσευχές του προς τον Κύριο για όλους τους ορθοδόξους Χριστιανούς, κληρικούς και λαικούς, μεταξύ των οποίων και για την ελαχιστότητά μου. Η μνήμη του θα παραμείνη αιώνια στους ανθρώπους που τον αγάπησαν, αλλά κυρίως στην μνήμη της Εκκλησίας.