Μεσογαίας Νικόλαος: Συνέντευξη του Μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ και στην κα Μαρία Κορνάρου.
Επιστρέφοντας, αυτό τό καλοκαίρι, γιά πρώτη φορά στούς γνώριμους εορτασμούς τής Παναγίας καί τών άλλων μεγάλων αγίων, πώς θά μπορούσαμε νά βιώσουμε διαφορετικά αυτές τίς γιορτές;
Τό ερώτημα είναι τί θα πεί «διαφορετικά». Καταρχάς, ο εορτασμός όπως τόν γνωρίζει η παράδοση τού λαού μας, πού σημαίνει συνάντηση στό χωριό, πανηγύρι, χορός, γλέντι καί τά σχετικά έθιμα, δέν είναι κάτι ούτε λίγο ούτε καί κακό. Έχουμε τόση ανάγκη νά ξανασμίξουμε, νά βρεθούμε μαζί, νά χαρούμε, νά αγκαλιαστούμε, νά ξεκουραστούμε, ύστερα μάλιστα από τούς πρωτοφανείς περιορισμούς τής πανδημίας.
Σέ κάτι τέτοιο η γιορτή τής Παναγίας αποτελεί εξαιρετική αφορμή. Στούς εορτασμούς όμως πού αναφέρεστε υπάρχει κάτι πολύ πιό βαθύ καί μόνιμο. Είναι τό πρόσωπο τής Παναγίας, είναι οι παρακλήσεις, τό προσευχητικό ακούμπημα, η έκφραση τής εμπιστοσύνης, η ενίσχυση τής πίστεως, η προσέγγιση στόν κόσμο καί στόν χώρο τού Θεού. Τό νά δώσουμε λίγο από τό εκκλησιαστικό χρώμα πού αναλογεί στή γιορτή, αυτό μπορεί νά οδηγήσει σέ ένα βιοματικό ανταπόδομα στήν ψυχή καί φυσικά νά υπογραμμίσει τή διαφορετικότητα τής γιορτής. Αυτό υπάρχει στή ζωή μας ως λαού, είναι αποτυπωμένο στό πετσί τής παραδόσεώς μας, είναι χαραγμένο στό μεδούλι τής ψυχής μας, δυστυχώς όμως είναι ξένο πρός τίς νέες αντιλήψεις τού απογυμνωμένου από πνευματικές ομορφιές σύγχρονου κόσμου.
Η Παναγία δέν είναι πανηγύρι ούτε έθιμο ούτε ξωκλήσι ούτε νεκρό εικόνισμα ούτε φυσικά αφορμή γιά τρελό ξεφάντωμα. Η Παναγία είναι Θεοτόκος, μητέρα τής ζωής καί Οδηγήτρια, οδηγός πρός τήν Ζωή, πρός τόν Θεό.
Τί είναι αυτό, κατά τήν γνώμη σας, πού ωθεί τόν ελληνικό λαό νά τιμά τόσο μαζικά τήν Παναγία τίς ημέρες τού Δεκαπενταύγουστου;
Είναι διάφορα πράγματα. Κάποια από αυτά είναι συναισθηματικού, ψυχολογικού ή καί κοινωνικού υποβάθρου, κάποια όμως άλλα έχουν νά κάνουν μέ τήν υπαρξιακή ανάγκη τής πίστεως. Τό πρόσωπο τής Παναγίας μαγνητίζει τήν ψυχή κάθε πιστού καί αποτελεί μοναδικό δρόμο προσέγγισης τού Θεού. Τό μεγαλείο τού προσώπου της, η κεντρική θέση της στό μυστήριο τού Θεού, η δύναμη τής προσευχής της, η πίστη στά πολλά θαύματα πού ενεργούνται στό όνομά της, η αίσθηση ότι αυτή πρώτη ζεί καί κατανοεί τόν ανθρώπινο πόνο, όλα αυτά συνδέονται μέ τήν ελπίδα καί τή δίψα κάθε αγνής ψυχής γιά τόν Θεό. Ο πιστός λαός αισθάνεται τήν σκέπη καί προστασία της καί ζητεί τίς πρεσβείες της. Η Παναγία σηκώνει τό βάρος καί τίς θλίψεις τής καθημερινότητος από τή μία μεριά καί τήν ανάγκη τού ανθρώπου γιά τή βασιλεία τού Θεού από τήν άλλη.
Αυτές οι γιορτινές ημέρες βρίσκουν κάποιους συνανθρώπους μας σέ καταστάσεις έμπονες. Πώς βιώνετε τόν Δεκαπενταύγουστο στήν Μονάδα Ανακουφιστικής Φροντίδας «Γαλιλαία»;
Προηγουμένως χρησιμοποίησα τίς λέξεις βάρος καί θλίψεις. Η «Γαλιλαία» είναι ένα ίδρυμα πού παρέχει όχι θεραπεία αλλά ανακούφιση συμπτωμάτων σέ βαριά ασθενείς. Σηκώνει τό βάρος καί απαλαίνει τή θλίψη. Υπάρχει γιά νά αγκαλιάζει τόν πάσης φύσεως πόνο είτε αυτός είναι φυσικός, είτε ψυχολογικός, είτε κοινωνικός, είτε κυρίως υπαρξιακός. Υπάρχει γιά νά μαζεύει τά συντρίμματα τών ψυχών καί τών σωμάτων καί νά τά συναρμολογεί, ώστε ο άνθρωπος ακόμη καί όταν φτάνει στόν θάνατο νά είναι ανασυγκροτημένος. Αυτό γιά νά γίνει, εκτός από τήν ιατρονοσηλευτική φροντίδα ή τήν ψυχοκοινωνική στήριξη, χρειάζεται οπωσδήποτε αγνή αυθεντική αγάπη καί βέβαια ενέσεις αληθινής ελπίδας καί υγιούς πίστεως, χωρίς πολλά λόγια καί διδασκαλίες. Κάθε δωμάτιο, κάθε κρεβάτι έχει μία όμορφη εικόνα τής Παναγίας, μιά εικόνα πού μιλάει μόνη της. Καί μόνον η θέα της μπορεί νά δώσει γλύκα στήν ψυχή, ανακούφιση, παρηγοριά. Τό ίδιο καί η καμπάνα πού χτυπάει κάθε τόσο γιά τίς παρακλήσεις. Πολύ περισσότερο η προσευχή σέ αυτήν. Καί ακόμη περισσότερο η δική της προσευχή.
Εσχάτως, έχει ανοίξει μία μεγάλη συζήτηση στήν Εκκλησία καί τήν κοινωνία γύρω από τήν έννοια τής οικογένειας. Πώς πιστεύετε ότι αυτή έχει διαμορφωθεί κοινωνικά, μετά καί από τήν εισαγωγή τής τεχνητής γονιμοποίησης; Τί οπτική μπορεί νά προσφέρει η Εκκλησία σέ αυτές τίς πρωτόγνωρες αλλαγές;
Δέν ξέρω άν έχει ανοίξει συζήτηση. Νομίζω η κοινωνία τραβάει τον δρόμο της χωρίς πολλές συζητήσεις καί η Εκκλησία προσπαθεί νά αντιληφθεί τήν όλη εξέλιξη τού ιερού θεσμού τής οικογένειας, αλλά όμως μέ αργούς ρυθμούς. Οι αλλαγές είναι ραγδαίες. Βλέπετε ο γάμος σταδιακά απογυμνώνεται από τή δόξα καί τήν αίγλη τού μυστηρίου καί εξελίσσεται σέ πολιτική σύμβαση ή σύμφωνο συμβίωσης καί τά σχετικά. Καί οι θρησκευτικοί γάμοι δυστυχώς έχουν τόσο εκκοσμικευθεί πού διερωτάται κανείς τί σχέση μπορεί νά έχει η όλη ιεροτελεστία μέ τό «μέγα μυστήριο» πού κηρύττει η Εκκλησία. Στή Μητρόπολή μας γίνονται οι περισσότεροι στήν Ελλάδα θρησκευτικοί γάμοι καί τό διαπιστώνουμε αυτό καθημερινά μέ μεγάλη λύπη. Δίπλα σέ αυτό, υπάρχουν τά διαζύγια η εξαφάνιση τής πολύτεκνης οικογένειας, μέ τίς όποιες τεράστιες συνέπειές της, καί φυσικά ο πανσεξουαλισμός καί η απροκάλυπτη προβολή τής πρωτοφανούς διεμφυλικής προπαγάνδας καί τής αμφισβήτησης τής ταυτότητας τού φύλου σέ παγκόσμιο επίπεδο. Μιά καί μόνο ματιά στίς ειδήσεις ή στίς διαφημίσεις πιστοποιεί τά παραπάνω.
Αυτό πού Εκκλησία μπορεί νά προσφέρει είναι νά ξαναζωντανέψει τόν γάμο ως μυστήριο τής αγάπης καί τής ζωής στήν πράξη, όχι στά λόγια.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος, μετά τήν βάφτιση τέκνου ομόφυλου ζευγαριού, δήλωσε ότι χρειάζεται μία «ειλικρινής συζήτηση» γιά τήν σεξουαλικότητα καί τό φύλο στήν Εκκλησία. Συμφωνείτε μέ αυτό, καί άν ναί, ποιός είναι ο σωστός τρόπος νά γίνει μία τέτοια συζήτηση;
Δυστυχώς, ο συγκεκριμένος εκκλησιαστικός άνθρωπος πού μιλάει γιά «ειλικρινή συζήτηση» δέν ήταν ειλικρινής έναντι τού Μητροπολίτου Γλυφάδας καί πρίν κάν ανοίξει η «συζήτηση» έχει κάνει αυθαίρετα καί μέ δόλιο τρόπο πράξη τίς απόψεις του, μάλιστα σέ ξένο έδαφος. Δέν μού φαίνεται καί τόσο ειλικρινής η πρόθεση γιά τέτοιες «ειλικρινείς συζητήσεις». Συνήθως τίς «ειλικρινείς συζητήσεις» τέτοιου τύπου τίς ζητούν αυτοί πού δέν είναι ειλικρινείς καί πού αποφεύγουν τίς συζητήσεις! Πρίν από κάθε άλλο μάς χρειάζεται μία ειλικρινής συζήτηση γιά τήν ειλικρινή μετάνοια καί τή συνέπεια ζωής καί λόγου, ουσίας καί εικόνας μέσα στήν Εκκλησία.
Η Εκκλησία καλείται αυτό πού ζεί καί διδάσκει από αιώνων, τήν ομορφιά καί τήν ιερότητα τού φύλου και τού θεσμού τής οικογένειας, νά τό προβάλλει ως έμπνευση. Η Εκκλησία δέν συζητάει τήν αλήθεια καί τήν εμπειρία της, γιατί δέν τήν αναζητεί, αλλά τήν κατέχει, τήν μαρτυρεί καί τήν ομολογεί. Δέν αμφισβητεί τόν θησαυρό της, δέν αμφιταλαντεύεται πάνω στήν αλήθεια της, προφητεύει. Όταν συζητεί, τό κάνει γιά νά καταστήσει κατανοητό τόν πλούτο της, όχι γιά νά προσαρμόσει τή διδασκαλία της στίς απαιτήσεις τού παραλογιζόμενου σύγχρονου κόσμου, πού εκτρέπεται στήν αμαρτία καί τή σύγχυση.
Σάς ανησυχεί η απόσταση πού παρουσιάζεται, στά θέματα τής οικογένειας, τού φύλου καί τής σεξουαλικότητας, μεταξύ τών εκκλησιαστικών απόψεων καί τών απόψεων τής νεολαίας; Πώς μπορούν νά παρουσιαστούν μέ πειστικό τρόπο οι εκκλησιαστικές θέσεις σέ αυτήν τήν κοινωνική ομάδα;
Οπωσδήποτε μέ λυπεί, καί πολύ μάλιστα, αλλά κυρίως η αδυναμία τής Εκκλησίας νά εμπνεύσει. Τά νέα παιδιά έχουν αφεθεί απροστάτευτα στόν χείμαρρο τής ασέβειας καί τού παραλογισμού. Ο δικός μας λόγος είναι ξερός, ο τρόπος μας συντηρητικός, η φωνη μας κουραστική, η ζωή μας άνευρη. Σάς ερωτώ, εάν εμείς ως Εκκλησία ζούσαμε τή δύναμη τής ευσέβειας, τής αγιότητος καί τής χάριτος τού Θεού, τότε ο λόγος μας δέν θά ήταν πιό πειστικός; Τώρα μιλάμε καί δέν μάς καταλαβαίνουν, μάς βλέπουν καί γυρίζουν τό πρόσωπό τους αλλού, μάς ακούνε καί γελούν περιφρονητικά, μάς σκέπτονται καί χασμουργιούνται. Δέν εμπνέουμε.
Αυτό βέβαια, δέν σημαίνει ότι εάν είμασταν εντάξει θά άλλαζε η κοινωνία. Καί τόν Χριστό «πλάνο» τόν είπανε, τό κήρυγμά του ακούστηκε ως «σκληρός λόγος καί ουκέτι περιεπάτουν μετ αυτού». Αλλά καί τούς αγίους τούς πολέμησαν καί τούς δικαίους δέν ήθελαν νά τούς δούνε στά μάτια τους. Ο λόγος όμως, όταν είναι αληθινός καί η ζωή μας γνήσια, έχει δύναμη από μόνος του. Έλεγε ο μακαριστός Χριστόδουλος ότι τά πιό κοντινά στό στόμα μας αυτιά είναι τά δικά μας. Οι πρώτοι πού πρέπει νά ακούσουμε καί νά πιστέψουμε στό κήρυγμά μας είμαστε εμείς. Μετά έρχεται η νεολαία. Προσπαθούμε νά μιλήσουμε τήν ίδια γλώσσα, αλλά μέ λάθος τρόπο καί δέν συνεννοούμαστε. Θά τό πώ ξανά δέν εμπνέουμε. Γι αυτό καί δέν πείθουμε. Πάντως, ό,τι καί νά συμβαίνει, η Εκκλησία είναι η ελπίδα τού κόσμου. Τίποτα άλλο.
Πιστεύετε ότι η επιστήμη, γιά παράδειγμα τής ψυχολογίας ή τής κοινωνιολογίας, μπορεί νά δώσει απαντήσεις στά ερωτήματα αυτά, πού νά συνάδουν μέ μία κριτική προσέγγιση;
Κάθε επιστήμη έχει τήν αξία της καί τής αξίζει ο σεβασμός μας. Ασφαλώς καί θά μπορούσαν νά βοηθήσουν καί νά συμβάλουν στήν εξυγίανση τού ήθους καί τήν ανάδειξη τού ανθρώπου. Όταν όμως είναι καί αυτές κατευθυνόμενες καί δίχως πνεύμα, τότε μόνο ζημιά μπορούν νά κάνουν. Γράφει στόν Μενέξενο τού Πλάτωνα: «πάσά τε επιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καί τής άλλης αρετής πανουργία, ου σοφία φαίνεται».
Οι όροι «ψυχή» καί «κοινωνία» πού περιλαμβάνονται στίς επιστήμες πού αναφέρατε είναι όροι πού χρησιμοποιούνται καί αναδεικνύονται καί από τήν Εκκλησία καί τή θεολογία. Ο ένας η ψυχή- δηλώνει τό αθάνατο κομμάτι τής ανθρώπινης υποστάσεως καί ο δεύτερος -η κοινωνία- τήν εν αγάπη αμοιβαία περιχώρηση τών ανθρώπων, τήν ενότητά τους. Όταν όμως οι όροι αυτοί δέν έχουν Θεό μέσα τους, δέν έχουν πνεύμα, είναι σάν οργανισμοί πού δέν έχουν αίμα, τότε χάνουν τή σημασία τους καί εκφυλίζονται σέ όργανα πού απογυμνώνουν τόν άνθρωπο από τήν ιερότητά του καί τίς σχέσεις από τήν αυθεντικότητά τους, τότε χρησιμοποιούνται ως εργαλεία αποδόμησης τής ανθρώπινης αξίας, συμπαρασύροντας στόν κατήφορο καί τόν θεσμό τής οικογένειας καί τήν παρακαταθήκη τού φύλου.
Θά κλείσω λέγοντας πώς η εποχή μας είναι εποχή πού διψάει γιά αλήθεια καί απαιτεί γνήσια, ελεύθερη καί ζωντανή Εκκλησία. Αυτή είναι πολύ πιό σύγχρονη από τά σύγχρονα ρεύματα, πολύ πιό έξυπνη από τούς εγκεφάλους τής τεχνητής νοημοσύνης καί φυσικά πολύ πιό μπροστά από τίς ανακαλύψεις τής επιστήμης. Καταξιώνει τόν άνθρωπο, γιατί κατέχει τόν Θεό. Η πίστη είναι η μεγαλύτερη επένδυση!