Η θεία λατρεία έχει άμεση σχέση με αυτό που ονομάζουμε θεία οικονομία. Η θεία λειτουργία είναι η επανάληψη του γεγονότος της Θείας Ενανθρωπήσεως, του γεγονότος της Πεντηκοστής, του γεγονότος της Μεταμορφώσεως, του γεγονότος του Μυστικού Δείπνου, του γεγονότος της Θείας Αναλήψεως. Θυμόμαστε ακόμη και αυτά που θα συμβούν, τη μέλλουσα κρίση. Θυμόμαστε «της δευτέρας και ενδόξου πάλιν παρουσίας»
θυμόμαστε αυτό που θα γίνει. Δεν είναι ένα λεκτικό φραστικό ωραίο πράγμα που λέγεται, αλλά είναι μια έκφραση του πως ζεί κανείς μέσα στην Θεία Οικονομία.
Όπως εκχύθηκε η χάρις του Θεού στους δώδεκα αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής και δι’ αυτών στον λαό, με τον ίδιο τρόπο κι εμείς σε κάθε λειτουργία προσδοκούμε αυτή η χάρις του Θεού να εκχυθεί επάνω μας και να διαφωτίσει την όλη μας ύπαρξη.
Όπως συνέβη το γεγονός της Μεταμορφώσεως ενώπιον των μαθητών και παρουσία των προσώπων του Μωϋσέως και του προφήτη Ηλία, κατά τον ίδιο τρόπο κάθε στιγμή της θείας λατρείας είναι μια ευκαιρία -έτσι την προσφέρει η Εκκλησία, έτσι και μόνον την ζεί-, να ζήσουμε κι εμείς τη Μεταμόρφωση του Κυρίου εν ημίν. Ο Κύριος παρουσιάζεται «εν ετέρα μορφή», αλλοιώτικος απ’ ο,τι νόμιζαν, απ’ ο,τι Τον ήξεραν. Τον εγνώριζαν ως διδάσκαλο, αλλά στο Θαβώρ εμφανίζεται με «το πρόσωπον έτερον». Έτερον θα πεί «ηλλοιωμένον», «ξένον», ενδεικτικό της θεότητος. Αυτήν την αλλοίωση εμείς την ψάχνουμε στη σχέση μας με τον Θεό.
Η στάση μας ενώπιον του Θεού ως πιστών και ως Εκκλησίας είναι στάση συντριβής, ταπεινώσεως και συστολής. Ο Κύριος αποκαλεί τους μαθητές Του φίλους. Αυτοί όμως ποτέ δεν διανοούνται να τον αποκαλέσουν φίλο. Ο Κύριος κενώνει διαρκώς τον εαυτό Του στην ιστορία Του. Εμείς όμως ποτέ δεν τολμούμε να ζητήσουμε την κένωσή Του. Δεν μπορούμε να ζητήσουμε τη σταύρωση και θυσία Του για μας. Αυτός το κάνει και εμείς ταπεινωνόμαστε. Δεν το ζητούμε. Ποτέ δεν θα μπορούσαμε να διανοηθούμε να ζητήσουμε τέτοια κένωση από τον Θεό. Επίσης ο Θεός δίνει σημεία και κάνει θαύματα.
Εμείς όμως ποτέ δεν ζητούμε σημεία και θαύματα. Ζητούμε την παρουσία Του. Δεν θέλουμε να παχύνεται εμφανιζόμενος και αποκαλυπτόμενος, αλλά να δοξάζεται αενάως κρυπτόμενος. Όταν ζητούμε την εμφάνιση του Θεού, τότε Τον ξοδεύουμε. Όταν Αυτός εμφανίζεται από μόνος Του, τότε δοξάζεται. Αυτή είναι η σοφία και η αγάπη Του.