Μητροπολίτης Πατρών: Η Κυριακή, 10 Νοεμβρίου 2024, στο πλαίσιο των Πρωτοκλητείων, αφιερώθηκε από την Ιερά Μητρόπολη Πατρών στην Κύπρο, με την συμπλήρωση 50 ετών από την βάρβαρη τουρκική εισβολή στην Μεγαλόνησο το 1974.
Το πρωί της Κυριακής, τελέστηκε στον Ιερό Ναό του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου η Θεία Λειτουργία, της οποίας προέστη ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος, ο οποίος μίλησε επικαίρως και τέλεσε τα ιερά Μνημόσυνα των υπέρ πίστεως και πατρίδος αγωνισαμένων και πεσόντων Ελλήνων Κυπρίων και Ελλήνων εκ της Μητροπολιτικής Ελλάδος κατά την βάρβαρη τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ως και των αδίκω και φρικτώ θανάτω, υπό των εισβολέων, τελειωθέντων αδελφών ημών.
Επίσης, κατά την ημέρα αυτή τελέστηκαν τα ιερά Μνημόσυνα των Εθνομαρτύρων Αρχιερέων των Πατρών, Νεοφύτου 1466 (εσουβλίσθη), Γερμανού του Α’ 1572, (ετεμαχίσθη), και Παρθενίου του Ε’ 1770, βασανισθείς εξορίσθη και εξόριστος ετελειώθη αγωνιζόμενος υπέρ της ελευθερίας της Ελλάδος.
Μετά την Θεία Λειτουργία, εν πομπή μετέβησαν Κλήρος και Λαός και Εκπρόσωποι των Πολιτικών, Στρατιωτικών και άλλων Αρχών, στον αύλειο χώρο του Ναού του Αποστόλου Ανδρέου, όπου ενώπιον των προτομών των Εθνομαρτύρων, Αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού (1821) και των Εθνομαρτύρων Αρχιερέων των Πατρών, ανεπέμφθη επιμνημόσυνος δέηση, κατετέθησαν στέφανοι και εψάλη ο Εθνικός Ύμνος.
Επίσης την Κυριακή αυτή, ο Σύλλογος των εν Πάτραις Αρκάδων, εόρτασε την ιεράν μνήμη του Οσίου και Θεοφόρου πατρός ημών Νείλου του Μυροβλήτου του εξ Αγίου Πέτρου Κυνουρίας, με την συμμετοχή στους στην Θεία Λειτουργία στον Ναό του Αγίου Ανδρέου και την προσφορά των Δώρων της Θείας Ευχαριστίας και ιερά Αρτοκλασία.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του μεταξύ των άλλων, είπε:
ΚΥΠΡΟΣ 1974-2024:
ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΚΛΑΒΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΟΧΗΣ
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Πατρών κ.κ. Χρυσοστόμου
«Σκοτώστε μας και γράψετε κι’ εμάς τον σκοτωμόν μας.
Μά τούτοι ούλ’ οι σκοτωμοί, εν ούλοι για κακόν σας».
(Βασίλης Μιχαηλίδης)
Πενήντα χρόνια πέρασαν από την 20ή Ιουλίου 1974, την θλιβερή ημέρα που το βάρβαρο πόδι του «Αττίλα» πάτησε τα αγιασμένα χώματα της Κύπρου και αιματοκύλησε το όμορφο Ελληνικό νησί, εξ αιτίας των υποχθονίων σχεδίων των μισελλήνων ξένων δυνάμεων, αλλά και των λαθών των ημετέρων, όπως είναι η διχόνοια, που πάντοτε ωδήγησε το Έθνος μας σε οδυνηρές περιπέτειες.
Έσφαξαν, κρέμασαν, βίασαν, σκότωσαν με όποιο άλλο τρόπο, και ωδήγησαν στην σκλαβιά τους αδελφούς μας Κυπρίους του βορείου τμήματος της νήσου. Έκαναν πρόσφυγες τους σεμνούς και τίμιους αδελφούς μας, που επί αιώνες κατοικούσαν το πανέμορφο νησί. Απολογισμός… 200.000 πρόσφυγες, 4.000 νεκροί, 1619 αγνοούμενοι.
Ρήμαξαν τις Εκκλησιές και ξεθεμέλιωσαν Προσκυνήματα, έκαψαν Μοναστήρια και μετέτρεψαν Αγιάσματα, σε σταύλους, αποθήκες, κέντρα διασκεδάσεως και αμαρτίας, ακόμη και σε δημόσια ουρητήρια.
Πενήντα χρόνια μετά, παραμένει σκλαβωμένο το ωραιότερο μέρος της μεγαλονήσου Κύπρου και ουδεμία δικαίωση επήλθε για τα φοβερά εγκλήματα, τα οποία έλαβαν χώρα εις βάρος των Ελλήνων Κυπρίων Ορθοδόξων Χριστιανών, και δή εις βάρος του αμάχου πληθυσμού των ηλικιωμένων, των γυναικών και των μικρών παιδιών. Όλα διεπράχθησαν με αισχίστης μορφής βαρβαρότητα, τη ανοχή των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες εκώφευσαν, η μάλλον υπέθαλψαν το μεγίστης αισχύνης, για την ανθρωπότητα ολόκληρη, φρικώδες έγκλημα που συνετελέσθη στο νησί του Αποστόλου Βαρνάβα.
Φρικωδέστερο όλων είναι το έγκλημα των αγνοουμένων, οι οποίοι ωδηγήθηκαν σε τόπους αγνώστους, χωρίς ποτέ να πληροφορηθή κάποιος για την τύχη τους. Έφυγαν οι γονείς τους με τον αβάσταχτο πόνο και καϋμό, κρατώντας στο στήθος τους την φωτογραφία των παιδιών τους. Ζούν ακόμη με την αγωνία οι γυναίκες, τα παιδιά τους και τα αδέλφια τους….
…Πενήντα χρόνια μετά την τραγωδία του 1974, προσκυνούμε στα «Φυλακισμένα Μνήματα» τα άγια χώματα, που κλείνουν μέσα τους τα ιερά και περήφανα κόκκαλα των παλληκαριών της Ε.Ο.Κ.Α., που αγωνίστηκαν ενάντια στην Αγγλική τυραννία, και τους βλέπομε με της ψυχής μας τα μάτια, με πρώτο το παλληκάρι με το αγέρωχο παράστημα, τον ήρωα μαθητή, τον ολίγα μέν έτη ζήσαντα, την δε Κύπρον και τον κόσμον όλον, ηρωισμώ πλουτήσαντα, τον Παλληκαρίδη δηλαδή, τον δεκαοχτάχρονο Ευαγόρα… τους βλέπομε λοιπόν,
«Να χαιρετούν τον ήλιο και την ξαστεριά,
νά χαιρετούν την άνοιξη και την ελευτεριά,
μέσα από της αγχόνης το βαρύ σχοινί,
μέσα από του θανάτου την καταπακτή».
Και παρακάτω, βαδίζοντας στα χνάρια εκείνων, αναπαύονται ήσυχα, γαλήνια, με μια κραυγαλέα σιωπή, τα παλληκάρια που έπεσαν το 1974, υψώνοντας στην Μακεδονίτισσα τύμβο αγάπης για την Πατρίδα και στήνοντας τρόπαια προσφοράς και θυσίας για την λευτεριά της Κύπρου.
Παρηγοριά μας του Κύπριου ποιητή τα λόγια:
«Ήτουν βουλή ’πού τον Θεόν για να γενή κι’ εγίνην…
Σκοτώστε μας και γράψετε κι’ εμάς τον σκοτωμόν μας.
Μά τούτοι ούλ’ οι σκοτωμοί, εν ούλοι για κακόν σας».
Πενήντα χρόνια μετά, με πόνο ψυχής και δάκρυα στα μάτια, ασπαζόμαστε τις πλάκες των μαρτυρικών τάφων και μνημείων, τους σταυρούς, τα ικριώματα και τις αγχόνες των πολλών και δόξη ηγλαϊσμένων, των ευκλεών ηρώων της Κύπρου μας, μεταξύ των οποίων σήμερον χαίρονται πολλά Πατρινόπουλα και Αχαιών αγωνιστών πληθύς. Τους τάφους αυτών γονυπετείς προσκυνούμε και τους αγωνιστάς μακαρίζομε. Κατασπαζόμεθα τα ηρωικά παιδιά μας, τον υπολοχαγό Νικόλα Κατούντα, τον ηρωικό δεκανέα Χρίστο Γρίβα, τον Χρίστο Γκαβό, τον Κωνσταντίνο Αντωνόπουλο, τον Γιώργη Μαρτζάκλη, (πού πρόσφατα τον υποδεχθήκαμε ατό χωριό του, στο Μάνεσι Τριταίας και αποθέσαμε τα ιερά κόκκαλά του στον τάφο των γονέων του), τον Αλέξη Χριστόπουλο και όσους άλλους, που τα αδέλφια τους στην Πάτρα, περήφανα τους κλαίνε η τους καρτερούν με πόνο, επαναλαμβάνοντας με σεμνή υπερηφάνεια:
«Πάντοτε να τον καρτερής εκείνον που σου λείπει».
…Εμείς σήμερα από την Πάτρα, διακηρύττομε ότι αποτελεί εντροπή για τον κόσμο (δέν θα είπω τον πολιτισμένο) η μη επίλυση του χρονίζοντος, ως μη ώφελεν, προβλήματος της Κύπρου, που προβάλλει ως επικίνδυνο μελάνωμα στο σώμα της ανθρωπότητος.
Δεν ήτο ποτέ δυνατόν να φαντασθή κανείς, ότι ενώ έχομε περάσει στην δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνος, θα εφαρμόζωνται ακόμη τακτικές αδικίας και βαρβαρότητος εις βάρος ενός πολιτισμένου Λαού, ο οποίος εις ουδέν έπταισεν, ώστε να υφίσταται μυρίας ταλαιπωρίας και πολυώδυνα βάσανα.
Αδελφοί μας Κύπριοι, όσοι κοσμείτε με την ωραία παρουσία σας την πόλη του Πρωτοκλήτου, και οι εν τη μαρτυρική Κύπρω ζώντες και πεισματικώς και ελληνοπρεπώς αγωνιζόμενοι για τα δίκαια της Πατρίδος σας, της Κύπρου μας, και όσοι εις όποιο μέρος της γης ευρίσκεσθε, μας συγκινείτε με την προσήλωσή σας στα άγια του Γένους μας και της ενδόξου Φυλής μας.
Ο αγώνας σας θα επιφέρη καρπούς, αφού ποτίζετε με συνέπεια το δένδρο που ευσκιόφυλλο θα δροσίση τα παιδιά σας, στα οποία παραδίδετε την ιερά παρακαταθήκη και σκυτάλη των ιερών αγώνων. Θαυμάζομε την γεμάτη ηρωισμό καρδιά σας και ενώνομε τα δάκρυά μας και τις προσευχές μας με τα δικά σας πονεμένα δάκρυα και τις θερμές προς τον Θεόν ευχές και λιτές σας, για την λευτεριά της κατεχομένης Κύπρου, για την δικαία επίλυση του Κυπριακού ζητήματος.
Στο διάβα των αιώνων το Γένος μας πολλά υπέστη, όμως ποτέ δεν ελύγισε. Αυτή η αλήθεια έγινε τραγούδι και απάντηση στους βαρβάρους, που κατά καιρούς ηθέλησαν να συλήσουν τα όσια και ιερά μας:
«Την Ρωμηοσύνη μην την κλαίς,
εκεί που πάει να σκύψη,
μέ το σουγιά στο κόκκαλο,
μέ το λουρί στο σβέρκο,
νά τη πετιέται από ’ξαρχής
κι’ αντριεύει και θεριεύει
καί καμακώνει το θεριό
μέ το καμάκι του ήλιου». (Γιάννης Ρίτσος)
Εξ άλλου είναι νωπή και θα παραμένη πάντοτε επίκαιρη η φωνή του αοιδίμου εθνομάρτυρος Αρχιεπισκόπου Κυπριανού (†1821), που έρχεται από το βάθος του χρόνου, ποιητικά διασκευασμένη από τον ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη:
«Η Ρωμηοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου.
Κανένας δεν ευρέθηκε για να την ιξιλείψη.
Κανένας γιατί σιέπει την που τάψη ο Θεός μου.
Η Ρωμηοσύνη εν να χαθή όντας ο κόσμος λείψη.
Σφάξε μας ούλους κι’ άς γενή το γαίμαν μας αυλάκιν,
κάμε τον κόσμον μακελλειόν και τους Ρωμηούς τραούλλια,
αμμά ’ξερε πως ίλαντρον όντας κοπή καβάκιν
τριγύρω του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια.
Το ’νίν αντάν να τρώ’ την γήν, τρώει την γην θαρκέται,
μά πάντα κείνον τρώεται και κείνον καταλυέται».