“Η Αληθής Εκκλησία του Χριστού δεν στηλιτεύει ποτέ τον αμαρτωλό”
Ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ απέστειλε νέα επιστολήν-απάντηση προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο, Αντιπρόεδρο Ελληνικής Κυβερνήσεως, Υπουργό Εξωτερικών και Πρόεδρο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Σε αυτήν κάνει λόγο για υποκρισία μεταξύ άλλων ενώ απαντά με νομικά επιχειρήματα στον καθηγητή κ. Βενιζέλο. Επίσης χρησιμοποιεί ως επιχείρημα ακόμη και τη στάση του ΚΚΕ…
Ολόκληρη η επιστολή έχει ως εξής:
᾿Αριθ. Πρωτ. 1381 ᾿Εν Πειραιεί τη 10η Δεκεμβρίου 2013
Προς
Τον Εξοχώτατον Κύριον
Ευάγγελον Βενιζέλον
Αντιπρόεδρον Ελληνικής Κυβερνήσεως
Υπουργόν Εξωτερικών και
Πρόεδρον ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Ακαδημίας 1
ΑΘΗΝΑΙ
Εξοχώτατε και φίλτατε Κύριε Πρόεδρε,
Έλαβον την υπ’ αριθμ. Πρωτ. από 938/5.12.2013 απάντησή Σας στο διαβιβασθέν αίτημά μου διά της από 3/12/2013 επιστολής μου να μην εμμείνετε σε πρόταση νομοθετικής θεσμοθέτησης με πρόσχημα την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα λεγόμενα «ομόφυλα» ζευγάρια του κακουργήματος της παρά φύσιν ασέλγειας που ανατρέπει την ανθρώπινη φυσιολογία και την ορθόδοξη χριστιανική οντολογία καθώς και τον νομικό μας πολιτισμό και εγκαθιδρύει ως θεσμό δικαίου την αντιαισθητική και άτεχνη και αφύσικη και φθοροποιό διά την σωματική και ψυχική ακεραιότητα του ανθρωπίνου προσώπου απόπειρα μιμήσεως του ετέρου φίλου που αποτελεί το σαπρό κοσμοείδωλο και την πρακτική της κατεγνωσμένης από τον Θείο Νόμο (Γεν. ιγ΄ 13, Λευιτικό κ΄13, Ρωμ. α΄26-27, Α΄Κορ. ς΄ 6-9) και το Κανονικό μας δίκαιο (Ι. Κανόνες Ζ΄ και ΞΒ΄ του Μ. Βασιλείου επικυρωθέντων ωρισμένως από τον Β΄ Κανόνα της αγίας ς΄ Οικουμενικής Συνόδου, Δ΄ Γρηγορίου Νύσσης επικυρωθέντες ωσαύτως από τον μνημονευόμενο Κανόνα της ς΄ Οικουμ. Συνόδου και ιη΄ αγ. Ιωάννου Νηστευτού) ομοφυλοφιλίας και εκφράζω ειλικρινώς θερμάς ευχαριστίας διά τον κόπον της απαντήσεως. Τα προσωπικά μου αισθήματα αγάπης, τιμής και φιλίας προς το σεβαστό προσωπό Σας είναι αδιαπτώτως πηγαία και ειλικρινή, αλλά αγαπητέ κ. Πρόεδρε «φίλος μεν Πλάτων, φιλτάτη η αλήθεια» που δεν αποτελεί ιδεοληψία ή υποκειμενική προσέγγιση των πραγμάτων και των εννοιών, αλλά ενυπόστατη και ζώσα πραγματικότητα, είναι Εκείνος ο Οποίος μέσα στην παγκόσμια ιστορία και σκέψη με την απολυτότητα της αυτοσυνειδησίας Του είπε:
«Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. ιδ΄6).
Εξ αυτού λοιπόν του χρέους προς την Αλήθεια-Πρόσωπο επάγομαι τα κάτωθι:
1. Τα όσα αναφέρετε διά την πρότριτα εκδοθείσα απόφαση του Ευρωπαικού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του ανθρώπου (ΕΔΔΑ) και την σχέση της με την ΕΣΔΑ επιτρέψατέ μου να παρατηρήσω ότι κατά τρόπο ανεξήγητο για έναν εξαιρέτου επιστημονικού διαμετρήματος νομομαθή όπως Εσείς παρουσιάζονται ως δήθεν τελεσίδικα και αμετάκλητα αποφασισθέντα, ενώ γνωρίζετε καλώς ότι αποτελούν πρωτοβάθμια κρίση εναντίον της οποία χωρεί έφεσις ενώπιον διευρημένης συνθέσεως του ΕΔΔΑ και αυτή την αρμοδιότητα την έχετε Εσείς ως Υπουργός των Εξωτερικών αγαπητέ κ. Πρόεδρε διότι η υπόθεση είναι αρμοδιότητος του Υπουργείου Σας διά της ειδικής νομικής Υπηρεσίας και του τμήματος Δικαίου Ευρωπαικής Ενώσεως και σε Εσάς ανήκει η νομική τεκμηρίωση των επιχειρημάτων της Ελληνικής Δημοκρατίας αλλά και η παρακολούθηση εφαρμογής των αποφάσεων του ΕΔΔΑ.
Το σχετικά πρόσφατο παράδειγμα της υπoθέσεως Lautsi κατά Ιταλίας για την διατήρηση του θρησκευτικού συμβόλου του Εσταυρωμένου στις σχολικές αίθουσες δεν Σας προβληματίζει κ. Πρόεδρε;
Διότι ανετράπη πλήρως η Πρωτοβάθμια κρίση από το τμήμα ευρείας συνθέσεως του ΕΔΔΑ με την απόφαση της 18/3/2011. Γνωρίζετε ασφαλώς ότι οι αποφάσεις των Ευρωπαικών Δικαστηρίων δεν βασίζονται μόνο σε νομικά κριτήρια αλλά και σε πολιτικές ισορροπίες και οφείλουμε να δείξουμε σεβασμό στην χριστιανική κληρονομιά μας αλλά και στην βούληση της πλειονότητος του λαού που δεν είναι ασφαλώς το λεκανοπέδιο της Αττικής με την τάση ομογενοποιήσεως. Εν τέλει η Ελληνική Πολιτεία θα πρέπει να εφεσιβάλει αυτή την απόφαση παρουσιάζοντας ισχυρή νομική και ευρύτερη επιστημονική τεκμηρίωση διότι στο αγγλικό κείμενο που ανέγνωσα καταγράφεται η έλλειψη πειστικών επιχειρημάτων από τους εκπροσώπους της Ελληνικής Πολιτείας.
Όσον αφορά στο ζήτημα της μη εκτελέσεως προηγουμένων αποφάσεων του ΕΔΔΑ την απάντηση την έχετε δώσει Εσείς αγαπητέ κ. Πρόεδρε κατά την διαδικασία του Κοινοβουλευτικού ελέγχου σε ερώτηση που είχε καταθέσει ο Βουλευτής της ΝΔ κ. Ευ. Μπασιάκος. Σύμφωνα με έγγραφό Σας: «Οι παραβάσεις που εκκρεμούν στο πλαίσιο του άρθρου 260 ΣΛΕΕ το οποίο αφορά την απειλή προστίμων λόγω μη εκτέλεσης προηγουμένης απόφασης Δικαστηρίου της ΕΕ είναι 12 αρμοδιότητος διαφόρων Υπουργείων» και συνολικά έχουν εκδοθεί 480 αποφάσεις του ΕΔΔΑ εις βάρος της Ελληνικής Πολιτείας. Επομένως δεν νομίζετε ότι είναι καθαρή υποκρισία να χρησιμοποιείται ως άλλοθι η πρωτόδικος απόφαση του συγκεκριμένου Δικαστηρίου για την εγκαθιδρυση ως θεσμού «δικαίου» μιάς ανατροπής του ανθρωπίνου προσώπου και ασφαλώς της Ορθόδοξης οντολογίας.
Διερωτώμαι δεν Σας προβληματίζει η εξαίρετος θέσις του ΚΚΕ επί του θέματος που παρά τον αθειστικό του χαρακτήρα και τον ενδοκοσμικό του εγκλεισμό, στην συγκεκριμένη αυτή υπόθεση ομιλεί με απόλυτη ορθοκρισία λέγοντας: «Ο καθένας μπορεί να έχει διαφορετικές σεξουαλικές επιλογές όμως η αναγνώριση αυτής της σχέσης είναι προσωπική υπόθεση που μπορεί ιδιωτικά να ρυθμιστεί... Είμαστε αρνητικοί αυτή η προσωπική υπόθεση να μετατρέπεται σε δημόσια και να θεσμοθετείται γιατί τότε παίρνει άλλο χαρακτήρα» (Καθημερινή Κυριακής 8/12/2013).
2. Ασφαλώς ο χριστιανισμός δεν είναι ηθικισμός και ευσεβισμός αλλά όπως λέτε «μήνυμα και ελπίδα σωτηρίας μέσα από την προσδοκία της Αναστάσεως» όμως δεν είναι δυνατόν να αποχωριστεί της ηθικής διαστάσεως όλων των θεμάτων διότι η ανηθικότης αποτελεί την έμπρακτη άρνηση του μηνύματος της Αναστάσεως. Ασφαλώς η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία που αποτελεί την μόνη ιστορική συνέχεια της Μιάς Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας των 10 πρώτων αιώνων δεν είναι ούτε όμιλος καθαρών ούτε elite αγίων αλλά «χώρα» μεταποιουμένων αμαρτωλών που διά της μετανοίας αναλαμβάνουν το «αρχέτυπον κάλλος της εικόνος» και μορφώνουν εντός των τον τέλειον άνθρωπον «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού».
Γνωρίζετε βεβαίως ότι «το σφάλλειν ανθρώπινον, το μετανοείν θείον και το εμμένειν στην αμαρτία σατανικόν». Άλλωστε και η αγιωτάτη Ορθόδοξος Εκκλησία και το Κανονικό Της Δίκαιο δεν έχουν δικανικό χαρακτήρα όπως οι στρεβλώσεις και οι σχάσεις του Ρωμαιοκαθολικισμού και του Προτεσταντισμού, αλλά σωτηριολογικό και βεβαίως το ανθρώπινο πρόσωπο όσο κατάστικτο από γεώδη πάθη και αν είναι αποτελεί εικόνα του αιωνίου Θεού και δεν υπάρχει αμαρτία που να μην θεραπεύεται από την άπειρη και άφατη αγάπη του Δημιουργού του ανθρώπου. Επομένως η αληθής Εκκλησία του Χριστού δεν στηλιτεύει ποτέ τον αμαρτωλό τον οποίον καλεί διηνεκώς εις μετάνοια αλλά την γενεσιουργό αιτία της τραγικότητός του που είναι η αμαρτία από την οποία απορρέει η φθορά και ο θάνατος.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και η δική μας ένσταση κ. Πρόεδρε για να μην καταστή θεσμός «Δικαίου» της Ελληνορθόδοξης Πολιτείας μας, την οποίαν πολλοί δυστυχώς επιβουλεύονται η βύθιος αμαρτία της ανατροπής της ανθρώπινης φυσιολογίας και οντολογίας και της παραχρήσεως των σωματικών οργάνων. Ενώ όλοι αναφέρονται ευφήμως στον λεγόμενο πατέρα της σύγχρονης ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόϋντ ο οποίος στο βιβλίο του «Εισαγωγή στην ψυχανάλυση» αναφέρει: «Υπάρχουν κατηγορίες ανθρωπίνων υπάρξεων που η ζωή τους παρεκκλίνει από την συνηθισμένη σεξουαλική ζωή κατά τον πιο κτυπητό τρόπο. Μία ομάδα από αυτούς τους «διεστραμμένους» έχει εξοστρακίσει την διαφορά των φύλων από τη ζωή τους… Σ᾽αυτούς μονάχα το δικό τους φύλο προκαλεί πόθο. Τα πρόσωπα αυτά παραιτούνται από κάθε συμμετοχή στην αναπαραγωγή. Οι άνθρωποι αυτοί λέγονται ομοφυλόφιλοι… Ανήκουν εκείνοι που παραιτήθηκαν από την ένωση σεξουαλικών οργάνων ή μέρη του σώματος… ξεπερνώντας τις ανατομικές δυσκολίες και κατανικώντας τη σχετική αποστροφή… Τώρα ποιά πρέπει νάναι η στάση μας σ᾽ αυτές τις ασυνήθεις μορφές ικανοποίησης; Η αγανάκτηση και η έκφραση της προσωπικής μας αποστροφής. Παραμένει να εξηγήσουμε την ύπαρξη των διαστροφών και να τις συσχετίσουμε με την ομαλή σεξουαλικότητα… Πάντως τις αποκαλούμε διεστραμμένες ανάγκες». Ποιός το περίμενε, και όμως. Καταπέλτης κατά του πάθους (Σίγκμουντ Φρόϋντ, Εισαγωγή στην ψυχανάλυση, εκδ. «Γκοβόστη», Αθήνα, σσ. 260-263, 270) παρασιωπούν εντέχνως την επιστημονική του θέση. Δεν θα διαλανθάνει ασφαλώς της επιστημονικής Σας συγκοτήσεως ο περιώνυμος ορισμός του μεγάλου Ιταλού εγκληματολόγου Τσέζαρε Λομπρόζο (1~835-1909) «ο αρρενοθήλυς κέκτηται τον δυναμισμόν του άρρενος και την μοχθηρία του θήλεως, δεν έχει ουδεμία ηθικήν αναστολήν και ουδέν μεταφυσικόν ιδεώδες» που δεικνύει εναργώς τα τραγικά αποτελέσματα αυτής της συμπεριφοράς.
3. Εντύπωση προκαλεί αγαπητέ κ. Πρόεδρε η ερμηνεία που δίδετε στο άρθρο 3 του ισχύοντος Συντάγματος διότι παροράται η αναγνώριση επικρατούσης θρησκείας καθώς και η πλήρης παρασιώπησις των σχέσεων συναλληλίας μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας στην Ελλάδα που καθιερώνει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον οποίον ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων και είναι νόμος του Κράτους εν ισχύι και είναι κωμική η προσπάθεια γνωστού Καθηγητού που έγραψε πρόσφατα ότι το άρθρο 2 του συγκεκριμένου νόμου που προβλέπει ότι η «Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος … ως της εξυψώσεως του θεσμού του γάμου και της οικογένειας» (και κατ’ επέκταση του ανθρωπίνου προσώπου) δεν σημαίνει υποχρέωση της Πολιτείας να μη νομοθετεί για τα συγκεκριμένα θέματα καταστρατηγόντας πλήρως και ανατρέποντας, το δόγμα, την πίστη και το ήθος της Εκκλησίας. Βέβαια ο κ. Καθηγητής δεν διασαφηνίζει τι είδους σχέσεις συναλληλίας είναι αυτές.
Επομένως νομίζω ότι διά των συγκεκριμένων νομικών διατάξεων απαντάται και το θέμα που θέτετε για το ζήτημα της θεοκρατίας που εμφανίζεται κατά βάσιν στο Ισλάμ που αποτελεί πολιτικοστρατιωτικοθρησκευτικό μόρφωμα και ουδέποτε εμφιλοχώρησε στην Αγιωτάτη μας Εκκλησία διότι κατά τον Γραφικό λόγο, το Κανονικό μας Δίκαιο και το εν ισχύι Συνταγμά μας είναι σαφείς και διακριτοί οι ρόλοι Εκκλησίας και Πολιτείας. Υπομιμνήσκω τον Ζ΄ Κανόνα της αγίας Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου που διαλαμβάνει: «Τούς άπαξ εν Κλήρω τεταγμένους και μοναστάς, ωρίσαμεν μήτε επί στρατείαν, μήτε επί αξίαν κοσμικήν έρχεσθαι. Ή τούτο τολμώντας και μη μεταμελουμένους … αναθεματίζεσθαι» καθώς και τον ιερό Κανόνα ΠΓ΄ των αγίων Αποστόλων που διακελεύει: «Επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος βουλόμενος αμφότερα κατέχειν Ρωμαικήν και ιερατικήν διοίκησιν καθαιρείσθω. Τα γαρ Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ».
4. Συμφωνώ απολύτως με την εξαίρετη επισήμανσή Σας που εμάθατε από τον μακαριστό εξαίρετο ιερέα πάππο Σας ότι η σχέση μας με το Θεό είναι «προσωπική, αδιαμεσολάβητη, διαρκής και αδιάκοπη», αλλά ίσως Σας διαλανθάνει ότι στην Εκκλησία σωζόμεθα και αγιαζόμεθα όχι ως άτομα αλλά ως μέλη του σώματος του Χριστού και ότι η κοινωνία με το Θεό δεν είναι απροϋπόθετη και ότι όπως σε έναν οργανισμό υπάρχει το ανοσιοποιητικό σύστημα για την αποφυγή των λοιμώξεων, έτσι και στον οργανισμό της Εκκλησίας υπάρχει ο θεσμός της ειδικής Ιερωσύνης πέραν της Γενικής των πιστών, που έχει ακριβώς αυτό το έργο για την διασφάλιση της ολοκληρίας του ιερού σώματος. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο εδόθη υπό του Χριστού στους Αποστόλους και τους διαδόχους τους Επισκόπους το «δεσμείν και λύειν» διά των συστατικών λόγων του ι. μυστηρίου της Μετανοίας: «λάβετε Πνεύμα Άγιον, αν τινων αφήτε τας αμαρτίας αφίενται αυτοίς αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιω. κ΄20-22).
Επομένως η αποστέρησις de facto της θείας χάριτος δεν αφορά στον Θεό ή τις προθέσεις Αυτού αλλά αποτελεί συνάρτηση των επιλογών του αμαρτάνοντος αμετανοήτως ανθρώπου και εκείνου ο οποίος απενοχοποιεί την αμαρτία και την καθιστά θεσμόν «δικαίου».
Γνωρίζοντας τον χαρακτήρα Σας ασφαλώς πιστεύω ότι δεν θεωρείτε ευπρεπές αλλά εξαιρέτως υποκριτικό από την μία να καταστρατηγούμε την ανθρωπολογία και την οντολογία της Εκκλησίας, να απενοχοποιούμε την αμαρτία που οδηγεί στον θάνατο, να εμφανίζουμε τον αιώνιο και άφθιτο νόμο του Θεού ως δήθεν παρελθοντολογία και την ιδία στιγμή για ψηφοθηρικούς λόγους να επιδιώκουμε πρωτοκαθεδρίες εντός του Εκκλησιαστικού σώματος για να ερμηνεύσω και την έννοια του «αφορισμού» που εξήγγειλα.
5. Τέλος απευθύνθην στον αγαπητό φίλο και Πρόεδρο και Υπουργό της Κυβερνήσεως ως φίλος και διαποιμαίνων Ιεράρχης της Εκκλησίας υποβάλων παράκληση καταθέτοντας την διαχρονική πίστη της Εκκλησίας και κατά ταύτα δεν θεωρώ ότι παρεβίασα την Κανονική τάξι.
Ευχόμενος καλές εορτές και καλή επιτυχία στο πολυεύθυνο και πολύμοχθο έργο Σας διατελώ,
Μετά τιμής και ευχών
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ