ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ
“Η Παναγία λοιπόν δείχνει την παρουσία του Θεού, εκφράζει το θέλημά Του και αποκαλύπτει το μυστήριό Του” ανέφερε μεταξύ άλλων ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος στην εγκύκλιό του για την είσοδο στον 15Αυγουστο.
Αναλυτικά η εγκύκλιος:
Μέσα από την υμνολογία της Εκκλησίας μας, η οποία δανείζεται εκφράσεις και βασίζεται σε γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης, προεικονίζεται και προτυπώνεται το μυστήριο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μεταξύ άλλων, οι υμνογράφοι τις αποδίδουν τέσσερα μοναδικά χαρακτηριστικά. Την αποκαλούν κατοικητήριον του Θεού, σκηνήν επουράνιον, έμψυχον ναόν του Θεού και πύλην του ουρανού.
Κατοικητήριο του Θεού σημαίνει ότι το πρόσωπό της φανερώνει την παρουσία του Θεού, αφού η ίδια τον φιλοξένησε στη μήτρα της και ο Κύριος την αγίασε. Υπάρχει για να δείχνει τις συνεταγμένες του Θεού, τον τόπο Του, την παρουσία Του, και όπως φαίνεται από τη φωτισμένη υπόδειξή της στην Κανά της Γαλιλαίας«ο,τι αν λέγη υμίν ποιήσατε» (Ιω. β΄ 5), υπάρχει για να μας προτρέπει στην υπακοή του Υιού της. Όποιος την βλέπει, βλέπει τον Θεό.
Αποκαλείται όμως και σκηνή του Θεού, που σημαίνει όχι απλώς τόπος διαμονής η φανέρωσης της παρουσίας του Θεού, αλλά τόπος αναπαύσεώς Του. Τόπος που πραγματικά ευαρέστησε στον Θεό, ικανοποίησε την προαιώνια βουλή Του και εξέφρασε την άπειρη αγάπη Του και το αιώνιο θέλημά Του.
Χαρακτηρίζεται επίσης και ναός του Θεού, που σημαίνει ότι διά της Θεοτόκου ο Θεός αποκαλύπτει το μυστήριο, τα σημεία και τα θαύματά Του, αυτά που ξεπερνούν τη λογική μας, αυτά που καταργούν την παχύτητα και τη μικρότητά μας, αυτά που φανερώνουν την άλλη λογική και αποκαλύπτουν την άλλη ζωή, καταδεικνύουν έναν άλλον κόσμο από τον κόσμο της πτώσεως, έναν αληθινό κόσμο πέραν από τον πραγματικό κόσμο, έναν κόσμο στον οποίο καλείται ο καθένας μας να μπεί μέσα και να ζήσει. Αυτό σημαίνει ότι στο πρόσωπό της εμπιστεύεται ο Θεός τα μυστικά του, και αυτή τα μοιράζεται με τους ανθρώπους.
Η Παναγία λοιπόν δείχνει την παρουσία του Θεού, εκφράζει το θέλημά Του και αποκαλύπτει το μυστήριό Του. Αυτά όλα δεν αποτελούν όμως προνόμια Ή έστω δώρα προς αυτήν, τα οποία αυτή τα κρατάει για τον εαυτό της, αλλά χαρίσματα που τα μοιράζεται με την Εκκλησία, δηλαδή με τον κόσμο όλον, που της δόθηκαν για να τα δίνει. Συνεπώς κάθε ένας που μπορεί να αποκαταστήσει μια πνευματική σχέση και επικοινωνία με το πρόσωπο της Θεοτόκου δεν γνωρίζει μόνον την Παναγία, αλλά κυρίως εισέρχεται στον γνόφο της παρουσίας, του θελήματος και του μυστηρίου της Τριαδικής θεότητος.
Τέλος, η Παναγία είναι και πύλη. Αυτό σημαίνει ότι είναι πέρασμα προς τον ουρανό. Ο πόθος του κάθε πιστού είναι να γίνει ουράνιος άνθρωπος, «ημών το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιπ. γ΄ 20), «τα άνω ζητούμεν, τα άνω φρονούμεν» (Κολ. γ΄ 1,2). Η πύλη διά της οποίας κανείς εισέρχεται σε αυτήν την ουράνια κατάσταση, στη βασιλεία του Θεού, είναι το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Όπως για να εισέλθουμε σε έναν χώρο χρειάζεται οπωσδήποτε μία πόρτα, έτσι και στο μυστήριο του Θεού δεν εισερχόμεθα από τον τοίχο της λογικής, ούτε από την παγίδα του εμπαθούς βίου αλλά από την κεντρική είσοδο του Θεομητορικού προσώπου. Το ηθικό πρότυπό της, η προσφυγή στη μητρική προστασία της, οι πρεσβείες της, η χάρις της, η μυστική σχέση μαζί της διευκολύνουν την ψυχή να εισέλθει στον χώρο του Θεού.
Αυτή η σχέση με το πρόσωπο της Θεοτόκου εκφράζεται πληθωρικά μέσα από τις τόσο δημοφιλείς στους Ορθοδόξους ακολουθίες των δύο Παρακλητικών Κανόνων και του Ακαθίστου Ύμνου. Οι δύο πρώτες υπογραμμίζουν τη μετοχή της Θεοτόκου στις καθημερινές ανάγκες της ζωής, ενώ η άλλη αποτελεί δοξολογική προσευχή που μας βοηθεί να γίνουμε κοινωνοί της αιώνιας δόξας της. Οι Παρακλήσεις την φέρνουν κοντά μας, ενώ οι Χαιρετισμοί μας ανεβάζουν κοντά της.
Στους Παρακλητικούς Κανόνες εκφράζεται η αμεσότητα της σχέσης των πιστών με την Θεοτόκο και η βαθειά της κατανόηση της ανθρώπινης φύσης, η ανάγκη της προστασίας της σε περιστάσεις κινδύνων, θλίψεων, ασθενειών, αναγκών και συμφορών. Η παράδοση και εμπειρία της Εκκλησίας επιβεβαιώνει τη δύναμη των προσευχών και των πρεσβειών της, καθόσον «πολλά ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου». Οι πρεσβείες της στηρίζουν τον αγώνα της σωτηρίας μας όσο ίσως τίποτε άλλο, γι’ αυτό και στις λειτουργίες μας αυτές επικαλούμαστε, ψάλλοντας: «ταίς πρεσβείες της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς».
Με την άκολουθία των Χαιρετισμών, ομολογούμε το μυστήριο της εκ παρθένου γεννήσεως του Χριστού, που όμως ούτε να το κατανοήσουμε μπορούμε ούτε να το περιγράψουμε ούτε να το εξηγήσουμε• «Ιλιγγιά δε νούς άπας σού τον τόκον νοείν». Αυτό όμως, αντί να σκανδαλίζει τη σκέψη, ταπεινώνει την καρδιά και γεννά θαυμασμό και ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο για τη σοφία, την αγάπη Του και την άκρα συγκατάβασή Του. Με άλλα λόγια, ζώντας κανείς το μυστήριο της Υπεραγίας Παρθένου, ομολογεί το μυστήριο Του Τριαδικού Θεού.
Εύχομαι να δώσει ο Θεός η Παναγία να αποτελέσει και την δική μας μητέρα στην καθημερινή μας ζωή, τον αρωγό της σωτηρίας μας, την παραμυθία, τον συμπαραστάτη και ταυτόχρονα το πρόσωπο αυτό που θα μας αποκαλύπτει διαρκώς την αλήθεια του Θεού.